Eurokinissi
OPINIONS

Δίκη για τη δολοφονία του Ζακ: Από τη δίκη των ναζί στη δίκη των καθωσπρέπει κυρίων

Σε μια σύμπτωση με ιδιαίτερους συμβολισμούς, η δίκη για τη δολοφονία του Ζακ ξεκινάει την ώρα που τελειώνει η δίκη για τη Χρυσή Αυγή.

Σήμερα είναι η μέρα έναρξης της δίκης για τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου, μια δίκη που συμπίπτει για μια ή για λίγες περισσότερες μέρες με το τέλος της δίκης για τη Χρυσή Αυγή. Αρκετά σημαντικό σε συμβολικό επίπεδο. Υποθέσεις που συγκλόνισαν την ελληνική κοινωνία ή μάλλον, για να είμαστε ειλικρινείς, ένα μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Υποθέσεις που ακόμα είναι ανοιχτές πληγές για την ελληνική κοινωνία και που θα συνεχίσουν να είναι ακόμα και μετά την καταδίκη δραστών και αυτουργών. Ακριβώς γιατί δεν έγιναν σε κενό αέρος. Αντιθέτως. Έγιναν η πρώτη από μια νεοναζιστική οργάνωση που έπεισε εκατοντάδες πολίτες να την ψηφίσουν. Η δεύτερη από μια αποκτηνωμένη εκδοχή της κοινωνίας του μίσους για το διαφορετικό. Kαι έγινε, όταν η οργανωμένη δράση της Χρυσής Αυγής έπαυσε υπό το βάρος της καταδικαστικής απόφασης.

Αυτό ήταν το στόρι που ακούσαμε τις πρώτες στιγμές μετά τη σοκαριστική είδηση του θανάτου του Ζακ: Ο τελευταίος ήταν στο κέντρο της πόλης και κινούνταν με “περίεργο βηματισμό” και υπό την επήρεια ναρκωτικών. Βρήκε ανοιχτό το κατάστημα ενός ανοικτού κοσμηματοπωλείου επί τις οδού Γλάδστωνος προκειμένου να το ληστέψει. Αυτό υπέπεσε στην αντίληψη του καθώς πρέπει ιδιοκτήτη του ο οποίος τον εγκλώβισε μέσα στο κοσμηματοπωλείο μαζί με συμπολίτες του περιμένοντας την αστυνομία. Τελικά ο εισβολέας σκοτώθηκε είτε λόγω των ναρκωτικών ουσιών είτε λόγω κρίσης πανικού (σε μια άλλη εκδοχή της ιστορίας). Μα τι θα συμβεί επιτέλους με την εγκληματικότητα στο κέντρο; Πώς θα ζήσουν αυτοί οι καθώς πρέπει άνθρωποι; Μόνο που φαίνεται ότι όλα αυτά ήταν ψέματα.

Καταρχάς οι τοξικολογικές εξετάσεις έδειξαν ότι δεν υπήρχε κανενός είδους κοκτέιλ ναρκωτικών στο σώμα του Ζακ. Ταυτόχρονα, ένα βίντεο δείχνει τον τρόπο που ουσιαστικά ο Ζακ Κωστόπουλος λινσαρίστηκε από τον ιδιοκτήτη του μαγαζιού και άλλον έναν τύπο. Αργότερα, από μια μαρτυρία αλλά και από δεύτερο βίντεο φαίνεται ότι το πιθανότερο είναι ότι δεν υπήρχε ούτε καν περίπτωση απόπειρας ληστείας. Ο Ζακ είχε δεχτεί εκφοβισμό και απειλές και μπήκε στο πρώτο μαγαζί που βρήκε για να προστατευτεί. Ήταν μια από εκείνες τις περιπτώσεις που η πραγματικότητα ήρθε και ξερίζωσε τις υπόνοιες, τα στερεότυπα, τις φοβίες. Η Ζάκι δεν ήταν υπό την επήρεια ουσιών και δεν πήγε να κλέψει τίποτα. Παρόλα αυτά, ακόμα και στον θάνατό της, χρειάστηκε για ακόμα μια τελευταία φορά να αποδείξει την αθωότητα της.

Το οργανωμένο έγκλημα και το λιντσάρισμα

Η ανθρωποκτονία του Ζακ Κωστόπουλου έγινε τον Σεπτέμβριου του 2018. Σχεδόν 5 χρόνια πριν τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Πάλι Σεπτέμβριο.  Η Χρυσή Αυγή είχε ήδη αρχίσει να εξαφανίζεται. Τα γραφεία της έκλειναν το ένα μετά το άλλο, τα μέλη της άρχισαν να φαγώνονται μεταξύ τους. Λίγους μήνες μετά δεν έπιασε καν το 3%. Ευτυχές. Ευτυχέστατο. Η περίπτωση του Ζακ Κωστόπουλου είναι μια ευκαιρία να δούμε όμως στην πράξη το πώς δεν ξεμπερδέψαμε με όσα έφεραν τη Χρυσή Αυγή στο προσκήνιο. Μπορεί να τελείωσαν αυτοί, δεν τελείωσαν όμως όλα εκείνα που τους φόρεσαν τον μανδύα του κοινοβουλευτικού κόμματος.

Φάνηκε, λοιπόν, το πώς περάσαμε από τη βία του μπρατσωμένου με τις μαύρες μπλούζες και τα ναζιστικά τατουάζ στη βία του καθώς πρέπει κυριούλη με το πόλο μπλουζάκι που, αφού έκανε ό,τι έκανε, είπε να σκουπίσει τα γυαλιά από τις τζαμαρίες του μαγαζιού του. Ένα πέρασμα από τη βία του νεοναζί μαχαιροβγάλτη στη βία του απλού μαγαζάτορα. Η πρώτη στην κορύφωση της οικονομικής κρίσης και η δεύτερη στην αυγή μιας νέας κανονικότητας.

Προφανώς η εκτόξευση των ποσοστών και τελικά της βίας της Χρυσής Αυγής συνέπεσε με την οικονομική κρίση. Θα είναι όμως μεγάλο λάθος να τη ρίξουμε αποκλειστικά σε αυτή. Η έκρηξη ήρθε, επειδή είχε διαμορφωθεί ένα μεγάλο κοινό που ήταν έτοιμο να ανοίξει τα αυτιά του και να ακούσει όσα είχαν να του πουν οι Χρυσαυγίτες. Ένα κοινό που είχε μάθει για παράδειγμα με διάφορους τρόπους να βλέπει κάθε μετανάστη ως απειλή είτε συνδέοντάς με το έγκλημα είτε, αργότερα, με τις διαφορετικές πολιτισμικές καταβολές του. Ένα κοινό που είχε μάθει να απεικονίζει στο μυαλό του τους τοξικοεξαρτημένους ως θύτες και δυνάμει εγκληματίες, διαβάζοντας άρθρα γεμάτα με σκοτεινές φωτογραφίες και σύριγγες. Ένα κοινό που είχε μάθει ότι οι gay είναι ανώμαλοι ή έστω χωρίζονται στους “αξιοπρεπείς” και τους “αναξιοπρεπείς”. Με τους πρώτους να είναι προφανώς όσοι κλείνονται στο σπίτι τους και ντρέπονται για το αμάρτημα στο οποίο υπέπεσαν.

Όλα αυτά δεν τα γέννησε η κρίση. Όχι. Όλα αυτά τα γέννησε αντιθέτως η ευημερία. Με τους συγκεκριμένους όρους μάλιστα η ευημερία της δεκαετίας του ’90.

Πού τον είδαμε τον ρατσισμό;

Πριν, λοιπόν, αρχίσουμε τα “δεν λέτε τίποτα όμως” μήπως να σκεφτούμε το εξής. Αν εμείς, οι “κανονικοί”, μπαίναμε με το περήφανο και στιβάρο μας περπάτημα και με το εξίσου “κανονικό” μας ντύσιμο μέσα σε ένα μαγαζί, κοσμηματοπωλείο, για τον έναν ή τον άλλο λόγο, ποια θα ήταν η αντίδραση του μαγαζάτορα; Υπήρχε περίπτωση εμάς τους κανονικούς να μας εγκλώβιζε μέσα και να μας κλώτσαγε στο κεφάλι; Ή μήπως θα μας θεωρούσε πελάτες του; Ίσως και να μας ζητούσε συγγνώμη που είχε μια δουλειά και άφησε έτσι το μαγαζί και μας έκανε να περιμένουμε. Δεν χρειάζεται να το στοιχειοθετήσουμε. Δεν στοιχειοθετείται στην πραγματικότητα. Είναι μια άσκηση νοητική. Μια προβολή σε ένα παράλληλο σύμπαν. Εμάς δεν θα μας έβλεπε ως απειλή.

Ο Ζακ όμως δεν ήταν “κανονικός”. Και αφού δεν ήταν κανονικός έγινε άμεσα απειλή για την ιδιοκτησία του. Για την ακρίβεια ο Ζακ εκλαμβανόταν ως απειλή σε όλη του τη ζωή για διάφορα πράγματα. Χωρίς να έχει κάνει τίποτα απειλητικό. Απειλή για διάφορες αιωρούμενες αξίες της οικογένεας και της θρησκείας, απειλή για διάφορες θιγμένες αρρενωπότητες, για διάφορους κανονικούς που συγκλονίζεται η ύπαρξή τους από το διαφορετικό. Και εκλαμβανόταν ακόμα ως απειλή παρότι ήταν εγκλωβισμένος, αδύναμος και μόνος. Και μετά εκλαμβανόταν ως απειλή και για τους αστυνομικούς που πια ανέλαβαν την ήδη βαμμένη με αίμα υπόθεση λίγα λεπτά μετά το λιντσάρισμα. Για πολλούς εκλαμβάνεται ως απειλή ακόμα και τώρα.

Αυτοί συχνά εξάλλου συνεχίζουν ακόμα να απορούν. Βαριούνται να πατήσουν το κλικ να διαβάσουν στοιχεία και μαρτυρίες που λένε τι πραγματικά συνέβη με τον Ζακ. Τους αρκεί η αρχική βεβαιότητα. Η επαλήθευση των στερεοτύπων που έχουν στο μυαλό τους. Τι άλλο μπορεί να έκανε μια drag queen και ένα πρεζάκι μέσα σε ένα κατάστημα; Είναι δυνατόν απλά να ζητούσε βοήθεια; Αφού αυτή ήταν η απειλή πώς γίνεται να απειλούνταν; Καμιά φορά βλέπετε, αυτός που κλωτσάει στο κεφάλι έναν άνθρωπο που παραπατάει από τον φόβο του είναι αυτός που νιώθει ότι παίζει τον ρόλο του απειλούμενου. Ας έχουμε αυτή την αντίφαση στο μυαλό μας τώρα που οι μαχαιροβγάλτες τελείωσαν και βιάζονται να τους αντικαταστήσουν με τη γραβάτα ως ρόμπα σούπερ ήρωα διάφορες νέες εκδοχές της ακροδεξιάς. Αυτοί που τώρα θα λειτουργούσουν ως οι προστάτες των κατά φαντασίαν απειλούμενων.