ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

Εμείς ζούμε στο 2022, ο Μάρκος Σεφερλής και το χιούμορ του παραμένουν 30 χρόνια πίσω

«Αστεία» για βιασμούς, σεξισμός και ομοφοβία, κυριάρχησαν όπως αναμενόταν σε μια τηλεοπτική σειρά που δεν ζήτησε κανείς.

Η αθάνατη ελληνίδα μάνα είναι η απόλυτη πρίμα μπαλαρίνα της ελληνικής κωμωδίας: στο παλιό εμπορικό σινεμά ήταν η καρτερική Ελένη Ζαφειρίου με τη Θεία από το Σικάγο και το Δεσποινίς Διευθυντής, στα πρώτα χρόνια της ιδιωτικής τηλεόρασης ήταν η σκαμπρόζα χήρα Μήτση του Λάκη Λαζόπουλου από τους Δέκα μικρούς Μήτσους, ενώ στην εποχή της «όρθιας κωμωδίας» η Ελληνίδα μάνα είναι το στανταράκι στο είδος της παρατήρησης – τα τάπερ, τα «ζακέτα να πάρεις» και «πρόσεχε μη σου ρίξουν κάτι στο ποτό», η αγωνία, οι εμμονές, τα καλά και τα κακά της γλυκιάς μανούλας, που αρνείται να κόψει τον ομφάλιο λώρο.

Σε αυτό το ατελείωτο, έως και κορεσμένο ρεπερτόριο, ήρθε να προστεθεί η Χαρίκλεια από τα μαγικά χέρια του Μάρκου Σεφερλή. Κατά τύχη, με το τηλεκοντρόλ στα χέρια το βράδυ της Κυριακής, έπεσα πάνω στην πρεμιέρα της καινούργιας σειράς Super Mammy.

Με πλούσιες ξανθιές μπούκλες από ρόλεϊ, γυαλιά-πατομπούκαλα και ντύσιμο γιαγιάς που θύμιζε από κάθε άποψη τον Robin Williams μεταμφιεσμένο σε νταντά κα Ντάουτφαϊερ, ο Μάρκος Σεφερλής υποδέχτηκε τους τηλεθεατές στο σαλόνι ενός σπιτιού, με το πρώτο του αστείο: ακούγοντας τα παράπονα του παππού (Γιάννη Καπετάνιου) για την αϋπνία που τον τυραννά, αποφασίζει να τον «λυτρώσει», παίρνοντας τον μεταλλικό δίσκο απ’ το σερβίτσιο και χτυπώντας τον με δύναμη στο κεφάλι.

Εκείνος λιποθυμάει, ο ήχος ξεχύνεται σαν να χτύπησε γκονγκ και το sound gag είναι αρκετό για να ικανοποιήσει τις προσδοκίες. Χάχανα έρχονται παρατεταμένα από τα παρασκήνια, με όλο το σκηνικό και την αισθητική να ξυπνάνε θλιβερές αναμνήσεις από τη χρυσή εποχή του ALTER και του Κορίτσια ο Μάρκουλης.

Λίγα λεπτά αργότερα, έχουν ακουστεί πάνω από πέντε σεξιστικά αστεία, ο Σταρόβας έχει εμφανιστεί ντυμένος πιγκουίνος και το επίπεδο κάνει ελεύθερη πτώση, όταν βλέπουμε τον παππού Καπετανέα σκυμμένο, σε αναπαράσταση κολονοσκόπησης. Το γέλιο-κονσέρβα επευφημεί και πάλι τον εξευτελισμό.

Το νέο τηλεοπτικό sitcom πείραμα του AΝΤ1, το οποίο βασίζεται στο Mrs. Brown’s Boys του BBC, βάζει τον λαοφιλή κωμικό περφόρμερ (για άλλη μια φορά) στο μάτι του κυκλώνα. Είναι να απορεί κανείς πώς ένα τόσο μπαγιάτικο προϊόν σερβίρεται στη ζώνη του prime time.

Η συνταγή είναι γνωστή και μη αμελητέα: φάρσες και αστεία που μυρίζουν ναφθαλίνη, καρικατούρες για χαρακτήρες που τους αξίζει (;) κοινωνικός διασυρμός και διάχυτα υπονοούμενα για σεξ – πολλά υπονοούμενα για σεξ. Οι στάσεις δεν γίνεται να είναι του λεωφορείου, οι μπανάνες «δεν σκληραίνουν άμα τις τρίψεις» και το πουλί αποκλείεται να είναι ιπτάμενο.

Το αστείο χρειάζεται την έκπληξη και σε έναν κόσμο καταπιεσμένο, ανέραστο και συντηρητικό, δεν χρειάζεσαι κάτι παραπάνω από ένα φτωχό υπονοούμενο. Σαν το θείο που κάθεται με τη νεολαία και για να φανεί κουλ πετάει ανέκδοτα από το ’90. Το ίδιο έκανε και ο Σεφερλής στο πρώτο επεισόδιο.

Γιατί να γράψεις, άλλωστε, καινούργια αστεία, όταν μπορείς να κλέψεις; «Είδα στον δρόμο ένα βιαστή, έτρεξα αλλά δεν τον πρόλαβα», «παλιά, οι γυναίκες ήταν πολύ πιο δύσκολες, τώρα πάνε και με χίλια ευρώ» – απίθανου κάλλους λαϊκή σοφία που επιστρέφει σαν εφιάλτης να στοιχειώσει και άλλες συνειδήσεις.

Όχι, δεν είναι απλά κακόγουστο ή ξεπερασμένο. Είναι προσβλητικό, βαθιά προβληματικό και εμετικό. Με ένα «διαβολεμένο μέρος, όπου το πνευματώδες χιούμορ έχει πεθάνει και η ειρωνεία έχει βασανιστεί μέχρι θανάτου» παρομοίαζαν την πρωταρχική βρετανική σειρά οι κριτικοί της Independent – πού να έβλεπαν αυτό που γέννησε στην ελληνική πραγματικότητα και ο Μάρκος Σεφερλής.