REVIEWS

Και Ιησούς και εκτελεστής: Διπλός Joaquin Phoenix στις αίθουσες

Είδαμε και σχολιάζουμε τις ταινίες που έκαναν πρεμιέρα στις αίθουσες στις 22 Μαρτίου.

Κάθε εβδομάδα στο PopCode, θα μοιραζόμαστε μαζί σου τη γνώμη μας για τις φρέσκιες ταινίες που σε περιμένουν στις αίθουσες.

Έχουμε και λέμε:

Δεν Ήσουν Ποτέ Εδώ (You Were Never Really Here)

Σε σκηνοθεσία: Λιν Ράμσεϊ

Παίζουν: Χοακίν Φοίνιξ, Εκατερίνα Σαμσόνοφ, Αλεσάντρο Νίβολα

Επαγγελματίας εκτελεστής βετεράνος πολέμου, ξεκινά μοναχική επιχείρηση διάσωσης ανήλικου κοριτσιού από κύκλωμα διακίνησης λευκής σαρκός.

Η Λιν Ράμσεϊ δεν κάνει ταινίες πολύ συχνά (μόλις 4 μεγάλου μήκους σε 20+ χρόνια καριέρας), όμως όταν το κάνει πετυχαίνει διάνα. Με το «Πρέπει να Μιλήσουμε για τον Κέβιν» πριν μερικά χρόνια, ας πούμε, μας σύστησε τον Έζρα Μίλερ και έδωσε στην Τίλντα Σουίντον έναν από τους καλύτερους ρόλους της καριέρας της. Η σκοτσέζα συνεργάζεται κατ’επανάληψη με τους κορυφαίους ηθοποιούς ανά πάσα δεδομένη στιγμή (Σουίντον, Σαμάνθα Μόρτον, Χοακίν Φοίνιξ) και τους χαρίζει εμβληματικούς ρόλους σα να ήταν πρωτοεμφανιζόμενοι. Το «Δεν Ήσουν Ποτέ Εδώ», η καλύτερη ταινία του Διαγωνιστικού των τελευταίων Καννών, παίχτηκε οριακά τελειωμένη στο τέλος του Φεστιβάλ, με τη Ράμσεϊ να μοντάρει μέχρι και λίγες ώρες πριν την πρεμιέρα, και κέρδισε όχι ένα αλλά δύο βραβεία (το μάξιμουμ δηλαδή): Σεναρίου και Ανδρικού Ρόλου.

Ο Φοίνιξ παραδίδει στο φιλμ κάτι σαν μεγαλειώδη αντι-ερμηνεία. Δεν επιβάλλεται στις σκηνές με τρόπο εμφατικό, αλλά περισσότερο εξαφανίζεται πάντα μέσα τους, σκιαγραφώντας την διαρκή κατάδυση του ήρωά του, ενός επαγγελματία εκτελεστή που αναλαμβάνει να σώσει κορίτσι από σοκαριστικό (και σοκαριστικά δημόσιο) κύκλωμα παιδεραστείας. Περισσότερο Αντονιόνι και «Ταξιτζής» παρά «Taken», το φιλμ εστιάζει στην υπαρξιακή τραγωδία του ήρωα, σε ένα απίστευτα σκληρό και βίαιο ταξίδι στην κόλαση πρακτικά δίχως δράση. Τα πάντα είναι το βλέμμα του Φοίνιξ και ο τρόπος που κινείται σε διαδρομές σχεδόν προαποφασισμένες, σε μια κοινωνία της οποίας η διαφθορά κάνει τα πάντα βουβά, ακίνητα.

Ο Τζόνι Γκρίνγουντ («Αόρατη Κλωστή», Radiohead) ντύνει με τις ιδανικές συνθέσεις του ένα έργο-σεμινάριο ρυθμού, με τη Ράμσεϊ (της οποίας το ντεμπούτο, «Ratcatcher», παραμένει ένα αριστούργημα που ξεπερνά την νεορεαλιστική ταμπέλα του) να κάνει την ιστορία της αραιή και σφιχτοδεμένη την ίδια στιγμή, αναζητώντας έννοιες σαν την ηθική, τη δικαιοσύνη, την εκδίκηση, σε έναν κόσμο παραλυμένο. Για γερά στομάχια.

Μαρία Μαγδαληνή (Mary Magdalene)

Σε σκηνοθεσία: Γκάρθ Ντέιβις

Παίζουν: Ρούνεϊ Μάρα, Χοακίν Φοίνιξ, Ταχάρ Ραχίμ, Αριάν Λαμπέντ

Η ιστορία του Ιησού μέσα από τα μάτια της Μαρίας Μαγδαληνής και της Ρούνεϊ Μάρα.

Ο Γκαρθ Ντέιβις (του απρόσμενα καλού «Lion» και του εξαιρετικού τηλεοπτικού «Top of the Lake» της Τζέιν Κάμπιον) είναι σκηνοθέτης με σταθερά ενδιαφέρον οπτικό στυλ και αυτή η κατά τα άλλα παντελώς λιτή -αισθητικά και αφηγηματικά- νέα μεταφορά της Καινής Διαθήκης στο σινεμά ζωντανεύει κατά τόπους, σε μεμονωμένες αισθητικές εξάρσεις που φανερώνουν κάτι από τη ματιά του Ντέιβις. Όμως αυτό δεν αρκεί για να σώσει μια από τις πιο πληκτικές και αδιάφορες πρόσφατες κυκλοφορίες, που επιπλέον δεν ξέρει πώς να εκμεταλλευτεί το έξοχο καστ της. Η ιστορία προκύπτει αυτή τη φορά με κεντρική σημείο αφήγησης τη Μαγδαληνή, της οποίας την ακεραιότητα επιχειρεί να υπερασπιστεί- ένας τίμιος σκοπός αναμφίβολα, που όμως υπονομεύεται από το ίδιο το φιλμ, καθώς στέκεται αναποφάσιστο ανάμεσα στους δύο κεντρικούς του ήρωες, επιστρέφοντας συχνά στην αγκαλιά του Ιησού-Χοακίν Φοίνιξ και χάνοντας την εστίαση που προσφέρει η πάντα έντονη παρουσία της Ρούνεϊ Μάρα. Δεν είναι κάποια φρικτή ταινία, αλλά η πιο πιθανή να δημιουργήσει στους θεατές μια αντίδραση της λογικής «ε, και;».

Ραντεβού Εκεί Ψηλά (See You Up There)

Σε σκηνοθεσία: Αλμπέρ Ντιποντέλ

Παίζουν: Ναουέλ Περέζ Μπισκαγιάρ, Αλμπέρ Ντιποντέλ, Λορέν Λαφίτ

Δύο άντρες που επιβίωσαν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο χάνοντας κι οι δύο πολύτιμα κομμάτια της προηγούμενης ζωής τους, σχεδιάζουν μια απάτη για να βγάλουν λεφτά και να επιβιώσουν, μοσχοπουλώντας ανύπαρκτα πολεμικά μνημεία.

Ο Ντιποντέλ δανείζεται τις αποχρώσεις και την αισθητική του Ζαν Πιερ Ζενέ περασμένες μέσα από μια προσέγγιση εντυπωσιασμού (η κάμερα δε χάνει ευκαιρία για ακροβατικό να πάει χαμένη) για να αφηγηθεί μια ιστορία που κάπως άτσαλα επιχειρεί να ισορροπήσει το μελόδραμα με μια ανάλαφρη δραμεντί διάθεση. Δεν πετυχαίνει πάντα, όμως ξέρει πώς να πει εντυπωσιακά μια ιστορία, διατηρώντας το ενδιαφέρον αμείωτο από την αρχή ως το τέλος, ακόμα κι όταν νιώθεις πως γνωρίζεις εκ των προτέρων κάθε αφηγηματική στροφή. Ο Ναουέλ Μπισκαγιάρ, που ξεχώρισε στο «120 Χτύποι το Λεπτό», είναι μαγνητιστική παρουσία ακόμα και δίχως ποτέ να ακούμε -καθαρά- τη φωνή του, ακόμα και πίσω από μια ακολουθία από μάσκες αυξανόμενου εντυπωσιασμού, που καλύπτουν το διαλυμένο πρόσωπο του τραγικού του ήρωα.

Pacific Rim: Εξέγερση (Pacific Rim: Uprising)

Σε σκηνοθεσία: Στίβεν ΝτιΝάιτ

Παίζουν: Τζον Μπογιέγκα, Σκοτ Ίστγουντ, Ρίνκο Κικούτσι, Τσάρλι Ντέι

10 χρόνια μετά το τέλος του πολέμου ανάμεσα στα Καϊτζού και τα Γιέγκερ, μια νέα μυστηριώδης απειλή έρχεται να ταράξει την παγκόσμια αρμονία.

Αμήχανο σίκουελ του εξαιρετικού προ ετών υπερθεάματος του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο (που μόλις πριν λίγες βδομάδες βραβεύτηκε με 2 Όσκαρ για τη «Μορφή του Νερού»). Ο δημιουργός του τηλεοπτικού «Σπάρτακου» αντικαθιστά τον μεξικάνο σκηνοθέτη και μαζί ανταλλάσει τις νυχτερινές νέον παλέτες του προκατόχου του με ένα οπτικά στεγνό λουκ που παραπέμπει σε επεισόδια «Power Rangers». Στο βυθό της θάλασσας έχει χαθεί και η ισχυρή αλληγορική διάσταση της πρώτης ταινίας, για την ανάγκη των ανθρώπων να ξεπεράσουν τείχη και σύνορα και να έρθουν κοντά. Εδώ, η μηχανική πλοκή καταπνίγει κάθε ψήγμα σημασίας ή αλήθειας, το πολυπληθές κάστ μένει ανεκμετάλλευτο, κι ακόμα και Καϊτζού και Γιέγκερ μόλις και μετά βίας έρχονται αντιμέτωπα. Κυλάει η δράση, αλλά το σύνολο είναι μάλλον άχρωμο- η ύστατη προσβολή απέναντι στο πρωτότυπο φιλμ του ντελ Τόρο.

Παίζονται ακόμα

Η περιπέτεια «Η Συμμορία του Τυφώνα» από τον σκηνοθέτη του πρώτου «Οι Μαχητές των Δρόμων», η οικογενειακή ταινία κινουμένων σχεδίων «Σέρλοκ Ζουμπόμπς» και το γαλλικό δράμα «Το Όραμα» για έναν δημοσιογράφο (Βενσάν Λιντόν) στον οποίον αναθέτει το Βατικανό τη διερεύνηση ενός υποτιθέμενου οράματος σε ένα μικρό χωριό.