ΗΜΟΥΝ ΕΚΕΙ

Πώς είναι να είσαι για 10 χρόνια κατά φαντασία ασθενής

Ο Γολγοθάς του να παρακαλάς το γιατρό να σου πει ότι πάσχεις από κάποια συγκεκριμένη ασθένεια.

Ο εμετός είχε φτάσει στον φάρυγγα. Είχα γονατίσει μπροστά στη λεκάνη της τουαλέτας, στην οποία στηριζόμουν με το αριστερό χέρι, ενώ με τον δείκτη του δεξιού μου σημάδευα τον ουρανίσκο. Το μόνο που έμενε για ν’ ανακουφίσω τα σωθικά μου ήταν να χώσω το δάχτυλο δέκα εκατοστά βαθύτερα στο στόμα. Μία κίνηση, την οποία στα έντεκά μου, θεωρούσα εξίσου δύσκολη με το να φουντάρω από την ταράτσα του Πύργου των Αθηνών. Ο τρεμάμενος δείκτης μου έμεινε για λίγα ακόμα δευτερόλεπτα πάνω στο μισάνοιχτο μου στόμα, μέχρι που τον δάγκωσα, σηκώθηκα κι επέστρεψα στο κρεβάτι. Το είχα πάρει απόφαση πως για τέταρτη συνεχόμενη Δευτέρα θα πήγαινα στο σχολείο άγρυπνος.

Για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο τα τελευταία κυριακάτικά βράδια ήταν βασανιστικά. Αν και κοιμόμουν γύρω στις δώδεκα, ξυπνούσα λίγες ώρες αργότερα με ακατάσχετη αναγούλα. Δεν είχα το θάρρος να εκβιάσω τον εμετό -ο εμετός βέβαια αν θέλει, έχει το θάρρος να βγει από μόνος του- οπότε έμενα ξύπνιος μέχρι τις 5 ή 6 το πρωί, ώσπου δηλαδή να εξαντληθώ και να με πάρει ο ύπνος για μια ώρα, μέχρι να με ξυπνήσει η μάνα μου για να πάω στο σχολείο. Τη συγκεκριμένη Δευτέρα με ξύπνησε, όπως κάθε φορά, στις 07:15. Μόνο που δεν με πήγε στο σχολείο, αλλά στο Παίδων.

Δεν είχα πυρετό, δεν ζαλιζόμουν, δεν πονούσα σε οποιοδήποτε σημείο του σώματός μου, ούτε ένιωθα αδυναμία. Το μόνο που συνέβαινε για τέταρτη συνεχόμενη Δευτέρα ήταν πως ξυπνούσα λίγο μετά τα μεσάνυχτα λόγω αναγούλας, η οποία διατηρούνταν στην ίδια ένταση μέχρι να ξημερώσει, όταν και περνούσε. Εξήγησα, με τις απαραίτητες παρεμβάσεις της μητέρας μου, την κατάσταση στον παιδίατρο και εκείνος αφού με ακροάστηκε με έστειλε μ’ ένα αδιάφορο ύφος για εξετάσεις. Έκανα γενικές αίματος, ακτινογραφίες, πήγα σε οφθαλμίατρο, ενώ ο ωτορινολαρυγγολόγος έλεγξε το ενδεχόμενο να έπασχα από λαβύρινθο. Τρεις ώρες αργότερα, αφότου δηλαδή είχαν βγει όλα τα αποτελέσματα, μάς φώναξε ο παιδίατρος και ανακοίνωσε στη μητέρα μου το χειρότερο δυνατό σενάριο:

Ο μικρός είναι περδίκι. Να κοιμάται λίγο περισσότερο και να περιορίσει τα Goody’s, τα σουβλάκια και τις πίτσες

Kαι τι θέλαμε ν’ ακούσουμε μάνα και γιος για να φύγουμε χαρούμενοι από το νοσοκομείο; Ότι έπασχα από μια σπάνια μορφή χρόνιας γαστρεντερίτιδας ή ότι είχα όγκο στο στομάχι; Όχι. Προφανώς, όχι. Όταν, όμως, έχεις συμπτώματα όπως τα δικά μου, τα οποία σε κάνουν να υποφέρεις, θες ο γιατρός να σου βρει κάτι. Κάτι όχι τόσο σημαντικό. Κάτι, όμως, που να υπάρχει έστω ως καταχώρηση σε μια εγκυκλοπαίδεια υγείας. Ώστε να δικαιολογηθούν τα συμπτώματα, να αποδεχτείς την ασθένεια, ν’ αρχίσεις να την αντιμετωπίζεις και κυρίως να σταματήσεις να είσαι σίγουρος ότι πάσχεις από κάτι τόσο σύνθετο και σπάνιο που ούτε οι γιατροί δεν μπορούν ν’ ανακαλύψουν. Φεύγοντας από το Παίδων μάνα και γιος ήμασταν πεπεισμένοι για το τελευταίο.

Ι: Η προσωπική διάγνωση

Το γκουγκλάρισμα των συμπτωμάτων σου όταν νιώθεις άρρωστος, είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να πειστείς ότι πεθαίνεις, λέει ένα αρχαίο ρητό, το οποίο είναι χαραγμένο πάνω σε μία πέτρινη motherboard στη Sillicon Valley. Ευτυχώς, στις αρχές των ’90s το Google έμοιαζε με σενάριο επιστημονικής φαντασίας και η συγκεκριμένη motherboard δεν είχε ακόμα ανακαλυφθεί. Δυστυχώς, εκείνα τα χρόνια το ρόλο του Google έπαιζε η τηλεόραση και οι ανά την ελληνική επικράτεια θείες μου. Μετά από απανωτά ζάπινγκ και κάμποσα τηλεφωνήματα προς τις κυρίες, οι οποίες είχαν ως χόμπι να τσιμπάνε τα μάγουλα ανήλικων αγοριών απορώντας φωναχτά ”πώς μεγάλωσε έτσι ο -άκης”, κατέληξα με την μητέρα μου στο συμπέρασμα πως έπασχα από επιληψία. Οι γιατροί του Παίδων ως κλασικοί δημόσιοι υπάλληλοι βαριόντουσαν να τη διαγνώσουν, οπότε είχε έρθει η ώρα να πάω στο γραφείο του παιδιάτρου μου, έτοιμος ν΄ακούσω από εκείνον την σκληρή αλήθεια.

Η πεποίθησή μας ότι έπασχα από επιληψία στηριζόταν στα εξής δύο επιχειρήματα. Πρώτον, στην συχνή τάση προς εμετό, η οποία δεν κατέληγε σε εμετό, άρα μπορεί να αποτελούσε μια μορφή επιληπτικής κρίσης. Δεύτερον, στο ότι περνούσα τουλάχιστον 3-4 ώρες την ημέρα παίζοντας Zelda στο NES ή Moonstone στο αμιγκάδικο, στην πλατεία του Αγίου Δημητρίου στους Αμπελόκηπους. Και τι παθαίνει ως γνωστόν όποιο κακό παιδί παίζει πολλές ώρες video games; Επιληψίίία. Όπως τα παιδιά που δεν τρώνε, το βράδυ τα παίρνει ο μπαμπούλας. Ανέλυσα το σκεπτικό μου στον γιατρό -αυτό με τον μπαμπούλα το προσπέρασα- και εκείνος με ρώτησε αν είχα αλλάξει κάτι στις διατροφικές μου συνήθειες. Το μόνο που μπόρεσα να θυμηθώ ήταν πως τότε είχαν πρωτοεμφανιστεί στην αγορά οι χυμοί Frulite κι εγώ έπινα πάνω από ένα λίτρο ροδάκινο την ημέρα. Φεύγοντας από το ιατρείο, είχα λάβει δύο οδηγίες: να κόψω μαχαίρι τους Frulite και τα video games. Για περαιτέρω εξετάσεις ούτε λόγος. Το σενάριο της επιληψίας δεν ήταν πολύ πιθανό, ωστόσο καλό θα ήταν να προσέχω.

ΙΙ: Η αποχή από τα video games

Αν υπάρχει μία πιθανότητα να εξαρτηθώ από κάτι σε αυτή τη ζωή, τα video games είναι το ακλόνητο φαβορί. Στον τζόγο είμαι μεγάλος κουβάς, στο φαγητό πολύ επιλεκτικός, όσον αφορά το αλκοόλ μεθάω με τρεις μπίρες, ενώ από ναρκωτικά δεν ξέρω καν να καπνίζω. Τα video games είναι το μόνο πράγμα -τουλάχιστον μέχρι τα 22 μου- το οποίο με έχει κάνει να ξεχάσω να φάω ή να πάω τουαλέτα, ενώ σε εποχές Championship Manager και Diablo, δεν ήταν λίγες οι φορές που κατέστρωνα τακτικές (ποδοσφαιρικές και πολεμικές) ακόμα και στον ύπνο μου. Φαντάσου πόσο πιο έντονη ήταν η κατάσταση στα 11 μου.

Η ζωή μου ήταν σχολείο- μπάλα-video games σε ασταμάτητη λούπα, βρισκόμουν δηλαδή ένα βήμα πριν την απόλυτη ευτυχία, αρκεί από το προαναφερθέν τρίπτυχο να έλειπε το σχολείο. Ο γιατρός, όμως, δεν μου ζήτησε να βγάλω από τη ζωή μου το σχολείο, αλλά τα video games. Το σοκ ήταν ισχυρό. Εφάμιλλο με το να μου ανακοίνωναν οι γονείς μου ότι ήμουν υιοθετημένος. Παρ’ όλα αυτά, κατάφερα να κόψω τα video games. Μαχαίρι.

Τα χρόνια περνούσαν και οι συμμαθητές μου έκαναν level ups, κατακτούσαν πρωταθλήματα και σκότωναν αρχηγούς. Κατορθώματά, τα οποία όσο μου τα περιέγραφαν ένιωθα σαν τον δεμένο Οδυσσέα στο κατάρτι, ενώ το καράβι του περνούσε από το νησί των Σειρήνων. Αλλά εγώ εκεί. Σκύλος. Δεν ενέδιδα στους πειρασμούς. Στην τρίτη γυμνασίου, δηλαδή μετά από τέσσερα χρόνια αποχής από κονσόλες και αμίγκα, αποφάσισα πως είχε έρθει η ώρα να αγοράσω το πρώτο μου pc. Όλα έδειχναν πως είχα γλιτώσει την επιληψία.

Επεξεργαστής> Pentium στα 133 Mhz

Μνήμη> 16 Mb RAM

Σκληρός δίσκος> 1.2 Gb

Οθόνη> 14” Daewoo

Ένα σαββατιάτικο πρωινό του 1997 έφτασε στο σπίτι μου ένα pc με τα παραπάνω χαρακτηριστικά και μπόνους ένα cd με αντιγραμμένο το Civilization II. Άρχισα δειλά δειλά να κάθομαι μπροστά στην οθόνη του για δύο ώρες την ημέρα. Οι δύο έγιναν τρεις. Οι τρεις πέντε. Ώσπου μερικά Σαββατοκύριακα χτυπούσα οχτάωρα και δεκάωρα. Το θηρίο είχε νικηθεί κι εγώ είχα επιστρέψει στη λούπα της (σχεδόν) ευτυχίας: σχολείο-μπάλα-videogames. Και το σημαντικότερο από όλα; Τα βράδια της Κυριακής κοιμόμουν σαν πουλάκι. Όλα αυτά μέχρι να τελειώσω την τρίτη γυμνασίου. Τη νέα σεζόν η άγνωστη νόσος θα χτυπούσε ξανά την πόρτα μου με νέα αυτή τη φορά μορφή.

ΙΙΙ: Η επιστροφή της ασθένειας

Είχα αρχίσει να ιδρώνω. Ξεκούμπωσα το πάνω κουμπί του τζιν και τράβηξα το λάστιχο από το μποξεράκι τόσο ώστε να μην εφάπτεται στην κοιλιά μου. Η κυρία Γεωργίου παρέδιδε τον δεύτερο νόμο του Νεύτωνα κι εγώ το μόνο που ήθελα να κάνω ήταν να διακτινιστώ μέχρι την τουαλέτα, να καθίσω στη λεκάνη και να βγάλω ό,τι είχε ξεμείνει στο έντερό μου από την πρωινή επίσκεψη στο μπάνιο. Δεν σήκωσα το χέρι για να της ζητήσω να βγω έξω. Δεν είχε νόημα. Τις προηγούμενες τέσσερις φορές που το είχα κάνει κατέληξα να περάσω όλη την ώρα της Φυσικής στην τουαλέτα χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Η φαινομενικά επείγουσα ανάγκη, κρατούσε κάθε μέρα όσο οι δύο πρώτες σχολικές ώρες. Αν αποφάσιζα να πάω νωρίτερα στην τουαλέτα, η ανάγκη θα εξαφανιζόταν με το που θα κατέβαζα το μποξεράκι μου.

Αυτή ήταν η σχολική μου ζωή για ολόκληρη την πρώτη λυκείου. Αν και το σύμπτωμα ήταν καθημερινό -σε αντίθεση με αυτό της ‘επιληψίας’- δεν απευθύνθηκα σε γιατρό. Παρ’ όλο που υποψιαζόμουν πως αιτία ήταν και πάλι τα video games, δεν ήμουν σε θέση να τα θυσιάσω για κάμποσα ακόμα χρόνια. Άσε που δεν είχα πειστεί πλήρως για την ευθύνη τους. Μετά από μια σεζόν με πολύ κακή ψυχολογία, λόγω του παραπάνω συμπτώματος, έφτασε το καλοκαίρι. Έπρεπε να επιλέξω κατεύθυνση, αφού τον επόμενο Μάιο θα έδινα για πρώτη φορά Πανελλήνιες. Για κάποιο λόγο οι Πανελλήνιες χτύπησαν ένα καμπανάκι μέσα στο κεφάλι μου και με έκαναν να πάρω έστω και με καθυστέρηση ξανά την ίδια επίπονη απόφαση. Να κόψω τα video games. Έτσι κι αλλιώς, με έπεισα ότι δεν θα είχα χρόνο να παίζω λόγω διαβάσματος.

Οι Πανελλήνιες της δευτέρας και της τρίτης λυκείου ολοκληρώθηκαν κι εγώ πέρασα στη σχολή της πρώτης μου επιλογής. Οι τάσεις για εμετό και τουαλέτα είχαν εξαφανιστεί για δύο χρόνια και όλα έδειχναν πως η (όποια) ασθένειά μου ανήκε στο παρελθόν. Τα πράγματα, όμως, δεν εξελίχθηκαν τόσο ευχάριστα όταν αποφάσισα να πάρω ένα καινούργιο η/υ και να πέσω με τα μούτρα επάνω του. Ήδη το πρώτο χάραμα, αφότου μπήκε ο νέος υπολογιστής στο σπίτι, με βρήκε γονατιστό μπροστά στη λεκάνη να διστάζω για άλλη μια φορά να σπρώξω τον δείκτη του δεξιού μου χεριού προς τον ουρανίσκο. Οι αναγούλες είχαν επιστρέψει και μαζί τους η ακατάσχετη επιθυμία να επισκέπτομαι κάθε πρωί -χωρίς αποτέλεσμα- την τουαλέτα της σχολής.

Η ασθένεια, όμως, αυτή τη φορά δεν περιορίστηκε στα παραπάνω συμπτώματα. Στα πρώτα εξάμηνα της σχολής πήγα σε δερματολόγο λόγω ασταμάτητης φαγούρας σε κάθε πιθανό τετραγωνικό εκατοστό του κορμιού μου, σε οφθαλμίατρο γιατί όποιας μάρκας φακούς επαφής και να φορούσα μετά από δύο μέρες θόλωναν, σε παθολόγο γιατί πριν από ένα ταξίδι το οποίο δεν ήθελα να κάνω βρέθηκα ταυλιασμένος στο κρεβάτι για τρεις μέρες χωρίς να μπορώ να σηκωθώ, σε άλλο παθολόγο γιατί κατά τη διάρκεια κάθε εξεταστικής κοιμόμουν 14 με 16 ώρες την ημέρα, σε γαστρεντερολόγο γιατί ό,τι κι αν έτρωγα είχε ως αποτέλεσμα ένα μόνιμο πρήξιμο στο στομάχι.

Φυσικά, έκανα κάθε πιθανή εξέταση και ακόμα φυσικότερα ΠΟΤΕ, ΚΑΝΕΙΣ γιατρός δεν μου διέγνωσε κάποια ασθένεια

Είχα φτάσει σε σημείο να εκλιπαρώ να μάθω ότι έπασχα από τη χειρότερη δυνατή αρρώστια, αρκεί να είχε συγκεκριμένο όνομα. Παρ’ όλα αυτά οι γιατροί με αντιμετώπιζαν σαν αλαφροΐσκιωτο, αφού ήταν αδύνατον να έπασχα από οτιδήποτε, από τη στιγμή που οι εξετάσεις μου έβγαιναν καθαρές. Όλα αυτά μέχρι ένα απόγευμα του 2003 (στο 3ο έτος της σχολής), όταν αποφάσισα να κάνω μια επίσκεψη στον οικογενειακό μας παθολόγο.

Αιτία δεν ήταν κανένα από τα παραπάνω περιστατικά, αλλά το γεγονός πως πέρα από τον η/υ και τα video games είχαν αρχίσει να με ενοχλούν η ακτινοβολία του σινεμά, του κινητού τηλεφώνου, του φορητού τηλεφώνου, αλλά και της τηλεόρασης. Γενικώς, ό,τι και να έκανα είχε ως αποτέλεσμα να ξημεροβραδιάζομαι -χωρίς αποτέλεσμα- στη λεκάνη της τουαλέτας. Είτε καθισμένος επάνω της, είτε γονατιστός μπροστά της. Δεν ήμουν πλέον λειτουργικός και για να μπορέσω να ενταχθώ ξανά στην κοινωνία -γιατί όπως καταλαβαίνεις είχα αρχίσει να χάνω επαφή με ανθρώπους, σχολές και καταστάσεις- έπρεπε να κάνω κάτι δραστικό.

IV: Η λύτρωση

Μπήκα στο γραφείο του κυρίου Πέτρου -του τότε οικογενειακού μας γιατρού- και κάθισα στην μαύρη, δερμάτινη καρέκλα απέναντί του. Στο ”πες μου γιατί ήρθες σήμερα εδώ” δεν απάντησα αμέσως. Μετά από δέκα δευτερόλεπτα, όσο χρειάστηκε να κατακάτσει μέσα μου η ερώτηση, άρχισα να του λέω την ιστορία μου. Του ανέλυσα για μισή ώρα όσα περιγράφω παραπάνω. Εκείνος δεν με διέκοψε ούτε για μία στιγμή. Με κοιτούσε με κατανόηση και κουνούσε πολλές φορές συγκαταβατικά το κεφάλι. Όταν ολοκλήρωσα τη διήγησή μου, πήρα μια βαθιά ανάσα και τον κοίταξα στα μάτια με την ελπίδα πως επιτέλους είχα βρει έναν άνθρωπο, ο οποίος θα μπορούσε να διαγνώσει από τι έπασχα, αφού ήταν ο πρώτος που με είχε ακούσει πραγματικά.

”Γιώργο”, είπε, ”άκουσα με προσοχή την ιστορία σου και πιστεύω απόλυτα ότι για δέκα χρόνια ένιωθες όλα όσα μου περιέγραψες. Παρ’ όλα αυτά, δεν υπάρχει πουθενά στην παγκόσμια βιβλιογραφία κάτι που να συνηγορεί πως τα συμπτώματα που ανέφερες οφείλονται στη χρήση του η/υ ή άλλων ηλεκτρονικών συσκευών.” Για πρώτη φορά ένιωσα πως δεν είχα απέναντί μου κάποιον που δεν τον ένοιαζε αν θα με έκανε να νιώσω είτε πολύ άρρωστος είτε τρελός. ”Τι θα σε έκανε χαρούμενο αυτή τη στιγμή;”, με ρώτησε, αφού μου ανέλυσε τις πιθανές παρενέργειες της υπερβολικής χρήσης του η/υ και τι είναι όντως η επιληψία. ”Θέλω να γυρίσω στο σπίτι και να ξεκινήσω μια νέα σεζόν στο Championship Manager”, του απάντησα. ”Τέλεια”, συνέχισε ”αυτό να κάνεις”. ”Κι αν το βράδυ έχω πάλι τα ίδια;”, τον ρώτησα με δισταγμό.

Το βράδυ θα κοιμηθείς σαν πουλάκι. Αν μία στο εκατομμύριο έχεις κάποιο από τα συμπτώματα που ανέφερες, έλα ξανά εδώ αύριο το απόγευμα να σκίσουμε παρέα το πτυχίο μου

Από εκείνο το απόγευμα και για τα επόμενα 14 χρόνια χρησιμοποιώ τον η/υ (και τις υπόλοιπες ηλεκτρονικές συσκευές) τουλάχιστον 8 ώρες την ημέρα, χωρίς ποτέ ξανά να μου έχει εμφανιστεί κάποιο από τα γνωστά συμπτώματα που με οδηγούσαν στη λεκάνη της τουαλέτας. Οι φαγούρες, οι θολωμένοι φακοί, τα φουσκώματα, οι υπνηλίες και μερικά ακόμα ψυχοσωματικά τα οποία έκαναν την εμφάνισή τους τους επόμενους μήνες της επίσκεψης μου στον κύριο Πέτρου, μετά από μερικά χρόνια ψυχοθεραπείας αποτέλεσαν και αυτά παρελθόν. Αυτή είναι, όμως, μια άλλη ιστορία.