ORIGINALS

Όσα κάνουμε όταν δεν μας βλέπουν

Οι δημοσιογράφοι του Oneman βγάζουν το κλειδί από την κλειδαρότρυπα και σε αφήνουν να δεις μία καθημερινή τους συνήθεια για την οποία, ΟΚ, δεν είναι και τόσο περήφανοι.

Όλοι κάνουμε περίεργα πράγματα όταν δεν μας βλέπουν. Όλοι έχουμε έναν πιο πριβέ εαυτό στο σπίτι μας, γιατί στο κάτω-κάτω σπίτι μας είναι, ό,τι θέλουμε κάνουμε εντός του. Με αφορμή μια σειρά από πραγματικά πρωτότυπα βίντεο με τα οποία στηρίζει την καινούργια της καμπάνια η Porcelana, καταθέσαμε τον οβολό μας στην αναζήτηση της πιο περίεργης στιγμής μας όταν δεν μας βλέπει κάποιος.

Πριν διαβάσεις τα ‘απλυτά’ μας, δες ένα από τα βίντεο που λέγαμε:

Το πεπόνι με το κουτάλι, ο Γιώργος Μυλωνάς

Κάθε πρωί κρατάω στο γραφείο ένα πεπόνι. Πάω στην κουζίνα, το κόβω στη μέση, βγάζω τα κουκούτσια και στη συνέχεια το κόβω σε άλλα τόσα κομμάτια. Παίρνω το κάθε ένα από τα τέσσερα κομμάτια, το καθαρίζω από τη φλούδα, το κόβω με τη σειρά του σε κομμάτια που μπορεί να διαχειριστεί ένα πιρούνι και τα τρώω στο γραφείο, όσο διαβάζω τα μέιλ μου. Αν κρίνω από τα σχόλια των συναδέλφων μου, το να τρως ένα πεπόνι για πρωινό δεν είναι ό,τι πιο συνηθισμένο. Πού να ‘ξεραν ότι για χάρη τους, χάνω το 50% της απόλαυσης!

Όταν είμαι στο σπίτι, η διαδικασία είναι πολύ πιο απλή και απολαυστική. Ανοίγω το ψυγείο, παίρνω το πεπόνι, το κόβω στη μέση, βγάζω τα κουκούτσια και με ένα κουτάλι της σούπας το ‘ξεκουφίζω’ που λένε στο χωριό μου. Κοινώς, το ‘σκάβω’ με το κουτάλι, χωρίς να αφήνω ούτε ένα σημείο ανεκμετάλλευτο. Όταν πια έχω φάει όλη τη σάρκα του, έρχεται η καλύτερη στιγμή της ιεροτελεστίας του πρωινού πεπονιού. Το σκάψιμο, έχει ως αποτέλεσμα το κούφιο πλέον πεπόνι να έχει αποκτήσει μια λίμνη με τους χυμούς του. Γέρνω το κούφιο πεπόνι στο στόμα μου και γεύομαι κάθε σταγόνα. Αν καταφέρω κάποιες σταγόνες, να τρέξουν και στο πηγούνι μου, τότε η ιεροτελεστία κρίνεται απολύτως επιτυχημένη.

Τραγουδάει Destiny’s Child και Νατάσα Μποφίλιου ο Χρήστος Χατζηιωάννου

Αν είχα σκάλα στο σπίτι μου θα αναπαριστούσα συνεχώς τη σκηνή από το Love Actually που ο Hugh Grant χορεύει το ‘Jump’. Αλλά δεν έχω σκάλα οπότε είμαι στατικός σε ό,τι τραγουδώ. Από Μποφίλιου και Μάλαμα σε Rihanna και Placido Domingo. Δεν θα πω ποτέ ότι ξέρω από μουσική. Ξέρω άπειρα για τα θεωρητικά της μουσικής, μπορώ να σου διδάξω αρμονία και σύνθεση αλλά αν με ρωτήσεις τι ακούω, η πιο σοβαρή απάντηση που θα πάρεις θα περιλαμβάνει και τον Αλκίνοο Ιωαννίδη και την Avril Lavigne. Απλά επειδή είμαι τρομερά παράφωνος, κρατάω το τραγούδι για τον εαυτό μου και τα 70 τετραγωνικά του σπιτιού μου. Δυνατά, καμιά φορά και χορευτικά αλλά πάντα ιδιωτικά.

Τρώει τις μπλούζες του ο Κωνσταντίνος Αμπατζής

Εντάξει δεν τις βάζω κιόλας στο φούρνο και τις μαγειρεύω, αλλά μια τάση να τις δαγκώνω την έχω. Συγκεκριμένα, ειδικά όταν βλέπω αγώνες κι έχω άγχος, βάζω το πάνω μέρος της μπλούζας (λαιμόκοψη το λένε; δεν ξέρω, είμαι άσχετος απ’ αυτά) στο στόμα και τη δαγκώνω παρατεταμένα κι ελαφρά, με αποτέλεσμα να τις γεμίζω τρύπες και να τις ξεχειλώνω. Καμιά φορά ξεχνιέμαι και το κάνω μπροστά και σε κόσμο (ειδικά μπροστά στην κοπέλα μου, η οποία με βρίζει που χαλάω τις μπλούζες μου) αλλά συνήθως το κρατάω για όταν δεν με βλέπει κανείς. Έχει άλλη χάρη άλλωστε το μυστικό.

Αγοράζει ζωές στο Candy Crush βλέποντας Jane the Virgin η Μαριλού Ρεπαπή

Ναι, δεν φαντάζεσαι τι κάνω μόνη μου μες στο σαλόνι μου. Δεν είναι αυτό που υποθέτω/ελπίζεις ότι εννοούσε η Βανδή. Είναι όμως αυτό που κάνω συχνότερα. Δεν ήθελα να το ξέρει άλλος. Όχι γιατί είναι ντροπή. Αλλά με βρίσκω άκυρη που το κάνω. Άρα εντάξει, είναι λίγο ντροπή. Χωρίζω την οθόνη του λάπτοπ στα δύο και στη μισή βλέπω – ή καλύτερα ακούω- ελεεινές σειρές, όπως το Jane the Virgin ή ακόμα χειρότερα, το remake του Full House στο Netflix και στην άλλη μισή παίζω Candy Crush και όταν μου τελειώσουν οι ζωές, παίζω από το κινητό μέχρι να ξαναγεμίσουν του Facebook κ.ο.κ. Αν είναι Σάββατο και βαριέμαι να κουνηθώ, μπορεί να κάνω κάτι τέτοιο δώδεκα ώρες συνεχόμενες, αρκεί να έχω ζωές στο Candy Crush. Επίσης, αφού είμαστε στο θέμα, δεν έχω παραδεχτεί πουθενά ότι αγοράζω ζωές στο Candy Crush σε στιγμές απελπισίας που θέλω να συνεχίσω τη σειρά αλλά να μην τη βλέπω ακριβώς.

 

Φωνάζει συνθήματα της ΑΕΚ ο Ηλίας Αναστασιάδης

Χωρίς λόγο. Χωρίς πάθος. Χωρίς συναίσθημα. Αλλά με στόμφο. Κάθε φορά που σηκώνομαι από τον καναπέ. Θέλω αυτό το αίσθημα της ανάτασης, το αναζητώ. Λιώνω δηλαδή στο E! Entertainment, αναρωτιούνται οι γονείς μου από μακριά γιατί με σπούδασαν, βλέπω τον EJ, βλέπω τα πλουσιόπαιδα του Μπέβερλι Χιλς, βλέπω λίγο Καρντάσιανς και χωρίς λόγο, μηχανικά, σηκώνομαι να βάλω νερό κι αρχίζω το “Ναρκωτικά, γυναίκες και λεφτά, τι να σου πουν εσένα όλα αυτά”. Καμιά φορά με ακούει ο συγκάτοικος Γιώργος και συντονίζεται και το Παγκράτι γεμίζει ιαχές κατά του Ολυμπιακού. (Είναι Παναθηναϊκός ο Γιώργος). Μετά την ελεγχόμενη έκρηξη, γυρίζουμε στις δουλειές μας σαν μην έγινε ποτέ αυτή η προσομοίωση Σκεπαστής. Δεν είναι το κάνω/κάνουμε από οπαδικό ξεχείλισμα. Καμία σχέση. Δεν το κάνουμε για κανέναν συγκεκριμένο λόγο, κι αυτό το κάνει ακόμα πιο τρομακτικό.

Τα κάνει όλα δύο φορές ο Αντώνης Τζαβάρας

Πλένω τα χέρια μου δύο φορές. Για την ακρίβεια, τα πλένω πολλές φορές μες στη μέρα, αλλά από δύο φορές την κάθε φορά. Και τις τηγανητές πατάτες τις τρώω δύο – δύο. Και τις σκάλες έτσι τις ανεβαίνω. Δύο σκαλιά σε κάθε βήμα. Αν μείνει μία ελιά στη χωριάτικη, θα την αφήσω ήσυχη. Αν ξεμείνει ένα τελευταίο κομμάτι πίτσα στο κουτί, θα το κόψω στη μέση και θα ανακουφιστώ στη σκέψη ότι τρώω δύο μισά κομμάτια πίτσα. Δεν είναι πράγματα που τα κάνω κρυφά, αλλά προτιμώ να μη με προσέχουν οι άλλοι όταν τα κάνω, γιατί βαριέμαι να δίνω εξηγήσεις. Στο κάτω – κάτω, δεν υπάρχουν εξηγήσεις. Δεν είναι OCD, είναι ο σωστός τρόπος. Δεν είναι OCD, είναι ο σωστός τρόπος.

Μιλάει με τον εαυτό του ο Χρήστος Δεμέτης

Παλαιότερα μου έλεγαν πως μιλούσα και στον ύπνο μου. Τελευταία το έχω περιορίσει γιατί κοιμάμαι λιγότερες ώρες μάλλον. Αλλά στον ξύπνιο μου τα λέω με εμένα. Ξέρεις, ανοίγω κουβεντούλα. Πιο μικρός έκανα περιγραφές αγώνα την ώρα που έβλεπα μπάλα. Έπαιζα Pro και Fifa και περιέγραφα το παιχνίδι δυνατά. Αυτό το κάνω ακόμα. Επίσης, μετά το τέλος του αγώνα κάνω στον εαυτό μου δηλώσεις. “Η ομάδα τα πήγε καλά, είναι σε ανοδική τροχιά, με ομαδική δουλειά και πνεύμα συλλογικότητας θα πάρουμε το Κύπελλο στο τέλος της σεζόν”.

Η νέα μου ομάδα στο Pro είναι η Μονπελιέ να σε ενημερώσω. Επίσης κάνω διάλογο με εμένα στον δρόμο. Σκέφτομαι δυνατά ας πούμε. Ναι, με έχουν ακούσει να το κάνω, με έχουν κοιτάξει περίεργα αλλά μετά από ένα γέλιο αποδοχής εκ μέρους μου, όλα πάνε καλά. Επίσης, χαίρομαι όταν και άλλοι μου εξομολογούνται ότι μιλούν με το alter ego τους στον καθρέφτη ή σε οτιδήποτε μπορεί να κάνει ανάκλαση της φάτσας τους. Να μη σου πω δηλαδή τι έχω τραβήξει όταν αναγκάζομαι να ετοιμάσω παρουσίαση, ή όταν θέλω να ανακοινώσω κάτι σε κάποιον, σημαντικό ή λιγότερο σημαντικό. Παίζει πολλή προπόνηση εγώ με εμένα. Μιλάμε για ατελείωτες συζητήσεις.

Σε άλλα νέα, όταν δε με βλέπουν μου αρέσει να κυκλοφορώ στο σπίτι μόνο με το μποξεράκι. Η κοπέλα μου έχει συνηθίσει αυτό το αποτρόπαιο θέαμα αλλά επιμένει να θέλει να ανανεώνω συνέχεια τη γκάμα μποξερακίων μου. Από Σεπτέμβρη πάλι.

 

Διαβάζει δυνατά τα βιβλία της η Ιωσηφίνα Γριβέα

Ως ξεδιάντροπο άτομο που ό,τι κάνω μόνη μου θα το κάνω και μπροστά σου, η δική μου συνήθεια είναι πιο βαρετή από πεπόνια και συνθήματα. Έχω την αίσθηση ωστόσο, ότι είναι και από τις πιο γνώριμες. Τι, μόνο εγώ διαβάζω δυνατά δηλαδή; Όχι απλά για να τ’ ακούω – διαβάζονται πιο εύκολα έτσι τα βιβλία θαρρώ – αλλά για να πάρω και το κατάλληλο ύφος ανάλογα με τον χαρακτήρα και την αφήγηση. Αν δε βγει κατευθείαν καλό κιόλας, χωρίς το απαραίτητο/ή μη πάθος, το παίρνω από την αρχή. Μισές δουλειές δεν κάνουμε.

Πίνει από τα μπουκάλια με το στόμα ο Γρηγόρης Μπάτης

Στη ζεστασιά του σπιτιού σου, στη μοναξιά του καναπέ σου, στο ακατάστατο κρεβάτι σου και στο ψυγείο σου που έχει όσα (πραγματικά) θέλεις, κάνεις ό,τι (πραγματικά) θέλεις. Είναι απ’ αυτές τις στιγμές απόλυτης ελευθερίας, που λείπουν τα μάτια-ραντάρ από τον χώρο και ξέρεις πως δεν θα έχεις να απαντήσεις σ’ επικριτικά σχόλια. Τότε λοιπόν, είναι που βγάζεις τη μάσκα του καθωσπρεπισμού και τα όρια στο καφριλίκι τα ορίζεις εσύ. Μια απ’ αυτές τις στιγμές, θυμάμαι τον εαυτό μου από μικρή ηλικία, να ανοίγει με ευτυχία το ψυγείο όπως ο Σκρουτζ άνοιγε ένα μπαούλο με χρυσάφι (όπως ο Τριαντάφυλλος ανοίγει ένα τάβλι) και είτε μπουκάλι με δροσερό νερό ήταν, είτε κο(κ)ακόλα γλυκιά ήταν, γύρναγα, χωρίς ίχνος ενοχών, αριστερόστροφα το πώμα και τα χείλη μου ενώνονταν όχι με κάποιο ποτήρι, αλλά με το εκάστοτε μπουκάλι. Εκείνη τη στιγμή που ένιωθα σαν 20 χρόνια παντρεμένος, ο οποίος φιλά τα χείλια 25χρονης καλλονής, δεν θα την αλλάξω, δεν θα την ξεχάσω και θα την αναβιώνω κάπου κάπου. Όπου ‘κάπου-κάπου’, βάλε συχνά.

Βγάζει βόλτα το βαρέλι με τη φέτα ο Πάνος Κοκκίνης

Η γυναίκα μου σιχαίνεται τη φέτα. Το ίδιο και η κόρη μου. Και τη μυρίζουν πάνω μου από δέκα μέτρα μακριά. Οπότε μου είναι κάτι σαν απαγορευμένη απόλαυση. Εκείνη που υπάρχει στο βάθος του ψυγείου, διπλοτυλιγμένη για να μην ‘μολύνει’ τις άλλες τροφές. Εκείνη την οποία, όταν μένω μόνος, βγάζω έξω και την κρατάω σφιχτά στην αγκαλιά. Εντάξει, όχι στην αγκαλιά, αλλά από τη λαχτάρα μου να την απολαύσω τη βάζω παντού. Στη σαλάτα, τα σάντουιτς, εντός του κούφιου πεπονιού και ως συνοδευτικό για οτιδήποτε από τσιπς και μακαρόνια με κιμά έως αλμυρά donuts. Το μόνο μου παράπονο, ότι δεν έχει βγει ακόμη σε μορφή παγωτού.

Παίζει μπάσκετ άνευ μπάλας ο Στέφανος Τριαντάφυλλος

Η αλήθεια είναι τα σουτάκια μου τα παίρνω και σε κοινή θέα. Εκεί που κάθομαι στην καρέκλα θα κάνω το απόλυτο follow-through και φυσικά θα ευστοχήσω. Εννοείται χωρίς μπάλα. Ούτε καλάθι υπάρχει. Όταν είμαι μόνος μου, όμως, συνήθως κάθε κίνηση είναι βγαλμένη από τον τελικό του φάιναλ-φορ. Ντρίμπλες με αόρατη μπάλα, κάτω από τα πόδια, πίσω από την πλάτη και combo συνδυασμός (το κάνω καμιά φορά όταν περπατάω στο δρόμο και αποφεύγω εμπόδια), περίτεχνα λέι-απ, eurostep αλά Τζινόμπιλι, προσπάθεια για κερδισμένο φάουλ από έναν φανταστικό αντίπαλο και χτύπημα του ταμπλό, της κάσας δηλαδή κάθε φορά που περνάω από την πόρτα. Ωραία πράγματα. Δηλαδή ο Δον Κιχώτης πιο μάγκας ήταν(ε);

Ντύνεται με ανοιχτά παντζούρια η Έρρικα Ρούσσου

Με τη (λάθος όπως λέει η μαμά μου) πεποίθηση ότι όταν είμαι στο σπίτι μου ή το δωμάτιο ενός ξενοδοχείου ή σε κάποιον κλειστό χώρο τέλος πάντων, κανείς δεν ασχολείται μαζί μου και με το τι κάνω, γδύνομαι και ντύνομαι δίχως να έχω στο μυαλό μου ότι κάποιος εκεί έξω μπορεί να μου κάνει παρέα (κακή). Δεν ξέρω αν αυτό το πράγμα λέγεται άγνοια κινδύνου ή επιδειξιομανία, ελπίζω τίποτα από τα δύο, αλλά εμένα μου δίνει μία αίσθηση ελευθερίας που αρνούμαι να την χαραμίσω. Γιατί είναι απλά, υπέροχη.

*Εννοείται πίνω νερό από τα μπουκάλια, εννοείται κάνω τα πιο άκυρα mashups σε τραγούδια και το χαίρομαι μόνη μου στο αυτοκίνητο και το μπάνιο, εννοείται δεν βγάζω βόλτα το βαρέλι με τη φέτα. Δεν τρώω φέτα. Ναι, είμαι από αυτές.

Τίποτα ο Θέμης Καίσαρης

Συνθήματα, τσεκ. Όχι αποκλειστικά της ΑΕΚ, συνθήματα γενικώς. Τραγούδι ασταμάτητο, τσεκ. Μπουκάλι νερό, τσεκ, είναι ο μοναδικός τρόπος να πιεις νερό. Κυκλοφορώ και ντύνομαι/γδύνομαι με αδιαφορία, τσεκ. Αλλά, σόρι, δεν μιλάω με τον εαυτό μου, ούτε ερωτοτροπώ με φέτες και πεπόνια, ούτε τρώω τις μπλούζες, δηλαδή τι άνθρωποι είστε εσείς; Τι έχω να προσθέσω στη λίστα των πραγμάτων που κάνω όταν δεν με βλέπει κανείς; Τίποτα.

Όχι τίποτα δεν έχω να προσθέσω, το τίποτα είναι αυτό που κάνω όταν δεν με βλέπει κανείς.

Πες πχ. πως αράζω στον καναπέ με έναν καφέ και βάζω έναν δίσκο να παίζει. Ο καφές τελειώνει, ο δίσκος το ίδιο. Ποιος κουνιέται; Κανείς. Και ξαφνικά ξεκινάει το απόλυτο, το ατόφιο τίποτα. Το τίποτα που λέει δεν σηκώνομαι να γυρίσω πλευρά στο δίσκο, δεν φτιάχνω άλλο καφέ, απλώς μένω εκεί, στην ίδια θέση, χωρίς την παραμικρή προφανή δραστηριότητα εκτός της αναπνοής. Το τίποτα που αγγίζει το “νύχτωσε οπότε πρέπει να ανάψω τα φώτα, αλλά δεν σηκώνομαι ούτε γι’ αυτό”. Γιατί δεν θέλω να διακόψω το τίποτα, γιατί το τίποτα είναι πολύ, πολύ δύσκολο να το καταφέρεις.

Το τίποτα που έχει λίγο περίεργο τέλος, γιατί ανοίγει η πόρτα και ακούς “τι κάνεις παιδί μου στα σκοτάδια, βλαμμένος είσαι;”

Δεν είμαι βλαμμένος, απλώς κάνω το τίποτα. Δοκιμάστε το κι εσείς.