EUROKINISSI
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

O Θεόφιλος Σεχίδης σε έφερνε αντιμέτωπο με τις φοβίες σου

Οι φρικτές αναμνήσεις από το καλοκαίρι του 1996, όπως τις εξιστορεί ένας τότε 17χρονος.

Ποιες οι έγνοιες στα 17 σου; Μη μάθουν οι δικοί σου ότι καπνίζεις, μετράς μέρες για την 5ημερη, αγχώνεσαι αν θα βρεις ελεύθερο τραπέζι μπιλιάρδου, θες να τερματίσεις το Street Hoop. Τι σκατά θέση έχει ο Σεχίδης στο μυαλό ενός έφηβου;

Έχει όταν σφηνώνει στο μυαλό σου το δελτίο ειδήσεων όπου ο Μακελάρης της Θάσου περνάει μπροστά από τις τηλεοπτικές κάμερες, λίγο μετά την αναπαράσταση και με αυτό το ατημέλητο μούσι και το χαμένο βλέμμα, συστήνεται μπροστά σου. Ναι, εγώ είμαι που σκότωσα πατέρα, μητέρα, αδερφή, γιαγιά, θείο. Λες και ήταν ακόμα μία μέρα στη δουλειά.

Στα δικά μου μάτια, αυτά που καρφώθηκαν στην οθόνη και ‘μετέφεραν’ τα ερωτήματα στο μυαλό για το τι ακριβώς άνθρωπος είναι αυτός που όχι μόνο σκοτώνει πέντε συγγενείς του, αλλά μετά κάθεται με θρησκευτική ευλάβεια και τους τεμαχίζει, η φρικαλεότητα είχε να κάνει με το γεγονός της ηρεμίας που έβγαζε το πρόσωπό του. Ρε διάολε, ψάξε στο διαδίκτυο τα videos και τις φωτογραφίες εκείνης της εποχής και δες προσεκτικά το πρόσωπό του. Ποτέ δεν είναι σκυφτός, δεν ντρέπεται τις κάμερες και τα φωτογραφικά φλας, η όψη του δεν θυμίζει άνθρωπο ψυχολογικά επηρεασμένο από αυτό που έκανε. Κοιτάζει ευθεία, σε φέρνει αντιμέτωπο με τις φοβίες σου, ‘φτύνει’ κατάμουτρα τη φρικαλεότητα των πράξεών του.

Το σοκαριστικό με τον Σεχίδη που στοίχειωσε τα όνειρά μου για πολλές ημέρες ήταν ότι πρόκειται για έναν άνθρωπο που στο μυαλό του ‘κατασκεύασε’ τον δικό του κόσμο, τη δική του καθημερινότητα. Σε αυτή οι συγγενείς του ήταν απειλή. Και τους σκότωσε βάσει αυτών που θεωρούσε σωστά.

Δεν το έκανε πάνω σε κρίση, δεν ήταν εν βρασμώ. Ήταν η φυσική συνέχεια αυτού που δημιούργησε μέσα στο κεφάλι του. Προφανώς μιλάμε για περίπτωση ψυχικά ασθενούς. Δεν ξέρω αν άκουγε φωνές στο κεφάλι του, αν τον καθοδηγούσε μία ‘δύναμη’ που ο ίδιος ‘έβαλε’ στο μυαλό του, αλλά όταν σκοτώνεις 5 ανθρώπους και μετά κάθεσαι ευλαβικά και τους τεμαχίζεις με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες, σίγουρα δεν πας καλά, όπως λέμε στην καθομιλουμένη.

Ο Σεχίδης ήταν όλα όσα θα θέλαμε να δούμε σε ψυχολογικό θρίλερ. Από τους φόνους και τον τρόπο που διαπράχθηκαν μέχρι το πρόσωπό του. Το βλέμμα της συνειδητοποίησης. Ήξερε τι έκανε και πώς το έκανε.

Και το σημαντικότερο, για εκείνον, ήξερε ότι αυτό που έκανε είναι σωστό. Ήταν ένα κομμάτι του παζλ που κατασκεύασε. Το άλλοθι του δικού του κόσμου

Θα μπορούσαμε να σταθούμε στα διάφορα ευρήματα που βρέθηκαν. Σχιζότυπη διαταραχή, σχιζοφρένεια, εγκεφαλικές ανωμαλίες μετά από αξονική τομογραφία. Όλα αυτά έχουν καταγραφεί, κυκλοφόρησαν σε τηλεοπτικά ρεπορτάζ, εφημερίδες και αφιερώματα. Για τον κοινό άνθρωπο ο Θεόφιλος Σεχίδης ήταν απλά ένας τρελάρας που κάποια στιγμή θα έκανε αυτό που, τελικώς, έκανε.

Ο Σεχίδης, όμως, δεν ήταν απλώς τρελός. Ήταν τρομακτικά τρελός, ένα ον που βάσει βιωμάτων και dna ήταν μαθηματικά βέβαιο πως θα έφτανε κάποτε σε μία τέτοια πράξη. Γνώριζε και ο ίδιος πως το ‘βιβλίο’ της ζωής του είχε συγκεκριμένα κεφάλαια και όπως ο αναγνώστης βιάζεται να το ολοκληρώσει, έτσι κι αυτός βιαζόταν να φτάσει στον επίλογο.

Εγκλήματα που οφείλονται σε ψυχικές διαταραχές έχουν γίνει πολλά στην Ελλάδα. Ποτέ, όμως, με τέτοια τρομακτική ένταση και με το παρουσιαστικό του δράστη να σε καθηλώνει. Τον έβλεπες και έλεγες ‘ναι ρε φίλε, αυτός μόνο δολοφόνος θα μπορούσε να γίνει’.

Χρόνια αργότερα ήρθε ο ‘Κόκκινος Κύκλος’. Ο Κοκκινόπουλος έκανε επεισόδιο το έγκλημα της Θάσου. Να σου πω δέκα ηθοποιούς που θα μπορούσαν να ενσαρκώσουν τον Σεχίδη, με μούσια, μακριά μαλλιά, βλέμμα αχανές. Ο ρόλος πήγε στον Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο. Έδωσε άλλη διάσταση στο ρόλο του ‘τρελού’. Ο νεαρός της γειτονιάς που γνωρίζεις ότι έχει πρόβλημα, αλλά δεν τον έχεις ικανό για κάτι τέτοιο. Αντίθετα με τον Σεχίδη που η φιγούρα του θα στοιχειώνει κάθε συζήτηση επί του θέματος. Ο Παπασπηλιόπουλος είχε το βλέμμα του τρελού, ήταν περισσότερο αυτονόητο από τον Σεχίδη.

Αντιγράφω από ρεπορτάζ της εποχής στην εφημερίδα ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ: “Οι αστυνομικοί που έπαιρναν κατάθεση από τον Θεόφιλο Σεχίδη, θέλοντας να τον καλοπιάσουν, τον ρώτησαν ποιος θα τον φροντίζει τώρα που όοοι όσοι τον αγαπούσαν είναι νεκροί από το χέρι του. Ο Σεχίδης ζώντας ίσως στο δικό του κόσμο, απάντησε πως θα τον φροντίζει η θεία του η Ελένη. Οι αστυνομικοί κοκάλωσαν και του είπαν ότι δεν μπορεί να ζητάει φροντίδα από τη γυναίκα που της σκότωσε τον άνδρα. Ο Σεχίδης όμως ήταν κατηγορηματικός: «Α, δεν πειράζει. Η θεία μου η Ελένη είναι καλή γυναίκα και με αγαπάει πολύ. Θα με φροντίσει». Οσο προχωρούσε η απολογία, οι αστυνομικοί άκουγαν διάφορα παρανοϊκά από το δολοφόνο. Σε κάποιο σημείο ο Σεχίδης θέλησε να δικαιολογήσει την εμφάνισή του. «Τα μακριά γένια» είπε στους αστυνομικούς, «τα άφησα για να μοιάζω στο Χριστό». Μετά από αυτό ο Σεχίδης συνέχισε την περιγραφή των εγκλημάτων που έκανε. Η απολογία τελείωσε. Τώρα περιέγραφε πώς τεμάχιζε τα πέντε πτώματα. Κατά τη διάρκεια του τεμαχισμού, είπε στους σοκαρισμένους αστυνομικούς, άκουγε κλασική μουσική, άκουγε Τσαϊσκόφσκι. Και η απολογία τελείωσε με τους ανθρώπους που τον άκουγαν να μη μπορούν να πιστέψουν τα όσο τους ομολογούσε“.

Ομολογία που ξεπερνά ακόμα και τα σενάρια. Αποδέχεσαι την υπερβολή, ακόμα και το σουρεαλισμό της περιγραφής. Η Ελλάδα είχε τον δικό της Τσαρλς Μάνσον. Και οι ιστορικοί του μέλλοντος θα ψάχνουν στο Netflix την ιστορία του παρανοϊκότερου δολοφόνου που ‘γέννησε’ αυτή η χώρα.

“Κατεβαίνοντας μετά την ξενάγηση, στάθηκα στην πόρτα και κοίταξα δειλά μέσα από το μάτι. Είδα τον Σεχίδη ξαπλωμένο, φαρδύ πλατύ και εμφανώς πιο εύσωμο απ’ ό,τι τον γνωρίσαμε είκοσι χρόνια πριν. Τα μούσια του είναι πλέον λευκά”. Από το κείμενο του Ηλία Αναστασιάδη. Το καλύτερο πρώτο πλάνο σε ταινία, με την πιο ρεαλιστική εικόνα που έχει αποτυπωθεί ποτέ σε κείμενο.

Κεντρική φωτογραφία: Eurokinissi