ALAMY/VISUALHELLAS.GR
ΜΟΥΣΙΚΗ

Η υποτιμημένη σκωτσέζικη μπάντα που ενέπνευσε τους Nirvana και τους Oasis

Οι Teenage Fanclub είναι το αγαπημένο συγκρότημα των αγαπημένων μας συγκροτημάτων.

Δώδεκα κυκλοφορίες σε 33 χρόνια ζωής, άπειρες αναφορές ως βασική επιρροή στον ήχο άλλων συγκροτημάτων, θετικότατες κριτικές στις λίστες νέων κυκλοφοριών ανά τις δεκαετίες. Οι Teenage Fanclub είναι μια από εκείνες τις ρομαντικές ιστορίες που παραμένουν ρομαντικές, ακριβώς επειδή δεν «κάηκαν» από τη δημοσιότητα. Την ίδια δημοσιότητα που έκαψε τον Kurt Cobain και τόσους άλλους.

Το να χαρακτηρίζεις φυσικά τους Σκωτσέζους από το Bellshill ως μια «άγνωστη» μπάντα, είναι σχεδόν εγκληματικό. Οι Teenage Fanclub κέρδισαν άλλωστε τον άτυπο «τίτλο» της καλύτερης μπάντας του Bellshill απέναντι στους τεράστιους Stone Roses, με τους συμπατριώτες τους να τους αποκαλούν the “Bellshill Beatles”.

Από την ίδια πόλη δε, που βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα μακριά από τη Γλασκώβη, έχουν βγει ονόματα σαν τους The Soup Dragons, The Vaselines, BMX Bandits, The Jesus and Mary Chain, καθώς φυσικά και οι Primal Scream. Κοινώς, ο άτυπος «τίτλος» τους, μόνο μικρός δε φαντάζει.

Δυστυχώς (ή μαλλον ευτυχώς) για τους ίδιους, δεν κατάφεραν να κάνουν όμοια καριέρα με εκείνη που έκαναν οι συνομήλικοί τους The Jesus and Mary Chain, ωστόσο διατηρούν ένα σκληροπυρηνικό fan club, στο οποίο είχαν «εγγραφεί» με δηλώσεις τους οι Kurt Cobain, Dave Grohl, ακόμη και ο Liam Gallagher.

Η πρώτη τους «εισαγωγή» στην παγκόσμια μουσική σκηνή έγινε από το περιοδικό NME και τις συλλογές κασετών που κυκλοφορούσε με φρέσκα ονόματα της εποχής, πριν την καταιγίδα της BritPop, στις αρχές των 90s. Ιδρυτικά μέλη ήταν οι Norman Blake, Raymond McGinley και Gerard Love, ενώ η θέση του ντράμερ άλλαξε ουκ ολίγες φορές στο πέρασμα των δεκαετιών.

Η μεγαλύτερη, εμπορικά, επιτυχία των “The Fannies” όπως τους αποκαλούν οι οπαδοί τους, ήρθε με τον τρίτο τους δίσκο, το Bandwagonesque, το διάστημα που υπέγραψαν με τη Creation Records, το ίδιο label δηλαδή με το οποίο συνεργάζονταν οι The Jesus and Mary Chain και οι Primal Scream.

Το Bandwagonesque ψηφίστηκε μάλιστα ως καλύτερος δίσκος για το 1991 από το περιοδικό Spin, αφήνοντας στην ίδια ψηφοφορία στη δεύτερη θέση το θρυλικό Nevermind των Nirvana. Στις επόμενες θέσεις ψηφίστηκαν τα Loveless των My Bloody Valentine και το Out of Time των R.E.M.

Στην αυτοβιογραφία του, “Creation Stories: Riots, Raves and Running A Label”, ο Alan McGee, επικεφαλής της Creation Records και ο άνθρωπος που ανακάλυψε τους Oasis, έγραφε: “Θα μπορούσαν να γίνουν τεράστιοι [στην Αμερική]. Ο λόγος για τον οποίο δεν έγιναν μεγαλύτερο όνομα, είναι στην πραγματικότητα πολύ απλός: απλώς δεν ήθελαν να γίνουν… Οι Teenage Fanclub δεν ήθελαν να παίξουν το «παιχνίδι»… Υπήρχε ένα στοιχείο αυτο-δολιοφθοράς στην πορεία τους. Στη Γλασκόβη είναι καλύτερο να φαίνεσαι cool, παρά μεγάλος”.

Σε μια συνέντευξη στο NME και στον Gary Ryan την περασμένη χρονιά, ο Norman Blake απαντούσε στη θεωρία του Alan McGee λέγοντας: «Δεν ξέρω. Ίσως και να τα είχαμε καταφέρει. Όταν κυκλοφόρησε το Bandwagonesque παίξαμε στο Saturday Night Live μέσα από τη σχέση μας με τη DCG Records που είχε στις τάξεις της τους Sonic Youth και τους Nirvana. Νομίζω πως δε συνδέθηκαν τελικά πολλοί άνθρωποι με την αισθητική μας. Δηλαδή, σχετικά με το “αυτο-σαμποτάζ”, εμείς κάναμε πάντα το δικό μας, με τον δικό μας τρόπο. Δεν μετανιώνουμε, είμαστε πολύ ευχαριστημένοι με το πώς πήγαν τα πράγματα».

Ο ίδιος ο Cobain τους είχε χαρακτηρίσει ως «την καλύτερη εν ενεργεία μπάντα στον κόσμο», ενώ ο Dave Grohl έχει δηλώσει πως θα ήθελε να γράψει τραγούδια «όπως τα γράφει αυτή η μπάντα από το Bellshill». Ενθυμούμενος τον Cobain, ο Blake έλεγε στο ΝΜΕ. «Πράγματι είχε πει ωραία πράγματα για εμάς. Θυμάμαι όμως τον θαυμασμό του για μια άλλη μπάντα από τη Γλασκόβη, τους Vaselines. Θυμάμαι που ήμασταν μαζί με τον frontman τους, τον Eugene Kelly, και ο Kurt του είχε ζητήσει να επανενωθούν. Του μιλούσε σαν ένας αγνός οπαδός. Είχε τότε τα θέματά του με τα ναρκωτικά, αλλά παρέμενε ένα παιδί που αγαπούσε την ωραία μουσική. Αυτό που ξεχώριζε πάνω του ήταν το χαμόγελό του».

Το συγκρότημα περιόδευσε μαζί με τους Radiohead και τους Nirvana, ενώ ο Liam Gallagher τους κάλεσε στο στούντιο για να ακούσουν πρώτοι την πρώτη ηχογράφηση του “Be Here Now”, του τρίτου δηλαδή δίσκου των Oasis, ώστε να τους συμβουλεύσουν για την παραγωγή. Λίγα χρόνια αργότερα, ο Liam Gallagher δήλωνε πως οι Σκωτσέζοι «είναι η δεύτερη καλύτερη μπάντα στον πλανήτη». Πίσω από τους Oasis, φυσικά, κατά δήλωσή του.

Για τον κιθαρίστα Raymond McGinley, όπως δήλωνε στο Record Collector το 2017, «το πρόβλημα είναι πως δεν ήμασταν ποτέ καλοί στις δημόσιες σχέσεις με τους δημοσιογράφους κάτω στο Λονδίνο. Δουλέψαμε πολύ, κάναμε περιοδείες, συνεντεύξεις, πειραματιστήκαμε, αλλά ποτέ δε μας ενδιέφεραν οι δημόσιες σχέσεις και οι μεγάλες δηλώσεις. Αν ήμασταν ένα meme, αυτό θα έγραφε “αυτοί οι τύποι δεν ήθελαν ποτέ να γίνουν επιτυχημένοι”, ή κάτι τέτοιο».

Από την άλλη, για πολλούς, για τους Teenage Fanclub δε στάθηκε πολύ ευνοϊκό το timing μετά το Bandwagonesque. Και αυτό γιατί ο δίσκος που ακολούθησε, η τέταρτη κυκλοφορία τους με τίτλο Thirteen, ήταν σαφώς πιο αδύναμο, και δεν κατάφερε να μπει σε κανένα Top 30. Μάλιστα, τα ίδια τα μέλη του συγκροτήματος δε μιλούσαν με τα πιο κολακευτικά λόγια για την ίδια τους την κυκλοφορία σε συνεντεύξεις της εποχής, ενισχύοντας τη θεωρία του ότι «δεν ήθελαν να πετύχουν». Ήταν σαν να προσπάθησαν οι ίδιοι να πατήσουν φρένο. Ακολούθησαν βέβαια πιο αξιόλογοι δίσκοι, αλλά από το 2005 και μετά, οι κυκλοφορίες έγιναν πιο σποραδικές.

Στην ίδια συνέντευξη στο Record Collector, ο Norman Blake έλεγε: «Νομίζω πως πολλά πράγματα στη μουσική και στο rock’n’roll, είναι θέμα καθαρής τύχης. Μερικές φορές ο κόσμος επιλέγει ένα μόνο κομμάτι σου και “κολλάει” με αυτό, κάτι που δεν έγινε στη δική μας περίπτωση. ΟΚ, δε γίναμε ας πούμε “σπουδαίοι”, αλλά γυρίσαμε όλο τον κόσμο, εμφανιστήκαμε ζωντανά στο Saturday Night Live, μας άκουσαν χιλιάδες άνθρωποι, τι άλλο να ζητούσαμε. Στην τελική είναι καλύτερο να θεωρούν πως υπήρξες λιγότερο επιτυχημένος απ’ όσο θα σου άξιζε, από το να σε θεωρούν υπερτιμημένο».

Και στην τελική ναι. Η περίπτωση των Teenage Fanclub δε συνοδεύεται από ροκσταριλίκι, σφηνάκια, ξέφρενες βραδιές στα καμαρίνια, περιοδείες που χάθηκαν στο αλκοόλ και στις ουσίες, αλλά συνοδεύεται από ουκ ολίγα τραγούδια που σαν τα ακούσεις σε κάποιο μπαρ ή στο διαδίκτυο, θα θελήσεις να τα ψάξεις, να τα αποθηκεύσεις και να επιστρέψεις σε εκείνα φτιάχνοντας μια καθαρά προσωπική σχέση μαζί τους.