FOOD & DRINK

Τo Μetropolis στην Ομόνοια ήταν η ζωή για αρχάριους

Μια λίγο εναλλακτική ωδή στο πιο mainstream δισκάδικο που άκμασε με δάφνες, αλλά παρήκμασε αδόξως.

Το πρώτο cd που αγόρασα ποτέ από τα Metropolis της Ομόνοιας ήταν το ομώνυμο των Smiths, το μωβ, με μια στιγμή του σεξ σίμπολ των ’60s και ’70s Joe Dalessandro στο εξώφυλλο. Στιγμή απ’ την ταινία ‘Flesh’ του Andy Warhol. Όπως πιθανότατα έχω ξαναγράψει, τους Smiths μου τους δασκάλεψε άθελά της η καθηγήτρια Μυρτώ Ρήγου στο πρώτο εξάμηνο των ΕΜΜΕ, όταν σε μια αποστροφή του λόγου της είχε πει “…τέλος πάντων, δεν ξέρω με τι μουσική τη βρίσκετε εσείς, με Placebo, με Smiths, πρόβλημά σας”. Τους Placebo τους ήξερα και τελικά, οι Smiths έγιναν μια μπάντα που με καθόρισε. Αγόρασα τον πρώτο τους δίσκο από τα Virgin στη Σταδίου, το αντίπαλον δέος των Metropolis, και όλους τους υπόλοιπους από τα Metropolis. Τα Metropolis. Τα Virgin. Ένας χλιαρός ανταγωνισμός αυθαίρετων πληθυντικών. Γιατί δεν είπαμε ποτέ το Virgin, το Metropolis; Νομίζω πως αυτός ο πληθυντικός λέγεται ζεστασιάς ή οικειότητας.

Πριν καν περάσω την είσοδο τους στην Πανεπιστημίου, τα Metropolis αποτέλεσαν σημείο αναφοράς (και προσανατολισμού) για έναν αναλφάβητο ως προς το κέντρο της Αθήνας όπως εγώ το 2001. Κατεβαίνοντας για το πρώτο μάθημα στο Πολυτεχνείο που φιλοξενούσε τότε τα ΕΜΜΕ, δεν ήξερα ούτε την Πατησίων, ούτε τη Σταδίου, ούτε τέλος πάντων ό,τι δεν ήταν η Ηφαίστου στο Μοναστηράκι. Ξεχώρισα τα ψηλά Metropolis και τον Λουμίδη στην άλλη πλευρά του δρόμου, αλλά δεν φημίζομαι για τις επιδόσεις μου στον καφέ.

Τα Metropolis έγιναν η πινέζα μου στο χάρτη του κέντρου, τον οποίο μάθαινα από το μηδέν. Σύντομα, πέρασα και την είσοδο.

Δεν είναι ότι δεν είχα ξαναμπεί σε δισκάδικο. Για τα δισκάδικα κατέβαινα εξάλλου στο Μοναστηράκι. Αλλά τα Metropolis δεν μύριζαν Κυριακή όπως το Μοναστηράκι. Μύριζαν Πέμπτη, Παρασκευή. Ήταν κομμάτι του κάδρου, όχι κάτι έξω από αυτό. Ήταν εντάξει δηλαδή το να χάνεσαι στα ράφια με τη μουσική ή να μιλάς με τις ώρες με τους υπαλλήλους, ενώ έξω ο κόσμος έτρεχε με την κανονική του ταχύτητα. Ξαναλέω, ήταν κομμάτι του κάδρου.

Επίσης, ήταν ένας πολύ γόνιμος τρόπος να γλιτώσεις τη βροχή ειδικά αν δεν είχες μαζί σου ομπρέλα.

Όπως αναρίθμητα πράγματα στη ζωή, η καθαρή αξία των Metropolis ήταν η συναισθηματική. Πιθανότατα, ήταν το δισκάδικο με τις περισσότερες επιλογές στο σύνολο των μουσικών ειδών, αλλά προφανώς υπήρχαν και πιο ψαγμένα, εξπερτίζ μαγαζιά. Αν ήθελες δηλαδή να βρεις τον πρώτο δίσκο της παλιότερης ισλανδικής ντουμ μέταλ μπάντας, μπορούσες να δοκιμάσεις την τύχη σου στα Metropolis, αλλά θα είχες σίγουρα καλύτερες πιθανότητες στο Rock City. H καθαρή αξία των Metropolis ήταν αγνά συμβολική: το μεγαλύτερο δισκάδικο της πόλης, στο κέντρο της πόλης, με άπλετο κόσμο να μπαινοβγαίνει.

Η ακμή των Metropolis ήρθε σε μια απόσταση σχετικής ασφαλείας από το πωλητήριο στα νέα αφεντικά και το άθλιο κατάντημα με τις απολύσεις και τους απλήρωτους εργαζομένους. Η ακμή ήταν τα πρώτα χρόνια αυτής της περίεργης χιλιετίας με το 2 μπροστά. Είναι οι τελευταίες μέρες πριν η μπουλντόζα του ίντερνετ τσακίσει το αντικείμενο γνωστό ως cd και μοιράσει το πράγμα πάρα πολύ γρήγορα και πάρα πολύ δωρεάν.

Μια ανύποπτη Δευτέρα του ανύποπτου 2002 χτενίζαμε για χιλιοστή φορά με τον Χρήστο τις ντάνες του τρίτου ορόφου, ενώ προσπαθούσα κακήν κακώς να κρύψω τις νυχιές του Napster στην πλάτη μου από το προηγούμενο βράδυ. Το κάτασπρο εξώφυλλο του ‘Steal this Album!’ με το ‘steal’, το ‘this’, το ‘album’ και το θαυμαστικό γραμμένα σαν με μαρκαδόρο, δέσποζε ανάμεσα στις άλλες κυκλοφορίες δημιουργώντας μια αφήγηση που δεν ήμασταν ακόμα σε θέση να πιάσουμε.

Ήταν λες και οι System of a Down, μισό αντικομφορμιστές και μισό απογοητευμένοι, παρότρυναν τον κόσμο να κλέψει το άλμπουμ, γιατί σε λίγο καιρό τα cd θα ήταν ένα παλιό διακοσμητικό για τη βιβλιοθήκη.

Αλλά τα χρόνια της κρίσης (της μουσικής) δεν είναι τα χρόνια που ζήσαμε τα Metropolis. Τα χρόνια που περνάγαμε το κατώφλι τους, που κατεβαίναμε χωρίς λόγο στο υπόγειο για να ανέβουμε μετά απευθείας στους πάνω ορόφους, από αυτές τις σιδερένιες, μαύρες σκάλες (ποιο ασανσέρ; ποιος χρειαζόταν ασανσέρ;), δεν ήταν χρόνια κρίσης. Ήταν τα χρόνια που μόνο από το χαρτζιλίκι μας, ο Χρήστος κι εγώ είχαμε προβεί σε ανελέητο ανταγωνισμό για το ποιος θα αγοράσει τα περισσότερα cd. Και προς τιμήν μας, ποτέ δεν αγοράζαμε τα ίδια. Ήταν τόσο πρωτόγονες αναφορικά με το ίντερνετ οι εποχές που δανείζαμε (ΔΑΝΕΙΖΑΜΕ) cd ο ένας στον άλλον για γνώμη και ακρόαση.

Αν έμαθα τους Smiths από τη Ρήγου, απ’ τον Δεμέτη έμαθα τους Deus.

Σαφέστατα, μετά από αυτό το λεύκωμα για τα Metropolis, χωράει -και πρέπει- ένα αντίστοιχο για το Ticket House. Αλλά ευτυχώς, το πιο ιστορικό κουβούκλιο της Αθήνας υπάρχει ακόμα. Κάποιος επιμελής θα αναρωτηθεί γιατί το και όχι τα Ticket House; Νομίζω πως δεν είναι θέμα μη οικειότητας. Νομίζω ότι είναι θέμα όγκου. Πού να χωρέσει ο πληθυντικός στα 2-3 τετραγωνικά του Ticket House;

Ίσως -τι ίσως, σίγουρα δηλαδή- ο μύθος των Metropolis ορίστηκε και γιγαντώθηκε από την over and above, όπως λένε και οι λατρευτοί ‘ρεκλαματζήδες’, αξία της φίρμας. Από το γεγονός ότι στα 20 μας θεωρούσαμε ότι η πιο κουλ δουλειά στον κόσμο είναι πωλητής στα Metropolis. Και από αυτό το ατέλειωτο ψάξιμο δίσκων και εν γένει χάζεμα που θα έπρεπε να πληρώνεται, σίγουρα πιο ακριβά από τους δίσκους.

Τώρα που το σκέφτομαι, η γοητεία των Metropolis δεν ήταν τα πολλά cd, αλλά ο πολύς κόσμος. Με όλες τις διαφορετικές, αλλά σταθερά ευχάριστες μεταφράσεις που σηκώνει αυτή η εικόνα πια.