ΚΑΡΙΕΡΑ

Πώς χτίζεται μια αυτοκρατορία: Μιλήσαμε με τον ιδρυτή των Mikel

Ο Λευτέρης Κυριακάκης δεν φωτογραφίζεται ποτέ. Δεν το έκανε ούτε για μας, αλλά μας μίλησε για το πώς έγινε ο πιο επιτυχημένος επιχειρηματίας στην Ελλάδα της Κρίσης.

Τον Λευτέρη Κυριακάκη, τον ιδρυτή των Mikel, τον γνώρισα πριν από πέντε χρόνια. Συγκεκριμένα στις 18 Ιουλίου του 2013, όταν ως δαιμόνιος και μάχιμος ρεπόρτερ του επιχειρηματικού πήγα να τον συναντήσω στα εγκαίνια του Mikel στο Αιγάλεω, προκειμένου να να σχηματίσω ιδία άποψη για την καφετέρια που τότε ‘κατέβαινε’ στην Αθήνα, αλλά η φήμη της είχε προηγηθεί και ήταν ήδη talk of the town.

Η ταχύτατή της ανάπτυξη -τότε άνοιγαν ως και τρία καταστήματα τη βδομάδα- με οδηγούσαν σε σκέψεις ότι σύντομα θα γράφουμε εμπνευσμένους τίτλους όπως ‘η φούσκα του καφέ’ ή ‘πικρός καφές για τα Mikel’. Τον ίδιο στο μυαλό μου τα στερεότυπα τον είχαν πλάσει, στην καλύτερη περίπτωση ως ένα γιο μεγαλοτσιφλικά που τρώει τα λεφτά των επιδοτήσεων του πατέρα του, και στη χειρότερη, ως έναν άνθρωπο της νύχτας που μέσα από την μπίζνα αυτή έκανε ξέπλυμα χρήματος. Είπαμε, στερεότυπα για Λαρισαίους και ανθρώπους της επαρχίας.

Ο ίδιος πέντε χρόνια μετά, στην πρώτη εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη που θα δώσει με αφορμή τη συμπλήρωση 10 χρόνων Mikel, (σ.σ. περνάν τα χρόνια…) θα μου δώσει να καταλάβω ότι δεν είμαι ο μόνος που επηρεάζομαι απο τα στερεότυπα: “Στην πιάτσα δεν μπόρεσαν να το χωνέψουν ποτέ ότι ένας επαρχιώτης έγινε πρώτος στην αγορά του καφέ”, θα μου πει κάποια στιγμή της κουβέντας μας.

Τόπος συνάντησης και πάλι το Αιγάλεω. Αυτήν τη φορά βρεθήκαμε στη Λεωφόρο Αθηνών, όπου στεγάζονται τα γραφεία και το εκπαιδευτήριο της Mikel στην Αθήνα. Ο Λευτέρης είχε το ίδιο ανήσυχο βλέμμα με αυτό της πρώτης μας συνάντησης. Τότε είχε και λίγο φόβο, ή τουλάχιστον έτσι το είχα εκλάβει εγώ, κάτι που με είχε κάνει να πιστέψω ότι ο άνθρωπος που είχα μπροστά μου δεν ήταν με τίποτα ο Mr. Mikel. Τα στερεότυπα μάλιστα, με είχαν οδηγήσει στην εντελώς αυθαίρετη υπόθεση ότι ο πραγματικός Mr. Mikel είχε στείλει έναν σερβιτόρο για να τσεκάρει ποιος είναι αυτός που ζητάει το ‘αφεντικό’.

Μου μίλησε για δύο – τρία αμήχανα λεπτά, ζήτησε συγγνώμη και με παρέπεμψε στη σύζυγο του που τότε ήταν υπεύθυνη ανάπτυξης της αλυσίδας. Όση ώρα συνομιλούσα με την Χρύσα Γερολυμάτου, τον παρακολουθούσα να κινείται στον χώρο και μέσα μου άρχισε να ξεφουσκώνει η εικόνα της εταιρείας – φούσκας με τον ιδιοκτήτη φάντασμα. Ο Λευτέρης μπαινόβγαινε στον πάγκο, καθοδηγούσε τους σερβιτόρους, ευθυγράμμιζε τα τραπεζάκια και με ακούραστο βλέμμα σκάναρε όλο το μαγαζί.

Κάτι για να ξεκινήσω την κουβέντα, κάτι το ‘αμαρτία εξομολογούμενη ουκ έστιν αμαρτία’, του αναφέρω τις σκέψεις που είχα κάνει. “Για εμένα δεν υπήρξα ποτέ φούσκα. Δουλεύω κάθε μέρα στα όρια μου για να κάνω το όνειρο μου πραγματικότητα. Κάποιοι μπορεί να με θεωρούν ακόμη και σήμερα φούσκα και μπορεί να περάσουν και δέκα χρόνια μέχρι να αλλάξουν γνώμη. Δεν είναι δικό μου θέμα, όμως, το τι πιστεύει ο καθένας. Όταν κάποιος ξεχωρίζει ή πετυχαίνει, δεν είναι λίγοι αυτοί που περιμένουν την καταστροφή του. Από τη Λάρισα που ξεκίνησα, όλοι περίμεναν το στραβοπάτημα. Θα το περιμένουν πολλά χρόνια ακόμη. Αλλά και να στραβοπατήσω θα σηκωθώ πάλι. Ο κόσμος μας αυτός είναι και δεν είναι αγγελικά πλασμένος, χαίρεται πιο πολύ με την αποτυχία παρά με την επιτυχία”.

Σε αντίθεση με την πρώτη γνωριμία μας ο Λευτέρης έχει όρεξη να μιλήσει και να μιλήσει για όλα. Έχει ανέβει στο πρώτο σκαλοπάτι. Τα Mikel έχουν σχεδόν καλύψει την ελληνική επικράτεια και για όσους δεν το έχουν πάρει χαμπάρι, βρίσκονται πλέον και σε οκτώ χώρες εκτός Ελλάδος, σε τέσσερις διαφορετικούς ηπείρους, από την Αμερική έως την Αυστραλία. Η συνταγή δείχνει να έχει πετύχει και εν μέρει το άγχος έχει φύγει. Οπότε, περιορίζομαι σε ερωτήσεις Σταύρου Θεοδωράκη από την εποχή των Πρωταγωνιστών τύπου “καλός μαθητής;” και τον αφήνω να ξετυλίξει το κουβάρι της ζωής του.

Ήμουν καλός μαθητής. Στο Γυμνάσιο αριστούχος. Μετά, στο Λύκειο είχα στραφεί στο να πάω Ιατρική, αλλά ήταν κάτι που ήθελα και δεν ήθελα. Ήταν η κεντρική γραμμή της οικογένειας – άλλα τέσσερα αδέλφια μου είναι γιατροί και ξέρεις πώς είναι σε αυτές τις ηλικίες και στην επαρχία: ‘Είσαι πετυχημένος αν κάνεις αυτό’. Εγώ, ο δέκατος από δέκα αδέλφια (σ.σ. πέντε αγόρια και πέντε κορίτσια, με τον πρώτο να γεννιέται το 1963 και τον Λευτέρη το 1978), όσο περνούσε ο καιρός δεν ήμουν σίγουρος ότι θέλω να ακολουθήσω την Ιατρική. Ο πατέρας μου μέχρι και την τελευταία στιγμή προσπαθούσε με κάθε τρόπο να με μεταπείσει. “Θα σε στηρίξω να πας να σπουδάσεις”. “Μα δεν θέλω να σπουδάσω”. Αντιδραστικός εγώ, σκληρός και ο πατέρας μου, όταν είδε ότι δεν γύριζε το κεφάλι μου, μου είπε: “Έτσι είσαι; μάζεψε τα πράγματα σου φύγε από το σπίτι και πήγαινε να δουλέψεις”. Φυσικά δεν το εννοούσε, απλώς ήταν το τελευταίο μέσο που χρησιμοποίησσε για να μου αλλάξει γνώμη. Εγώ έφυγα από το σπίτι για ένα μικρό διάστημα, μάζεψα κάποια λεφτά και ξαναγύρισα.

Τόσο εγώ όσο και τα αδέλφια μου δουλεύαμε από μικροί. Δεν μπορεί ο μισθός ενός αστυνομικού να σπουδάσει τόσα παιδιά, κάποια από τα οποία είχαν φύγει και στο εξωτερικό για τις σπουδές τους.

Στην πιάτσα είμαι από τα δεκάξι, από τη Β’ Λυκείου. Ξεκίνησα από βοηθός του βοηθού, δούλεψα λάντζα και στους τρεις μήνες ήμουν σερβιτόρος. Στα δεκαοκτώ υπενοικίασα το πρώτο μου μαγαζί. Μετά έκανα άλλο ένα – εκείνος που μου το έδωσε είναι σήμερα franchisee των Mikel.

Έφυγα για το στρατιωτικό και με την επιστροφή στα 22 μου έκανα το πρώτο μεγάλο club σε συνεργασία με το πρώτο αφεντικό μου, τον Κώστα Αναστασίου, που τώρα αναπτύσσει τα Bruno. Μαζί κάναμε και τα Chocolat που αν και υπήρχαν μόνο δυο στη Λάρισα, ήταν όνομα δυνατό σχεδόν σε όλη την Ελλάδα. Έρχονταν από παντού να πιουν καφέ σε εμάς. Σύμφωνα με στοιχεία από τις εταιρείες καφέ, ήταν τα δύο πιο δυνατά μαγαζιά κατανάλωσης καφέ σε όλη τη χώρα. Λόγω διαφορετικής φιλοσοφίας αποφασίσαμε με τον Κώστα, σε πολύ καλό κλίμα, να δώσουμε ένα τέλος στον συνεταιρισμό. Ο καθένας κράτησε από ένα μαγαζί και συνέχισε την πορεία του.

Το πρόσωπο στο λογότυπο

Το σκεπτικό να βάλω τη φωτογραφία του πατέρα μου στο σήμα των Mikel, πέρα απ ότι του είχα αδυναμία και τον υπεραγαπώ, ήταν και ότι ήθελα να έχω ένα σήμα που να είναι ξεχωριστό. Αρκετοί είπαν ότι το ξεσήκωσα από τα KFC – δεν είναι έτσι. Ήθελα ένα σήμα που όταν περνάει γρήγορα μπροστά από τα μάτια σου, να σού μένει. Έπαιρνα στυλό και χαρτί, έγραφα δύο γράμματα, τέσσερα γράμματα, έξι γράμματα, δύο λέξεις. Τα περνούσα από μπροστά μου, τα γράμματα δεν έμεναν.

Αν έβαζα μία μπανάνα με δύο γράμματα από κάτω, στο μυαλό μου εντυπωνόταν η μπανάνα. Εγώ αυτό ήθελα να επιτύχω. Σκέφτηκα, λοιπόν, ότι έπρεπε να βάλω μία εικόνα που να μείνει. Πέρα από το ότι ήθελα να είναι κάτι συναισθηματικά δεμένο σωστά, πίστευα ότι ένας άνθρωπος μιας κάποιας ηλικίας, που δείχνει πάνω από 60, σού περνάει μια αγάπη, μια τεχνογνωσία και αν το θες και μια ομορφιά.

Για μένα δεν υπάρχουν άσχημα μωρά και άσχημοι ηλικιωμένοι. Ακόμη και το πιο πιο ασχημούτσικο μωρό που θα δεις, δεν θα το πεις ποτέ έτσι, στην χειρότερη περίπτωση θα το πεις χαριτωμένο. Έτσι γίνεται και με έναν ηλικιωμένο: με τις ζάρες του, τη μεγάλη μύτη και τα αυτιά που μεγαλώνουν σου βγάζει κάτι ζεστό και χαριτωμένο.

Το Mikel χρωστάει κυρίως το όνομα του στον πατέρα μου (σ.σ. Μιχαήλ) αλλά είναι και ο συνδυασμός του δικού μου με τα δυο αδέλφια μου που με βοήθησαν [(Μ)ίλτος, (Κ)υριάκος, (Ελ)ευθέριος].

Τα πρώτα βήματα του Mikel

Στην αρχή δυσκολεύτηκα να βρω χώρους, αλλά το 2008 ξεκινάμε την ανάπτυξη. Μέσα σε τρεις μήνες “κλείνω” πέντε καταστήματα. Το πρώτο άνοιξε τη 1η Νοεμβρίου του 2008, το επόμενο έρχεται δύο μήνες μετά, η συνέχεια έγινε τον Απρίλιο και ο κύκλος της Λάρισας είχε κλείσει μέσα σε 10 μήνες, στις 9 Σεπτεμβρίου του 2009. Μιλάμε για μια επένδυση 3-4 εκατ. ευρώ. Λίγα λεφτά για ξεκίνημα, αλλά ήμουν σίγουρος ότι θα πάει καλά.

Έκανα πολύ καλά και πολύ ακριβά καφέ. Ακόμη και σήμερα αν τα επισκεφθείς στην Λάρισα, δεν μπορείς να πιστέψεις ότι είναι μαγαζιά που άνοιξαν πριν από 10 χρόνια. Τα μάρμαρα ήταν από τη Γαλλία και γενικώς χρησιμοποιούσαμε πρωτοποριακά και ακριβά υλικά.

Ήμασταν οι πρώτοι που είχαμε φωτισμό led. Για να καταλάβεις, τότε το ένα μέτρο led έκανε 35 ευρώ και σήμερα έχει τρία ευρώ

Η επένδυση πήγε καλά, ξεχρέωσα και προχώρησα αμέσως σε νέα επένδυση, στις εγκαταστάσεις που θα με βοηθούσαν να αναπτυχθώ και πέρα από τη Λάρισα. Φτιάξαμε, λοιπόν, το εκπαιδευτήριο και μία βιοτεχνία, την Georgia (σ.σ. Γεωργία είναι το όνομα της μητέρας του) με τα μπισκότα, τα γλυκά, τα παγωτά και τα άλλα προϊόντα που έχουμε στα καταστήματα μας. Στολ τέλος του 2011 είχαμε φτιάξει τα εγχειρίδια καταστημάτων και τα συμβόλαια franchise και ανοιχτήκαμε στην αγορά.

Η φήμη των Mikel είχε προηγηθεί, οπότε όταν αποφασίσαμε να κάνουμε το άνοιγμα μαζεύτηκαν, χωρίς πλάκα, χιλιάδες αιτήσεις. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Σήμερα στην Ελλάδα έχουμε φτάσει στα 190 καταστήματα.

Στην αφελή, όπως αποδείχθηκε, ερώτησή μου αν τα έχει επισκεφθεί όλα, θα εισπράξω στην αρχή ένα μονολεκτικό “ναι”, τονισμένο, όμως, με τέτοιο τρόπο, ώστε μέσα από τρία γράμματα ήταν σαν να μου έλεγε “Πώςς σου πέρασε από το μυαλό ότι μπορεί να γίνει αλλιώς δουλειά;”. Στο “Συγγνώμη, δεν είχα σκοπό να σε προσβάλω” που διαγράφηκε στο πρόσωπο μου ήρθαν και οι περαιτέρω διευκρινίσεις:

Σε όλα. Εννοείται σε όλα. Σε όλα έχω κάνει εγκαίνια, στο 97% έχω τσεκάρει από πριν τα σημεία κι έχω πάει και μετά για να δω την πορεία τους. Και δεν μιλάω για τα δικά μου μαγαζιά, αλλά και για αυτά που έχουν αναπτυχθεί μέσω franchise.

Ο ανταγωνισμός

Πολλοί μας έχουν αντιγράψει, είναι κάτι που δεν με ενοχλεί τόσο και το καταλαβαίνω. Τι θα κάνεις; Θα ακολουθήσεις τον πιο ασφαλή δρόμο, αυτόν που έχει ήδη οδηγήσει κάποιον άλλο στην επιτυχία. Κι εμείς, στο εξωτερικό σε ένα βαθμό αυτό κάνουμε. Δεν έχει νόημα να πληρώσω έρευνες των 100 χιλιάδων ευρώ για να δω που πρέπει να ανοίξω μαγαζιά. Θα δω που είναι τα Starbucks και τα Costa Cafe και εκεί θα πάω και εγώ.

Τον ανταγωνισμό δεν τον φοβάμαι. Ένα σωστά στημένο Mikel με τα ροφήματα που διαθέτει σήμερα, μπορεί να σταθεί σε οποιοδήποτε σημείο του κόσμου. Πήγαμε στην Αμερική κι ανοίξαμε μαγαζί σε μία μικρή πόλη – καθαρά αμερικάνικη, όμως – για να τεσταριστούμε σε ένα διαφορετικό κοινό. Μέρα με την μέρα ο κόσμος αυξάνεται, οι κριτικές είναι σχεδόν όλες θετικές και κανείς δεν γύρισε στο ταμείο να πει προσβλητικά “Τι είναι αυτό που μου σερβίρατε”.

Αρκετοί παρουσιάζονται ότι φέρνουν το τέταρτο κύμα στην αγορά του καφέ. Ακόμη δεν έχει αποσαφηνιστεί τι είναι το τέταρτο κύμα, πραγματικά πιστεύω ότι είναι αυτό που δουλεύουμε εμείς για πάνω από δέκα χρόνια: τα κρύα ροφήματα. Από την άλλη δεν ξέρω και δεν με ενδιαφέρει κιόλας. Έχει γίνει τόση ψηλάφηση του καφέ, της ποικιλίας, της περιοχής και της διαδικασίας, που έχουμε φθάσει στο σημείο να μάθουμε ακόμα και τα ονόματα και τις ηλικίες των εργατών που δουλεύουν στα χωράφια.

Εγώ με όλα αυτά δεν ασχολούμαι, δεν είμαι ούτε σπεσιάλιτι, ούτε μέλος σε κάποιον παγκόσμιο σύνδεσμο. Έχω μία δική μου εκπαίδευση, την οποία στηρίζω και πάνω σε αυτή δουλεύω. Για εμένα το κέντρο είναι ο πελάτης. Μια μερίδα κόσμου μπορεί να ενδιαφέρεται να δοκιμάσει και το ιδιαίτερο και το ξεχωριστό και το εξεζητημένο, αλλά δεν μπορείς να δίνεις την βάση σε αυτό. Και στην τελική, όταν ο πελάτης παίρνει ένα ρόφημα στο οποίο μέσα είναι κι άλλα συστατικά, είτε κάποιο σιρόπι, είτε γάλα, είτε σαντιγί, είτε όλα αυτά μαζί, για ποια ποιότητα, επίγευση και μυρωδιές του καφέ μιλάμε;

O Λευτέρης για τον Λευτέρη

Μου αρέσει η δουλειά μου και προσπαθώ κάθε μέρα να γίνομαι καλύτερος μέσα από αυτή. Δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου χωρίς να κάνει κάτι. Ακόμη και διακοπές να πάω δεν μπορώ να το χαρώ καθώς σκέφτομαι συνέχεια το τι γίνεται πίσω. Μπορεί να ακούγεται ή και να είναι εγωιστικό όμως θέλω να συνεχίσω να ζω έτσι.

Με προβληματίζει ότι πρέπει, λόγω δουλειάς, να είμαι συνεχώς σε μία προβολή. Και οι συνεργάτες μου το ζητάνε, “έλα βρε Λευτέρη, είσαι ο μόνος από την αγορά που δεν βγαίνει στα Μέσα”, αλλά και οι εταιρείες Δημοσίων Σχέσεων όταν με προσεγγίζουν, φτιάχνουν πλάνα πάνω στο πρόσωπο μου, κάτι που εμένα δεν μου αρέσει καθόλου. Είναι, όμως, στάση ζωής για μένα το ότι δεν θέλω να προβάλω τον εαυτό μου και ότι δεν θέλω να φωτογραφηθώ.

Δεν μπορώ εγώ να το παίζω άνετος και πετυχημένος όταν ξέρω ότι υπάρχουν άτομα στην εταιρεία που ξεσκίζονται στην δουλειά. Δεν γίνεται να είμαι εγώ εδώ στα ωραία μου και να προβάλλομαι ξέροντας ότι η άλλη η κοπέλα (σ.σ. υπάλληλος στην τοπική εταιρεία που έχει αναπτυχθεί η Mikel) είναι στο Ντουμπάι μακριά από την οικογένεια της και να ρίχνει δωδεκάωρα.

Δύσκολες καταστάσεις

Στο παρελθόν η Mikel έχει βρεθεί στο στόχαστρο κατηγοριών για τις συνθήκες εργασίας υπαλλήλων της, ενώ μία από τις πιο δύσκολες στιγμές στην δεκαετή πορεία της ήταν όταν τον Μάρτιο του 2017 ένας διανομέας που εργάζονταν σε κατάστημα franchise της Mikel θα τραυματιζόταν θανάσιμα εν ώρα εργασίας. Λίγες ήμερες αργότερα, τα κεντρικά γραφεία στην Αθήνα θα γινόταν στόχος της οργάνωσης Ρουβίκωνας.

Πέρυσι την άνοιξη είχαμε ένα εργατικό ατύχημα στον δρόμο, με ένα 22χρόνο παιδί που δούλευε στη Λεωφόρο Αθηνών στον Κολωνό. Ήταν οκτάωρος υπάλληλος, ασφαλισμένος και το δυστύχημα συνέβη μέσα στο ωράριο του. Η εντολή που έχουμε δώσει όταν φεύγουν για διανομή είναι να φοράνε πάντα το κράνος και τη στολή τους. Το παιδί αυτό έφυγε, μπήκε ανάποδα σε έναν μονόδρομο, είχε βγάλει το κράνος του, συγκρούστηκε με ένα αυτοκίνητο, χτύπησε στο κεφάλι και σκοτώθηκε. Που φταίει η εταιρεία Mikel; Που φταίω εγώ;

Να μην προστατεύουμε, όμως, μόνο την εταιρεία μου και το όνομα μου. Που φταίει και ο συγκεκριμένος franchisee; Τι δεν έκανε καλά; Δεν τον είχε προσλάβει; Δεν τον είχε στην ασφάλεια; Στην συνέχεια πήγαμε δίπλα στην οικογένεια να την στηρίξουμε όσο γίνεται. Τι θα μπορούσαμε να κάνουμε ώστε να αποφευχθεί αυτό και δεν το κάναμε; Δεν είναι θεωρητικά ερωτήματα, είναι οι ερωτήσεις που εγώ ο ίδιος επί άπειρες ώρες έχω κάνει στον εαυτό μου. Και φθάσαμε λίγες ημέρες μετά να βλέπουμε τα γραφεία μας σπασμένα από τον Ρουβίκωνα να φωνάζουν για ‘μεσαίωνα’ και να μας απειλούν.

Στον αντίποδα, βγες έξω στην αγορά τη δική μας να δεις τι ισχύει. Πόσοι δίνουν ένσημα -και πόσα- στους εργαζομένους τους; Μετά έλα στην εταιρεία Mikel που ελέγχεται σε καθημερινή βάση από χίλιες μεριές, (μάλλον επειδή είμαι από επαρχία και δεν έχω και άκρες – κι επειδή δεν με ενδιαφέρει να έχω άκρες ή να γίνω ‘χορηγός’ – και βγάλε τα συμπεράσματα σου.

Η Eφορία και η Επιθεώρηση Εργασίας μπαινοβγαίνουν συνέχεια στα μαγαζιά τα δικά μας και των franchisee

Θα βρουν μεμονωμένα περιστατικά που είτε έχουν να κάνουν με ανασφάλιστους εργαζόμενους που είναι στις πρώτες μέρες εργασίας τους ή περιπτώσεις franchisee που έχουν συμφωνήσει με υπαλλήλους τους να δουλεύουν ανασφάλιστοι. Στο τελευταίο δεν μπορώ να κάνω πολλά πράγματα. Συνήθως δεν το μαθαίνω, αν το μάθω όμως αυτό που κάνω είναι να προσπαθήσω να τον συνετίσω. Δεν είναι αυτή η δουλεία μου, όμως. Τόσο εγώ όσο και οι άνθρωποι μας που επισκέπτονται καταστήματα θα τσεκάρουν την ποιότητα των ροφημάτων, την καθαριότητα και την εικόνα του καταστήματος, τέτοια πράγματα.

Δεν μπορείς να είσαι παντού και συνεχώς όταν έχεις να κάνεις με 3.000 υπαλλήλους και 190 καταστήματα σε όλη την Ελλάδα, από τα οποία τα περισσότερα δεν ελέγχονται από εσένα.

Σε ό,τι αφορά στους μισθούς που προσφέρουμε, είναι αυτοί που έχει ψηφίσει το ελληνικό κράτος. Στο δίκτυο που ελέγχουμε εμείς κι απασχολεί 700 άτομα τα οποία είναι πλήρως ασφαλισμένα, οι νεοεισερχόμενοι ξεκινούν με τον βασικό. Θα πάρουν τις υπερωρίες τους, τις έξτρα αμοιβές το Σαββατοκύριακο και όσο συνεχίζουν σε μας, οι μισθοί αυξάνονται. Εδώ μέσα υπάρχουν αρκετοί που παίρνουν από 1.000 ευρώ και κάποιοι πάνω από 2.000.

Το κλίμα έχει βαρύνει και η ώρα έχει περάσει. Τον ρωτάω που φαντάζεται τα Mikel μετά από 10 χρόνια. “Αν μας έχει ο Θεός καλά και αν αντέχουμε, μέσα στις δέκα μεγαλύτερες αλυσίδες καφέ στον κόσμο”. Με παρουσία σε εννέα χώρες, ήδη και με κάποιες αυτές να έχουν τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης, όπως οι ΗΠΑ και η Βρετανία, η ευχή στο φύσημα της τούρτας των 10 χρόνων έχει πιο γερές βάσεις.

Βγαίνοντας από το γραφείο, η εικόνα που είχα πλέον για τον Λευτέρη ήταν πιο κατασταλλαγμένη. Είναι στρατηγός και στρατιώτης του ονείρου του, ‘αρρωστάκι’ με τη δουλειά του, και κατά τη γνώμη μου, ο πλέον επιτυχημένος επιχειρηματίας στη δεκαετία της ύφεσης. Ξεκινώντας από το μηδέν έφτιαξε μία αυτοκρατορία που στην Ελλάδα μόνο απασχολεί 3.000 άτομα κι έκανε πραγματικότητα, τη διεθνή επέκταση, αυτό που πολλοί θέλουν αλλά δεν το τολμούν φοβούμενοι την αποτυχία. Αν φωτογραφιζόταν, μιλούσε συχνά στα media και διαφημιζόταν, ίσως αυτόν τον τίτλο του πιο πετυχημένου επιχειρηματία να του τον είχαν δώσει προ πολλού, πολλοί άλλοι. Είμαι σίγουρος ότι δεν τον νοιάζει. Το καταλαβαίνεις όταν τον ρωτάς πώς θα γιορτάσει τα 10 χρόνια Mikel; “Για γιορτές είμαστε τώρα; Πως να γιορτάσουμε όταν δεν έχουμε φέρει όλα τα καταστήματα στο επίπεδο ποιότητας που θέλουμε”.

(Φωτογραφίες: Instagram.com/mikelccgr, Mikelcoffee.com)