AP IMAGES
LONGREADS

Ανατολική Γούτα: Η ευαισθησία της φωτογραφίας είναι μία απάτη

Ένα διήγημα με πρωταγωνιστή ένα Ρώσο που τραβάει φωτογραφίες από ματωμένα παιδιά στην εμπόλεμη Συρία.

Ευτυχώς, είχαν βγει όλοι έξω. Ο καταυλισμός ήταν άδειος. Καφέ έψηνε στο μπρίκι, που έπνεε τα λοίσθια. Σύντομα έπρεπε να αγοράσει άλλο. Ο Γιούρι είχε στο σακ βουαγιάζ του, εκτός από τη φωτογραφική μηχανή του, και ελληνικό καφέ. Του είπαν, λέει, πως είναι ελληνικός. Μύριζε ελληνικός. Ένα απόγευμα στην Ερμούπολη αποπλανήθηκε από το χρώμα του. Του έβαλαν τρία κιλά σε χαρτί. Σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού της επιστροφής από την Αθήνα στη Μόσχα και από εκεί στον Νόφγκαραντ, το μόνο για το οποίο ανησυχούσε ήταν μη χυθεί ο καφές από το χαρτόνι. Έμοιαζε τόσο εύθραυστος. Όμως κράτησε γερά. Όπως εκείνα τα απογεύματα στη Σύρο.

Σιγοσφύριζε το ‘when the saints go marching in’, του Λούι. Κατευθείαν, μόλις ξύπνησε. Μόλις ξύπνησε. Πάλι καλά που δεν σφύριξε το ‘what a wonderful world’. Χαχα, θα ήταν πραγματικά πολύ αστείο, δεδομένης της κατάστασης. Όχι πως το να πιάσει τη μελωδία αγίων που κάνουν παρέλαση ήταν λιγότερο σαρκαστικό. Η ειρωνεία υπήρχε. Ήταν έκδηλη. Ευτυχώς που δεν ήταν άλλος στον καταυλισμό. Πώς θα μπορούσε να εξηγήσει πόσο νοιάζεται; Όχι για τη δουλειά του, προς το παρόν, αλλά για να σταματήσει ο πόλεμος. Τα λεφτά ήταν πολλά, το ίδιο και τα βραβεία. Η συνεργασία του με το ‘Life’ είχε αποδώσει προσωπικούς καρπούς, αλλά η ανάμνηση από την αρχιτεκτονική του σπιτιού του είχε θολώσει. Οι εικόνες ερχόντουσαν χαλασμένες, σαν τα νοήματα πίσω από τα βαρύγδουπα κείμενα της ‘Πράβντα’ για τον κομουνισμό, ένα τέρας που τα χρόνια που μεγάλωνε είχε φάει ήδη πόρτα από την ιστορία. Εκείνος, βέβαια, προτιμούσε να διαβάζει το ‘Ναούκα ι Ζιζν’. Επιστήμη και ζωή. Ο Γιούρι κοίταξε φευγαλέα έξω. Η συνείδησή του δεν ήταν καθαρή. Η βροχή που έπεφτε τα βράδια στην ανατολική Γούτα ήταν τόσο νανουριστική, που το ταξίδι από τον ξύπνιο στον ύπνο είχε το ξεχείλισμα της κρέμας σε φρέσκο προφιτερόλ. Ο ζαχαροπλάστης δεν κατάφερε να την κρατήσει μέσα, οπότε η βιτρίνα ήταν γεμάτη αμαρτίες. Η πρώτη βιτρίνα ζαχαροπλαστείου που είχε δει ποτέ στη ζωή του, στη Νέα Πόλη.

AP Images

Τώρα ήταν στην ανατολική Γούτα. Χθες τράβηξε 676 φωτογραφίες. Άξιζαν τρεις τέσσερις. Ήταν πίσω από το ματωμένο αρκουδάκι, που έγινε viral στο ίντερνετ. Παιδιά να κουβαλούν παιδιά; Άφθονα. Παιδιά να ψάχνουν γονείς; Να φαν κι οι κότες. Παιδιά που στέκονταν με φορά του σώματός τους προς τα αριστερά ή τα δεξιά; Εκεί να δεις. Φορά που δεν κατέληγε κάπου. Όταν κατέβαζε τη μηχανή, το πιτσιρίκι παρέμενε στην ίδια θέση. Η φωτογραφία ξεγελά. Όταν δεις μία παγωμένη λήψη αρχίζεις να φαντάζεσαι την κίνηση. Αυτή η έναρξη είναι που πυροδοτεί την ιστορία. Είναι η τεχνική που δίνει τα πρις και τα πριέμιγια. Αλλά δεν είναι κάτι άλλο από τη σύλληψη ολόκληρης της κίνησης. Περισσότερες φορές παρά όχι, το παιδί, που αποδύεται σε ένα φυγά, είναι στην πραγματικότητα μία παγοκολόνα. Η φαντασία μπορεί να πυροδοτηθεί έτσι. Η ιστορία της ακινησίας μπορεί να γίνει απείρως πιο συγκλονιστική. Όταν υπάρχει ματαιότητα στην κίνηση. Όταν καμία πορεία δεν είναι αρκετή. Όταν δεν υπάρχει ασφαλές καταφύγιο. Καν καταφύγιο. Σκέτο. Κάτω από τον ήλιο, ανάμεσα σε κόκκους σκόνης. Μικροί, εκκολαπτόμενοι νεκροί. Με ελαφίσιο βλέμμα. Ένστικτο επιβίωσης. Χωρίς συναίσθημα, όμως. Καμία τελειοποίηση. Με φόβο που νομίζεις ότι δεν είναι αυθύπαρκτος, αλλά μεταδοτικός. Οι γονείς τον πέρασαν στα παιδιά. Αλλά δεν υπάρχει κάτι άλλο για να τους μεταδώσουν, οι ίδιοι ποιος να ξέρει πού είναι. Αν ήταν τελείως κυνικός, ο Γιούρι θα έκανε πουλ για κάθε παιδί που φωτογράφιζε και θα ρωτούσε τους συναδέλφους αν ζουν οι γονείς του. Ακόμα χειρότερα, αν αυτό θα ζει ως το τέλος της μέρας. Αλλά αυτό παραείναι κινηματογραφικό. Βέβαια, είναι μία καθημερινή πραγματικότητα, σχεδόν ωριαία. Μέσα από το φόβο σχηματισμένη, αλλά παραμένουσα ως μόνη πραγματικότητα.

Ο Γιούρι έχει φωτογραφίσει 13 νεκρούς. Από τους 139 ανθρώπους που έχει πιάσει στις φωτογραφίες του, οι 74 είναι ματωμένοι. Οκτώ βραδινές φωτογραφίες αξίζουν. Αυτές έστειλε μέχρι τώρα στο περιοδικό. Δεν έχει μιλήσει με κανέναν το διήμερο. Το ‘Life’ δημοσιεύεται αύριο. Δεν τον χρειάζονται, πια, μόνο που πρέπει να συνεχίσει να τραβά φωτογραφίες. Ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει. Αναμένεται να αργήσει. Ο ίδιος ευελπιστεί ότι αυτό το κοκκίνισμα στα χέρια και την πλάτη, από τον πρωινό ήλιο, θα γίνει μαύρισμα. Έτσι, θα μπορεί να είναι πιο απομακρυσμένος από τους συμπατριώτες του στρατιώτες, που υπερασπίζονται τα δικαιώματα της χώρας τους, άγνωστο ποια είναι αυτά. Ίσως ο μακρύτερος φαλλός;

24MEDIA

Δεκατρείς νεκροί. Περισσότερο νιώθει άσχημα επειδή δεν αισθάνεται, πια, τόσο άσχημα. Τι θα ήταν η τέχνη χωρίς θυσίες;, αναρωτιέται. Τι θα ήταν η εικόνα; Είναι κοινό μυστικό ανάμεσα στους φωτογράφους του πολεμικού, ότι η ευαισθησία έχει ένα όριο, μία μάζα. Αν μπορεί να γίνει συνείδηση, είναι ανεξακρίβωτο. Μετά από κάποιο σημείο, παύεις να τρομάζεις. Δεν ξέρει αν συνηθίζεις ή αν απλώς αδειάζεις. Υπάρχουν περιπτώσεις που ασφαλώς τον συγκινούν, ειδικά με νεκρά ζώα. Θεωρεί ότι η ιστορία που μπορεί να τον συγκινήσει δεν έχει έλλειμμα από γεωμετρική πληρότητα. Επίσης, κλαίει με την ταινία ‘Ο Μάστερ και η Μαργαρίτα’. Το δημιούργημα του Μιχαήλ Μπουλγκάκαφ είναι καταιγιστικό. Αν ο ‘Ηλίθιος’ μία φορά έπιασε τα γραμμάρια της ψυχής, ο Μπουλγκάκαφ το πήγε σίγουρα ένα βήμα παραπέρα. Είναι τρομερό πόσο λίγοι ξέρουν αυτό το βιβλίο. Όταν η συζήτηση έρχεται στη ρώσικη λογοτεχνία, σκέφτεται πως ό,τι συμβαίνει είναι ολίγον από επανάληψη. Τετριμμένα. Αλλά ούτε εκείνος ούτε οι πατριώτες του νοιάζονται για την άγνοια. Όσο ωραία είναι η πατριωτική περηφάνια, που ούτως ή άλλως δε φέρνει τις κατάλληλες αντιδράσεις, τόσο όμορφο (και ακόμα πιο άρτιο) είναι ένα καλό μυστικό. Μυστικό μεν, διαθέσιμο δε. Αρκεί να μπεις στον κόπο να το ψάξεις.

Ο Γιούρι δεν είναι ο τυπικός Ρώσος σου, αν και ασφαλώς υπάρχει μετριοπάθεια στις απόψεις του, ακόμα και σε ό,τι αφορά τον Ερντογάν. Κατά λάθος άκουσε τον Αντρέι Κόστιουκ, τον Πολωνό, να καταφέρεται εναντίον του Ερντογάν και του Πούτιν. Δικτάτορες, τους αποκάλεσε, μαζί με αμέτρητα πολωνογαλλικά για γαρνιτούρα. Με φωνή τα ντεσιμπέλ της οποίας δεν ξέρει από πού προέκυψαν, του φώναξε: ”Δεν ξέρεις τι λες”. Ο Κόστιουκ, που ποτέ δεν ήταν ο τύπος με τον οποίο θα έκανε παρέα, έβγαλε ήχο περιφρόνησης. Ο Γιούρι είχε μόλις μάθει, όμως, ότι η Κσένια Σαμπτσάκ μπουγέλωσε σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση τον Βλαντίμιρ Ζιρινόφσκι, ο οποίος την αποκάλεσε ‘πόρνη’ και ‘ηλίθια’. Ο Ζιρινόφσκι της μιλούσε στον ενικό, η Σαμπτσάκ κράτησε τον πληθυντικό, σε αντίθεση με το νερό μέσα στο ποτήρι της. Ο Γιούρι προσπάθησε να εξηγήσει στον Αντρέι. Ήταν φανερό ότι δε θα πειθόταν. Ο Αντρέι πρόλαβε τον κομουνισμό και μάλλον περισσότερο από προγονική μνήμη παρά από ίδια εμπειρία θεωρούσε τους Ρώσους κατακτητές. Ο Γιούρι δεν έκανε, φυσικά, προσπάθεια να μιλήσει για αυτό. Έχει περάσει πείνα που οι Πολωνοί, ως υιοθετημένα παιδιά, δεν έχουν ακριβώς βιώσει. Ας μη μιλάει περισπούδαστα. Δεν ξέρει αν έχουν βιώσει. Ξέρει ότι ο ίδιος είχε πεινάσει στο βαθμό της λιμοκτονίας. Τώρα, βέβαια, το ρήμα πεινάω δεν το χρησιμοποιεί, ακόμα και αν έχουν περάσει 12 ώρες από το τελευταίο λιτό γεύμα. Ξέρει τη σημασία των λέξεων. Λιμοκτονία έχει δει στη Ρουάντα και το Μπαγκλαντές, στις Ολλανδικές Αντίλλες και το Κονγκό. Έχει δει στη Δαμασκό και την Παλμύρα. Η Δαμασκός ήταν η πρώτη φορά στη ζωή του που αισθάνθηκε μέρος των αιώνων. Τεχνικά, η δεύτερη, μόνο που το Πιετιεργκόφ δε μετράει. Είναι πόλη της Ρωσίας. Του Πέτρου. Τα συντριβάνια δεν σταματούν με τη βροχή, που στην Πετρούπολη δεν πρόκειται να σε ρωτήσει όταν έρχεται.

AP Images

Η Δαμασκός, ένα διαμάντι των αιώνων. Αν και δεν είναι ειδήμων στην ιστορία, δεν είναι δύσκολο να σου ξεφύγει ότι είναι αιματοβαμμένη. Ελπίζεις ότι θα ξεφύγει, μέσα από την ανθρώπινη πρόοδο. Ελπίζεις, ουσιαστικά, για κάτι που δεν πρόκειται να γίνει. Αιώνες τώρα, κάποιος θα είχε δει τις προσπάθειες να φυτρώνω από το πρώτο σκίρτημα της άνοιξης της ανθρώπινης ανακωχής. Ένας πλανήτης γεμάτος μυρμήγκια, πόλεις, πολιτείες. Ο λίγος χώρος δημιουργεί σκουντήγματα. Παρεξηγήσεις. Ο περισσότερος, τεστοστερόνη. Αδρεναλίνη. Όταν οι μισοί συν ένας από τους ανθρώπους που θα βρεθούν σε καίριες θέσεις είναι απλώς έξυπνοι, τότε ο κόσμος θα γίνει καλύτερος. Το στενάχωρο, βέβαια, θα είναι ότι κάποια στιγμή ένας ή δύο έξυπνοι θα πεθάνουν και ξέρουμε πως είναι στατιστικά απίθανο να βρεθούν επίσης έξυπνοι που θα τους αντικαταστήσουν. Έτσι, όταν οι μισοί συν ένας δεν είναι απλώς έξυπνοι, ο κόσμος θα βρεθεί στην ίδια τροχιά.

Το φιλοσοφεί, αλλά δεν το αντέχει. Θα μπορούσε να είναι εκείνο το παιδί που τράβηξε χθες, με τα χέρια τεντωμένα. Η ευαισθησία της φωτογραφίας είναι μία απάτη: Το παιδί τέντωσε τα χέρια του προς τα πάνω επειδή τα παιδιά πάντα τεντώνουν τα χέρια τους. Ο χρόνος που έχουν διανύσει είναι λίγος, δεν ξέρουν το σώμα τους, προσπαθούν να το μάθουν. Οι κινήσεις του σώματος δε δείχνουν κάτι, δεν επαφίενται σε στατιστικό δρώμενο. Δεν υποστηρίζεται από κάπου ούτε η θρησκευτική δομή της εικόνας και της ομοίωσης ούτε το εκλεκτό ον στο γαλαξία. Τις υπόλοιπες ώρες, ο Γιούρι είναι ένας κανονικός χριστιανός ορθόδοξος. Όχι επειδή απαραιτήτως πιστεύει στο συγκεκριμένο Θεό, αλλά επειδή οι πρόγονοί του εκτιμούν τη θρησκεία και τα καλά που φέρνει στη Ρωσία. Ο Γιούρι ήθελε να είναι στο σπίτι. Με κλεισμένα τα πατζούρια. Όσο πιο μακριά από την υπόλοιπη ανθρωπότητα.

Σφύριξε ξανά. Και αυτήν τη φορά, τελείως ανακλαστικά. Αν δεν προσέξει, θα τον ακούσουν. Αν τον ακούσουν, θα τον καταλάβουν. Θα τον κατανοήσουν. Αλλά θα τον επικρίνουν, επειδή κουβαλούν το απωθημένο του ήχου που δεν βγαίνει από τα σπλάχνα τους. Ο μόνος ήχος είναι τα αεροπλάνα και οι βομβαρδισμοί. Άνθρωποι που δεν έχουν ιδέα από πόλεμο, που ίσως να ξύπνησαν με νεύρα το πρωί, να τους έκανε κεφάλι η σύζυγος επειδή γλυκοκοίταζαν τη χαμηλοβλεπούσα σερβιτόρα (μία κόμπρα, το ξέρουμε όλοι αυτό, αν υποκριθούμε ότι ξέρουμε τι συμβαίνει στο κεφάλι μίας γυναίκας) δίνουν εντολή αιματοχυσίας. Με το πρόσχημα της επεκτατικής πολιτικής ή, ακόμα χειρότερα, της ειρήνης. Και, αν φύγουν όλοι αυτοί, θα σκοτώνονται μονάχοι τους.

Ώρα για δουλειά, Γιούρι. Ώρα για απίθανες γωνίες λήψης. H Cdelano σου είναι συλλεκτική. Την κουβάλησες στη Συρία. Η Cdelano σου ξέρει από μιγάδες και αίμα. Ξέρει από παιδιά. Είναι αμαρτωλή. Έγινε, επειδή εσύ ήσουν ο Πυγμαλίωνάς της. Βγάλε ένα ωραίο φωτεινό πλάνο. Κάνε τον κόσμο να μοιραστεί τις φωτογραφίες σου. Κέρδισε, Γιούρι, κέρδισε. Ο πόλεμος δε θα τελειώσει ποτέ. Το σπίτι είναι μακριά. Ζήτα τα βραβεία σου. Έδωσες τον αριθμό της Ντάρια, για να ακούσεις τα καλά νέα από τη φωνή της. Αν μείνεις ζωντανός, θα τα ακούσεις. Στο χώρο, πιάνεις θέση ζωντανού. Θα μπορούσε να σωθεί ένα παιδί στη θέση σου. Αλλά είναι τόσα πολλά και εσύ επιτελείς λειτούργημα. Δίνεις ειδοποιήσεις για ανακωχή. Αν κέρδιζες και βραβείο, θα ήταν τέλειο. Από τη στιγμή που συνεχίζεται ο πόλεμος, δεν είναι κρίμα να μην προσπαθήσεις για την τέλεια φωτογραφία; Μη μιλάς, Γιούρι, μη σκέφτεσαι. Δεν τα εννοείς. Συγκεντρώσου σε εκείνη τη μάζα που νοιάζεται. Σε εκείνα τα κύτταρα που στενοχωριούνται πραγματικά για την απώλεια της ανθρώπινης ζωής, για τους ανώνυμους. Πόσα ονόματα από εκείνους που φωτογράφισες και ξεψύχησαν από τη συνολική κτηνωδία ξέρεις; Όταν τρέχεις να κρυφτείς, ποιους θρηνείς βαθιά μέσα σου; Πόσα χρόνια έχουν περάσει από τον πρώτο νεκρό που είδες, έξω από την Τιερτιακόφσκαγια; Πώς να θυμηθείς. Δεν ξέρεις καν τι μέρα είναι.

Τότε ήταν λειτούργημα ακόμα, ε; Δεν επένδυες στην επιτυχία, αλλά στην υψηλή τέχνη. Ήταν πριν τις ουλές από τα θραύσματα στους αγκώνες και πριν από εκείνες τις κράμπες στο Κουβέιτ, την πρώτη φορά που ένιωσες πραγματικά ότι αυτό ήταν, ότι το καντήλι σου έσβηνε. Έπεσες στο έδαφος και πονούσες τόσο, που αδιαφορούσες για το αν θα σκοτωνόσουν. Και μετά το ξέχασες αυτό. Όλα τα ξεχνάς. Όλα τα ξεχνάμε.

Μείνε πιστός στο φακό σου, που πάντα θεωρούσες ότι αιχμαλώτιζε τη σκλαβιά και έγραφε ποιήματα για την ελευθερία. Άσε τα λεφτά και τα βραβεία κατά μέρος, αυτοί εδώ υποφέρουν. Τι σόι εμπειρία διατείνεσαι ότι περνάς όταν σκέφτεσαι τους κριτικούς; Η βροχή κάθε βράδυ καθαρίζει το τοπίο από το αίμα. Το θάβει βαθιά στη γη ή απλώς το σβήνει. Το ανθρώπινο αίμα είναι ανακυκλώσιμο υλικό, όπως κάθε ζώντος οργανισμού. Χάνεται. Δεν παλεύει για την παραμονή του. Δεν έχει αυτήν την ικανότητα.

Κρέμασε τώρα τη μηχανή στον ώμο. Έτσι, σταυρωτά. Πέρνα την κάρτα στο λαιμό. Βγες από τη σκηνή. Άλλη μία μέρα στη Γη. Άλλη μία μέρα στην ανατολική Γούτα. Φαντάζεσαι να είναι αυτή που δε θα πεθάνει κανείς σε όλο τον κόσμο παρά μόνο 5 αιωνόβιοι, ίσα για να στήσουν γλέντι οι δικοί τους άνθρωποι; Πώς θα μπορούσε να το προβλέψει αυτό κάποιος; Έγινε σκληρή η πέτσα σου, Γιούρα. Για αυτό μεγαλώνουμε μάλλον. Σκληραίνει η πέτσα. Συνηθίζουμε τις ιστορίες. Και όταν σταματά να μας συγκλονίζει ο θάνατος, δε μας συγκλονίζει τίποτα πια.

Βγες, Γιούρα, σε αυτόν τον αιμοδιψή κόσμο. Βγες, η ανεβασμένη διάθεσή σου δε θα κρατήσει πολύ. Να προσέχεις, άλλη μία μέρα ένα ασφαλές καταφύγιο, ένα οχυρωμένο κρησφύγετο. Έλεγξε τον εαυτό σου και μη σφυρίζεις, Γιούρα.

Μη σφυρίζεις.

(Φωτογραφίες: AP Images)