ORIGINALS

Η συνήθεια που μου κόλλησε από σειρά ή ταινία

Προσοχή: H υπερβολική κατανάλωση ποπ κουλτούρας οδηγεί τους θεατές σε μιμητισμό.

Δεν χρειάζεται να βγάλουμε έναν ψυχολόγο, έναν ανθρωπολόγο κι έναν κοινωνιολόγο από το συρτάρι για να φτιάξουμε ένα ανέκδοτο για να εξηγήσουμε το πώς οι σειρές και γενικότερα η ποπ κουλτούρα έχουν αλλάξει τα χούγια και τις συνήθειές μας. Ίσως το ‘αλλάξει’ να είναι άδικα βαρύ για την περίσταση. Ας προτιμήσουμε λοιπόν το ‘διαμορφώσει’ που ακούγεται πιο δίκαιο.

Ασυναίσθητα, μιλάμε σαν τους ήρωες που χαζεύουμε στην οθόνη, κινούμαστε και φερόμαστε σαν αυτούς. Δεν ξέρουμε κάποιον καθηγητή χημείας που έχει αρχίσει να παρασκευάζει ναρκωτικά σαν τον Walter White, αλλά αυτό δεν είναι το νόημα; Δεν θα ‘πρεπε να τον έχουμε καταλάβει.

Τέλος πάντων, οι δημοσιογράφοι του Oneman με δύο γκεστ προσθήκες που θα συζητηθούν, γράφουν για το χούι, τη συνήθεια ή το κόλλημα που κληρονόμησαν κατευθείαν από την ποπ κουλτούρα. Σκεφτείτε καλά και τα δικά σας, τα περιμένουμε στα σχόλια. Μυστικό: Έχεις περισσότερα απ’ ό,τι νομίζεις.

Τα “Χέεεεεεεει!” απ’ το Sopranos, ο Σταύρος Δρακουλαράκος

Κάθε φορά που η οικογένεια του Τόνι (μπαμπάς, μαμά, κόρη, γιος) κάθονταν να φάνε και συζητούσαν για κάτι, πολύ συχνά πεταγόταν ο γιος ή η κόρη και έλεγαν κάτι ακραίο, με αποτέλεσμα ο Τόνι ή η Καρμέλα να τους φωνάζουν ένα δυνατό “ΧΕΕΕΕΕΪ!”. Συνήθως το ακολουθούσε κι ένα “Don’t talk like that!”. Γενικότερα στη σειρά, ακόμα και στις σκηνές που είναι μαζεμένοι οι μαφιόζοι, όταν κάποιος παρεκτρέπεται, οι άλλοι κάνουν ένα “ΧΕΕΕΕΕΪ!” τύπου “Εεε, κόψε!”.

Άθελα μου το έλεγα συχνά, όταν πχ. κάποια από τις κόρες μου χοροπήδαγε στο στομάχι μου ή έριχνε κάτι ή μάλωνε με την αδερφή της και παρατήρησα ότι το λέει και η ​σύζυγος μου. Πάω λοιπόν τις προάλλες να​ τσιμπήσω​ από την μπουγάτσα της Ειρήνης (η μικρή) και μου κάνει “ΧΕΕΕΕΕΕΪ!”​. Με ίδιο τόνο και χροιά φωνής, σαν να έβλεπε Sopranos από τα παλιά τα χρόνια. Κι​ αμέσως θυμήθηκα ότι στις διακοπές είπα στην Εύα (η μεγάλη) ότι “η μαμά είναι γνωστό​ πειραχτήρι​” και μου κάνει “ΧΕΕΕΕΕΕΕΪ… Μη μιλάς έτσι για τη μαμά!​!!​”. ​​Δεν είμαι σίγουρος ότι μου αρέσει το προς τα πού πάει όλο αυτό…

(σημείωση Oneman: o Σταύρος είναι ο μπαμπάς της Εύας, της Ειρήνης και της ιδέας γι’ αυτό το θέμα)

Αχρείαστες ερωτήσεις αλά Ντάλας, ο Στέφανος Τριαντάφυλλος

Α, από συνήθειες άλλο τίποτα. Πλέον για παράδειγμα κάνω προσφορές που δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί. Σαν το Νονό. Πάντα προσέχω να τοποθετώ έμπιστα άτομα που τους κόβει στις γωνίες. Σαν το Wire. Επίσης, ξεπατίκωσα – ως στάση ζωής – το να προσφέρω δύο επιλογές, ‘το ασήμι ή το μολύβι’ ωσάν τον Πάμπλο τον Εσκομπάρ στο Narcos. Γενικότερα από ατάκες άλλο τίποτα. Α, επίσης μου έχει κολλήσει η συνήθεια να επαναλαμβάνω την ερώτηση με μικρές αχρείαστες ερωτησούλες όπως έκανε ο Τζιοβάνι Ντάλας (Γιάννης Σαββιδάκης) στο ‘Της Ελλάδος τα Παιδιά’. Τι ώρα θα έρθει ο Νίκος το βράδυ; Το βράδυ; Ο Νίκος; Τι ώρα θα ‘ρθει;

Τα air quotes του Joey, ο Κωνσταντίνος Αμπατζής

 

Έχοντας παρακολουθήσει όλα τα επεισόδια των Friends από τουλάχιστον 20 φορές το καθένα, θα ήταν παράλογο να μην μου έχουν μείνει διάφορες συνήθειες απ’ τους πρωταγωνιστές του. Αν έπρεπε όμως να διαλέξω μόνο μία, (πρέπει βασικά τώρα, οπότε there you go) αυτή θα ήταν τα air quotes του Joey σε λέξεις που δεν έχει νόημα να τα κάνεις. Δηλαδή κυριολεκτικές. Όποτε κάποιος λέει κάτι περίεργο, ή δεν καταλαβαίνει τι είπε, ή λέει κάτι βαρύγδουπο, επαλαμβάνω αυτό που είπε, κάνοντας air quotes. Ναι καλά κατάλαβες, τα χρησιμοποιώ για να κοροϊδέψω. “Συγγνώμη”.

Ο παράξενος τρόπος που μιλάνε στην Buffy, για τον Θοδωρή Δημητρόπουλο

 

Δεν είναι κάποιος ακριβής μανερισμός ή κάποια ίδια ατάκα που έχω ξεσηκώσει (αν και σίγουρα υπάρχουν και άπειρα τέτοια, πχ πρέπει να χρησιμοποιώ το MY EMOTIONS καμιά δεκαετιά φορές τη βδομάδα), αλλά περισσότερο μια ολόκληρη αίσθηση ομιλίας, από την -όχι τυχαία, αγαπημένη μου σειρά ever- ‘Buffy’. Δεν μπορώ να το βάλω σε κανόνες γιατί δεν είναι πολύ σαφές τι είναι αυτό το buffy-speak. Το παραπάνω featurette έχει πολλά χαρακτηριστικά παραδείγματα. Το να κολλάς καταλήξεις όπως ‘-y’ ή ‘-ness’ πίσω από το οτιδήποτε φτιάχνοντας ανύπαρκτες περιγραφές, η χρήση ποπ αναφορών ως μερών του λόγου (κάνω εντελώς buffy μερικές φορές, θα έλεγε κανείς), η κυριολεκτική διατύπωση παράλογων concepts (“wake up in a coma!“), και διάφορες άλλες τέτοιες χαριτωμενιές που έκαναν τρομερά πιο ενδιαφέρον το να βάζω λέξεις (και σκέψεις! γιατί έτσι σκέφτομαι) στη σειρά.

Δεν μοιράζεται το φαγητό του, ο Θάνος Καμπύλης

(1) Αφορμή στάθηκε η κουζίνα όταν η Δέσποινα και η Κατερίνα άρχισαν να τσιμπολογάνε από το φρεσκοπαραγγελθέν delivery μου, πριν καν εγώ ξεκινήσω να δοκιμάζω. “Μμμμ, φαίνεται πολύ νόστιμο. Να πάρω λίγο; Αχ, να πάρω κι εγώ;”. Και το κάνουν. Και μετά τα σχόλια. “Φανταστικό. Πολύ νόστιμο. Τέλειο”. $#%@!!!  Καλά τα λεγες ρε Joey θεέ στα Φιλαράκια. “JOY DOESN’T SHARE FOOD!”. Και γιατί να share δηλαδή; Υπάρχει κανένας λόγος; Τα δικά μου δικά μου και τα δικά σου δικά σου. Όλα κι όλα. Βέβαια τώρα αν μου τύχαινε ραντεβού και το γλυκό μου ήταν τσιζκέικ με κούλι και της κοπέλας οτιδήποτε περιέχει σοκολάτα, το παραδέχομαι. Θα το εξαφάνιζα κι εγώ το λεπτό που θα χτυπούσε ο βομβητής της σε κλήση για δουλειά. “And I wouldn’t be even sorry!”. Και για να μιλήσουμε και με στοιχεία, το ‘χε πει κι ο Guy de Maupassant: Από όλα τα πάθη, το πιο αξιοσέβαστο μου φαίνεται ότι είναι η λαιμαργία.

(2) Είναι άπειρες οι φορές που έχοντας προσπαθήσει να διηγηθώ κάτι σε οποιονδήποτε, ξεχύνεται μέσα από το λάρυγγα αβίαστα και ανερυθρίαστα η ατάκα: «και πίρι-πίρι πίρι-πίρι πίρι-πίρι» (από το 1:56 και μετά, και σίγουρα ξεχνάω κάποια «πίρι»)). Ναι ρε Λάζαρε (από το ‘Είσαι το ταίρι μου’). Είχες ανακαλύψει τη λεκτική sauce που γεμίζει όλα τα hot-dog συζήτησης.

(3) Με ρώτησε ο Ηλίας πόσα θέλω για να γράψω αυτό το άρθρο (Inception). «Τα 1000 δε θα φτάσουν (Ηλία μου!)». Και κολλάει οπουδήποτε σαν απάντηση πανάθεμά το. Σε οποιαδήποτε ερώτηση έχει να κάνει με αριθμούς, ποσά, νούμερα, ο Φουσέκης είναι εκεί για να δώσει την απάντηση. Πολλές φορές ακόμη κι όταν δεν υπάρχει ερώτηση.

(4) Χριστέ μου, τελικά πόσο πιεστικό ήταν αυτό το άρθρο. “I didn’t expect the Spanish Inquisition”. Παρακαλώ να πέσει το βίντεο. Το Flying Circus θα έπρεπε να διδάσκεται στα σχολεία.

(σημείωση Oneman: Ο Θάνος Καμπύλης είναι δημοσιογράφος της Huffington Post και γενικότερα γαμώ τα παιδιά)

To White Russian του Dude, o Πάνος Κοκκίνης

 

18.000 ταινίες and counting (2 την ημέρα από τότε που ήμουν 14) και το μόνο κινηματογραφικό ‘κουσούρι’ που μου έμεινε ήταν αυτό το ποτάκι. Συν συνολικά ότι μυρίζει Big Lebowski. Δεν φαίνεται πολύ, αλλά μην ξεχνάς πως δεν πίνω ποτέ και τίποτα πέρα από σόδα. Εντάξει, για να είμαι ειλικρινής, υπήρχε και εκείνη η περίοδος που προσπάθησα να ‘κοπιάρω’ την ειρωνεία του Chandler Bing. Αλλά έφαγα τα μούτρα μου. Όπως έφαγα τα μούτρα μου όταν ξεστόμισα το ‘You talking’ to me’ στην λάθος παρέα Ρωσοπόντιων που βρήκα μπροστά στο πατρικό μου στην Καλλιθέα. Μια μωλωπιασμένη εμπειρία που με έκανε να συνειδητοποιήσω ότι άλλο η ζωή και άλλο το σινεμά. 

Ο χορός του Τσάντλερ, για τον Πάνο Σεϊτανίδη

Παιδί της τηλεόρασης είμαι. Εύλογα λοιπόν η φαρέτρα μου είναι γεμάτη από ατάκες κάθε ύφους, ήθους και αισθητικής, προερχόμενες είτε από σειρές που είδαμε πέντε άνθρωποι παγκοσμίως, είτε από σειρές που παίζουν σε repeat όπως το –όχι άλλο κάρβουνο- ‘Κωνσταντίνου και Ελένης’. Όμως αν έχω κρατήσει κάτι που το κάνω εξίσου χάλια με τον τηλεοπτικό ήρωα και έχει εξίσου μηδενική ανταπόκριση στους υπολοίπους, είναι ο χορός του θριάμβου του Τσάντλερ από ‘Τα Φιλαράκια’. Εκτός ρυθμού, με χέρια, κορμό και πόδια να κινούνται τόσο αποσυντονισμένα που θαρρείς πως ο αυτοτραυματισμός είναι απλά θέμα χρόνου. Κίνηση κλασική μετά από κάθε μεγάλη νίκη στο Trivial Pursuit – γιατί αν κερδίζεις στο νήμα με νικητήρια απάντηση τον Γκούσταβ Κλιμτ, την Πράβντα ή τους τέσσερις λόφους που περιβάλουν την Βηρυτό, διάολε αξίζει να το γιορτάσεις. Με τον πιο εκνευριστικό χορό για τη χαμένη ομάδα…

Το πώς βάζει τα γυαλιά ηλίου ο Horatio Caine, ο Δημήτρης Κουπριτζιώτης

 

Παραλία. Έχει αρχίσει να σουρουπώνει και η παρέα τσακώνεται για το που θα φάμε. Λογικό είναι τους έχει κόψει η λόρδα. Εγώ λιώνω λίγο πιο πέρα στην ρακέτα όταν έρχεται κάποιος από τους πειναλέους και μου παίρνει τα μπαλάκια για να σταματήσω. Πλησιάζω τις πετσέτες μας, τους αφήνω λίγο ακόμα να τσακώνονται και μόλις με ρωτήσει κάποιος “Τι προτιμάς; Πίτσα, ταβέρνα ή ψάρι;” καταλαβαίνω ότι ήρθε η ώρα να κάνω το κομμάτι μου. Πιάνω τα γυαλιά ηλίου, παίρνω ύφος Horatio Caine κοιτώντας στο άπειρο, απαντάω “σουβλάκια” με βαριά και στεντόρεια φωνή και τα βάζω στο πρόσωπό μου. Μία φορά το είχε σκηνοθετήσει έτσι ώστε να παίξει κάποιος και την μουσική. Εκείνη η φορά ήταν απογείωση. Όπως καταλαβαίνεις πάντα θα μου έρθουν στα κεφάλι 5-6 ιπτάμενα πράγματα αλλά δεν βαριέσαι, ο Horatio μάς δίδαξε στυλ στο πως να βάζουμε τα γυαλιά και εμείς πρέπει να το ακολουθούμε πιστά. Κάθε φορά που φοράω τα γυαλιά μου, είναι σα να ακούω αυτή την μουσική-τσιρίδα από πίσω να παίζει.

Προσέχει να μην χάσει αλά ‘Ρετιρέ’ το κερδισμένο λαχείο ο Γιώργος Μυλωνάς

Δεν έχω κερδίσει (ακόμα) πάνω από τριψήφιο χρηματικό ποσό μέσω οποιαδήποτε μορφής τζογαρίσματος, αλλά δεν θα άντεχα με τίποτα να έχω κερδίσει και το απόκομμα του τυχερού παινχιδιού που το αποδείκνυε να πλενόταν στο πλυντήριο με τα λευκά ή να βρισκόταν κατά λάθος στα σκουπίδια. Αυτά, βέβαια, τα ενδεχόμενα δεν θα τα είχα σκεφτεί αν δεν είχα δει τα αντίστοιχα επεισόδια κάθε ελληνικής σειράς των 90’s που σεβόταν τον εαυτό της. Από το ‘Ρετιρέ’ μέχρι τους “Μεν και οι Δεν”, πάντα υπήρχε ένα επεισόδιο στο οποίο ένας εκ των πρωταγωνιστών κέρδιζε το πρώτο λαχνό στο λαχείο ή έπιανε το Λόττο και μόλις άρχιζε να ονειρεύεται πού θα επενδύσει τα κέρδη, το λαχείο είχε ήδη κάνει φτερά. Για να αποφύγω, λοιπόν, ένα τέτοιο ενδεχόμενο, έχω ένα πινακάκι πάνω από το γραφείο μου, στο οποίο καρφώνω κάθε λαχείο ή δελτίο τυχερού παιχνιδιού που έχω παίξει μέχρι να γίνει η κλήρωση ή να διεξαχθεί ο αγώνας. Καλύτερα να μην ξανακερδίσω ποτέ ούτε ένα ευρώ, παρά να κερδίσω μερικά και να καταλήξουν στη χωματερή.

Οι αφέλειες της Jess από το New Girl, για την Έρρικα Ρούσσου

Αν το δω διαχρονικά, τότε θα έπρεπε στον τίτλο μου να έχω την υπέροχη και χρησιμότατη δικαιολογία της Φοίβης με το ρακούν. Γιατί, κακά τα ψέμματα, με έχει ξελασπώσει ουκ ολίγες φορές. Αν το δω πιο διασκεδαστικά, τότε θα έβαζα σίγουρα το ‘Τρώμε κάτι και συνεχίζουμε’, του Λάζαρου από το Είσαι το Ταίρι μου. Αυτό, και αν το έχω πει(https://www.youtube.com/watch?v=j2AkqjYsK8I). Γενικά, τώρα που το σκέφτομαι και πήρα φόρα, η ποπ κουλτούρα και δη, εκείνη της ελληνικής τηλεόρασης, με παραέχει επηρεάσει (ακούς Θοδωρή;). Μνημονεύω ειρωνικές-ηρωικές ατάκες Ντένης Μαρκορά, το ‘πλήττω’ και το ‘φωτεινό μαύρο’ της Σωσώς Παπαδήμα, τις 150000 ατάκες της Δήμητρας Παπαδοπούλου στο Σ’αγαπώ Μ’αγαπάς, τις οποίες για να είμαι απολύτως ειλικρινής δεν είμαι σίγουρη ότι υιοθέτησα ή με υιοθέτησαν, δεν το χω βρει ακόμα.

Τέλος πάντων. Ο λόγος που αντί των παραπάνω, ο τίτλος μου έχει τις αφέλειες της Jess είναι γιατί θέλω να είμαι συνεπής απέναντι στο χρόνο και στο μπούλινγκ που έκανα στα παιδιά σχεδόν κάθε πρωί που έμπαινα στο γραφείο με το τραγούδι τίτλων του New Girl. Γιατί είχα καιρό να πάθω έρωτα και ταύτιση με έναν χαρακτήρα και να μιλάω συνεχώς γι αυτόν. Γι αυτό, ακόμη και αν στην απόφασή μου για τις αφέλειες ένα πολύ μικρό ποσοστό της Jess συνεισφέρει, είναι μία αλήθεια που ήθελα να τη μοιραστώ. Και την παραδεχτώ.

ΥΓ: Θα σας έκανα ένα boomerang με τις φιγούρες Jess, αλλά δεν θέλω να το παρατραβήξω το σκοινί.

Το ‘Χίλιες φορές πρεζάκιας’ από τον Τζιμάκο, ο Γρηγόρης Μπάτης

 

Για τον ατελείωτο θαυμασμό και την πόρωσή μου για τους ‘Απαράδεκτους’ τα έχω γράψει περισσότερες φορές απ’ αυτές που πήγε ο Διαμαντίδης στη γραμμή των βολών στην καριέρα του (δες εδώ διδακτικό κείμενο). Και εντάξει, αλήθεια είναι πως το “Τι έγινε ρε παιδιά” έχει ειπωθεί από τον καθένα σε κάθε στιγμή απορίας στη ζωή του. Δεν είναι και τόσο ιδιαίτερη όσο το “ένθεν κι ένθεν, εκείθεν κι εντεύθεν” του Κάκαλου, ούτε το “Πόσα κάνουν; Πάρ’ τα όλα πίσω” του Δόγκανου. Στ’ αναφέρω τα συγκεκριμένα, γιατί υπήρξαν κολλήματα μου, καθότι άξιο τέκνο της γενιάς που γεννήθηκε, μεγάλωσε και μιμήθηκε το ύφος, τις κινήσεις και τις ατάκες του Γιάννη Μπέζου.

Ωστόσο, καμία άλλη φράση όπως το “Χίλιες φορές πρεζάκιας” του Τζίμη του Πανούση, δεν έχει ταιριάξει, δεν έχει διατηρηθεί και δεν έχει εξαπλωθεί περισσότερο στη ζωή μου και στον περίγυρό μου (θα στο επιβεβαιώσει και ο Στέφανος που ασχολείται όλη μέρα μαζί μου). Την πρωτάκουσα στο video που θα σου σερβίρω παρακάτω, σ’ ένα άγριο ξενύχτι σκοπιάς, παρέα με τον Βαγγέλη. Πάνε 10 χρόνια από τότε και σε κάθε φάση που ακούω την μιζέρια, την πλήξη και τη μονοτονία να τρυπά τ’ αυτιά μου με φράσεις όπως “και στα δικά σου”, “πάμε σπιτάκι”, “το γυναικάκι μου”, η αυτόματη αντίδραση του σώματος είναι να ξεστομίζω το “Χίλιες φορές πρεζάκιας”. Δράση-αντίδραση.

Ο Τζιμάκος είχε σατιρίσει καλύτερα από τον καθένα τον δίσκο του Σαββόπουλου, όπου το Perfect Day έγινε “Μέρα όμορφη”. Και κάπου εκεί, μπαίνει η λέξη “πρέζα”, που εντάξει για να μην παρεξηγηθούμε, δεν σημαίνει πως είναι λύση, αλλά είναι το έσχατο σημείο της ανθρώπινης ύπαρξης.

Όλα είναι Denny Crane, για τον Αντώνη Τζαβάρα

 

Το θυμάσαι το Boston Legal; To έπαιζε και ο ΑΝΤ1 κάποτε. Ήταν μια σειρά με δικηγόρους και με πρωταγωνιστές τον James Spader και τον Willliam Shatner. Αυτός, ο Shatner, ήταν ο Denny Crane. Και ο Denny Crane ήταν όλα όσα θα ήθελα να μη γίνω ποτέ: κυνικός, σεξιστής και πεπεισμένος ότι όλοι άνθρωποι δεν είναι ίσοι και ότι οι περισσότερο ίσοι νομιμοποιούνται να ταλαιπωρούν τους λιγότερο ίσους. Επιπλέον, έπασχε από άνοια (σε αρχικό στάδιο). Κάθε φορά που το μυαλό του κολλούσε (συχνά, δηλαδή), επαναλάμβανε απλώς το όνομά του με αυξανόμενη ένταση. Denny Crane. Denny Crane. Δεν ξέρω γιατί μου κόλλησε κι εμένα. Αυτό το τετρασύλλαβο κράμα απελπισίας και μεγαλομανίας μου έμεινε λίγο σαν μάντρα. Κάποτε παραιτήθηκα από μία δουλειά επαναλαμβάνοντας από μέσα μου “Ως εδώ ήταν. Denny Crane”. Έχω χωρίσει με τον Denny Crane (“Πού να σου εξηγώ τώρα. Denny Crane”). Να και τώρα που γράφω και δεν είμαι στα πιο χαρούμενά μου, Denny Crane.

Ο χορός του Hitch, για τον Ηλία Αναστασιάδη

 

Εκτός από μια φαινομενικά αστεία σκηνή κωμικού Χόλιγουντ, το μάθημα χορού που παραδίδει ο Hitch στον παλικαροπαλίκαρο Albert είναι μυθικό. Και με στιγμάτισε. Δεν χορεύω, κανείς δεν θέλει να χορέψω, πρώτος απ’ όλους εγώ. Αλλά αν είναι να το κάνω, εμφανίζεται ο ανέμελος Hitch μπροστά μου και ορίζει το πεδίο. “Λοιπόν βλαμμένε, αυτό είναι το σπίτι σου. Κινείσαι από εδώ μέχρι εδώ. Δεν σπας αυχένα, δεν κουνάς κεφάλι, δεν κάνεις απότομες κινήσεις με τα χέρια. Σου ξαναλέω, αυτό είναι το σπίτι σου, παίζεις εδώ. Αυστηρά”. Αυτός είναι ο χορός που θα χορέψω ΑΝ ΠΟΤΕ διανοηθώ να κουνηθώ σε ένα κλαμπ. Αλλά δεν πάω σε κλαμπ. Αλλά το έχω κάνει πολλές φορές σπίτι μου, όταν θέλω να μπω στην τουαλέτα και είναι κατειλημμένη. Και στο Μπάρετ που πάω συνέχεια, δεν παίζει μουσική που μπορώ να το ζήσω σαν τον Hitch. Ο κύριος εκεί βάζει Wipers, και κατανοείς, είναι λίγο δύσκολο να κινηθώ ψύχραιμα αριστερά και ψύχραιμα δεξιά, οπότε κάθομαι στο τραπέζι και αφήνω το κεφάλι να πάει μπρος και πίσω. Αλλά αυτός δεν είναι χορός, είναι; Τέλος πάντων, σύντομα θα πάω Μανχάταν και θα το ζήσω στο πρώτο κλαμπ. Αυτό λέγεται wishful thinking. Και ‘πώς να βγεις τελικά εκτός θέματος’.