ΞΕΝΑΓΗΣΗ

Με την K.atou στα Σούρμενα

Μία από τις πιο επιτυχημένες Dj της ηλεκτρονικής σκηνής στην Αθήνα μάς ξεναγεί σε μία off the radar περιοχή της Αττικής.

Σούρμενα ονομάζεται η περιοχή του Ελληνικού πάνω από τη λεωφόρο Βουλιαγμένης, καθώς αποτέλεσε τη μόνιμη κατοικία των Πόντιων προσφύγων που έφυγαν από την ομώνυμη παραθαλάσσια πόλη κοντά στην Τραπεζούντα.

Σήμερα, εκατό χρόνια μετά τον πρώτο εποικισμό της περιοχής, υπάρχει έντονο το στοιχείο του ποντιακού ελληνισμού. Η Ένωση Ποντίων Σουρμένων, που ιδρύθηκε το 1924, διατηρεί ήθη και παραδόσεις, όπως το ταφικό έθιμο που αναβιώνει κάθε χρόνο την Κυριακή του Θωμά. Στο Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Ποντιακό Μουσείο φιλοξενείται μια μεγάλη συλλογή από αντικείμενα, έγγραφα και φωτογραφικό υλικό μέσω της οποίας παρουσιάζονται διάφορες πτυχές της ζωής αλλά και της ιστορικής πορείας των Ποντίων από τα τέλη του 19ου αιώνα έως σήμερα.

Τα Σούρμενα διατηρούν ζωντανή την αίσθηση της γειτονιάς. Η Λεωφόρος Ιασωνίδου συγκεντρώνει τα περισσότερα καταστήματα εμπορικού χαρακτήρα, παραμένοντας έτσι σημείο συνάντησης για την τοπική αγορά.

Στα πέριξ, κρύβονται μικρές εκπλήξεις, όπως μία μονοκατοικία με έναν καταπράσινο κήπο για να πιεις τον καφέ σου ή ένα cafe – bar με θέα στην πλατεία, που φτιάχνει τις δικές του μπύρες και διοργανώνει new wave βραδιές. Αυτό το κοινωνιολογικό μωσαϊκό με τις ετερόκλητες εικόνες ξεδιπλώνεται όταν αρχίσεις να γνωρίζεις καλύτερα την περιοχή.

Για την K.atou, μία από τις πιο επιτυχημένες Dj της ηλεκτρονικής μουσικής σκηνής στην Αθήνα και με αξιοσημείωτη πορεία σε μεγάλα stages της Ευρώπης και της Αμερικής, τα Σούρμενα είναι το καταφύγιό της. Η γειτονιά όπου μεγάλωσε, που μπορεί να κοιμηθεί με ησυχία τα βράδια, να δει τα δέντρα από το παράθυρό της, να πιει μπύρες στο στέκι του παιδικού της φίλου και να φάει old school σουβλάκι. Το μέρος όπου μπορεί να γειωθεί.

«Οι φίλοι μου έλεγαν συνέχεια ‘γιατί δεν πας να μείνεις στο κέντρο’. Βρίσκομαι όμως στο κέντρο σίγουρα δύο φορές την εβδομάδα. Εδώ, μεγάλωσα σε μία μονοκατοικία, με την πόρτα ανοιχτή, τον σκύλο μου, τον κήπο με τα ζαρζαβατικά. Τα καλοκαίρια, η μητέρα μου μαζεύει τα κλειδιά από τους γείτονες που φεύγουν για διακοπές. Αν κάποιος δει κάτι περίεργο στο σπίτι σου ενώ λείπεις θα σε πάρει τηλέφωνο».

Η ζωή της ακροβατεί μεταξύ μιας απαιτητικής καθημερινότητας σε ναυτιλιακή εταιρεία και DJ sets τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Η σχέση της με τη μουσική ξεκίνησε από τα παιδικά πάρτυ στο δημοτικό. Ήταν εκείνη που έφερνε στα σπίτια των φίλων της τις κασέτες (και αργότερα τα CD) και επιμελούνταν το πρόγραμμα.

«Οι μαμάδες έπαιρναν τηλέφωνο τη δική μου και τη ρωτούσαν αν θα πάω στο πάρτυ και αν θα φέρω τη μουσική μου». Η ίδια θυμάται τον πατέρα της να ακούει με τις ώρες τα αγαπημένα του jazz και blues, πίνοντας το ουίσκι του και καπνίζοντας, την ώρα που η μητέρα της έβλεπε (και συνεχίζει) μανιωδώς τηλεόραση. «Εγώ έγραφα μουσική στις κασέτες μου από τις ραδιοφωνικές εκπομπές».

Το χαρτζιλίκι της από το σχολείο πήγαινε σε ένα δισκοπωλείο στην Ιασωνίδου, όπου ο ιδιοκτήτης έγραφε ό,τι δίσκο ήθελε κάποιος σε κασέτα. «Θυμάμαι να πηγαίνω πιτσιρίκι και να αράζουν οι μεγάλοι, να καπνίζουν. Κι εγώ να του ζητάω να μου γράψει το soundtrack της Αναστασίας από την Ελευθερία Αρβανιτάκη. Μετά ήρθαν τα διάφορα ηλεκτρονικά, house, disco, ξέρεις».

Η μουσική στη ζωή της

«Ένας DJ είναι εκεί για να ψυχαγωγήσει το κοινό του. Εννοείται ότι κάνεις μια προεργασία που ταιριάζει στο μουσικό σου στυλ ή σε αυτό που σου αρέσει να ακούς, το οποίο όμως το προσφέρεις με τέτοιον τρόπο ώστε να το αγκαλιάσει το κοινό σου και να το ζήσει μαζί σου».

Ξεκίνησε να παίζει επαγγελματικά (σε πολλά εισαγωγικά, θα τονίσει) ως φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο Ιονίου στην Κέρκυρα. «Την πρώτη εβδομάδα που γράφτηκα στο μεταφραστικό, είχα γνωρίσει ήδη τους ιδιοκτήτες των μπαρ. Ξεκίνησα να κάνω πάρτυ και να καλώ DJs από την Αθήνα, είχα μέχρι και μια ραδιοφωνική εκπομπή». Στα χρόνια που ακολούθησαν, η K.atou έκανε το μεταπτυχιακό της στο Λονδίνο και έζησε στο Βερολίνο.

«Έλειπα για μία δεκαετία από την Αθήνα, οπότε έχασα ένα κομμάτι της ηλεκτρονικής σκηνής. Θα πω ότι έχει πολλά ups and downs. Ζούμε σε μία χώρα όπου η συγκεκριμένη σκηνή έχει το μικρότερο κομμάτι της πίτας, άρα αναλογικά με αυτό δεν νομίζω ότι τα πάμε κι άσχημα. Παρόλα αυτά, νομίζω ότι η Αθήνα είναι λίγο κολλημένη στο 2010. Εκεί που υπάρχουν άλλα μουσικά ρεύματα πιο φρέσκα, είμαστε κολλημένοι σε πράγματα που θεωρούνται απαρχαιωμένα. Υπάρχουν κάποιες αναλαμπές, όπως η εμφάνιση του PTX που είχε ένα πρόγραμμα πολύ 2022-2023».

Για την ίδια, η μουσική είναι ο τρόπος της να αποφορτιστεί. «Είχα δοκιμάσει να ασχοληθώ επαγγελματικά αποκλειστικά με τη μουσική, αλλά δε μου άρεσε να μην εκμεταλλεύομαι τις ικανότητές μου στο έπακρο. Επίσης, η δουλειά σού δίνει ένα μαξιλαράκι ασφάλειας και μπορείς να γίνεις πιο επιλεκτική γιατί δεν έχεις το στρες της επιβίωσης. Δεν μπορείς να υποχρεώσεις τον άλλον να σε κλείσει για να παίζεις συνέχεια επειδή αποφάσισες να γίνεις Dj. Και το μεγάλο μπλοκάρισμα γίνεται όταν πρέπει να παίξεις μουσική για να επιβιώσεις. Όταν δεν είχα πλέον το οικονομικό άγχος, μπορούσα να λέω ‘όχι’ σε πράγματα που δεν θεωρούσα ότι είχαν να μου προσφέρουν κάτι. Όταν υπάρχει αποφόρτιση, γίνεσαι μεγαλύτερος μαγνήτης. Και ναι, είναι ελιτίστικο όλο αυτό».

Η K.atou παίζει πάντα για τον κόσμο ανεξάρτητα από το πόσο μεγάλο ή μικρό είναι το κοινό. Αρκεί να βρεθεί σε ένα set της, για να το καταλάβεις. Παρατηρεί, χαμογελάει, βλέπει αν ο κόσμος διασκεδάζει. «Ουσιαστικά ένας DJ είναι εκεί για να ψυχαγωγήσει το κοινό του. Εννοείται ότι κάνεις μια προεργασία που ταιριάζει στο μουσικό σου στυλ ή σε αυτό που σου αρέσει να ακούς, το οποίο όμως το προσφέρεις με τέτοιον τρόπο ώστε να το αγκαλιάσει το κοινό σου και να το ζήσει μαζί σου.

Δεν έχω πει ποτέ “έχω αυτά τα δέκα κομμάτια, αυτά θέλω να ακούσω και δε με νοιάζει τι κάνει ο κόσμος”. Πρέπει να υπάρχει διάδραση και ευελιξία. Δεν παίζω ποτέ με το κεφάλι σκυμμένο, μου αρέσει να επικοινωνώ. Δεν έχω πρόβλημα να μου μιλάνε την ώρα που παίζω αρκεί να μην μου κάνουν περίεργα requests που δεν μπορώ να ικανοποιήσω. Αυτό είναι το μοναδικό πρόβλημα. Ξέρεις τώρα υπάρχει και το Spotify και έρχονται και σου λένε ‘το έχω στο κινητό μου μπορείς να το βάλεις κι εσύ’».

Από τις φορές που έχει βρεθεί να παίζει σε stages του εξωτερικού, κρατάει τρεις στιγμές. Την τελευταία φορά, από τις τρεις που έχει παίξει, στο Glastonbury Festival, το ξημέρωμα μίας Τρίτης σε ένα μαραθώνιο πάρτυ στο de school στο Άμστερνταμ και ένα πρωινό στο Ντιντρόιτ.

«Ήταν 6.30 το πρωί στην αυλή ενός κλαμπ, είχε αρχίσει να βρέχει και ήμουν η πρώτη που έπαιζε έξω. Ξαφνικά γέμισε όλη η αυλή, είχαν ανέβει μέχρι και στον τοίχο, και ήταν ένας τύπος που κινηματογραφούσε. Την επόμενη μέρα περπατούσα με τις πιτζάμες στον δρόμο για το μίνι μάρκετ και με σταματούσαν και μου έλεγαν εσύ ήσουν που έπαιζες, ήταν τέλεια. Και όταν με κάλεσαν την πρώτη φορά, σκεφτόμουν ότι ποιος θέλει να ακούσει ένα κοριτσάκι 26 χρονών στο Ντιτρόιτ. Αλλά ήταν τέλεια».

Μπύρες στο Σωρηδόν στην πλατεία

Τη διέπει ένα μοναδικό coolness στον τρόπο που προσεγγίζει τα πράγματα. Πίνουμε μπύρες στο αγαπημένο της στέκι στην πλατεία, το Σωρηδόν, όπου ένας εκ των ιδιοκτητών είναι ο πρώτος της παιδικός φίλος, ο Ηλίας.

Στα μαθητικά της χρόνια, στην ίδια πλατεία, η K.atou έχει δει τις ζωγραφιές της να εκτίθενται και έχει χορέψει παραδοσιακούς χορούς. Η πιο έντονη ανάμνηση όμως που έχει από τα παιδικά της χρόνια είναι να παίζουν κλέφτες κι αστυνόμους με τα ποδήλατα και να φτάνουν στην Ηλιούπολη χωρίς να το ξέρουν οι γονείς της. Το μπάσκετ υπήρξε επίσης ένα μεγάλο κεφάλαιο στη ζωή της, ένα άθλημα που της χάρισε αρκετές συγκινήσεις και νίκες, μεταξύ άλλων με την ομάδα των Σουρμένων.

Στο Σωρηδόν, πίνεις μπύρες από τη Sourmena Brew, μια νομαδική ζυθοποιία με έδρα τα Σούρμενα που έχει ως σήμα της την χαρακτηριστική υπερυψωμένη δεξαμενή της πρώην αμερικάνικης βάσης. Είναι γέννημα θρέμμα της καραντίνας αφού με αφορμή τα lockdowns, μια παρέα νέων αποφάσισε να εξερευνήσει το μαγικό ταξίδι της παρασκευής μιας δικής τους μπύρας. Στο μενού βρίσκεις την Κυρία Τούλα, μια New England IPA που πήρε το όνομά της από μία γάτα, την Κερβάνα, μια Blonde Ale, που τιμά την ποντιακή παράδοση του καραβανιού και η μαύρη Helix, με τη βρώμη να παίζει καθοριστικό ρόλο στο γευστικό αποτέλεσμα.

Τις Τρίτες, το μαγαζί παίζει new wave και η K.atou συνηθίζει να φέρνει στο στέκι της φίλους που την επισκέπτονται εκτός περιοχής ή ακόμα και από το εξωτερικό, όπως τη Rebecca μία DJ από το Ντιντρόιτ που έχει ανέβει και στα decks του Σωρηδόν.

Μαγειρευτά στον Διονύση

«Τα Σούρμενα εξακολουθούν να κρατούν το στοιχείο της γειτονιάς. Από όταν έφυγε το αεροδρόμιο από το Ελληνικό, χτίστηκαν περισσότερες πολυκατοικίες, αλλά σε γενικές γραμμές το σκηνικό δεν έχει αλλάξει και πολύ».

Στην αρχή της Ιασωνίδου βρίσκεται ένα από τα πιο παλιά μαγειρεία στην περιοχή. Στον Διονύση σχηματίζονται κάθε μεσημέρι ουρές για τα μαγειρευτά του, όπως παστίτσιο, μουσακάς, γεμιστά και μπριάμ. Στις σπεσιαλιτέ του είναι και τα τηγανητά καλαμάρακια και η K.atou τον επισκέπτεται κάθε φορά που αναζητά μαμαδίστικο φαγητό. «Μετά τη 1 το μεσημέρι έχει μεγάλη ουρά και ξεπουλάει σχετικα νωρίς».

Τυριά, αλλαντικά και ψωμί στους Μέλαμπες

Το παντοπωλείο του Μύρωνα στην Ιασωνίδου συγκεντρώνει μια ποικιλία προϊόντων της κρητικής και μεσογειακής διατροφής.

«Η μαμά μου είναι φανταστική μαγείρισσα. Όχι απλά έχει άποψη αλλά κατακεραυνώνει κιόλας τα μαγαζιά. Οι Μέλαμπες ήταν ανακάλυψη της κυρίας Αλέκας. Από εκεί προμηθεύομαι ψωμί, φέτα, αλλαντικά και όσπρια».

Ο Μύρωνας άνοιξε το παντοπωλείο του πριν από δώδεκα χρόνια, με ένα όνομα που παραπέμπει στη γενέτειρά του. Οι Μέλαμπες είναι ορεινό χωριό του Ρεθύμνου στην Κρήτη και ο ιδιοκτήτης, συγκεντρώνει στο μαγαζί του προϊόντα τόσο από τον τόπο καταγωγής του, όσο και την υπόλοιπη Ελλάδα. Εκτός από τη μεγάλη ποικιλία σε τυριά, βότανα, ελιές, παξιμάδια και ζυμαρικά, στα ράφια του βρίσκεις πίκλες, αλείματα, κριτσίνια και πιο ιδιαίτερα προϊοντα της κρητικής διατροφής.

Σουβλάκι στο Ελληνικό

Υπάρχουν κάποια σουβλατζίδικα που έχουν καταγραφεί στη σύγχρονη ιστορία ως old school και το Ελληνικόν είναι ανάμεσα σε αυτά. Βρίσκεται στην Ιασωνίδου από το 1990 και διατηρεί το μενού του ίδιο μέχρι σήμερα, χωρίς ντελίβερι. Κοτόπουλο και χοιρινό σε γύρο ή καλαμάκι και φυσικά το διάσημο τυλιχτό με το μπιφτέκι.

Για την K.atou αποτελεί μια κλασική στάση από όταν ήταν παιδί. «Θυμάμαι να σταματάω με τη μητέρα μου ή να μου δίνει χρήματα για να αγοράσω μόνη μου. Πολλοί που δούλευαν στο Ελληνικό πήγαν και άνοιξαν στη συνέχεια τα δικά τους μαγαζιά, τα οποία είναι καλά αλλά όχι το ίδιο».

Στο Kapu για τον κήπο του

Στα πέριξ της Ιασωνίδου, κρύβονται μικρές εκπλήξεις, όπως μία μονοκατοικία με έναν καταπράσινο κήπο για να πιεις τον καφέ σου ή ένα café - bar με θέα στην πλατεία, που φτιάχνει τις δικές του μπύρες και διοργανώνει new wave βραδιές.

Μία μονοκατοικία κρύβει έναν σκιερό κήπο, ιδανικό για τις ζεστές ημέρες στην πόλη. Στο Kapu σερβίρουν καφέ, σνακ, cocktails και μπύρες, καθιστώντας το έτσι ιδανικό για όλες τις ώρες. «Το καλοκαίρι, ακόμα και τις καθημερινές, έχει αρκετό κόσμο το βράδυ γιατί έρχονται κι από άλλες περιοχές. Ο κήπος είναι πολύ ωραίος. Όταν είχε ζέστη, αράζαμε και πίναμε μπύρες».