ORIGINALS

Το χειρότερο ελληνικό νησί που πήγα ποτέ

Οι δημοσιογράφοι του Oneman κλείνουν σιγά σιγά τις διακοπές τους και αποκλείουν πιθανούς προορισμούς. Όλοι το κάνουν, έτσι δεν είναι;

Τα αγαπάμε τα ελληνικά νησιά. Τα λατρεύουμε. Τι θα ήμασταν χωρίς αυτά; Τι θα ήταν οι καλοκαιρινές μας διακοπές χωρίς αυτά; Σκληρές ερωτήσεις που δεν είμαστε έτοιμοι να απαντήσουμε. Συζητώντας (sic) στο γραφείο για τα αγαπημένα μας νησιά, στον αφρό της κουβέντας ανέβηκαν σχεδόν ακαριαία τα όχι αγαπημένα μας νησιά. Οι τελευταίες μας επιλογές για αυτό το καλοκαίρι. Προφανώς, αυτό που μοιάζει με τελευταία επιλογή για τον έναν, αποτελεί τον επίγειο παράδεισο για τον άλλον. Υπερβολικά λογικό κι αυτό.

Αλλά ας το παραδεχτούμε. Οι ομαδικές κουβέντες που έχουν ως αντικείμενο διάφορα αγαπημένα ρέπουν αναπόφευκτα σε γλυκανάλατες αναλύσεις και χασμουρητά. Ενώ όταν μιλάμε για διάφορα μη αγαπημένα, όλο το σύμπαν συνωμοτεί για να μη σταματήσουμε ποτέ.

Με το θάρρος της γνώμης μας λοιπόν, και σχετικά έτοιμοι για πύρινα σχόλια, καταθέτουμε τη λίστα με τα νησιά που μας άφησαν τραύματα. Ή που απλά δεν μας αρέσουν. Καλό ταξίδι!

Η Σαλαμίνα, για τον Πάνο Κοκκίνη

Δεν έχει να κάνει με το ότι εκεί πέρασα τη θητεία μου, αφού πέρασα πραγματικά μια θητεία ζάχαρη. Για την ακρίβεια μια θητεία ‘παντρεμένο’, όπως ήταν το βρώμικο που έτρωγα σε καθημερινή βάση από το σουβλατζίδικο έξω από το ναύσταθμο. Για όλα φταίει η μάνα μου που, βλέποντας την θέα από την Γιάλα, αποφάσισε -πίσω στα 70ς- να ρίξει εκεί το εφάπαξ του πατέρα μου για να φτιάξει εξοχικό, αντί να αγοράσει δυο στρέμματα στην Εκάλη. Το αποτέλεσμα; Nα περάσω όλη την παιδική και εφηβική μου ηλικία εγκλωβισμένος εκεί. Σε μια μέτρια θάλασσα. Τρώγοντας μέτριο φαγητό. Πηγαίνοντας σε μέτρια κλαμπ. Χάνοντας, με άλλα λόγια, την ευκαιρία να γνωρίσω όλα τα υπόλοιπα νησιά εκεί έξω. Τουλάχιστον, όλο αυτό, με έκανε να εκτιμήσω πόσο προνομιούχος είμαι που το νέο μου εξοχικό, αυτό που έχτισε ο πατέρας της γυναίκας μου, είναι στην Ναύπακτο. Εκεί που τίποτα από τα παραπάνω δεν είναι μέτρια. Αν δεν με πιστεύεις, ρώτα και τη Νάντια Μπουλέ να σου πει.

Η Σκιάθος, για τον Χρήστο Δεμέτη

Σκιάθος. Η Μύκονος του Βορρά. Η χαρά του μαθητή που μόλις τελείωσε το σχολείο και επιδίδεται στα προ-φοιτητικά πάρτι. Η χαρά και του φοιτητή που επιδίδεται σε ατελείωτα πάρτι με τις νέες παρέες του. Η χαρά του μπιτσόμπαρου και του κλαμπ. Η χαρά του τουρισμού του fast food. Η χαρά του yolo και των μπανανίστας. Αν ήμουν 18, 19, 20, 25, η Σκιάθος μπορεί να ήταν και ο αγαπημένος μου προορισμός. Μην παρεξηγηθούμε, ο τόπος είναι πανέμορφος, οι παραλίες μαγικές, τα νερά καθαρά, τα πεύκα σχεδόν μες στη θάλασσα, η χώρα γραφική κι αυτή, αλλά το νησί δεν συστήνεται για διακοπές χαλάρωσης ή για διακοπές με το ταίρι σου. Προσωπικά, βρέθηκα στη Σκιάθο όντας ζευγαρωμένος, με το ταίρι μου κοινώς, έμεινα σε κατάλυμα κοντά στο σποτ με τα κλαμπ και ομολογώ πως σε ελάχιστα σημεία έφαγα καλό φαγητό. Επίσης, αρνούμαι πεισματικά να κολυμπάω και να ακούω τα “μπίτια” απ’ τα μπιτσόμπαρα μέχρι να φτάσω τόσο βαθιά που δεν θα βλέπω πια την ακτή, πράγμα που δεν συμβαίνει στην κοντινή Σκόπελο και την Αλόννησο.

Ακολουθούν υστερόγραφα:

ΥΓ ένα. Οι ντόπιοι ας μην παρεξηγηθούν. Τη Σκιάθο τη “δοκίμασα” τέλη Ιουλίου-αρχές Αυγούστου. Θα τη δοκιμάσω και άλλη εποχή και θα επανέλθω με νέα ευκαιρία.

ΥΓ δύο. Τα παραπάνω δεν καθιστούν το νησί “χειρότερο” αλλά μπαίνει στην κατηγορία “όχι για μένα, όχι σε αυτή τη φάση”. Παρόλα αυτά, βρήκαμε και τότε τον τρόπο να περάσουμε καλά.

Η Λευκάδα, για τον Αντώνη Τζαβάρα

Η Λευκάδα έχει τρεις όμορφες (ok, συγκλονιστικές) παραλίες και τίποτε άλλο. Αν πατήσεις κάποιο μαγικό κουμπάκι και βρεθείς ένα μεσημέρι Τετάρτης στις αρχές Ιουνίου στο Πόρτο Κατσίκι, τους Εγκρεμνούς ή το Κάθισμα, θα κάνεις το καλύτερο μπάνιο της ζωής σου και θα σου συμβούν ωραία πράγματα. Θα ερωτευτείς ξανά τη ζωή, την ελληνική φύση και όποιον άνθρωπο περάσει μπροστά σου ή σταθεί δίπλα σου. Επειδή, όμως, το πιθανότερο είναι ότι θα βρεθείς εκεί ένα καυτό, αδυσώπητο μεσημέρι του Αυγούστου, αυτά που θα σου συμβούν – με χρονική σειρά – είναι τα εξής: Δεν θα βρεις να παρκάρεις. Θα αφήσεις το αυτοκίνητο μακριά, σε έναν χωματόδρομο. Θα είναι φοβερά ανηφορικός, θα πρέπει να βάλεις πέτρα στα πίσω λάστιχα. Όλες οι πέτρες θα είναι καβατζωμένες από άλλους οδηγούς πριν από σένα. Θα περπατήσεις πολύ μέχρι να φτάσεις στην παραλία. Αν είσαι στους Εγκρεμνούς θα περπατήσεις ακόμα περισσότερο (έχει και κατάβαση). Όπου κι αν πας θα είναι τίγκα στον κόσμο. Θα στριμωχτείς, θα κάτσεις τόσο πίσω που σχεδόν δεν θα βλέπεις τη θάλασσα από το πλήθος των λουόμενων που θα βρίσκεται μπροστά σου, θα θες να φύγεις τρέχοντας.

Δεν θα τα καταφέρεις. Θα ζοριστείς να ξεπαρκάρεις, θα έχει κίνηση και όπου κι αν πας στο νησί θα πρέπει να αντιμετωπίσεις τα ίδια πλήθη. Μεταξύ μας, δεν έχεις και που αλλού να πας – για μπάνιο, τουλάχιστον. Μοιραία, από τη δεύτερη κιόλας μέρα θα γυρίσεις το νησί, θα δυσκολευτείς να παρκάρεις σε όλα τα τουριστικά μέρη, θα στριμωχτείς, θα ποδοπατηθείς, θα διαπιστώσεις με θλίψη ότι στη Λευκάδα υπάρχουν ακόμα κράχτες έξω από τα μαγαζιά, θα περιμένεις όρθιος να αδειάσει κάποιο τραπεζάκι για να φας μέτριο σουβλάκι στον Άγιο Νικήτα. Μετά απ’ όλα αυτά, θα συνειδητοποιήσεις ότι το πλεονέκτημα των νησιών που είναι προσβάσιμα με αυτοκίνητο δεν είναι ότι φτάνεις εύκολα σ’ αυτά, αλλά ότι φεύγεις εύκολα από εκεί.

Η Σέριφος, για τον Γιώργο Μυλωνά

Πριν μερικά καλοκαίρια είχα πάει με μια 5μελή παρέα στην Σέριφο για να μείνουμε μία εβδομάδα σε κάμπινγκ. Στις τρεις μέρες φύγαμε και πήγαμε στην Σίφνο για να συνεχίσουμε εκεί τις διακοπές μας. Και ήταν υπέροχες. Οι διακοπές μας στη Σίφνο. Δεν ξέρω τι πήγε λάθος με την Σέριφο. Δεν ταίριαζε το ζώδιό της με τα δικά μας; Την πετύχαμε στη χειρότερή της φάση; Όπως και να έχει, οι τρεις μέρες που περάσαμε στο συγκεριμένο νησί φιγουράρουν στις πρώτες θέσεις της λίστας με τις χειρότερές μου διακοπές και με μία πρόχειρη σκέψη δεν έχω τέτοια προσωπική λίστα.

Λοιπόν, από τα λίγα που θυμάμαι από το νησί είναι μία παραλία μπροστά στο κάμπινγκ τίγκα στους αχινούς και μερικές (και καλά) φανταστικές παραλίες στην άλλη άκρη του νησιού, που αν και τις επισκεφθήκαμε μέσα από κάτι δρόμους του τύπου ράλι Ντακάρ, δεν βρήκαμε τίποτα φανταστικό που να σχετίζεται μαζί τους. Όσον αφορά τα μαγαζιά, μετά από ένα βράδυ που δύο από την παρέα το πέρασαν στις τουαλέτες του κάμπινγκ εξαιτίας μερικών ‘φρέσκων’ ψαριών που φάγαμε σε εστιατόριο του λιμανιού, καταλήξαμε να τρώμε πρωινό, μεσημεριανό και να πίνουμε ποτά για δύο μέρες σε ένα άλλο μαγαζί που δυστυχώς δεν θυμάμαι το όνομά του για να πω ένα καλό λόγο για αυτό, αφού είναι το μόνο θετικό πράγμα που θυμάμαι από τη Σέριφο.

Ελπίζω, ό,τι συνέβη μεταξύ μας (ημών και της Σερίφου) να ήταν απλά παρεξήγηση.

Η Αίγινα, για τον Γιάννη Μπαϊρακτάρη

Να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Η Αίγινα είναι μια χαρά νησί, αρκεί να μείνεις μία, δύο, άντε τρεις το πολύ ημέρες. Όταν μένεις μια εβδομάδα, αρχίζει και γίνεται κάπως άσχημη η εμπειρία. Αποτελεί έναν από τους πλέον δημοφιλείς προορισμούς για τους Αθηναίους, αφού σε μόλις μία ώρα και κάτι βρίσκεσαι από τον Πειραιά στο λιμάνι της Αίγινας. Το εισιτήριο σχετικά φθηνό, τα ξενοδοχεία μια χαρά, έχει κόσμο. Όλα καλά μέχρι εδώ. Είχα επισκεφτεί το νησί προ πενταετίας, με κοπέλα και επιλέξαμε να μείνουμε έξι βράδια στην πιο ‘in περιοχή’ όπως μας είχαν πει. αυτή της Αγίας Μαρίνας. ‘Εκεί είναι όλα τα μαγαζιά, νεολαία, χαμός’ έλεγαν. ‘Θα τρελαθείτε’  έλεγαν. Άλλο περίμενα κι άλλο τελικά αντικρίσαμε.

ΟΚ, είχε μια σχετικά καλή παραλία (συνηθισμένη βέβαια) κι από εκεί και πέρα για να εξαντλήσεις όλα τα μαγαζιά της περιοχής χρειαζόσουν βαριά τρεις ημέρες. Ευτυχώς που το καταλάβαμε σχετικά γρήγορα, νοικιάσαμε γουρούνα και είδαμε περιοχές που δεν υπάρχουν καν στο χάρτη του νησιού. Η πόλη της Αίγινας επίσης δεν έλεγε και κάτι τρελό. Μικρή, με μερικά ακριβά μαγαζάκια, δεν με συγκίνησε. Ίσως το επέλεγα ξανά για ένα Σ/Κ. Σε καμία περίπτωση όμως για διακοπές διαρκείας.

Οι Σπέτσες, για τον Θέμη Καίσαρη

Προσπερνάμε τον πληθυντικό γένους θυληκού. Οι Σπέτσες είναι χάλια. Αν άνηκαν σε κάποια άλλη χώρα, ίσως και να λατρεύονταν. Αλλά, οκ, μιλάμε για ελληνικά νησιά, για world class τουριστικούς προορισμούς. Σ’αυτή τη λίστα, οι Σπέτσες είναι στη 2η σελίδα του Google. Σόρι, δεν είναι καν εκεί, είναι στο τέλος της 3ης σελίδας, εκεί που φτάνουν μόνο οι στόκερ. Είναι το μοναδικό νησί με παραλίες χειρότερες απ’αυτές της Αττικής κι αυτό είναι κάποιου είδους κατόρθωμα. Αλλά, πάντα υπάρχει ένα αλλα. Είναι αδύνατον να περάσεις άσχημα στις Σπέτσες. Είναι σαν να υπάρχει κάποια σχετική ιστορία στη μυθολογία. Να είδε πχ ο Απόλλωνας τις Σπέτσες και να είπε “πω πω ασχήμια, δεν έχω δει πιο άσχημο νησί, κρίμα είναι, λοιπόν από σήμερα αποφασίζω πως εδώ κανείς ποτέ δεν θα περνάει άσχημα, θα περνάνε όλοι τέλεια, για να ξεχνάνε πως ήρθαν στο πιο αδιάφορο νησί του Αιγαίου”.

Οι Σπέτσες είναι το χειρότερο νησί που έχω επισκεφτεί (οι Κρητικοί με τις μπαλωθιές δεν είναι νησί), αλλά θα ξαναπήγαινα εύκολα, μόνο και μόνο για να περπατήσω απ’την Ντάπια στο Φιγκαρό και να διηγηθώ τις ιστορίες απ’την πρώτη μου επίσκεψη, το μακρινό Σεπτέμβριο του 1994.

Η Λέσβος, για τον Στέφανο Τριαντάφυλλο

Η Λέσβος είναι τόσο λάθος, που έχει καθιερωθεί ακόμη και με λάθος όνομα. “Μυτιλήνη”. Και ξέρεις τι – σκέφτηκε κάποιος – ας δυσκολέψουμε ακόμη τη φάση και ας βάλουμε στο λάθος όνομα που χρησιμοποιούν όλοι τρία διαφορετικά ” ι ” , γιατί έστω κι ένας να βρεθεί να έρθει να πάει να γράψει στο google “εισιτήρια Μητ… εισιτήρια Μυτηλ…” τελικά να πει “άστο γάμα το, πάω Χίο”. Θα παραδεχτώ ότι είμαι προκατειλημμένος, αφού πριν παραδεχτώ ότι δεν θυμόμουν πως γράφεται το “προκατειλημμένος”¨και να που το google είναι και πάλι χρήσιμο, είχα την ατυχία να πάω στρατό. Και μέσα στην ατυχία μου είχα την ακόμη μεγαλύτερη ατυχία να πάω στρατό στη Λέσβο, το 2ο μεγαλύτερο ελληνικό νησί μετά την Κρήτη, καθώς ως γνωστόν η Εύβοια συνδέεται με γέφυρα και στο δικό μου το βιβλίο δεν θεωρείται νησί. Ούτε αυτή, ούτε η Λευκάδα. Τι εννοείς “τι λέω”. Τότε να θεωρήσουμε νησί την Πελοπόννησο, αν είναι. Τέλος πάντων…

Δεν ξέρω μπορεί να φταίω εγώ. Μπορεί να υπάρχει κόσμος εκεί έξω που του αρέσει να περνάει 2 ώρες στο αυτοκίνητο για να πάει στην Ερεσσό, ή του αρέσει να ακούει αυτή την απόκοσμη ντοπιολαλιά (μοιάζουν με καρδιτσιώτικα, με νησιώτικα και λίγο με τη γλώσσα των Ούρουκ Χάι), η χρήση του “ι” μπρος από κάθε αρσενικό όνομα που παίρνει και λιθουανική κατάληξη (λένε “η Νίκους”, “η Γιώργους”) και κυρίως το συντακτικό τους, που έχει πάντα ονομαστική κατάληξη (λένε “τους φαντάροι”), γιατί αφού τρώνε που τρώνε το χρόνο τους στις μετακινήσεις, μην χαραμίζουν κλάσματα δευτερολέπτου για να βάλουν τη σωστή κλήση. Τι να μην λατρέψεις; Τα θαμπά νερά της Καλλονής; Τα τραγικά ονόματα των χωριών (Λάμπους Μύλοι, Κάτω Τρίτος, Πολυχνίτο η Πολυχνίτος δεν κατάλαβα, Μανταμάδο); Τον μύθο ότι τα Βατερά είναι η μεγαλύτερη παραλία της Ευρώπης; Η αλήθεια είναι ότι το φλογερό μίσος για αυτό τον τόπο, έχει αρχίσει να αργοσβήνει όσο απομακρύνονται οι μαρτυρικοί μήνες που πέρασα εκεί το 2010, κάνοντας μάλιστα τουρ σε όλο το νησί έχοντας ως βάση τον Πετσοφά, που -ναι, ναι – είναι τόσο εξωτικός, όσο ακούγεται και δηλώνω προετοιμασμένος να επιστρέψω και να ανακαλύψω τις ομορφιές του νησιού, που – μεταξύ μας μην μαθευτεί – είναι πολλές. Το πρόβλημα στη δική μου περίπτωση είναι ότι είχαν περιοριστεί εκείνη τη χακί περίοδο στον Μόλυβο, που έμοιαζε με όαση στο θολωμένο μου μυαλό. Γιατί κατά τα άλλα δεν μπορώ να σκεφτώ άλλο νησί που το όνομα χτυπάει αυτόματα όλα τα νεύρα στο σώμα μου, όπως συμβαίνει με τα σκυλιά του Παβλόφ.

Η Πάρος, για την Έρρικα Ρούσσου

Δεν ξέρω αν φταίει που οι γονείς μου με πήγαιναν εκεί από μικρή και με έχουν φωτογραφίσει αγκαζέ με όλα τα γατάκια του νησιού. Δεν ξέρω αν παίζει ρόλο το γεγονός ότι μόλις τελείωσα το σχολείο δεν πήγα διακοπές εκεί ως είθισται αλλά στη Σαντορίνη. Σίγουρα έχει να κάνει με το γεγονός ότι δεν μου άρεσε ποτέ ούτε μία παραλία της. Όλες είναι μπουχτισμένες από κόσμο και αντιηλιακό λάδι. Ακόμα πιο σίγουρα, η χώρα της σε σχέση με τα υπόλοιπα κυκλαδίτικα νησιά είναι κομματάκι πτωχή. Κατά τη γνώμη μου, της λείπει και κάπως η αισθητική στα μαγαζιά αλλά εντάξει αυτός παραείναι υποκειμενικός λόγος να την επιλέξω ως το χειρότερο νησί. Ένας κάπως πιο αντικειμενικός είναι ότι δεν έχει καμιά φοβερή και τρομερή κουζίνα, όπως έχουν η Σίφνος, η Νάξος, η Μήλος (εντάξει μόλις λιγουρεύτηκα τα πιταράκια).

Σε ένα πιο γενικό κλίμα, μιας και δεν τα πάω πολύ καλά με τις απομιμήσεις η Πάρος προσπαθούσε χρόνια να γίνει Μύκονος. Για τους λόγους που ανέφερα παραπάνω, το μόνο που ουσιαστικά πέτυχε ήταν να γίνει η στάση μας για την Αντίπαρο. Συγγνώμη.

Η Εύβοια, για τον Κωνσταντίνο Αμπατζή

Ναι, είναι νησί, το δεύτερο μεγαλύτερο στην Ελλάδα και το πιο κοντινό στην Αθήνα, όμως μεταξύ μας τώρα, κανένας ποτέ στην ιστορία του κανονίσματος των διακοπών δεν είπε στην παρέα του: “Λοιπόν παιδιά, ξέρετε σε ποιο νησί να πάμε φέτος; Στην Εύβοια!”. Ναι, έχει υπέροχες παραλίες και μερικές τρομερές καβάτζες για ελεύθερο κάμπινγκ, τις οποίες έχω τιμήσει κι εγώ, δεν είναι εκεί το πρόβλημά μου, δεν πίστευα ότι η Εύβοια είναι μόνο η Ερέτρια και η Χαλκίδα, αλίμονο. Είναι τεράστια και έχει μερικά πανέμορφα μέρη για όλα τα γούστα. Αλλά καμία στιγμή δεν θα αισθανθείς ότι βρίσκεσαι σε νησί κι αυτό για μένα είναι το μεγαλύτερο μείον της. Βρε μέσα στο νερό να είσαι και να κοιτάς την παραλία, την αίσθηση που έχεις όταν είσαι σε ένα από τα νησιά, ακόμα και στις Σπέτσες, δεν θα τη νιώσεις. Γι’ αυτό, δεύτερο μεγαλύτερο, προσβάσιμο με αυτοκίνητο σε μισή ώρα, αλλά στις καρδιές μας, πάντα το χειρότερο νησί, μέχρι επιτέλους να σταματήσει να αποκαλείται τέτοιο.

Η Πάρος, και για τον Ηλία Αναστασιάδη

Έχω πάει τρομερά πολλές φορές στην Αντίπαρο για τα δεδομένα μου, δηλαδή για τα δεδομένα ενός ανθρώπου που δυσκολεύεται να ξεχωρίσει τα νησιά (τα νησιά του Αιγαίου μου φαίνονται όλα ίδια πάνω κάτω, ελπίζω στο Ιόνιο να είναι λίγο διαφορετικά τα πράγματα) και που διασκεδάζει οριακά περισσότερο στην ανυπόφορη καλοκαιρινή Αθήνα απ’ ό,τι σε κάποιο νησί. Είμαι ένας άνθρωπος που τον πιάνει η ψυχή του ήδη με το που ανέβει στο καράβι. Παρ’ όλ’ αυτά, έχω περάσει από την Ίο ως φοιτητής (από την Ίο περνάς μόνο ως φοιτητής ή ως Άγγλος), έχω κάνει την Αντίπαρό μου, έχω κάνει μια Γαύδο, θέλω να πω, τα έχω τα παράσημά μου. Τον τρόμο που μου έχει προκαλέσει η Πάρος, η τρέντι Πάρος και οι φατσούλες της, η Πάρος που δεν αντιστέκεται αλλά πρεσβεύει στα μάτια μου ΟΛΑ τα καλοκαιρινά κλισέ που συνελήφθησαν ποτέ, δεν μου την έχει προκαλέσει κανένα άλλο νησί. Και προς υπεράσπισή μου, τη μοναδική φορά που είδα τον Γιάννη Πάριο από κοντά, ε, στην Αντίπαρο ήμασταν. Τυχαίο;

Η Ζάκυνθος, για τον Γρηγόρη Μπάτη

Δεν είχα συμπληρώσει τα 20 χρόνια, όταν παρέα με τον κολλητό μου και τα τότε φλερτ μας (που όχι και πολύ τυχαία ήταν κολλητές), είχαμε αποφασίσει να πάμε στην Ζάκυνθο. Ήταν οι δεύτερες διακοπές που θα έκανε αυτό το καρέ και η πρώτη κακή εμπειρία από ένα παρατημένο κάμπινγκ στην Άνδρο, μας ανάγκασε να στρέψουμε το βλέμμα μας στο Ιόνιο και να αναζητήσουμε δωμάτια. Υπεύθυνος για να βρει σπίτι ήταν ο Μιχάλης και οι φωτογραφίες της πρώτη του ανακάλυψης μας εντυπωσίασαν τόσο, που είπαμε “ναι” χωρίς να χρειαστεί να δούμε τα υπόλοιπα υποψήφια καταλύματα. Φτάνοντας στο νησί, ρωτήσαμε κατά που πέφτουν τα δωμάτιά μας, τα βρήκαμε, αφήσαμε τα πράγματά μας ενθουσιασμένοι για τα δωμάτια και όλα έμοιαζαν αρμονικά. Όταν ο ήλιος έδυσε και το φεγγάρι πήρε τη θέση του, καταλάβαμε πως πως η εμπειρία δεν είναι κάτι που αποκτάται μέσα σ’ ένα χρόνο, ούτε έπειτα από μια μονάχα κατραπακιά.

Ήμασταν στον Λαγανά, χωρίς να ξέρουμε τι εστί Λαγανάς. Εμείς, ανάμεσα σε χιλιάδες μεθυσμένους Άγγλους, Γερμανούς, Γάλλους, Αμερικάνους και λοιπούς αλκοολικούς τουρίστες. Η πρώτη κρυάδα ήρθε μ ένα περίπατο στην πόλη, η δεύτερη κατά τις 2 το πρώτο βράδυ, που ακούγαμε το “You ‘ll never walk alone”, η τρίτη ήταν και η χαριστική. Το 5ο βράδυ κι αφού όλη μέρα είχαμε “λιώσει” στο Μαραθωνήσι, ξύπνησα κατά τις 4 και για 2 ώρες ήμουν κλεισμένος στην τουαλέτα. Το ξημέρωμα με βρήκε στο νοσοκομείο με ορούς λόγω ηλίασης, έχοντας δίπλα μου ανθρώπους λιώμα από το πολύ και κυρίως νοθευμένο αλκοόλ. Το καρτποστάλ του νησιού βέβαια, ήταν όσα αντίκρισα στη διαδρομή μέχρι να πάω στο νοσοκομείο στις 6 τα ξημερώματα. Γυμνούς ανθρώπους στο δρόμο να κοιμούνται, να ξερνάνε, να γ@μ^&*νται, να κυκλοφορούν με καρέκλες στα κεφάλια, να τραγουδούν μεθυσμένα και ασυνάρτητα τραγούδια. Νησί, που θέλει τέτοιους τουρίστες, όσες όμορφες θάλασσες και “Ναυάγια” κι αν έχει, θα βρίσκεται πάντα στη μαύρη λίστα.