FATHERHOOD

Ο Καραμήτρος, το μωρό και η ταβέρνα

Ο Καραμήτρος είναι ο γνωστός, του 'πού πας'. Το μωρό το δικό σου. Και η ταβέρνα, αυτή του νησιού. Εκεί που οι άλλοι σε στραβοκοιτάνε.

Ακροθαλασσιά, ψαρομεζεδάκι, παγωμένο κρασάκι, μια μαγεία. Συγκεκριμένα μια μαγεία που διακόπτεται από τις φράσεις ‘μην μπουκώνεσαι με το καλαμάρακι’, ‘μην πέφτεις πάνω στους άλλους πελάτες με το ποδήλατο σου’ και ‘κατέβασε επιτέλους τον ήχο στο iPad’. Τις οποίες ξεστομίζεις εσύ, αγαπημένε μου φαδερά. Ναι, ποιος να το φανταζόταν.

Θυμάσαι μια εποχή, πριν από πολλά χρόνια, που ήσουν εσύ αυτός που ενοχλούνταν όταν ένα μάτσο φασαριόζικα παιδιά/μωρά σου χάλαγαν την ησυχία (βλέπε σου έσπαγαν τα τύμπανα με τις φωνές τους) σε αεροπλάνα, καράβια, ταβέρνες και λοιπούς χώρους όπου, χωρίς να το θέλεις, βρισκόσουν να ‘μοιράζεσαι’ μαζί τους;

Προσωπικά, την έχω ξεχάσει. Πλέον, μετά από πέντε χρόνια στο επάγγελμα (του πατέρα φυσικά, ότι άλλο, αυτό που γράφει το μπλοκάκι μου, έχει καταλήξει να είναι χόμπι), είναι σαν να ήμουν εγώ ανέκαθεν αυτός που είναι αναγκασμένος -που και που- να ζητάει συγνώμη από τους υπόλοιπους, όταν η μικρή ξεπερνάει τα όρια. Κάτι που δεν κάνει συχνά. Για την ακρίβεια καθόλου συχνά.

Τουλάχιστον το χειμώνα. Γιατί το καλοκαίρι, αυτό το καλοκαίρι που μόλις τελείωσε (σ.σ. γυρίσαμε, βλέπεις, μόλις από διακοπές και τα έχω όλα φρέσκα στο μυαλό μου) έδωσε ρεσιτάλ για πνευστά και έγχορδα. Ειδικά στην ταβέρνα. Ειδικότερα όταν ήταν μαζί με τον συνομήλικο ξάδελφό της.

 

Και 7-8 βαρβάτα κλάματα. Δυο γιατί την μαλώσαμε επειδή μπουκωνόταν ασύστολα με τηγανητές πατάτες (γνωστές και ως ‘κράκ για παιδιά’). Δυο γιατί της πήραμε το iPad με τα χέρια όταν άρχιζαν να πλακώνονται με τον ξάδελφό της για το ποιος θα πρωτοπαίξει. Ένα γιατί δεν της αγοράσαμε παστέλι. Και τα υπόλοιπα από κούραση γιατί, λόγω καλής παρέας, ξεχαστήκαμε και πέρασε η ώρα.

Ναι, τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι σαφώς και χειρότερα. Όπως θα μπορούσαν να είναι και καλύτερα. Όπως και να ‘χει, όλο αυτό, ήταν αφορμή για να θυμηθώ πόσο επίπονο για όλους, εσένα και τους υπόλοιπους, είναι να κουβαλάς μαζί σου ένα μωρό -και, σε μικρότερο βαθμό, ένα παιδί- στην ταβέρνα. Γενικώς, αλλά και ειδικώς στην νησιώτικη.

Το καρότσι που δεν περνάει με τίποτα ανάμεσα στις καρέκλες. Στο τσιμέντο εννοώ, γιατί αν τα τραπέζια είναι πάνω στην άμμο, το ‘γλέντι’ μεγαλώνει.

Το γάλα που πρέπει να παρακαλέσεις γονυπετής τον ταβερνιάρη να σου ζεστάνει. Εκεί, δίπλα στις μαρίδες που τηγανίζονται. Άμα λάχει παίρνει και μυρωδιά.

Η γεμάτη και ‘μυρωδάτη’ πάνα που κάνεις ‘τσάρκα’ γύρω από ανθρώπους που τρώνε προκειμένου να βρεις κάπου να την πετάξεις.

 

Τα παιχνίδια που επιμένουν να πέφτουν ανά δέκα δευτερόλεπτα κάτω από το τραπέζι. (εξαιρετική άσκηση για να βελτιώσεις την ευλυγισία σου. Και, όταν το στομάχι σου είναι γεμάτο, με αυξημένο βαθμό δυσκολίας).

Και, το χειρότερο για κάποιον ‘φαγανό’ όπως εγώ, οι βάρδιες που χρειάζεται να κάνεις με την σύζυγο προκειμένου να βάλει ο ένας μια μπουκιά στο στόμα όσο ο άλλος κρατάει το παιδί-σκούπα χούβερ και το εμποδίζει από το να βάλει στο στόμα ότι βρει μπροστά του. Από το χάρτινο τραπεζομάντηλο και το λεμόνι, μέχρι το πλαστικό πραγματάκι που συγκρατεί το τραπεζομάντιλο.

Προφανώς όλα είναι θέμα παιδιού. Και -σκληρής- εκπαίδευσης. Ο φίλος μου ο Θωμάς π.χ., έπαιρνε και τα δυο παιδιά του σε ταβέρνες από τότε που γεννήθηκαν. Είχαν συνηθίσει να κοιμούνται μέσα στο καρότσι τους. Είχαν συνηθίζει να ξενυχτάνε μαζί μας. Είχαν συνηθίσει να είναι συνέχεια έξω.

Το ίδιο και ο ξάδελφος μου, ο ΟΫΚΑΣ 6χρονος γιος του οποίου -που είναι πολύ μεγάλος πλέον για καρότσι- ζητάει, όταν νοιώσει εξαντλημένος, κανονικά να του βγάλουν το ράντζο του και το σεντόνι του και ξαπλώνει στην παραλία. Κάτω από τα αστέρια και δίπλα στην ταβέρνα ή το beach party. Το βλέπει ως περιπέτεια.

 

Επίσης, είναι εντελώς διαφορετικό έργο το να επιχειρήσεις οικογενειακή εξόρμηση στην ταβέρνα έχοντας μαζί πλήρως φορτισμένα τα iPad (ιδανικά ένα για κάθε παιδί που είναι παρών) και άλλο αν μπεις στην λογική ‘Μην έχει την μούρη του κολλημένο σε μια οθόνη’. Όσοι, βλέπεις, υποστηρίζουν κάτι τέτοιο, ξεχνάνε ότι όταν το παιδί δεν έχει την μούρη του στην οθόνη, την έχει κολλημένη πάνω σου.

Και δεν το συζητώ καν για τις οικογένειες με δυο ή παραπάνω παιδιά. Για αυτές θα έπρεπε να υπάρχουν ‘ειδικές’ ταβέρνες σε κάθε νησί και τουριστική περιοχή της Ελλάδας. Ταβέρνες χωρίς μαχαίρια, με τραπέζια χωρίς γωνίες και ένα μεγάλο ‘λάκκο’ στο κέντρο γεμάτο παιχνίδια, τηγανητές πατάτες, παγωτό βανίλια και ένα έμπειρο διαιτητή, ντυμένο Μαίρη Πόπινς, για να ντιλάρει με τους καβγάδες που θα ξεσπάσουν.

Από την άλλη, είπαμε, ακροθαλασσιά, ψαρομεζεδάκι, παγωμένο κρασάκι, μια μαγεία. Ο ορισμός του Greek summer-happy family edition. Σωστά;