ΗΜΟΥΝ ΕΚΕΙ

Ο φόβος ότι θα μου επιτεθεί καρχαρίας

Για μερικούς το κολύμπι δεν αποτελεί απαραίτητα διασκέδαση.

Όταν κυκλοφόρησαν στο σινεμά οι τρεις πρώτες ταινίες Jaws (με τον τρομοκρατικό ελληνικό τίτλο «ΤΑ ΣΑΓΟΝΙΑ ΤΟΥ ΚΑΡΧΑΡΙΑ»)  ήμουν αγέννητος. Όταν βγήκε το 4 με τον γλαφυρό τίτλο «The Revenge», ήμουν μόλις 7 μηνών.

 

Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι μόλις έφτασα στην ηλικία όπου μπορούσα να παρακολουθήσω και να κατανοήσω σε ικανοποιητικό βαθμό μια ταινία, ας πούμε δηλαδή τα 7-8 χρόνια της ζωής μου, υπήρχαν ήδη 4 ταινίες όπου καρχαρίες επιτίθενται και τρώνε ανθρώπους, τις οποίες μπορούσα να δω. Κι επειδή έχω μεγαλύτερο αδερφό, φυσικά τις είδα όλες, πολύ πριν από την ηλικία που θα έπρεπε.

Η πρώτη σκηνή που είδα ποτέ από το Jaws ήταν η αρχή του «The Revenge», την οποία ακόμη θυμάμαι αυτούσια, χωρίς καν να χρειαστεί να την αναζητήσω στο YouTube. Ένας αστυνομικός επιβιβάζεται μέσα σε έντονη βροχή στο μικρό του σκάφος, φορώντας ένα κίτρινο αδιάβροχο. Ξαφνικά του επιτίθεται καρχαρίας. Τρομάζει, πέφτει κάτω και κοιτάζει γύρω του σαν χαμένος, θεωρώντας ωστόσο πως τα δύσκολα πέρασαν. Εμ, όχι, μεγάλε ο καρχαρίας σου έχει φάει ολόκληρο το χέρι.

 

Τρόμος. Γιατί να υπάρχει ταινία με τέτοια σκηνή σκεφτόμουν, ενώ κόντευα να βάλω τα κλάματα ( μπορεί και να τα έβαλα).

 

Μέσα σε διάστημα κάποιων εβδομάδων, είδα ολόκληρη τη σειρά ταινιών. Έτσι κι αλλιώς δεν σκόπευα να ξαναβάλω το πόδι μου μέσα στη θάλασσα, οπότε γιατί να έμενα με κενά στην πλοκή της υπόθεσης; Ήθελα άλλωστε να μάθω τα κίνητρα του καρχαρία. Τον πείραξε κάτι, ήταν στεναχωρημένος, τι τελοσπάντων τον έσπρωξε στην ανθρωποφαγία; Κινδύνευα κι εγώ ή τα έβαζε μόνο με όσους είχε προηγούμενα;

Όπως καταλαβαίνεις, η οικογενειακή επίσκεψη για τις καλοκαιρινές διακοπές στη Μυτιλήνη το επόμενο καλοκαίρι υπήρξε ο εφιάλτης μου. Προσπαθούσα να αποφύγω τις επισκέψεις στη θάλασσα χρησιμοποιώντας τις πιο γελοίες δικαιολογίες κι όταν δεν τα κατάφερνα βουτούσα μόνο στα ρηχά και προς Θεού, ΠΟΤΕ μόνος μου. Απέφευγα να βάλω το κεφάλι μου μέσα στο νερό, φοβούμενος τι θα αντικρίσω κι όποτε έβλεπα κάτι να εξέχει ελαφρά από την επιφάνεια της θάλασσας, έχανα τουλάχιστον 2 χρόνια από τη ζωή μου (δεν είχα και πολλά τότε).

 

Τα σαγόνια του καρχαρία είχαν καταστρέψει για εμένα τον αγαπημένο προορισμό όλων των παιδιών και το χειρότερο είναι ότι ο φόβος πως θα είμαι η επόμενη Βάντα Πιέρρη άργησε να με εγκαταλείψει. Σε κάθε μου βουτιά, ανακαλούσα μια σκηνή επίθεσης από την ταινία, ένα κομμένο χέρι, ένα κοντινό πλάνο των δοντιών του κήτους. Κάθε παράξενη αντανάκλαση του φωτός του ήλιου στο νερό, κάθε αγνώστου ταυτότητας αντικείμενο που αχνοφαινόταν στο βάθος του πελάγους, κάθε μυστήριο πράγμα που ερχόταν σε επαφή μαζί μου, στο μυαλό μου ήταν ο καρχαρίας που θα με έτρωγε, όπως ο μεγάλος λευκός του κινηματογράφου.

Και το χειρότερο είναι ότι ο φόβος αυτός δεν ήταν και εντελώς αβάσιμος. Οκ, η Ελλάδα υποτίθεται ότι δεν έχει την τιμή να φιλοξενεί και πολλούς καρχαρίες στα όμορφα νερά της, αλλά γενικά καρχαρίες υπάρχουν, μια επίθεση από τα σαγόνια του μπορεί και να συμβεί, δεν ανήκει στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας. Οι κλόουν – δολοφόνοι από την άλλη, τους οποίους φοβόμουν αφού είδα το «IT» του Stephen King, αντικειμενικά ήταν πιο δύσκολο να βρεθούν στο δρόμο μου.

 

Μεγαλώνοντας, ο φόβος μου άρχισε σιγά – σιγά να ατονεί. Δεν είδα κάποιον ειδικό, ούτε πήρα κάποιο συγκεκριμένο μέτρο για να τον ξεπεράσω, απλά επέλεξα να τον ξεχάσω ή έστω να τον αφήσω να περάσει στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Άλλωστε δεν είχα άλλη επιλογή, η θάλασσα είναι πολύ γλυκιά για να της αντισταθώ. Τα τελευταία 20 χρόνια έχω δει κι άλλες ταινίες με πρωταγωνιστές φονικούς καρχαρίες αλλά πλέον το διασκεδάζω, προσπαθώντας να βάλω τη λογική πάνω από το συναίσθημα.

 

Φυσικά, εξακολουθώ να νιώθω λιγάκι άβολα όταν είμαι μόνος μου στα βαθιά, αλλά αυτό το θεωρώ φυσιολογικό. Είμαι σίγουρος πως κι εσύ ολομόναχος στα βάθη της θάλασσας δεν θα αισθάνεσαι κι απόλυτα ξέγνοιαστος.

Η αληθινή συνειδητοποίηση ότι είμαι πια ελεύθερος όμως, ήρθε όταν επισκέφτηκα πριν δυο χρόνια τις παραλίες της Καλιφόρνια και δεν φοβήθηκα να βουτήξω. Κολύμπησα εκεί όπου αποδεδειγμένα κυκλοφορούν καρχαρίες, είχα πια λυτρωθεί. Εντάξει και πάλι δεν πήγα στα βαθιά και κοιτούσα συνεχώς στα μάτια τον ναυαγοσώστη, ωστόσο το μεγάλο βήμα είχε γίνει, τα μάγια είχαν λυθεί.

Καρχαρία δεν σε φοβάμαι πια (αρκεί να μην σε συναντήσω ποτέ).