ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

”Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ήταν ελβετικό ρολόι”

Μιλήσαμε με τον Διονύση Χατζηδάκη, τον επί 10 χρόνια διευθυντή του πολιτικού γραφείου του επίτιμου της Νέας Δημοκρατίας.

Οι πολιτικές αποφάσεις και ενέργειες του πρόσφατα εκλιπόντος Κωνσταντίνου Μητσοτάκη έχουν παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση και στη λειτουργία του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Η Ιστορία τον έχει κρίνει στο παρελθόν, τον κρίνει στο παρόν και ενδεχομένως τον κρίνει σκληρά και στο μέλλον. Για να μάθει κανείς την πολιτική του πορεία το μόνο που έχει να κάνει είναι ν’ ανοίξει οποιοδήποτε βιβλίο ελληνικής ιστορίας, αφού ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης έζησε περισσότερα από τα μισά χρόνια που υφίσταται το ελληνικό κράτος.

Στην προσπάθειά μας να μάθουμε κάποια πράγματα για την καθημερινότητα του επίτιμου Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας και να μην κάνουμε άλλη μία κριτική -από τις δεκάδες που κυκλοφορούν αυτές τις μέρες στα ΜΜΕ- στο έργο του, μιλήσαμε με τον Διονύση Χατζηδάκη, νυν Δήμαρχο Παλαιού Φαλήρου και επί δέκα χρόνια διευθυντή του πολιτικού του γραφείου.

(Ο Διονύσης Χατζηδάκης)

Ο πατέρας μου ήταν παιδικός φίλος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Στο σχολείο καθόντουσαν στο ίδιο θρανίο, ενώ στη συνέχεια πήγαν μαζί και στρατό. Το επιστέγασμα της φιλίας τους ήταν η βάφτισή μου από τον Επίτιμο.

Πέρα από τη στενή οικογενειακή σχέση που είχαμε με τον Μητσοτάκη, υπάρχει και η εξής σύμπτωση. Όταν ήταν φοιτητής έμενε στο 6 της Παρθενώνος, στο Παλαιό Φάληρο. Στο 18 του ίδιου δρόμου είναι το πατρικό σπίτι της συζύγου μου.

Ο Μητσοτάκης ήταν ελβετικό ρολόι. Ξυπνούσε κάθε μέρα στις 07:00, πήγαινε για ποδήλατο και έτρωγε πρωινό. Στο γραφείο ερχόταν πάντα μεταξύ 09:12 και 09:15. Με το που έμπαινε φώναζε εμένα και τον Πευκιανάκη -υπεύθυνο του Γραφείου Τύπου- για να τον ενημερώσουμε σχετικά με το τι έγραφαν οι ελληνικές εφημερίδες. Μόλις καθόμασταν στο γραφείο του, το οποίο ήταν γεμάτο από λιθογραφίες και γκραβούρες της Κρήτης, μας ρωτούσε πάντα: ”Τι έχουμε σήμερα;

Εκείνος, βέβαια, είχε διαβάσει ήδη τα πάντα από τις ελληνικές και ξένες εφημερίδες και στην ουσία μας τσέκαρε. Όταν θυμόταν κάτι που είχε διαβάσει κι εμείς δεν του το είχαμε αναφέρει μας ρωτούσε: ”Καλά αυτό δεν το έγραψε ο ελληνικός Τύπος”; Μετά την ενημέρωσή του από εμάς, έτρωγε το δεκατιανό του. Μια καθαρισμένη ωμή αγκινάρα (κλασικός κρητικός μεζές) και καρότα.

Ποτέ κανένα από τα ραντεβού του δεν τον είχε περιμένει πάνω από 1-2 λεπτά. Αν για παράδειγμα είχε ραντεβού με κάποιον στις 10:30, στις 10:30 ακριβώς θα άνοιγε ο ίδιος την πόρτα του γραφείου του για να τον υποδεχθεί.

Στις 14:30 πήγαινε στο σπίτι του, όπου κοιμόταν 45′. Ακόμα κι αν γινόταν τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος δεν υπήρχε περίπτωση να χάσει αυτά τα 45 λεπτά μεσημεριανού ύπνου. Το βράδυ δεν έτρωγε πολύ, ενώ στις 00:00 ακριβώς γύριζε στο σπίτι του για να κοιμηθεί.

Είχε έμφυτη ευγένεια και χιούμορ. Θυμάμαι μια φορά που με είχε δει χάλια, επειδή είχα πονοκέφαλο, με πλησίασε και με ρώτησε τι είχα. Του είπα πως πονούσε το κεφάλι μου και εκείνος μου απάντησε: ”Αυτό είναι καλό Διονύση. Σημαίνει ότι έχεις κάτι στο κεφάλι σου. Δεν είναι επίπεδος ο εγκέφαλός σου”.

Αντιμετώπιζε με χιούμορ τα σχόλια που τον ήθελαν να φέρνει κακή τύχη στους γύρω του. Αν και η συγκεκριμένη φήμη ήταν δημιούργημα δημοσιογραφίσκων και αποτελούσε ψέμα. Ο Μητσοτάκης είχε φέρει τύχη στους γύρω του, αφού μεταξύ άλλων ένας άνθρωπος από τη φρουρά του έχει κερδίσει το λαχείο.

Δυστυχώς, δεν πήρα την τρομερή γαλήνη με την οποία ενεργούσε. Δεν έπαιρνε ποτέ αποφάσεις εν θερμώ. Ζητούσε να μάθει τις λεπτομέρειες για κάθε υπόθεση, ν’ ακούσει τον αντίλογο και μετά ενεργούσε.

Για τα οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας έλεγε ότι δεν βάζουμε μυαλό, δεν βλέπουμε από πού μας έρχονται και δεν κάνουμε κάτι για να τα αποτρέψουμε.

Το όραμά του για την Ελλάδα ήταν να σταματήσει να επικαλείται την Ιστορία της και να επαιτεί, αλλά να είναι δημιουργική και ισότιμη με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης.

Αυτό που μας έλεγε συχνά στο γραφείο και μου έχει μείνει είναι ότι ο πολιτικός που πορεύεται σταθμίζοντας το πολιτικό κόστος αργά ή γρήγορα θα τολμήσει την ατολμία και θα εξαφανιστεί από την πολιτική.

Είχε πάθος με την Κρήτη. Σκέψου πως αντί στεφάνου στην κηδεία του, ζήτησε να προσφέρουν λεφτά για να γίνει αναδάσωση στα Λευκά Όρη.

Κεντρική φωτογραφία: AP Photo

Φωτογραφία κειμένου: Eurokinissi