ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Την πρώτη μέρα του χρόνου, ο Μανώλης Λουδάρος ξεκίνησε ένα παρανοϊκό ταξίδι

Ένας άνδρας, ένα καγιάκ και ο γύρος της Πελοποννήσου σε 35 ημέρες μέσα στο καταχείμωνο.

Προσπάθησε να θυμηθείς πώς πέρασες την πρώτη ημέρα του 2017. Δεν θυμάσαι; Άσε με να μαντέψω. Φαντάζομαι ότι ξύπνησες με χανγκόβερ μεσημεριανές ώρες, ίσα-ίσα για να προλάβεις το οικογενειακό γεύμα και μετά σύρθηκες και πάλι στο κρεβάτι σου προσπαθώντας να ξεπεράσεις το ξενύχτι της παραμονής. Μην αισθάνεσαι άσχημα, όλοι το ίδιο κάναμε.

Ή μάλλον, σχεδόν όλοι. Ο Μανώλης Λουδάρος, ξύπνησε νωρίς το πρωί, φόρτωσε τον εξοπλισμό του, πήρε το καγιάκ του και για τις επόμενες 35 ημέρες πραγματοποίησε τον γύρο της Πελοποννήσου. Αυτό θα πει να ξεκινάς τη νέα χρονιά με κάτι εντυπωσιακό.

Έχοντας αντιμετωπίσει ολομόναχος μέσα στη θάλασσα του Γενάρη καταιγίδες, ανέμους και χιονοπτώσεις, δοκιμάζοντας διαρκώς τα όριά του, επέστρεψε στο σπίτι του γεμάτος εικόνες, μπόλικο κρύο και πολύτιμες εμπειρίες, τις οποίες δεν αρνήθηκε να μοιραστεί μαζί μας.

Είχε μαζί του και μπόλικο φωτογραφικό υλικό για να μου δείξει, όμως οι ιστορίες που μου διηγήθηκε αρκούσαν για να με κάνουν να αισθανθώ ότι βρισκόμουν κι εγώ στο καγιάκ μαζί του, θαυμάζοντας από κοντά την πλούσια και πανέμορφη ακτογραμμή της χώρας μας.

Η Ανάφη, η κωπηλασία κι η αναρρίχηση

Προφανώς, ένας άνθρωπος που αποφασίζει να περάσει 35 μέρες μέσα στο νερό, κάνοντας το γύρο της Πελοποννήσου με καγιάκ, αγαπάει τη θάλασσα και την περιπέτεια κι έχει την εμπειρία και τις υποδομές για να το επιχειρήσει. Ο Μανώλης, έμαθε να αγαπάει και να σέβεται τη θάλασσα περνώντας όλα του τα παιδικά καλοκαίρια στην Ανάφη, τόπο καταγωγής του πατέρα του. Στην εφηβεία, γνώρισε και την κωπηλασία κι όλα πήραν το δρόμο τους.

Ξεκίνησα μεγάλος την κωπηλασία, σε ηλικία 15 ετών. Πήγαινα ήδη δύο χρόνια γυμναστήριο, κάτι που μου άρεσε πολύ και με βοήθησε σημαντικά, άλλαξε το σώμα μου, όμως κάποια στιγμή άρχισε να γίνεται λίγο βαρετό, δεν είχα κίνητρο. Υπήρχε μεν αποτέλεσμα, όμως κάθε μέρα κάναμε το ίδιο πράγμα και σιγά-σιγά η παρέα έσπασε. Έψαξα λοιπόν να κάνω κάτι ομαδικό, όμως δεν ήμουν καλός σε οτιδήποτε έχει μπάλα”.

Ο τρόπος που γνώρισα την κωπηλασία είναι κάπως αστείος. Τότε δεν υπήρχε ίντερνετ και αγόραζα πολύ συχνά περιοδικά για φουσκωτά και ιστιοπλοΐα, επειδή μου άρεσε το σχήμα των σκαφών. Βρήκα λοιπόν ένα βιβλιαράκι μέσα σε νάιλον, το οποίο έγραφε ‘Πανελλήνιος Αθλητικός Οδηγός’ και στο τέλος είχε πολλές φωτογραφίες από κωπηλασία”.

Ήμουν αθλητής της κωπηλασίας απ’ το 1994 μέχρι το 2003. Σ’ αυτά τα σχεδόν 10 χρόνια, ήμουν απόλυτα αφιερωμένος σ’ αυτό, έκανα καθημερινά προπόνηση, μεγάλωσα μ’ αυτό, μέσα στον Πειραιά, στον όμιλο Ερετών, ένα σωματείο με ιδιαίτερη σημασία για μένα”.

Ένας φύσει αθλητικός τύπος σαν τον Μανώλη, ήταν θέμα χρόνου να δοκιμάσει τις δυνάμεις του και σε άλλες δραστηριότητες, με το βουνό να ακολουθεί τη θάλασσα και την αναρρίχηση να παίρνει τη θέση της κωπηλασίας. Είπαμε, το βασικό ήταν να μην έχει μπάλα η υπόθεση, τα υπόλοιπα θα τα έβρισκε.

Μετά την κωπηλασία πέρασα από πάρα πολλές δραστηριότητες, με κύριες την ορειβασία και την αναρρίχηση και εντελώς συμπτωματικά, η αναρρίχηση με πήγε και στο καγιάκ. Μου ζητήθηκε να κάνω αναρρίχηση με τουρίστες στην Σαντορίνη όμως δεν είχα πολλή δουλειά. Όσο ήμουν εκεί, με φώναξαν μια μέρα που είχε κύμα να δοκιμάσω να κάνω καγιάκ, πιο πολύ για να σπάσουν πλάκα μαζί μου, όμως τελικά βγήκα μια ώρα μετά απ’ αυτούς. Δεν είχα εμπειρία όμως είχα την υποδομή και δεν κουραζόμουν”.

Έχοντας ήδη ταξιδέψει μέχρι την Ινδία για ορειβασία και αναρρίχηση, άρχισε να αφιερώνει χρόνο ταξιδεύοντας και στη θάλασσα.   

Άρχισε να μου αρέσει το καγιάκ και στο τέλος της σεζόν ξεκινήσαμε με την παρέα της Σαντορίνης για ένα ταξίδι έξι ημερών στις μικρές Κυκλάδες, το οποίο τελικά το κάναμε σε δυόμιση και εκεί κόλλησα για τα καλά το μικρόβιο”.

Η βασικότερη διαφορά της κωπηλασίας με το καγιάκ, είναι ότι στην κωπηλασία κοιτάς προς τα πίσω, ενώ στο καγιάκ κοιτάς προς τα εκεί που πηγαίνεις. Υπάρχουν πολλές ακόμη διαφορές όμως αυτή θα ξεχώριζα. Είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα, με διαφορετικές, εξίσου δύσκολες τεχνικές”.

“Η θάλασσα δεν έχει μέσες λύσεις”

Απ’ τις 2,5 μέρες στις μικρές Κυκλάδες με παρέα, στις 35 στην Πελοπόννησο, ολομόναχος. Πώς γεννήθηκε αυτό το ταξίδι;

Το 2011, όταν ολοκληρώσαμε το ταξίδι στις μικρές Κυκλάδες, είπαμε μεταξύ σοβαρού κι αστείου ‘άντε και στην Πελοπόννησο΄. Ο ένας απ’ τους φίλους αυτούς είχε μεγάλη εμπειρία στα ταξίδια με καγιάκ και δεν κρύβω ότι απ’ αυτόν κόλλησα την συγκεκριμένη αγάπη”.

Εμπνεύστηκα από τη δράση του Κώστα Μανατάκη,ο οποίος κατά την ταπεινή μου γνώμη είναι πρωτοπόρος στην Ελλάδα και τον θαυμάζω γι’ αυτό. Το 2000, έκανε το γύρο της Πελοποννήσου, μ΄ένα καγιάκ το οποίο με τα σημερινά δεδομένα θα το θεωρούσαμε μέτριας ποιότητας, με γνώσεις που όπως ο ίδιος είχε παραδεχτεί ήταν υποτυπώδεις. Παρ’ όλα αυτά, είχε την τόλμη και το θάρρος να το κάνει και μάλιστα σε πολύ καλό χρόνο, σε 27 μέρες. Διαβάζοντας για τον Κώστα, έφτασα να τον θαυμάζω, χωρίς να τον έχω γνωρίσει ποτέ και σκεφτόμουν ότι αυτός ο άνθρωπος είδε το μεγαλύτερο μέρος της ακτογραμμής της Ελλάδας, γιατί είχε κάνει το γύρο και της Κρήτης και της Κύπρου.  Άρχισα λοιπόν κι εγώ να ονειρεύομαι”.

Πέρσι έκανα τον γύρο της Εύβοιας, πιο νωρίς βέβαια, με καλύτερο καιρό, αν και έζησα κάποιες ισχυρές καταιγίδες στο Κάβο Ντόρο. Χρειάστηκε να περάσω κιόλας 12 μέρες στην Κάρυστο επειδή είχε 9 μποφόρ. Ήταν η εμπειρία που χρειαζόμουν για να περάσω στο επόμενο ταξίδι”.

Γιατί μόνος όμως; Ήταν μια συνειδητή απόφαση ή απλά δεν βρέθηκε κανένας αρκετά τρελός για να ακολουθήσει;

Στην αρχή έπεσαν όλοι πάνω μου, με ρωτούσαν γιατί θέλω να πάω μόνος μου, γιατί το ένα, γιατί το άλλο. Η αλήθεια είναι ότι δεν βρίσκεται τόσο εύκολα η παρέα όσο όλοι νομίζουν. Δεν είναι μόνο οι 35 μέρες του ταξιδιού, είναι κι η προετοιμασία, η αποθεραπεία μετά το ταξίδι, τα χρήματα. Πρέπει να δέσεις και με κάποιον, δεν μπορείς να είσαι 35 μέρες συνέχεια μαζί με τον οποιοδήποτε. Το είχα συζητήσει με τους φίλους που κάνουν καγιάκ, προφανώς και δεν θα έλεγα όχι σε παρέα, αλλά ήταν δύσκολο να συγχρονιστούμε. Μπορεί να προέρχομαι από ένα άθλημα όπως η κωπηλασία, που απαιτεί ομαδικότητα και τέλειο συγχρονισμό, όμως ήταν διακαής μου πόθος να κάνω κάποια στιγμή ένα ταξίδι μόνος μου”.

Αν μπορούσα να δώσω πάντως μια απάντηση στο γιατί επέλεξα να πάω μόνος μου, θα έλεγα πως το έκανα επειδή αποτελεί την απόλυτη πρόκληση. Όλες οι αποφάσεις καθορίζονται από σένα και μαθαίνεις να δέχεσαι τις συνέπειες, οι οποίες γίνονται άμεση εμπειρία, κάτι που έξω από το νερό δεν συμβαίνει, αργούμε να μάθουμε από τα λάθη μας. Η θάλασσα δεν έχει μέσες λύσεις, είναι ξεκάθαρη μαζί σου και σε μαθαίνει κι εσένα να είσαι ξεκάθαρος”.

Ο γύρος της Πελοποννήσου (σε 35 μέρες)

Πριν το 2017 προλάβει καλά-καλά να μας συστηθεί, ο Μανώλης ξεκινούσε για το μεγαλύτερο ταξίδι της ζωής του, μέχρι το επόμενο. Ένα ταξίδι το οποίο έγινε με τους δικούς του όρους, όπως ακριβώς το είχε φανταστεί και το ονειρευόταν.

Το ταξίδι μου βασίστηκε σε 3 άξονες. Αυτοχρηματοδοτούμενο, σόλο, χωρίς υποστήριξη, δηλαδή να με περιμένει στη στεριά φαγητό, έτοιμο αντίσκηνο ή δωμάτιο

Κάθε χρόνο κάποιος κάνει το γύρο της Πελοποννήσου, φέτος τον έκανε κι ένας Γερμανός σε 17 μόλις ημέρες. Για μένα ο χρόνος δεν ήταν το βασικό ζητούμενο κι έτσι έφτιαξα ένα ταξίδι ιδιαίτερο, προσπαθώντας να έχω τη μέγιστη δυσκολία σε όλα. Την μικρότερη μέρα, το περισσότερο κρύο, δεν κοίταξα καμία περιοδικότητα σε ανέμους, δεν με ενδιέφερε. Το συνδύασα και με την Πρωτοχρονιά, σαν μια καινούρια αρχή. 1η Γενάρη, 11 η ώρα το πρωί έκανα ήδη κουπί και το πλάνο βγήκε, είχα πει άτυπα ότι θα το κάνω σε περίπου 35 μέρες”.

Την εβδομάδα πριν φύγω, έβλεπα από φωτογραφίες φίλων μου στο Facebook ότι είχε χιονίσει στη Δίρφη κι έτσι προετοιμάστηκα για σκληρές καταστάσεις. Μία εβδομάδα αφότου έφυγα, ξεκίνησαν όντως οι έντονες χιονοπτώσεις, με αποτέλεσμα όταν έφτασα στο Φωκιανό να έχει δέκα πόντους χιόνι στην παραλία”.

Όταν είδα αυτή την εικόνα με το χιονισμένο τοπίο, δεν ήξερα τι να πρωτοκάνω. Να το απολαύσω, να βγάλω φωτογραφίες; Για μια στιγμή σκέφτηκα να μείνω εκεί, είχα κάνει μόλις 12-15 χιλιόμετρα, ούτε τη μισή απ’ την προγραμματισμένη διαδρομή”.

Ας δούμε όμως βήμα-βήμα πώς πέρασε ο Μανώλης τις 35 ημέρες μέσα στο καγιάκ. 

Η καθημερινή ρουτίνα:Η διαδικασία είναι απλή. Συνήθως δεν χρησιμοποιώ ξυπνητήρι, όμως αποφάσισα ότι σε αυτό το ταξίδι θα το χρησιμοποιήσω, διότι η διάρκεια της ημέρας ήταν οριακή κι ήθελα να εκμεταλλεύομαι όλο το φως. Το ξυπνητήρι έμπαινε λοιπόν μεταξύ 5.30 και 6.30 το πρωί. Κάποιες φορές μπήκε και νωρίτερα και κάποιες, λιγότερες, δεν μπήκε καθόλου. Μετά το ξυπνητήρι χρειαζόμουν τουλάχιστον 1.5 ώρα για να ετοιμάσω όλο τον εξοπλισμό και να μπω μέσα. Επειδή ήταν χειμερινό ταξίδι, ο εξοπλισμός ήταν πάρα πολύς. Φοράς πολλά ρούχα στον ύπνο τα οποία πρέπει να βγάλεις για να ξαναφορέσεις μετά πολλά ρούχα, όσο πιο γρήγορα γίνεται για να μην πάθεις υποθερμία”.

Το φαγητό: Θα είχα κάτι έτοιμο για πρωινό ή θα μαγείρευα το πρωί, διότι δεν έφτανε το βραδινό. Είχα μαζί μου αρκετές προμήθειες από το σπίτι σε μεγάλες ποσότητες, όπως μπάρες δημητριακών, ρύζι, μακαρόνια, ελάχιστες κονσέρβες για ασφάλεια και παξιμάδια ή κράκερς διότι το ψωμί πιάνει χώρο. Όταν έβγαινα στην στεριά, έπαιρνα κι από ένα μίνι μάρκετ τις αντίστοιχες προμήθειες για τις επόμενες 2-3 ημέρες ενώ κάποιες φορές πήρα και φαγητό απ’ έξω.  Αν έφτανα κάπου και υπήρχε στον οικισμό μια ταβέρνα με μαγειρευτό φαγητό, θα έπαιρνα”.

Η διαμονή:Ως επί το πλείστον έμενα σε αντίσκηνο, υπήρχαν όμως και 5 μέρες που έμεινα εκτός νερού και κοιμήθηκα σε δωμάτιο, κάτι που όσο κι αν ήθελα να έχω τη μέγιστη δυσκολία, πρακτικά δεν γινόταν να το αποφύγω, διότι κάποια στιγμή πρέπει να κάνεις κι ένα μπάνιο και να φορτίσεις τα ηλεκτρονικά σου, συσκευές όπως τα gps και vhs που πρέπει να είναι φορτισμένα για λόγους ασφαλείας”.

Ο προγραμματισμός της πορείας: Στην πορεία της ημέρας, υπάρχει ένα πλάνο σχεδιασμένο συνήθως 1-2 μέρες πριν, διότι κινείσαι με πολύ χαμηλή ταχύτητα κι ο καιρός καθορίζει τα πάντα. Επίσης αν τελειώνουν οι προμήθειες και το σημείο ανεφοδιασμού είναι στα 30 χιλιόμετρα, ακόμη κι αν μπορώ να φτάσω στα 40 θα σταματήσω αναγκαστικά εκεί”.

Στο τελείωμα της ημέρας, βγαίνεις, προσπαθείς να αλλάξεις όσο πιο γρήγορα μπορείς για να μην κρυώσεις, μαγειρεύεις, στήνεις, ξεκουράζεσαι και πάλι απ’ την αρχή

“Το πιο δύσκολο κομμάτι ήταν η επιστροφή στο σπίτι”

Προφανώς, σε ένα ταξίδι 35 ημερών με καγιάκ Γενάρη μήνα, είναι αδύνατον να μην ξεχωρίσεις κάποιες στιγμές λίγο περισσότερο απ’ τις υπόλοιπες αλλά και να αποφύγεις τις κακουχίες και τις αναποδιές.

Η πιο έντονη στιγμή του ταξιδιού ήταν το πέρασμα απ’ το ακρωτήρι Ταίναρο, και λόγω των συνθηκών που επικρατούσαν αλλά και λόγω όσων συνέβησαν τις δύο προηγούμενες ημέρες, με καταιγίδες, κόντρα άνεμο και μεγάλη ταλαιπωρία ενώ το φαγητό που έφαγα στο Γύθειο με πείραξε, μου προκάλεσε εμετούς και μου έφερε αδυναμία και δεν κοιμήθηκα εκείνο το βράδυ, κάτι που μετά από 17 μέρες ταξιδιού μού άλλαξε τα πάντα στον σχεδιασμό. Πέρασα το Ταίναρο νύχτα, ένα από τα πιο εκτεθειμένα σημεία, με απόλυτο σκοτάδι, κάνοντας τα περισσότερα χιλιόμετρα που είχα κάνει μέχρι εκείνη την ημέρα. Τελικά δικαιώθηκα, βγήκαν και τα χιλιόμετρα κι η εμπειρία ήταν μοναδική, το μέρος είναι πολύ ιδιαίτερο, εκπέμπει μια ενέργεια τρομερή”.   

Αν εξαιρέσουμε τις δύο πρώτες ημέρες, μέχρι την είσοδο στον Πόρο, όλες οι άλλες ημέρες ήταν απαιτητικές. Δεν παραπονιόμουν όμως, με παίρνανε τηλέφωνο τις ημέρες που χιόνιζε να δούνε πώς είμαι και ήμουν χαρούμενος, πόσο μεγαλύτερη δυσκολία να ζητήσω; Εκείνο το βράδυ έμεινα μέσα στο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου στο Κυπαρίσσι, συνάντησα μάλιστα έναν ψαρά ο οποίος όταν με είδε να βγαίνω απ’ την θάλασσα που λόγω της διαφοράς θερμοκρασίας άχνιζε, με ρωτούσε απορημένος πώς βρέθηκα εκεί”.

Πολλές στιγμές φοβήθηκα, αν σου πει κάποιος ότι δεν φοβάται θα σου πει ψέμματα. Μαθαίνω να διαχειρίζομαι τον φόβο, δεν ασχολούμαι συνέχεια με αυτόν και πάω. Και βγαίνει αυτό και αποκτάς περισσότερη εμπιστοσύνη στον εαυτό σου. Πρέπει όμως να μαθαίνεις να σέβεσαι όλα τα καιρικά φαινόμενα, ο άνθρωπος δεν είναι φτιαγμένος για να τα βάζει με τη φύση. Περιμένεις την κατάλληλη στιγμή για τη διέλευση”. 

Η μεγάλη διαφορά της θάλασσας με τη στεριά είναι ότι δεν είμαστε φτιαγμένοι να ζούμε σε αυτό το περιβάλλον, στο νερό

Μετά την δέκατη ημέρα, που μπορεί μπροστά στις 35 να φαίνεται λίγο, όμως η κούραση είναι μεγάλη, πας περισσότερο με την εμπειρία. Μπορεί να σε καταβάλλει η κούραση, να πέσεις ψυχολογικά, να φοβηθείς, να τραυματιστείς. Εγώ έχω πολλούς τραυματισμούς από παλιά και προσπαθώ να μην τους πιέζω, πρέπει να είσαι και τυχερός και να κάνεις οικονομία δυνάμεων”.

 

Όσο είσαι μέσα στο καγιάκ περνάνε από το μυαλό σου τα πάντα. Ενώ στην αναρρίχηση δεν σου μένει ούτε δευτερόλεπτο για να σκεφτείς τα πιθανά προβλήματά σου, στο καγιάκ, όπως και στο τρέξιμο, έχεις τα περιθώρια να συλλογιστείς αυτά που σε απασχολούν. Δεν με ενοχλούν οι σκέψεις, βρίσκω το χρόνο να επεξεργαστώ κάποια πράγματα, βέβαια σκέφτεσαι ξανά και ξανά τα ίδια πολλές φορές, κάτι που μπορεί να γίνει βαρετό, όμως βοηθάει. Σκεπτόμενος ξανά και ξανά κάποια πράγματα μπορεί κάποια στιγμή να βρεις απαντήσεις. Υπάρχουν βέβαια και οι στιγμές που δεν σκέφτεσαι τίποτα και φυσικά σκέφτεσαι και τον στόχο σου”.

Αν μπορώ να πω ότι κάτι έβγαλα από το ταξίδι αυτό, είναι ότι επέστρεψα αποφασισμένος και με διάθεση να αφήσω στην άκρη ό,τι είναι περιττό”.

Όσο για την ευκολία προσαρμογής πίσω στον πολιτισμό;

Είχαν ρωτήσει έναν πολύ γνωστό καγιάκερ, τον οποίο επίσης θαυμάζω, ποιο ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι ενός τέτοιου ταξιδιού και είχε πει την επιστροφή στην πραγματικότητα, στο σπίτι. Παρότι λοιπόν είχα λείψει ξανά ένα μήνα από το σπίτι όταν ήμουν στην Ινδία, αυτή τη φορά δυσκολεύτηκα πολύ στην προσαρμογή. Ενώ φυσιολογικά δεν έχω προβλήματα κοινωνικοποίησης, τις πρώτες μέρες ήμουν λίγο σαν άγριο ζώο και επειδή το γνώριζα, έμεινα μόνος στο σπίτι μέχρι να προσαρμοστώ. Το μεγαλύτερο σοκ ήταν όταν την τέταρτη μέρη αφότου επέστρεψα μπήκα στο μετρό και ξαφνικά από την απόλυτη απομόνωση βρέθηκα με τόσο κόσμο”.

Το επόμενο ταξίδι

Αν νομίζεις ότι χρησιμοποίησα τη φράση “το μεγαλύτερο ταξίδι μέχρι το επόμενο” απλά και μόνο επειδή μου αρέσουν τα κλισέ, κάνεις μεγάλο λάθος. Το επόμενο ταξίδι βρίσκεται ήδη στο μυαλό και τα πλάνα του Μανώλη.

Μετά το γύρο του Πελοποννήσου, σκέφτομαι το επόμενο ταξίδι περισσότερο από ποτέ. Θεωρώ δεδομένο ότι κάτι θα υπάρξει, είτε στην Ελλάδα, είτε στο εξωτερικό. Όλα θα βασιστούν στο χρόνο που θα έχω στη διάθεσή μου και τις οικονομικές μου δυνατότητες. Για πρώτη φορά σκέφτομαι πως για να συνεχίσω θα πρέπει να αναζητήσω κάποιον χορηγό, ο οποίος να μπορεί να υποστηρίξει αυτόν τον τρόπο ζωής”.

Θα ήθελα να κάνω και κάτι δικό μου σχετικά με το καγιάκ, να οργανώνω ταξίδια σε συνδυασμό με μαθήματα ώστε να το γνωρίσει ο κόσμος, να καταλάβει τι είναι. Υπάρχει κόσμος που το γνωρίζει, το έχει δοκιμάσει, αλλά δεν υπάρχει κουλτούρα και θα ήθελα να συμβάλλω κι εγώ στη διαμόρφωσή της”.