ΑΘΛΗΤΙΚΑ

Γιατί αγαπάς μια ξένη (ομάδα);

Ένας δημοσιογράφος του Oneman αναρωτιέται πώς γίνεται κάποιος να δένεται σε τόσο μεγάλο βαθμό με ομάδες του εξωτερικού.

Νομίζω ότι βλέπω ήδη φανατικούς υποστηρικτές της Μπαρτσελόνα, της Λίβερπουλ και της Μίλαν στην Ελλάδα, με πυρσούς στο χέρι να κατευθύνονται προς τα γραφεία του Oneman.

Οι περισσότερο ψύχραιμοι, θα έχουν φτάσει με 2-3 γρήγορα scroll down στο κάτω μέρος της σελίδας, πληκτρολογώντας έξαλλα σχόλια.

Να σας εξηγήσω παιδιά. Αρχικά, καλό θα είναι να ξέρετε ότι δηλώνω ευθαρσώς φίλος της Λίβερπουλ. Πανηγύριζα έξαλλα τα γκολ του επικού τελικού της Κωνσταντινούπολης και στεναχωρήθηκα αληθινά όταν της γλίστρησε (σόρρυ Στίβι) το πρωτάθλημα μέσα από τα χέρια πριν δυο χρόνια, εκείνο το μαύρο μεσημέρι με την Τσέλσι.

Ακόμη, έχω πανηγυρίσει (και πολύ μάλιστα) το πρωτάθλημα των Ντάλας Μάβερικς πριν από μερικά χρόνια στο ΝΒΑ.

 

Η δυσκολία της ταύτισης

 

Ο λόγος που δηλώνω Ολυμπιακός και όχι Ολυμπιακός και Λίβερπουλ, ή απλά Λίβερπουλ, δεν έχει να κάνει με πατριωτισμό και χαζομάρες τύπου “στην Ελλάδα μένω, ελληνική ομάδα πρέπει να υποστηρίζω”.

Άλλωστε είναι πλέον τόσο εύκολο να παρακολουθείς ξένα πρωταθλήματα, που το παράξενο είναι να βλέπεις περισσότερη ώρα Σούπερ Λίγκα σε σχέση με τα πρωταθλήματα των προηγμένων χωρών, τα λεγόμενα και κανονικά πρωταθλήματα.

Όταν λοιπόν λιώνεις τα Σαββατοκύριακα παρακολουθώντας Premier League, επόμενο είναι να δείξεις προτίμηση σε κάποια ομάδα. Διαφορετικά, δεν έχει ιδιαίτερη πλάκα. Άλλος θα είναι Λϊβερπουλ, άλλος θα είναι με την Άρσεναλ, άλλος θα είναι με τον Μουρίνιο.

Μέχρι εδώ, μαζί σου. Εκεί που με χάνεις είναι στο πόσο μπορείς να δεθείς με μια ομάδα, την καθημερινότητα της οποίας δεν είναι εύκολο να ζήσεις. Και θα στο εξηγήσω, παίρνοντας σαν παράδειγμα εμένα, μιας και με ξέρω πια τόσα χρόνια. 

Στην ηλικία των 5 ετών, αποφάσισα να επιλέξω την ομάδα μου στην Ελλάδα και αυτή ήταν ο Ολυμπιακός, λόγω του πατέρα μου. Μέσα στα χρόνια, η σχέση μου με τον Ολυμπιακό χτιζόταν και ενισχυόταν μέσα από διάφορες εμπειρίες.

Η πρώτη φορά που πήγα στο Καραϊσκάκη  και στο ΣΕΦ, τα πρωτοσέλιδα που μάζεψα και κόλλησα στον τοίχο του δωματίου μου όταν η ομάδα κατέκτησε την πρώτη της Ευρωλίγκα, η ανυπομονησία για την καζούρα της επόμενης ημέρας στο σχολείο, μετά από μια μεγάλη νίκη επί του Παναθηναϊκού και εκείνο το καταραμένο γκολ του Κόντε, το οποίο έζησα από τις εξέδρες του ΟΑΚΑ.

 

Με μια ξένη ομάδα, αυτό είναι πολύ πιο δύσκολο, ειδικά αν για κάποιο διάστημα δεν έχεις ζήσει στην πόλη από την οποία προέρχεται. Έχω ακούσει για πολλές περιπτώσεις ανθρώπων οι οποίοι σπούδασαν ή δούλεψαν σε μια πόλη και έκτοτε ανέπτυξαν μια αγάπη προς την ομάδα της πόλης αυτής. Αυτό το καταλαβαίνω απόλυτα. Το να είσαι όμως φανατικός οπαδός της Μπαρτσελόνα και να μην την έχεις δει ποτέ από κοντά, να μην έχεις πάει καν στη Βαρκελώνη, ε μου φαίνεται κάπως.

Προσοχή δεν μπλέκω με ιδεολογίες και τις διάφορες θεωρίες σύμφωνα με τις οποίες κάθε ομάδα συμβολίζει συγκεκριμένα πράγματα, γιατί πολύ απλά πιστεύω ότι ειδικά σήμερα, όλα αυτά δεν υπάρχουν, τουλάχιστον σε ότι αφορά την Ελλάδα. Ούτε όλοι οι φίλαθλοι του Ολυμπιακού είναι λαϊκά παιδιά από τον Πειραιά, ούτε οι φίλοι του Παναθηναϊκού προέρχονται εξ ολοκλήρου από την αστική τάξη, ούτε βέβαια οι υποστηρικτές της ΑΕΚ και του Πανιωνίου είναι πρόσφυγες. Δεν επικαλούμαι λοιπόν κάποιο ιδεολογικό υπόβαθρο, αλλά το αγνό, ατόφιο δέσιμο που προκαλεί η καθημερινή τριβή με την ομάδα σου.

Επειδή βέβαια κάποιες ξένες ομάδες διατηρούν ένα ιδεολογικό, κοινωνικοπολιτικό υπόβαθρο, το να είσαι φανατικός φίλος της Μπάρτσα και να μάχεσαι κι εσύ για την ανεξαρτησία της Καταλονίας από το Παγκράτι, είναι κάπως υπερβολικό. Προφανώς και έχεις κάθε δικαίωμα να θαυμάζεις την μπάλα που παίζει η Μπαρτσελόνα, αλλά όπως και να το κάνουμε, στην ψυχολογία του Καταλανού που λιώνει στις εξέδρες του Καμπ Νου και έχει δακρύσει για εκείνη, είναι λίγο δύσκολο να μπεις.

Για να επιστρέψω στη δική μου περίπτωση, αγαπάω τη Λίβερπουλ, θέλω να κερδίζει, αλλά χωρίς να έχω περάσει καν το κατώφλι του Άνφιλντ και παρακολουθώντας την πορεία της από απόσταση, σίγουρα δεν μπορώ να τη συγκρίνω με τον Ολυμπιακό. Όταν χάνει ο Ολυμπιακός στεναχωριέμαι, τσαντίζομαι, τσακώνομαι. Όταν χάνει η Λίβερπουλ, απογοητεύομαι και λίγα λεπτά μετά το ξεχνάω.

Μίλησα πριν για το Ντάλας, το πρωτάθλημα του οποίου πανηγύρισα έξαλλα. Λίγα χρόνια πριν, υποστήριζα άλλη ομάδα στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου και συγκεκριμένα τους Σακραμέντο Κινγκς, λόγω του μεγάλου Πέτζα. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει περίπτωση να αλλάξω ομάδα ποτέ, ακόμα κι αν ο Ολυμπιακός αποφασίσει να διαλυθεί. Ο λόγος: το δέσιμο είναι 500 φορές μεγαλύτερο.

Πέντε καρπούζια στην ίδια μασχάλη

 

Καταλαβαίνω πως στο κομμάτι του δεσίματος και της ταύτισης, κρίνω λιγάκι εξ ιδίων τα αλλότρια. Τι να κάνουμε, για τη δική μου περίπτωση και τα δικά μου συναισθήματα μπορώ να μιλήσω με ασφάλεια, τη δική μου άποψη καταθέτω. Αυτό δεν σημαίνει φυσικά ότι περιμένω όλοι να συμφωνήσουν μαζί μου.

Σε αυτό που είμαι κάθετος όμως, είναι στην υπερβολή της υποστήριξης μιας ομάδας σε ΚΑΘΕ πρωτάθλημα. Δεν γίνεται να είσαι και Παναθηναϊκός και Ρεάλ Μαδρίτης και Ρόμα και Μπόκα Τζούνιορς και Πάκερς και Μπουλς και Εθνική Αργεντινής και..και….και.

Να δείχνεις μια συμπάθεια σε κάποιες ομάδες το καταλαβαίνω. Να υποστηρίζεις φανατικά όμως διψήφιο αριθμό συλλόγων, πραγματικά δεν μπορώ να το συλλάβω. Πόση οπαδική αγάπη έχεις πια να μοιράσεις; Μήπως είσαι λίγο ο Μάνθος ο Φουστάνος των οπαδών, αποκαλώντας όλες τις ομάδες μοναδικές σου αγάπες;

Όλη αυτή η υπερβολή, στα δικά μου μάτια, ακυρώνει λίγο την αγάπη, την πίστη και την αφοσίωση που απαιτεί η μοναδική σχέση οπαδού-ομάδας. Δεν μπορείς να τραγουδάς, να δακρύζεις, να ενθουσιάζεσαι για τόσες διαφορετικές ομάδες, δεν είναι αυτό το νόημα του καλώς εννοούμενου οπαδισμού.

Μπορείς φυσικά να παρακολουθείς και να συμπαθείς όσες ομάδες θέλεις. Μια όμως θα είναι η εκλεκτή, μια θα είναι η δική σου ομάδα.

Μια πιθανή εξήγηση

 

Αγαπημένη μου συνήθεια όποτε συνομιλώ με ανθρώπους από άλλες χώρες, είναι να τους ρωτάω αν ασχολούνται με τα αθλητικά και τι ομάδα είναι. Βασικά θέλω να δω αν ξέρουν τον Ολυμπιακό και τι γνώμη έχουν για την ομάδα μου, όμως με την ευκαιρία κάνουμε και μια συζήτηση για όσα αθλητικά συμβαίνουν εκτός των συνόρων μας.

Το συμπέρασμα το οποίο έχω βγάλει είναι πως όσοι προέρχονται από προηγμένες ποδοσφαιρικά χώρες, υποστηρίζουν μια ομάδα από τη χώρα τους και τέλος. Κανένας Ολλανδός δεν μου έχει πει ότι είναι Άγιαξ και Μπαρτσελόνα, κανένας Άγγλος ότι είναι Άρσεναλ και Γιουβέντους, κανένας Ιταλός ότι είναι Ρόμα και Μπάγερν.

Δυστυχώς, στη χώρα μας έχουμε την κατάρα να παρακολουθούμε ένα από τα χειρότερα πρωταθλήματα της Ευρώπης. Με βία, κάκιστο θέαμα, διαφθορά και ομάδες περιορισμένων δυνατοτήτων, οι οποίες στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις έχουν συμβιβαστεί σε ρόλο κομπάρσου.

Υποστηρίζοντας μια ευρωπαϊκή υπερδύναμη, καλύπτεις το κενό που αφήνει η ομάδα σου, η οποία συνήθως μετά τα Χριστούγεννα παρακολουθεί τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις από την άνεση του καναπέ της. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι στο μπάσκετ, όπου οι ελληνικές ομάδες πρωταγωνιστούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι περισσότεροι περιορίζονται στην υποστήριξη της ελληνικής ομάδας τους. Εγώ τουλάχιστον, δεν έχω ακούσει για κάποιον που είναι Ολυμπιακός και ΤΣΣΚΑ ή Παναθηναϊκός και Ρεάλ, ακόμα κι αν υποστηρίζει τη Ρεάλ στο ποδόσφαιρο.

Θα καταλήξω λοιπόν λέγοντας ότι καταλαβαίνω απόλυτα την ανάγκη μας να απολαμβάνουμε το θέαμα που προσφέρουν τα προηγμένα πρωταθλήματα και το γεγονός ότι επιλέγουμε να υποστηρίζουμε κάποιες ομάδες σε αυτά για να εντείνουμε το ενδιαφέρον μας. Το ίδιο κάνουν και φίλαθλοι από την Ασία για παράδειγμα, οι οποίοι εξελίσσονται σε φανατικούς φίλους ευρωπαϊκών ομάδων, αφού το ποδόσφαιρο στην ήπειρό τους βρίσκεται ακόμη σε νηπιακό επίπεδο.

 

Αν ποτέ περπατώντας στους δρόμους της Βαρκελώνης ακούσω δυο Καταλανούς να τσακώνονται για τον Πράνιτς και τον Αναστασίου, ίσως αλλάξω γνώμη.