ORIGINALS

Συνεννόηση με αυτόματο τηλεφωνητή, αυτή η δυστυχία

Όταν τα αυτοματοποιημένα συστήματα δημοσίων οργανισμών και τραπεζών σε κάνουν να επιθυμήσεις ακόμη και τους αγενείς ανθρώπους.

Σε κανέναν φυσιολογικό άνθρωπο δεν αρέσουν οι τηλεφωνικές συνομιλίες με δημόσιες υπηρεσίες, τράπεζες και αντίστοιχους οργανισμούς. Σε πολλούς απόλυτα φυσιολογικούς ανθρώπους δεν αρέσουν οι τηλεφωνικές συνομιλίες γενικότερα εδώ που τα λέμε, αλλά σήμερα θα ασχοληθούμε με την πρώτη υποκατηγορία.

Αρχικά, καμία συνομιλία τέτοιου είδους δεν γίνεται για καλό. Πολύ σπάνια παίρνεις μια τράπεζα ή την εφορία για να ακούσεις τα νέα τους, να ανακοινώσεις ότι παντρεύεσαι ή να ρωτήσεις αν μπορείς να ανοίξεις και δεύτερο λογαριασμό επειδή ο πρώτος δεν χωράει πια τα λεφτά σου.

Όχι. Δυστυχώς, όταν εσύ επιλέγεις να τους πάρεις τηλέφωνο, είναι επειδή έχεις κάποια απορία και συνήθως η απορία αυτή γεννιέται επειδή κάτι έχει πάει πάρα, μα πάρα πολύ στραβά. Βρέθηκες να χρωστάς λεφτά, εμφανίστηκε ένα πρόστιμο από το πουθενά, έχασες την κάρτα σου ή βλέπεις συναλλαγές που δεν έκανες ο ίδιος.

Και τότε, ιδρωμένος από το άγχος, με το χέρι να τρέμει, αποφασίζεις να πάρεις τηλέφωνο για να προσφέρει κάποιος άμεση λύση στο θέμα σου. Δεν μπορείς να περιμένεις, δεν γίνεται, παίρνεις ό,τι ώρα και να ‘ναι για να σε ακούσει κάποιος ειδικός, κάποιος που θα ξέρει να σε βοηθήσει.

Και πέφτεις πάνω σε μια αυτοματοποιημένη ηχογραφημένη φωνή, η οποία σου ζητάει να πεις δυνατά και καθαρά, λες και έχεις πάρει σε ραδιοφωνική εκπομπή, τον λόγο του τηλεφωνήματος. Όχι για να τον ακούσει κάποιος άνθρωπος, αλλά ένα ρομπότ

Εσύ να καίγεσαι, να έχεις χλωμιάσει απ’ τον πανικό και την αγωνία σου και να πρέπει α): να βρεις τις λέξεις-κλειδιά και  β): να τις βάλεις σε μια σωστή σειρά, ώστε να γίνεις κατανοητός σ’ ένα μηχάνημα που θα αποφασίσει τι θα γίνει από εκεί και πέρα με την τύχη σου.

Όχι. Όχι. Με τίποτα. Πρώτον, ποτέ το μηχάνημα δεν καταλαβαίνει τι θέλεις να του πεις. Ειλικρινά, 9 στις 10 φορές που έχει χρειαστεί να μιλήσω σ’ ένα απ’ αυτά τα ρομποτάκια-τηλεφωνητές, καταλήγω ν’ ακούω ένα “σας συνδέουμε μ’ έναν εκπρόσωπό μας” και τελικά μιλάω μ΄ έναν κανονικό άνθρωπο, ο οποίος δεν έχει ιδέα για το λόγο που τηλεφωνώ και μου ζητάει να τα πω όλα απ’ την αρχή. 

Κάτι που θα μπορούσε να γίνει εξαρχής και να γλιτώσω και χρόνο και το περιττό άγχος πως πρέπει να σκεφτώ μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα τις σωστές λέξεις ώστε να με καταλάβει ένα μηχάνημα, το οποίο εξ ορισμού θα έπρεπε να είναι πιο εξελιγμένο από μένα, γιατί αν δεν ήταν, ποιος ο λόγος να το φτιάξει κάποιος και να το βάλει και σ’ αυτή τη θέση;

Δεν λέω. Για το πρόβλημα στην συνεννόηση, φταίω κι εγώ. Αρχικά, εκνευρίζομαι με το που ακούω την ηλεκτρονική φωνή. Χάνω την ψυχραιμία μου, κάτι σπάει μέσα μου και μαζί χάνω και την παραμικρή πιθανότητα να εκφέρω σωστά μια πρόταση. Αντίθετα, καταλήγω απλά να ξεφυσάω και να πετάω λέξεις-κλειδιά στον αέρα, μπας και πιάσει τίποτα το ρομπότ.

Κι εκτός αυτού -δεν θα το κρύψω- αγχώνομαι. Όταν στην άλλη άκρη της γραμμής βρίσκεται ένας άνθρωπος, κουτσά-στραβά θα το καταλάβει το θέμα μου. Θα το πω στην αρχή λάθος, θα με διορθώσει, θα συμφωνήσω, θα προσθέσω κάτι, θα προχωρήσει η ζωή μας και σ’ έναν τέλειο κόσμο, θα βρεθεί λύση και στο πρόβλημά μου.

Όταν όμως στην άλλη άκρη της γραμμής βρίσκεται ένα μηχάνημα, αγχώνομαι. Κομπιάζω, ξεχνάω ακόμη και τι πρόβλημα είχα και καταλήγω να κλείνω το τηλέφωνο για να ηρεμήσω και να παίρνω ξανά μετά από λίγο. Κι αυτό για κάποιον που όπως είπαμε καίγεται να βρει λύση, δεν είναι καθόλου καλό.

Δεν είμαι κατά της τεχνολογίας, ούτε είμαι κανένας παράξενος που ισχυρίζεται ότι κινδυνεύει να χαθεί η ανθρώπινη επικοινωνία. Είπαμε, την επικοινωνία με τις τράπεζες κανένας δεν τη θέλει a priori.

Το πρόβλημά μου είναι ότι ποτέ δεν δουλεύει σωστά αυτό το σύστημα και καταλήγει να είναι ένα αχρείαστο ημίμετρο. Δηλαδή και μιλάς σ΄ ένα ρομπότ στην πιο αμήχανη συνομιλία που έχεις κάνει ποτέ στη ζωή σου και εξηγείς μετά σ΄ έναν άνθρωπο τα πάντα απ’ την αρχή.

Ή κάν’ το σωστά μέχρι τέλους για να μη χρειαστεί να μιλήσεις καθόλου με έμψυχο ον που διαθέτει συναισθήματα και μπορεί να σε λυπηθεί, ή μίλα εξαρχής με έναν άνθρωπο. Αυτό που γίνεται σήμερα είναι ανούσιο και σαδιστικό

Αμ σε αναγκάζουν να είσαι στο γραφείο και να φωνάζεις δυνατά αλλά αργόσυρτα φράσεις όπως “έχασα την κάρτα μου”, “τι διαολεμένο πρόστιμο είναι αυτό” και “ύποπτες συναλλαγές στο λογαριασμό μου”, αναγκάζοντας τους πάντες να γυρίσουν να σε κοιτάξουν σαν να είσαι τρελός, αμ δεν βγαίνει και άκρη.

Άσε που το να πεις αυτές τις φράσεις σωστά είναι το καλό σενάριο. Το ρεαλιστικό, είναι να αρχίσουν να βγαίνουν από το στόμα σου προτάσεις όπως “εεμμμ, ουφφφ, κάρτα, πρόβλημα, υπεύθυνος, ουφφφ, ερώτηση” και “να χέσω εγώ τα ρομπότ σας, πρόβλημα με την κάρτα, ερώτηση, α να μου χαθείτε”.

 

Δεν ξέρω αν εγώ είμαι τόσο άμπαλος κι όλοι εσείς έχετε βρει τη λύση, πάντως μέχρι να μας κερδίσουν τα ρομπότ και να αναλάβουν πλήρως τις ζωές μας, από τα τηλεφωνικά κέντρα μέχρι την διακυβέρνηση του πλανήτη, εγώ επιλέγω ένα απλό cheat: ζητάω κατευθείαν να μιλήσω με εκπρόσωπο. Ναι μεν δεν κερδίζω χρόνο, γλιτώνω όμως άγχος και εκνευρισμό και αποφεύγω να ακούγομαι σαν να έχω μόλις πάθει εγκεφαλικό, επειδή πια έχω μάθει παπαγαλία τη φράση “συνδέστε με μ’ έναν εκπρόσωπο” και τη λέω μηχανικά.

Σας παρακαλώ, ξυπνήστε με όταν ο κόσμος μας αποκτήσει αυτόματους ρομποτικούς μηχανισμούς όπως η Σκάρλετ Γιόχανσον στο ‘Her’. Μέχρι τότε, προτιμώ να μιλάω με κανονικούς ανθρώπους, κι ας είναι και αγενείς. Τουλάχιστον -συνήθως- με καταλαβαίνουν.