ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Και στο τέλος κερδίζει ο Αργύρης των Nightstalker

Ένα πρωί με τη μορφή των σήμερα-πιο-μεγάλων-από-ποτέ Nightstalker βοηθάει να μάθεις πώς είναι να μη χάνεις καμία μάχη, όσο δύσκολη κι αν μοιάζει απέξω.

Με νύχια και με δόντια κρατήθηκα και δεν έβαλα τον τίτλο ‘Στο Friday Night Lights έχουμε ακούσει δύο τραγούδια των Nightstalker’, όχι γιατί δεν είναι αρκετά εντυπωσιακός, αλλά γιατί θα ήταν κρίμα να στερήσω την παραμικρή δόξα από τον Αργύρη Γαλιατσάτο. Και δεν το κάνω γι’ αυτόν. Το πιο πιθανό είναι να έχει ξεχάσει ότι έδωσε αυτή τη συνέντευξη, το οποίο λίγο θα σε απασχολήσει γιατί υπάρχουν κομμάτια της που αποκλείεται να ξεχάσεις.

Ένα από τα αβαντάζ της Πρωτογένους στο Μοναστηράκι -και στο Μοναστηράκι ολόκληρο τώρα που το σκέφτομαι- είναι ότι το πρωί και αυτό που νωθρά αποκαλούμε ‘μέρα’ σού μένει. Σου γίνεται φωτογραφία. Αποτυπώνεται στο κεφάλι σου αυτόματα, με έναν τρόπο που κάθε φορά που θα ακούς τη λέξη ‘μέρα’ για λίγο καιρό, το μυαλό σου θα γυρνάει στο πρωί που πέρασες από την Πρωτογένους. Ή το Μοναστηράκι.

Μπορεί να φταίει το φως. Μπορεί να σκάει πιο αποτελεσματικά εκεί. Δεν ξέρω. Αν συνεχίσω το συνειρμό, θα πω σίγουρα βλακεία.

Ένα άλλο αβαντάζ της Πρωτογένους είναι το Barrett. Μη σε ξεγελάνε τα τραπεζάκια έξω. Ωραία η περατζάδα και η εικόνα κόσμου στο δρόμο το βράδυ, αλλά μια βόλτα στο κάτω και οπωσδήποτε στο πάνω κομμάτι του Barrett φυτεύει την υποψία ότι εδώ, το χειμώνα, θα συμβούν οι επόμενες ιστορίες που θα συζητάει το hip κομμάτι της πόλης, εδώ θα ‘χουμε κλάματα και οδυρμούς, χαρές και πανηγύρια, μεθύσια και συζητήσεις, και -μάλλον το κυριότερο- τις καλύτερες μουσικές που θα ακούσεις στην πόλη.

 

Ένα μήνα πριν το μεγάλο live των Nightstalker στο Gagarin (Σάββατο 24/10), καθίσαμε σε ένα απ’ τα έξω-έξω μέσα τραπεζάκια του Barrett και μιλήσαμε για την ‘καριέρα’ του στην μπάντα του Δήμου Αθηναίων, τα ναρκωτικά, το Friday Night Lights, τους Nightstalker, το πώς είναι να ξυπνάς με έμφραγμα και άλλα ωραία πράγματα που κάθε τόσο με έκαναν να μονολογώ “είσαι κανονικός τρελός, έ;”.

Ο Αργύρης είχε έρθει με ένα μπλουζάκι Mad Season. Οι Mad Season ήταν ένα supergroup από το Seattle με μέλη από τους Alice in Chains, Pearl Jam και Screaming Trees.

Από την μπάντα του Δήμου Αθηναίων στα καουμποϊλίκια στον Έβρο

(Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson)

Μεγάλωσε στο Βύρωνα. Θυμάται ακόμα την εποχή πριν την τηλεόραση. Στο σπίτι του πήραν τηλεόραση το  ’76, όταν ο Αργύρης είχε κλείσει τα 7. Σχολείο πήγε το ’75 και θυμάται τη δασκάλα που του είχε τσακίσει το αριστερό χέρι για να γράφει με το δεξί. Θυμάμαι ότι έχω ακούσει πρόσφατα την ίδια ιστορία. Αποτέλεσμα του ξύλου με το χάρακα είναι να γράφει σκατά και με τα δύο χέρια πια. Την εποχή που πήγαινε σχολείο, οι μαθητές πήγαιναν για μάθημα και τα Σάββατα και φορούσαν ποδιά. Γέλασα στην εικόνα του Αργύρη να φοράει ποδιά. Εννοώ, τον φαντάζομαι όπως είναι τώρα με ποδιά και είναι κάπως αστείο. Του το λέω, γελάει. “Ποδιές και μαλακίες”, λέει. Το ‘μαλακίες’ είναι η αγαπημένη του λέξη.

“Τα πρώτα ακούσματα που μου έκαναν εντύπωση ήταν τα κλασικά. Motörhead, Sabbath, Zeppelin, Doors. Υπήρχαν στο σπίτι από τον πατέρα μου που ήταν ναυτικός και έβρισκε όσο ταξίδευε. Τότε όλα ήταν ροκ, δεν υπήρχε μέταλ, δεν υπήρχαν διάφορα”.

“Από το ’83 έμπλεξα με μπάντες. Είχα κάνει τέσσερα χρόνια κλασική κιθάρα από τα 6 μου. Έφτιαξα την πρώτη μπάντα με τον αδερφό μου κι έναν φίλο, μετά ήμουν με μια θρας μέταλ μπάντα μέχρι το ’88 που πήγα φαντάρος και μετά το στρατό, Nightstalker”.

 

“Ο πατέρας μου με πήγε πρώτη μέρα σχολείο το ’75, μετά τον ξαναείδα μια φορά το ’91 και μετά το 2005 που πέθανε και τον έφεραν στον πάγο. Την έκανε ρε, ναυτικός ήταν, σηκώθηκε κι έφυγε, έκανε άλλη οικογένεια στην Αμερική -έχω μια αδερφή εκεί. Μετά, για χρόνια, η γιαγιά μου και η μάνα μου νόμιζαν ότι είναι στην Αμερική κι αυτός ήταν στα Βριλήσσια. Όταν ήμουν πιτσιρικάς, δεν το καταλάβαινα όλο αυτό, στενοχωριόμουν που μας είχε αφήσει ο μπαμπάς, αλλά τώρα που μεγάλωσα, λέω μια χαρά ξηγήθηκε, σιγά μην καθότανε. Επειδή παντρεύτηκες δηλαδή, πρέπει να κάτσεις εκεί να φας τα σκατά σου με τον άλλον; Η φυγή του πατέρα μου μου έδωσε την ευκαιρία να μάθω τα πάντα μόνος μου και από νωρίς”.

“Παράλληλα με το Λύκειο, πήγαινα και στο Ωδείο Αθηνών και έκανα κρουστά κλασικά. Το μόνο που με ένοιαζε ήταν να παίζω μουσική. Μέχρι να πάω φαντάρος, έπαιζα ταμπούρο στην μπάντα του δήμου Αθηναίων. Με στολή, κανονικά. Ήμουν ένας κανονικός δημόσιος υπάλληλος. Αν ήθελα να γίνω μόνιμος, μπορούσα να πάω μετά το στρατό”.

 

“Πήγα φαντάρος στα Τεθωρακισμένα στον Έβρο. Έκανα 12 μήνες γιατί ήμουν προστάτης. Ήμουν στην Καρωτή. Εκείνα τα χρόνια, οι φαντάροι έβγαιναν και τα έκαναν όλα μπουρδέλο και οι ντόπιοι έβαζαν πινακίδες στα μπαρ που έγραφαν ‘Απαγορεύονται τα σκυλιά και οι φαντάροι’. Άλλη παλαβωμάρα εκεί. Έβγαιναν και πλακωνόντουσαν οι Διδυμοτειχιώτες με τους φαντάρους, μετά τα ‘παιρνε κάποιος διοικητής, κατέβαζε Στάγιερ με φαντάρους και τα ‘σπαγαν όλα. Καουμποϊλίκια τελείως”. 

“Αν είχα τα τωρινά μυαλά μου, δεν θα πήγαινα φαντάρος. Τότε ήμουν πιο μαζεμένος και πιο ‘ναι, και το χαρτί, και τι θα λέει ο κόσμος, και πού θα βρω δουλειά αν δεν πάω φαντάρος”.

“Η καλλιτεχνική φλέβα κρατάει από τον παππού, τον πατέρα της μάνας μου, που ήταν ντράμερ στην Τρούμπα και έπαιζε κόρνο στη Λυρική Σκηνή. Και ο αδερφός και ο ανιψιός του ήταν μέσα στις μουσικές. Από εκεί πήρα”.

“Μετά από το στρατό πήγα στο δήμο του Βύρωνα, δούλεψα οικοδομή, έκατσα δυο μήνες και έφυγα κι από εκεί. Μετά πήρα το στούντιο που κάναμε πρόβες στα Εξάρχεια, το κράτησα 3-4 χρόνια, και μετά από αυτό ασχολούμαι μόνο με τους Nightstalker. Πλέον ζούμε μόνο απ’ αυτό. Έτσι κι αλλιώς, όλα περνάνε από μας. Παραγωγές, τουρ, πρόβες, όλα εμείς τα πληρώνουμε. Προσπαθούμε να έχουμε κάτι στην άκρη για να συνεχίζουμε, δεν γίνεται να τα τρως όλα. Είναι ακριβό σπορ η μουσική”.

Εξάρχεια, ναρκωτικά, αποτοξινώσεις, έμφραγμα, ζωή

Ο Αργύρης είναι γύρω γύρω στα Εξάρχεια από το 1989. Τον έχω διαβάσει πολλές φορές να μιλάει για τη γειτονιά, για τις μνήμες, τις καταχρήσεις και τις συναυλίες μιας ολόκληρης ζωής εκεί. Περνώντας σην απέναντι όχθη μιας εξάρτησης, κατάλαβα ότι υπάρχουν δύο τύποι πρώην εξαρτημένων. Αυτοί που είναι όντως καλά και δεν έχουν πρόβλημα να μιλάνε γι’ αυτό που πέρασαν και αυτοί που είναι όντως καλά(;), αλλά δεν θέλουν να τα σκαλίζουν. Πιάνοντας την κουβέντα για τα ναρκωτικά, κατάλαβα ότι ο Αργύρης ανήκει στους πρώτους. Το καταχάρηκα. Εννοώ, από ποιον κρυβόμαστε και γιατί;

 

“Πριν 20 χρόνια, τα Εξάρχεια ήταν πιο hardcore, έπαιζε πολλή πρέζα. Τώρα τους έχουν στείλει όλους αυτούς. Τότε πήγαινες Εξάρχεια για να γίνεις με πρέζα ή με χάπια,. Δεν ήταν χύμα, ωραία χύμα, όπως είναι τώρα που μπορείς να βγάλεις και το παιδί σου και το σκυλί σου έξω. Δεν πατάς σε ενέσεις”.

“Έμπλεξα με όλα τα ναρκωτικά. Μέχρι το ’91, ήμουν κατά. Την έλεγα στους φίλους μου που έπιναν πρέζες. Μετά λέω κάτσε να δοκιμάσω κι εγώ, να δω γιατί πεθαίνει ο κόσμος απ’ αυτό. Τις ουσίες αυτές τις παράγει και ο οργανισμός σου, ενδορφίνες είναι. Από τότε που δοκίμασα μέχρι το 2006, έκανα τα πάντα. Ενέσεις, μυτιές, καπνιστό. Και χάπια και όλα. Όταν είσαι μέσα σ’ αυτά, δεν ζεις παράλληλα. Αυτή είναι η μαλακία”.

“Εννοείται ότι παίζεις πιωμένος στα live. Δεν μπορείς να παίξεις αν δεν είσαι πιωμένος, είσαι χάλια, δεν είσαι καν εκεί. Θα πας να γίνεις καλά πρώτα και μετά θα πας να παίξεις. Από εκεί και πέρα είναι θέμα χαρακτήρα, αλλά και τύχης το πού θα σε βγάλει. Έτυχε πολλές φορές να πάθω overdose και να με τρέχουν στα νοσοκομεία. Έχω κάνει έξι αποτοξινώσεις σε ιδιωτικές κλινικές. Το ότι δεν πέθανα ήταν θέμα τύχης”.

“Όταν είσαι μικρός, δεν έχεις τόσο μεγάλη ανοχή σε αυτές τις ουσίες, άρα μεταξύ του να είσαι λιώμα και του να πεθάνεις, η διαφορά είναι μικρή. Όσο μεγαλώνεις, αποκτάς ανοχή σε αυτά κι έτσι χρειάζεσαι όλο και μεγαλύτερες δόσεις για να ‘γίνεις καλά’. Τότε αρχίζεις να μπλέκεις τις ουσίες.

“Με το αλκοόλ ισχύει το αντίθετο. Όσο πιο πολύ εθίζεσαι, τόσο λιγότερη ποσότητα χρειάζεσαι για να μεθύσεις, γιατί ο μεταβολισμός σου έχει αλλάξει και με ένα σφηνάκι είσαι εκεί”.

 

“Δεν σκέφτηκα ποτέ να σταματήσω από την μπάντα. Θέλω να πω, και να σταματούσα, πάλι μπάντα θα έκανα. Ένας λόγος που έκοψα ήταν η μουσική, οι Nightstalker. Αυτό με έσωσε. Καθάρισα το 2006”.

“Ό,τι έγινε, έγινε, πάει. Τι να μετανιώσω; Και να μετανιώσω, παίζει ρόλο; Το θέμα είναι να μην τα σκέφτεσαι πια. Το ‘κανα. Ωραία δεν ήταν τότε; Ωραία ήταν”.

“Από τα 40, παίρνεις χαμπάρι ότι μεγαλώνεις, ότι αρχίζει και σε παίρνει από κάτω σωματικά. Το 2011 έπαθα καρδιά, έμφραγμα. Κοιμόμουν και ξύπνησα με ένα κάψιμο στο στήθος. Στην αρχή φοβήθηκα, ήταν κάτι που δεν είχα ξαναπάθει. Λέω, πάει, τώρα θα μείνω εδώ. Μετά από 5-10 λεπτά που βλέπεις ότι ζεις αλλά πονάς, λες προχώρα, πρέπει να πάμε στο νοσοκομείο”.

“Το έμφραγμα προκλήθηκε από το κάπνισμα. Επιπλέον, εκείνη την εποχή έφτιαχνα ένα σπίτι και είχα άγχος για όλη τη φάση, έ, με ζόρισε και βγήκε εκεί”.

“Όχι, καθόλου δεν προσέχω από τότε”. 

Η αναγκαία παρένθεση για το ‘Children of the Sun’, τα τουρ στο εξωτερικό και τα επικά μεθύσια

Το να μη δίνεις δεκάρα συνήθως δεν πάει μονόμπαντα, δεν είναι ότι δεν δίνεις δεκάρα, αλλά κάνεις μόνο πράγματα που σου αρέσουν. Αν αυθεντικά δεν δίνεις δεκάρα και ζεις το περισσότερο που μπορείς από τη ζωή σου, θα κάνεις και πράγματα που δεν είναι ότι ονειρεύτηκες κιόλας. Σαν τον πολιτικό του γάμο το 2010 ή σαν κάτι ιστορικά μεθύσια που κατέληξαν σε ξύλο, που ενίοτε ρίχνει και ενίοτε τρώει. Αν τον δεις πώς χαμογελάει περιγράφοντας τις ιστορίες αυτές, θα καταλάβεις ότι δε λογαριάζει τίποτα. Και ότι αν ένας έχει δικαίωμα να λέει ότι ‘το ζει’, δεν μπορεί να είναι άλλος απ’ αυτόν.

 

“Σίγουρα τώρα είναι η καλύτερη φάση των Nightstalker και είμαστε όλοι σχεδόν συγκεντρωμένοι σε αυτό που θέλουμε να κάνουμε. Μ’ άρεσε και η εποχή με τον Χάρη και Αντρέα, τότε που έπαιζα και ντραμς. Δεν χρειαζόταν να πούμε τίποτα. Κοιταζόμασταν και τα παίζαμε όλα όπως έπρεπε”.

“Κουράζομαι πιο εύκολα απ’ όσο παλιά, αλλά έχω περισσότερη όρεξη. Τα live είναι σαν ντρόγκα ρε. Σου λείπει όταν δεν κάνεις live, το ψάχνεις”.

“Το τουρ στο εξωτερικό έχει κούραση γιατί είσαι συνέχεια στο δρόμο, αλλά δεν το βλέπεις έτσι. Δεν βαρυγκομάς, είναι ένα πάρτι. Μπαίνεις το πρωί στο βαν, φτάνεις το απόγευμα στην πόλη, στήνεις, παίζεις, παρτάρεις. Βέβαια, ο χρόνος είναι πολύ περιορισμένος στο τουρ. Εγώ ήμουν ο πιο άτακτος πάντως, με μάζευαν από δω κι από κει”.

 

“Είναι πολύ συνεσταλμένα τα παιδιά στην μπάντα. Ο κιθαρίστας μου τώρα τελευταία άρχισε να πίνει αλκοόλ. Ο Αντρέας είναι κάπως πιο ζωηρός, γιατί έχει γυρίσει όλο τον κόσμο με τους Rotting Christ”.

“Είμαστε στη φάση της προπαραγωγής του επόμενου δίσκου. Ενδεχομένως τον Νοέμβριο να μπούμε στο στούντιο και ίσως βγει ο δίσκος το επόμενο καλοκαίρι από τη Small Stone Records (σ.σ. η αμερικάνικη δισκογραφική που έβγαλε και το ‘Dead Rock Commandos’ το 2012)”.

“Οι Αμερικάνοι δεν σου λένε παπαριές. ‘Αυτά είναι φίλε, θες, καλώς, δε θες, γεια’. Τους στέλνουμε εμείς το υλικό, αυτοί το βγάζουν και μοιραζόμαστε τα κέρδη. Κανείς δεν ασχολείται με το cd πια. Αντιθέτως, τα βινύλια πάνε καλά σε όλο τον κόσμο”.

“Η εταιρία είχε δώσει δύο κομμάτια μας στο Friday Night Lights* και μοιραστήκαμε τα κέρδη απ’ τα πνευματικά δικαιώματα. Είχαν χρησιμοποιήσει το ‘Enough is not Enough’ και το ‘The Light’. Το ένα για δέκα δευτερόλεπτα, το άλλο για σαράντα, αλλά κοβόταν ενδιάμεσα”.

*Μέγιστος φαν της σειράς, έκανα λίγη ώρα να συνειδητοποιήσω αυτό που άκουσα, και να τρέξω να ψάξω τα επεισόδια και τις σκηνές που ακούστηκαν οι Nightstalker ανάμεσα από τις κραυγές του coach Taylor χωρίς να τους πάρω χαμπάρι.

“Έχω σταματήσει να σκέφτομαι το μέλλον. Δεν έχω ιδέα τι θα κάνω σε πέντε χρόνια. Θα είμαι 51, μπορεί να μη ζω κιόλας. Όσες φορές κι αν έκανα μακροχρόνια σχέδια, δεν έγιναν ποτέ. Δεν πάει έτσι”.

 

Οι Nightstalker θα προσπαθήσουν να ρίξουν το Gagarin 205 το Σάββατο 24 Οκτωβρίου, στο εκατομμυριοστό τους sold-out εκεί.

Ευχαριστούμε το Barrett (Πρωτογένους 11, Μοναστηράκι) για τη φιλοξενία.