OPINIONS

Πότε θα σταματήσεις να φλερτάρεις μέσω chat;

Λίγα λόγια και μία βασική απορία για την αιώνια βαρεμάρα ενός ανοιχτού εικονικού παραθύρου.

Should i stay or should i go.

Το απόλυτο λευκό ανεβοκατεβαίνει μπροστά μου. Ο κέρσορας, γκρι και βαρετός, σπάει την μονοτονία του χρώματος ενώ το backspace νιώθει πιο χρήσιμο από ποτέ. Εδώ και μερικές μέρες κοιτάω την οθόνη του υπολογιστή μου με ύφος που μπορεί να ανταγωνιστεί οσκαρική ερμηνεία ηθοποιού που αναποφάσιστος χαζεύει το μπλε της θάλασσας από το υπερκαταπληκτικό ψηλοτάβανο σπίτι του.

Από τη μία υπάρχει το δεδομένο του ‘τι σημασία έχει από πού θα σου μιλήσει ο άλλος και τι κολλήματα είναι αυτά‘ που σίγουρα θα διαβάσω στα σχόλια -ίσως και σε κάποιο από τα προσωπικά μου προφίλ social media. Από την άλλη, είναι αυτή η απύθμενη βαρεμάρα του ‘μιλάω με ένα παιδί στο chat’ στην οποία ο ένας μετά τον άλλο πέφτουμε αμαχητί. Είναι αυτό το ‘γεια, από Αθήνα;’, το ‘Ωραίες φωτογραφίες’, το σκέτο ‘τι κάνεις;’. Είναι όλη η ανουσιότητα, μαζεμένη σε μία δύο προτάσεις που δεν χρειάζονται την παραμικρή προσπάθεια ή διεργασία για να ειπωθούν.

Ούτε ανταλλαγές βλεμμάτων ούτε βαθιές ανάσες για να ρυμουλκηθεί το θάρρος που θα σας φέρει τόσο κοντά ώστε να πείτε τις πρώτες κουβέντες ούτε έρευνα του ‘ποια είναι αυτή/ποιος είναι αυτός’ σε φίλους και γνωστούς.

Τίποτα από τα παραπάνω δεν χρειάζεται. Ανοίγεις ένα παράθυρο, γράφεις μερικές γραμμές συνήθως λίγες (ελπίζω λίγες) και η ‘αποστολή μηνύματος’ είναι γεγονός. Και αυτό ήταν, φλερτάραμε και σήμερα. Άντε στο τσακίρ κέφι πριν πατήσεις το κουμπί της ευτυχίας, σιγουρεύεσαι ότι η ορθογραφία σου είναι σωστή. Γιατί είσαι και μερακλής. Κατά τα άλλα, η διαδικασία του να γνωρίσεις κάποια μπορεί άνετα να παρομοιαστεί με δουλειά δημοσίου υπαλλήλου επί εποχής ΑΜΑΝ.

Ο συνήγορος του διαβόλου με τη φάτσα του Άντονι Χόπκινς και το ειρωνικό βλέμμα του Αλ Πατσίνο στον δεύτερο Νονό έρχεται κάπου εδώ με τη βαλιτσούλα του για να βάλει τα πράγματα στη θέση τους: ‘Μα αφού αυτό θέλει η εποχή‘, λέει και ξύνει με σοφία το πιγούνι του. Όπως εξηγούν και οι υποστηρικτές της μεθόδου ‘ψωνίζω από το ίντερνετ’ όταν υπάρχουν μέσα όπως το Tinder, το Snapchat και φυσικά, το Facebook και το Instagram (στην Ελλάδα τα δύο πρώτα δεν έχουν γνωρίσει τόσο μεγάλη επιτυχία στο διαδικτυακό φλερτ) γιατί να μην τα δοκιμάσουμε.

Είναι σαν να σου δίνουν γάιδαρο και να τον κοιτάς στα δόντια‘ θυμάμαι έναν φίλο να μου λέει μία φορά σε μία παρέα ενώ πίναμε τσίπουρα στην πλατεία Δεξαμενής. ‘Μιλάμε για την απόλυτη επανάσταση στον κόσμο των σχέσεων, μιλάμε για την απόλυτη δικαίωση των μοναχικών και μη τολμηρών ατόμων‘, είπε εκείνος. Μιλάμε για την απόλυτη αποχαύνωση, συμπλήρωσα εγώ.

Ακόμη και αν συμφωνώ με το γεγονός ότι πράγματι, σήμερα, ο ντροπαλός και ο αντικοινωνικός έχουν την ευκαιρία τους στο (κεκαλυμμένο) φλερτ το γεγονός ότι ξαφνικά όλοι γίναμε άτολμοι έχει αρχίσει να μου τη βαράει στα νεύρα. Και όχι, σε περίπτωση που σκέφτεται κάποιος να το γράψει, το να στέλνεις ένα friend request ή ένα inbox σε μία κοπέλα που δεν γνωρίζεις και δεν σε γνωρίζει δεν υποδηλώνει τόλμη. Ελεύθερο χρόνο να την αναζητήσεις ακυρώνοντας προηγουμένως διάφορα προφίλ (με γνώμονα τη φωτογραφία) σημαίνει. Ή και τύχη, σε περίπτωση που η φωτογραφία της σου εμφανίστηκε ως πρόταση από τον πανέξυπνο admin του κοινωνικού δικτύου. Πάντως, τόλμη δεν υποδηλώνει σε καμία απολύτως περίπτωση.

Και σε αυτό το σημείο, βλέποντας τη φάτσα του δικηγόρου του διαβόλου να προετοιμάζεται για ένσταση θέλω να προσθέσω και μία ερώτηση. Έστω ότι σου απαντάει αυτή η κοπέλα και έστω ότι βγαίνετε και έστω ότι τα φτιάχνετε και έστω ότι παντρεύεστε. Άλλωστε δεν είναι λίγες οι καταμετρημένες περιπτώσεις ατόμων που ζουν βίον ανθόσπαρτον με την πάλαι ποτέ γνωριμία τους από το ίντερνετ. Η απορία μου είναι εξής: Πώς στην ευχή την εμπιστεύεσαι ότι παρέα με το δικό σου προφίλ δεν έχει στα inbox της και άλλα τέσσερα ή πέντε που σκέφτεται να συναντήσει για ένα to know us better. Πώς περιμένεις αυτή αντίστοιχα να μην σκεφτεί ότι παράλληλα με εκείνην μιλάς και αναζητάς και άλλα προφίλ με εξίσου καλές φωτογραφίες στον ελεύθερό σου χρόνο;

Ο συνήγορος είναι έξω φρενών: ‘Γιατί αν κάποιος σου μιλήσει στο μπαρ, πώς θα μπορείς να τον εμπιστευθείς μετά ότι δεν θα το κάνει κάθε φορά που βγαίνει για ποτό;‘ Και έχει δίκιο. Ωστόσο, οι πιθανότητες στην μία και την άλλη περίπτωση καλώς ή κακώς έχουν τεράστιες αποκλίσεις. Η ευκολία του να βρεις μία κοπέλα (ή ένα αγόρι) σε ένα μπαρ που σου αρέσει και που είναι πρόθυμη να μιλήσει μαζί σου εκείνη την ώρα, κακά τα ψέμματα είναι και λίγο λόττο. Ενώ στο ίντερνετ τα πράγματα είναι ποοοολύ πιο εύκολα μιας και α) τα προφίλ που μπορείς να δεις μέχρι να φτάσεις σε αυτό που θα σου κάνει κλικ είναι άπειρα, χρόνο να έχεις να σκρολάρεις, β) για να στείλεις μήνυμα όπως είπαμε και παραπάνω δεν χρειάζεσαι απολύτως τίποτα και γ) ο παραλήπτης μπορεί να σου απαντήσει (ή να μην σου απαντήσει) οποτεδήποτε θέλει.

Ούτε άγχος ούτε πίεση χρόνου ούτε εκείνο το καταραμένο timing.

Άσε που, άλλο η χυλόπιτα του ‘είμαι με την παρέα μου’ στη μούρη σου και άλλο το unread message ή το ‘seen’. Εντάξει και τα τρία πονάνε τον εγωισμό δεν λέω αλλά μεταξύ μας, κανείς δεν θα διάλεγε το πρώτο έναντι του δεύτερου. Εκτός αν παρουσιάζει τάσεις μαζοχισμού.

Ωστόσο, αλήθεια τώρα πόση αδρεναλίνη αυτοπεποίθησης μπορεί να φουσκώνει μέσα σου λαμβάνοντας μία πρώτη απάντηση στο Facebook ή το όποιο Facebook;

Ο συνήγορος φτιάχνει με νεύρα την τρίχα που ξέφυγε από το κοκαλωμένο με τζελ μαλλί: ‘Σήμερα οι περισσότερες γυναίκες είναι σνομπ. Δεν πρόκειται να σου μιλήσουν στο μπαρ‘.

Ένσταση δεκτή. Έστω ότι είμαστε πιο σνομπ από όσο ήμασταν παλιά. Παρά το γεγονός ότι αν το δούμε ηλικιακά, οι άντρες που φλερτάρουν τώρα τις συνομήλικες τους δεν έχουν εμπειρία από άλλες πιο προσιτές συνομήλικες άλλων εποχών ώστε να έχουν μέτρο σύγκρισης και άρα να τα παρατάνε ως καλομαθημένοι, θα δεχτώ ότι το να πλησιάσεις μία γυναίκα σήμερα δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο. Γιατί μπορεί να μην είναι τόσο ανοιχτή, γιατί μπορεί να φοβάται, γιατί μπορεί να μην της αρέσεις, γιατί μπορεί να έχει να ήταν απασχολημένη με το κινητό της τη στιγμή που βρέθηκες μπροστά της, γιατί, γιατί, γιατί.

Ωστόσο, ξέρεις κάτι; Τουλάχιστον από τις διηγήσεις των μεγαλυτέρων μου, ποτέ δεν ήταν εύκολο να πλησιάσεις κάποιον. Γυναίκα-άντρα. Και μέσα σε αυτή την δυσκολία κρύβεται κατά τη γνώμη και το όλο νόημα του φλερτ. Στο να καταφέρεις μέσα στα λίγα αυτά λεπτά που έχεις να βρεις εκείνη την ατάκα ή την κίνηση που θα φέρει την άλλη ή τον άλλο από απέναντί σου, δίπλα σου. Που θα την κάνει να γελάσει. Που θα την κάνει να αφήσει το κινητό της και να σου ρίξει ένα βλέμμα από εκείνα που ανάβουν πράσινα τα φώτα του μαγαζιού.

Γιατί ναι, προφανώς και οι γυναίκες έχουμε υπερβολέψει την ικανοποίηση της ανασφάλειάς μας μέσα στα likes και τα friend requests και τα inbox από άντρες που μοιράζονται μαζί μας την ‘ειλικρινή’ τους γνώμη για την ομορφιά μας. Όμως αλήθεια. Είναι τρομερά ουτοπικό και συνάμα βαρετό και μίζερο όλο αυτό.

Κάθε φορά που βλέπω τους φίλους ή τις φίλες μου να τσατάρουν σαν να μην υπάρχει ζωή με αγνώστους μέσω social media, κάθε φορά, σκέφτομαι ποιος θα με έπαιρνε στα σοβαρά αν έπαιρνα μία ντουντούκα και κατέβαινα με φορεσιά μεσσία στο Σύνταγμα φωνάζοντας: ‘Το φλερτ μέσω chat είναι το πιο μίζερο και βαρετό πράγμα στον κόσμο‘.

Πιθανότατα κανείς. Γι αυτό και προς το παρόν αρκούμαι στο να γράψω το σημερινό κείμενο. Που πιθανότατα οι περισσότεροι θα διαφωνήσουν μαζί μου και θα με πουν παλιομοδίτισα και οπισθοδρομική που κάθε φορά που κάποιος άγνωστος μου στέλνει σε κάποιο από τα social media το αφήνω αναπάντητο (με ελάχιστες εξαιρέσεις εκείνους που θα μου μιλήσουν για τη δουλειά μου). Όχι από σνομπισμό αλλά επειδή αλήθεια, δεν έχω τίποτα να πω με έναν άνθρωπο που για να με γνωρίσει δεν κουνάει ούτε το μικρό του δαχτυλάκι. Κυριολεκτικά. Συνήθως με τον αντίχειρα γράφουμε όλοι.

*Βγείτε έξω μωρέ και μιλήστε στα κορίτσια και στα αγόρια. Αφήστε πια κάτω τα κινητά.