24 Media Creative Team
ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

O Jude Law έμαθε να το απολαμβάνει

Σε μια αποκλειστική print συνέντευξη, ο Jude Law μίλησε στο ΟΝΕΜΑΝ και τον Θοδωρή Δημητρόπουλο για την ωρίμανση της καριέρας του και την επιστροφή του στο ρόλο του «The New Pope», που προβάλλεται στην COSMOTE SERIES HD.

Σε μια αποκλειστική print συνέντευξη, ο Jude Law μίλησε στο ΟΝΕΜΑΝ και τον Θοδωρή Δημητρόπουλο για την ωρίμανση της καριέρας του και την επιστροφή του στο ρόλο του «The New Pope», που προβάλλεται στην COSMOTE SERIES HD.

Κοντεύει πια τα 50. Με έναν μοναδικό τρόπο, το δείχνει αλλά και δεν το δείχνει ταυτόχρονα.

Είναι σαν άστρο. Όχι σαν σταρ- οι περισσότεροι σταρς μοιάζουν κάπως ψεύτικοι από κοντά, αλλά ο Jude Law, πώς να το πω, εκπέμπει φως. Έχει ένα γεμάτο χαμόγελο σιγουριάς, μεγάλο, ζεστό, καθόλου υπεράνω. Και είναι αληθινά εντυπωσιακός, από εκείνους τους ανθρώπους που κάνεις προσπάθεια να μην τους χαζεύεις ενώ σου μιλάνε. Μοιάζει να έχει τελειοποιήσει την ωρίμανση.

«Τι άλλο έχω μάθει μεγαλώνοντας…» αναρωτιέται στο μέσον μιας συζήτησης για την εμπειρία που φέρνει η ηλικία σε ένα κινηματογραφικό σετ. «Νομίζω μαθαίνεις πως πρέπει να αναλαμβάνεις τις δικές σου ευθύνες. Νομίζω μπορείς να σπαταλάς πολλή ενέργεια αγωνιώντας τι συμβαίνει γύρω σου με τον καθένα» λέει, και σε αυτό το σημείο θα μπορούσε να μιλάει για τη δουλειά ή για τη ζωή, υποθέτω. Σκέφτεται για μια στιγμή, με το σώμα του να έχει γείρει μπροστά στην καρέκλα, αγκώνες στα γόνατα, χέρια πλεγμένα μεταξύ τους.

(Άλλος άνθρωπος δοκιμάζοντας αυτή τη στάση θα έμοιαζε με κουβάρι. Ο Jude Law μοιάζει ακόμα κι έτσι εντυπωσιακός.)

To «The New Pope» προβάλλεται αποκλειστικά στo COSMOTE SERIES HD κάθε Σάββατο στις 22.00.

Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε στο 76ο Φεστιβάλ Βενετίας το Σεπτέμβριο του ’19.

«Πολλά έχουν να κάνουν με το να συγκρατείς την ενέργειά σου και να μη την ξοδεύεις, πρέπει να τη φυλάς για τη σωστή στιγμή και μετά να εξαπολύεις όλα όσα έχεις». Το να μεγαλώνεις σημαίνει πως νιώθεις τον εαυτό σου να γίνεται πιο σοφός; «Αν το κάνεις σωστά, νομίζω, ναι», αποκρίνεται γελώντας. «Δε νομίζω πως αυτό εφαρμόζεται σε όλους, ατυχώς. Αλλά νομίζω πως θα μπορούσε, ναι. Γιατί μαθαίνεις από τα λάθη σου, ελπίζει κανείς. Προσπαθείς, τουλάχιστον. Μου αρέσει να προσπαθώ».

Καθώς μια εμβληματική γενιά ‘90s ειδώλων αρχίζει να γερνά, άλλοι αναζητώντας όλο και πιο επιλεκτικά δουλειές, άλλοι κρατώντας με αγωνία ό,τι ψήγμα εφηβείας έχει μείνει πάνω τους, άλλοι προσπαθώντας με νύχια και με δόντια να συντηρήσουν την αστραφτερή action star εικόνα τους, άλλοι μετακινούμενοι πιο διακριτικά -και- σε άλλους ρόλους, ο Jude Law μοιάζει να το πετυχαίνει με έναν τρόπο αβίαστα εντυπωσιακό, με στυλ, με γοητεία, και με τη σιγουριά που η ηλικία μπορεί να φέρνει μαζί της αν της το επιτρέψεις.

Λίγους μήνες πριν τον συναντήσουμε από κοντά στο Φεστιβάλ Βενετίας, για την πρεμιέρα της σειράς «The New Pope» (που προβάλλεται αποκλειστικά στην Ελλάδα στο COSMOTE SERIES HD κάθε Σάββατο στις 22.00), τον είχαμε δει στην υπερηρωική «Captain Marvel» της Disney, σε μια ερμηνεία που, όπως γράφτηκε κάπου, τελειοποιεί τον ρόλο της αισθητικής «κουρασμένος μπαμπάς». Πέρσι είχε κλέψει την παράσταση ως ήρεμος, σίγουρος, νεότερος Albus Dumbledore στο κατά τα άλλα άνευρο «Crimes of Grinelwald». Την ίδια στιγμή, οι πρώτες εικόνες από τη σειρά του Paolo Sorrentino, όπου υποδύεται τον νεαρό Πάπα Lenny, τον δείχνουν αλαβάστρινο, με speedo σε μια παραλία, να αναδύεται από τα κύματα σαν άλλη Ursula Andress, με κορίτσια με μαγιώ γύρω του να πασάρουν μεταξύ τους μπάλες ενώ εκείνος περπατά.

«Ήταν μια ιδέα που ήρθε στον Paolo εκείνη τη στιγμή!», θυμάται. «Πώς να ανοίξουμε τους τίτλους αρχής της σειράς παιχνιδιάρικα; Πώς να γελάσουμε με αυτή την ιδέα του να βάζεις κάποιον σε ένα βάθρο και να τον λατρεύεις;»

Φαίνεται, σε όλες τις περιπτώσεις, να το απολαμβάνει. Με στυλ. Και το μεγάλωμα, και τη λατρεία.

Tu Vuo’ Fa L’Americano

Ξεκίνησε θεατρικά, όπως πολλοί ηθοποιοί γεννημένοι στο Λονδίνο. Γιος ζευγαριού δασκάλων, ο Law γεννήθηκε στο Λιούισαμ του Νότιου Λονδίνου τις τελευταίες στιγμές του 1972, πήγε σχολείο σε ένα κοινοτικό δημοτικό εκεί κοντά, και ξεκίνησε την ηθοποιία από την εφηβεία του κιόλας, με ένα πρώτο αποκορύφωμα την υποψηφιότητά του για το θεατρικό Laurence Oliver Award το 1994 για το ανέβασμα του «Les Parents terribles» στο Γουέστ Εντ.

Εκείνη την χρονιά θα άλλαζαν όλα, καθώς ο πρωταγωνιστικός του ρόλος στο φανταστικό action δράμα «Shopping» (του Paul W.S. Anderson, μετέπειτα των «Resident Evil») αφενός τον συστήνει στο κινηματογραφικό κοινό, αφετέρου τον συστήνει στην Sadie Frost, μετέπειτα την πρώτη του σύζυγο και μητέρα των τριών πρώτων παιδιών του. Παντρεύτηκε στη συνέχεια άλλη μία φορά, είχε ένα επεισοδιακό δεσμό με τη Sienna Miller, και έχει σήμερα 5 παιδιά. «Οι αγαπημένοι, όχι μόνο τα παιδιά μου αλλά όλη μου η οικογένεια, είναι μια διαρκής πηγή συναισθηματικής έμπνευσης για τους ρόλους μου», λέει ευθέως.

«Αντλώ από την τράπεζα συναισθημάτων μου, αν θες», συνεχίζει. Αν θέλω λέει; Εξαιρετική φράση, θα την χρησιμοποιώ κι εγώ στο μέλλον. «Είναι ενδιαφέρων συνδυασμός, να βάζεις τον εαυτό σου σε ένα μέρος που μπορείς να νιώθεις και να καταλαβαίνεις ποιο είναι το συναισθηματικό περιεχόμενο της σκηνής, αλλά και να είσαι ταυτόχρονα αγωγός για να φτάσεις στον χαρακτήρα. Οπότε εφαρμόζεις τους κανόνες ζωής του χαρακτήρα σου. Αλλά αντλώ πολύ από τους αγαπημένους μου για έμπνευση». Είναι υποθέτω κι αυτό μέρος του να συναισθηματικού εμπλουτισμού του μεγαλώματος.

Ίσως να μην ήταν πάντα τόσο σίγουρος και ήρεμος. Μετά την πρώτη φήμη του «Shopping» συστήθηκε σε ακόμα μεγαλύτερο κοινό με το κλασικό sci-fi «Gattaca» και ακόμα περισσότερους με το θαυμάσιο «Ταλαντούχο Κύριο Ρίπλεϊ» στο τέλος των ‘90s, όταν η φυσική του λάμψη γίνεται η ίδια αντικείμενο πλοκής και θεματικής ανάπτυξης στην ταινία του Anthony Minghella. Ποιος άνθρωπος ανάμεσά μας δεν γοητεύτηκε από τον Dickie Greenleaf; Ο Jude Law, από το πάλκο που τραγουδούσε το «Tu Vuo’ Fa L’Americano» ως τη σκηνή των Όσκαρ όπου προτάθηκε για Β’ Ανδρικό Ρόλο, απολάμβανε μια αληθινή Στιγμή.

Με το στάτους του ντε φάκτο επόμενου πρωταγωνιστή, ο Jude Law πετυχαίνει στις αρχές του 21ου αιώνα ένα δυνατό σερί συνεργασιών, με Stephen Spielberg, Sam Mendes, Martin Scorsese και ξανά Anthony Minghella, ενώ είναι και μέλος του εκλεκτού κουαρτέτου του «Closer», μιας ταινίας που ανεξάρτητα πώς νιώθει κανείς απέναντί της (τότε ή και στο πέρασμα των χρόνων) έμοιαζε εκείνη τη δεδομένη στιγμή να παγιώνει την ιδέα αυτών των 4 σταρ ως κάτι το ακαταμάχητο, κάτι το αδιαπραγμάτευτο.

Γρήγορα όμως μοιάζει να μην είναι σίγουρος για το επόμενο βήμα. Πολλές ταινίες, κάποιες αποτυχίες, και συνολικά 6 credits μέσα σε ένα χρόνο από την στιγμή της δεύτερης υποψηφιότητάς του (για το «Cold Mountain»), πακέτο με ένα ερωτικό σκάνδαλο και άδικα ή όχι, εξωκινηματογραφικές αναφορές αρχίζουν να τον καθορίζουν περισσότερο από τη δουλειά του στο πανί. Ένα αστείο εις βάρος του από τον Chris Rock στη σκηνή των Όσκαρ γίνεται σημείο αναφοράς για την καριέρα του στη διάρκεια των ‘00s. «Ποιος είναι ο Jude Law; Γιατί είναι σε κάθε ταινία που έχω δει τα τελευταία 4 χρόνια;» ρωτάει ο Rock στον εναρκτήριο μονόλογό του το 2005. «Ακόμα κι αν δεν παίζει στην ταινία, αν κοιτάξεις τα credits θα έχει φτιάξει τα cupcakes ή κάτι τέτοιο. Θες τον Tom Cruise και το μόνο που μπορείς να πετύχεις είναι ο Jude Law; Για κάτσε λίγο!» Αργότερα ο Sean Penn, ομολογουμένως όχι ο πιο χαλαρός χιουμορίστας του Χόλιγουντ, απαντούσε ενοχλημένος πριν παρουσιάσει το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου: «Συγχωρέστε μου την έλλειψη χιούμορ, αλλά ήθελα να απαντήσω στον οικοδεσπότη μας για το ποιος είναι ο Jude Law,ο Jude Law είναι από τους καλύτερους ηθοποιούς μας».

«Η διαδικασία του πώς διαλέγω ρόλους έχει αλλάξει», παραδέχεται. «Πιθανότατα με τη γνώση του τι να προσέχω, με μια πιο λεπτή αίσθηση του τι μου αρέσει και του τι θέλω να κάνω μετά ή τι δεν έχω κάνει». Μια πρώτη τέτοια κρίση είχε αντιμετωπίσει εκείνη την περίοδο στα μέσα των ‘00s, απέναντι σε ένα συνδυασμό υπερπροσφοράς του ίδιου του εαυτού του, και ρόλων που απαιτούσαν από τον ίδιο να υποδύεται ανθρώπους σε άλλες εποχές, απολύτως μακριά από τον ίδιο. Σε συνεντεύξεις της εποχής, με αφορμή τη συμμετοχή του στο «Holiday» της Nancy Mayers, παραδέχεται πως ένιωθε τρωτός αρχίζοντας να μεγαλώνει και πως το έβρισκε δύσκολο να παίζει έναν χαρακτήρα που ταιριάζει με το δικό του λουκ και δεν απαιτεί ούτε προφορές, ούτε κουστούμια, ούτε κάποια μεταακίνηση σε άλλος μέρος ή χρόνο.

Σήμερα εκπέμπει σιγουριά. «Προφανώς όσο μεγαλώνεις οι ρόλοι αλλάζουν και τι είναι διαθέσιμο για σένα αλλάζει. Μου αρέσει αυτή η ακαθόριστη χροιά της δουλειάς!» Αυτό σίγουρα δεν θα το έλεγε το 2006. «Σου έρχεται πολύ γρήγορα, όπως υποθέτω και σε κάθε επαγγελματικό πεδίο. Ξαφνικά συνειδητοποιείς ότι είσαι ένας από τους μεγαλύτερους ανθρώπους στο σετ, ένας από τους πιο έμπειρους, και συμβαίνει πολύ γρήγορα».

«Ξαφνικά είσαι… “Ω!”,» γελάει.

La Grande Bellezza

Το 2016 έπαιξε τον Νέο Πάπα του τίτλου στη σειρά του Paolo Sorrentino, θυμίζοντας πως το context είναι τα πάντα. Σε αυτό το σημείο είχε αφήσει για τα καλά πίσω του την αμηχανία και την γενικότερη αγωνία, φαίνεται. «Όλοι υπέθεταν ότι ο Paolo θα δημιουργούσε τον χαρακτήρα ενός νέου Πάπα και θα ήταν γεμάτο κραιπάλη και σκάνδαλα, αλλά εκείνος ήθελε να ρίξει φως στην καθολική πίστη», εξηγεί ο ηθοποιός για το πώς βρέθηκε εξαρχής να κάνει τηλεόραση μαζί με έναν πολυβραβευμένο ευρωπαίο σκηνοθέτη. «Ο Paolo ξεκαθάρισε πως ήθελε να παίξω έναν άντρα εστιάζοντας στο ταξίδι αυτού του ατόμου. Συγκεντρώθηκα στο να φτιάξω έναν τρισδιάστατο άνθρωπο από την παιδική ηλικία ως τη στιγμή που τον γνωρίζεις και κατανοείς αυτόν και την πίστη του».

Στον σκηνοθέτη της «Grande Bellezza» φαίνεται πως εκτίμησε και κάτι ακόμα. «Έχει πεντακάθαρη κατανόηση, και έχει αυτοπεποίθηση. Είναι ντροπαλός άνθρωπος αλλά δε νιώθει την ανάγκη να θυμίζει σε όλους στο σετ πως είναι το αφεντικό, πως είναι ο μαέστρος». Αυτή η ήρεμη σιγουριά μοιάζει όλο και πιο ανεκτίμητη σε αυτό το στάδιο της διαδρομής ενός ανθρώπους. «Η σιγουριά του έγκειται στην ταχύτητα με την οποία φιλμάρει πράγματα και νομίζω στην κατανόηση που έχει για το όλο κομμάτι. Και βγάζει έτσι μεγάλη σιγουριά σε εσένα, αφήνει πολλά πάνω στον ηθοποιό.»

Η διάθεση του Λο για συνεργασίες που του αφήνουν κάτι ως άνθρωπο άρχισε να γίνεται μεγαλύτερη καθώς άφηνε πίσω εκείνο το περίεργο ενδιάμεσο κομμάτι της καριέρας του, όπου έμοιαζε ταυτόχρονα να κάνει υπερβολικά πολλά αλλά να μην κάνει και τίποτα. Στα τέλη των ‘00s επέστρεψε στο Γουέστ Εντ του Λονδίνου (και μετέπειτα στη Νέα Υόρκη) για μια παράσταση του «Άμλετ», όπου και προτάθηκε για βραβείο Τόνι. Οι κινηματογραφικοί του ρόλοι βρίσκουν έναν πιο συνετό ρυθμό. Δουλεύει με τον Σκορσέζε και τον Γουές Άντερσον, συνεργάζεται εκπληκτικά με τον Σόντερμπεργκ σε δύο από εκείνα τα φοβερά, ακομπλεξάριστα θρίλερ εκείνης της b-περιόδου του σκηνοθέτη: Στο «Contagion» παίζει έναν παραληρηματικό συνωμοσιολόγο, στο «Side Effects» έναν ψυχίατρο δίχως να φαίνεται να έχει πια το άγχος του καταναγκαστικά ωραίου leading man.

Ταυτόχρονα άρχισε να δοκιμάζει τα νερά, δουλεύοντας με περισσότερους νέους, ελπιδοφόρους σκηνοθέτες, να ανοίγεται περισσότερο σε οπτικές. «Το να δουλεύω με νεότερους σκηνοθέτες πραγματικά μου αρέσει», λέει και τα μάτια του λάμπουν. (Γουέλ, λάμπουν περισσότερο από συνήθως.) «Το να μιλάς σε ανθρώπους που αυτό είναι ας πούμε το τρίτο τους φιλμ και ακόμα μαθαίνουν πως λειτουργούν τα πράγματα… Ουάο, ΟΚ, ξέρεις! Το λατρεύω.» Μιλάει για αυτή τη διαδικασία με όρους πίστης. «Είναι άνθρωποι που δεν έχουν κάνει τόσες δουλειές οπότε δεν ξέρεις ακριβώς τι θα κάνουν και κάνεις ένα άλμα πίστης».

(Μοιάζει να έχει ξεχωριστή θέση μέσα του για το συναρπαστικό «Vox Lux» που γύρισε πέρυσι: «Έκανα μια ταινία με τον Brady Corbet που έχει γίνει καλός μου φίλος. Το πάθος του και η αίσθηση οράματος, ο ενθουσιασμός του για την τέχνη είναι τόσο μεταδοτικός. Αγαπώ να δουλεύω μαζί του.»)

Δεν έχει σίγουρα αποτελέσματα φυσικά αυτό. «Με άλλους δουλεύετε μαζί και ξεφεύγουν και το βλέπεις τελικά και λες… oh… τι έκανες;». Γελάει ένοχα. Σε κάθε όμως περίπτωση αυτό που έχει μάθει είναι πως ως ηθοποιός θέλει να παραδίδεται στους σκηνοθέτες χωρίς άγχος και αγωνία. «Ως ηθοποιός πρέπει να είμαι πολύπλευρος και εύκαμπτος, να υπηρετώ το κομμάτι, να είσαι εκεί για να ταιριάξεις σε ό,τι έχει φτιάξει ο σκηνοθέτης ως εικόνα στο μυαλό τους. Δεν ξέρω αν έχω πολύ χρόνο για ηθοποιούς που λένε αυτή είναι η διαδικασία μου, έτσι το κάνω. Αν δουλεύεις για ένα σκηνοθέτη πρέπει πρώτα να σκεφτείς τι θέλει, κι αυτό μπορεί να αποφέρει καρπούς κι άλλες φορές μπορεί να είναι τεράστια καταστροφή, αλλά παίρνεις αυτό το ρίσκο. Αυτό είναι που είναι διασκεδαστικό!», λέει εμφανώς χαρούμενος. «Αυτό είναι μέρος της δουλειάς, να βάζεις τον εαυτό σου στη γραμμή και να δουλεύεις έξω από τη ζώνη της άνεσής σου!»

Ο Sorrentino φυσικά ήταν κάθε άλλο παρά άγνωστη ποσότητα, αλλά και πάλι, ο πρωταγωνιστικός του ρόλος σε μια σειρά, και δη διεθνή συμπαραγωγή ήταν επίσης ένα κάποιο άλμα. Μιλάει για το πώς αφέθηκε στην εμπιστοσύνη απέναντι στον Sorrentino και τον Luca Bigazzi, διευθυντή φωτογραφίας της σειράς. «Στα χέρια αυτών των δύο είμαι απόλυτα πρόθυμος να πάρω ρίσκα και να κάνω εξωγήινα πράγματα», δηλώνει. Και μιλάει, επ’ευκαιρία, για την επιστροφή στον ρόλο του Λένι, 4 χρόνια μετά.

«Ήταν αληθινή ευχαρίστηση. Όταν άρχιζα το “Young” ήταν μια-κι-έξω ιδέα, φτιάχτηκε σαν 8-9 ώρες ταινία, γράφτηκε ως τέτοιο πράγμα, δεν ήταν καν σαφές στο γύρισμα τι ήταν αρχή και τι τέλος επεισοδίου», θυμάται. Αλλά ήταν μια μοναδική, χαρούμενη στιγμή της καριέρας του να δουλεύει με τον Sorrentino και «αυτή την ταλαντούχα και διασκεδαστική κομπανία Ηνωμένων Εθνών που συγκέντρωσε ο Paolo» (όπως περιγράφει γελώντας το καστ της σειράς), και ήταν χαρούμενος να μένει και να δουλεύει στη Ρώμη. Ο Dickie Greenleaf σίγουρα θα ενέκρινε!

Ήταν μάλιστα εδώ, στη Βενετία, στο λανσάρισμα του «Young Pope» που ο σκηνοθέτης είχε την ιδέα για μια δεύτερη σειρά. «Μου είπε τότε την ιδέα του, με μια άλλη οπτική, την εισαγωγή νέων χαρακτήρων, και μια ξεκαρδιστική κεντρική ιδέα», λέει χωρίς να θέλει να αποκαλύψει περισσότερα ακόμα για τη θέση του ήρωά του στο «New Pope». Ας πούμε απλά, δείτε το 7ο επεισόδιο το ερχόμενο Σάββατο για περισσότερα πάνω σε αυτό.

Αργότερα το ίδιο απόγευμα στη Βενετία, την πόλη όπου γύρισε αυτό το κομβικό 7ο επεισόδιο, ο Jude Law παρουσιάζει τη νέα σειρά στους θεατές. Μοιάζει απόλυτα άνετος μέσα σε αυτό το νέο στάδιο της ζωής και της καριέρας του. Υποτάσσεται. Μεγαλώνει. Και δεν φοβάται. «Η ηθοποιία είναι ενδιαφέρουσα διαδικασία γιατί πολλές φορές έχει να κάνει με το να εφαρμόζεις νέους κανόνες, αλλά κάποιες φορές έχει να κάνει με το να “ξεχνάς” κανόνες. Μπορεί να παίζεις κάποιον που ίσως είναι λιγότερο έξυπνος από εσένα. Ή να έχει διαφορετική ηθική βάση. Ή να είναι ΠΙΟ έξυπνος!», ενθουσιάζεται. Ξαφνικά.

«Νομίζω ο Lenny είναι πιο έξυπνος από εμένα. Σίγουρα πιο διαβασμένος. Οπότε έπρεπε να ανταποκριθώ σε μια ανώτερη αίσθηση, σε μια πιο ραφιναρισμένη ηθική κατανόηση του κόσμου και της ζωής».

Αφήνει ένα χαμόγελο αντί αποσιωπητικών να κλείσει την κουβέντα. «Αυτό είναι πραγματικά το πιο διασκεδαστικό κομμάτι».

O Jude Law στο «The New Pope».

*Η συνέντευξη με τον Jude Law πραγματοποιήθηκε στο 76ο Φεστιβάλ Βενετίας τον Σεπτέμβριο του ’19. Το «The New Pope» προβάλλεται αποκλειστικά στο COSMOTE SERIES HD κάθε Σάββατο στις 22.00.