Unsplash Jason Leung
ΗΜΟΥΝ ΕΚΕΙ

Πώς έζησα το πρώτο βράδυ μετά την καραντίνα σε εστιατόριο

Από το καθεστώς του online delivery στην παραγγελία σε κανονικό σερβιτόρο. Ήταν ένα παράξενα όμορφο βράδυ.

Στην εποχή της καραντίνας, η κουζίνα έγινε η κεντρική σκηνή των θεαμάτων της pop κουλτούρας, το νέο σινεμά και η νέα τηλεόραση μαζί. Το βράδυ που τα μπαρ άνοιξαν για πρώτη φορά μετά από περίπου 70 ημέρες, κινήθηκε μεταξύ ‘απαγορευμένων’ επαφών και νόμιμης απόστασης, που όμως δεν έμοιαζε ποτέ με αποστασιοποίηση. Το φαγητό αποτελεί κι αυτό μια αφορμή για συναντήσεις και το άνοιγμα των εστιατορίων με εξωτερικά τραπεζοκαθίσματα, μετράει ήδη κάτι λιγότερο από μια εβδομάδα: Με μια βόλτα στο ίδιο σκηνικό, αυτό της νυχτερινής ζωής του Πειραιά αποτύπωσα την ανθρωπογεωγραφία εκείνων που άφησαν τον καναπέ και το online delivery για να παραγγείλουν ξανά το αγαπημένο τους πιάτο σε σερβιτόρο,αλλά και την υποδοχή τους σε εστιατόρια, μεζεδοπωλεία, παμπ, εκεί που κάποτε σχηματίζονταν ουρές για την εξασφάλιση ενός καλού τραπεζιού και το τηλέφωνο δεν σταματούσε να χτυπά.

(Σχεδόν) έρημη πόλη

Το μέρος που εμπιστεύεσαι για το φαγητό σου, είναι μια προβολή της ψυχοσύνθεσης σου και αποτυπώνει ιδανικά συνήθειες, εμμονές, προτιμήσεις, απέχθειες με τις οποίες έχεις διαμορφώσει τον χαρακτήρα σου, πάνω σε ένα τραπέζι με ένα μενού και μερικά άδεια πιάτα. Ξεκίνησα με απίστευτη χαρά και προσμονή για την Φρεαττύδα, με σκοπό να ευχηθώ ‘καλωσορίσατε’, να προσκυνήσω ξανά την αγαπημένη μου παμπ στον Πειραιά και να απολαύσω το πρώτο μου μπέργκερ μετά την καραντίνα συνοδεία παγωμένης μπύρας μπύρας. Το αποτέλεσμα ήταν οριακά απογοητευτικό: Το μαγαζί ήταν άδειο, με όχι περισσότερα από 7-8 τραπεζοκαθίσματα πάνω στον κεντρικό δρόμο και με δυο ηρωικές παρέες των 4-5 ατόμων να βρίσκονται εκεί, σε αποστάσεις πολλών μέτρων μεταξύ τους.

Τουλάχιστον το social distancing είχε εφαρμοστεί με επιτυχία.Η Μαρίνα Ζέας επίσης, τοποθεσία της οποίας η εστίαση έχει ‘μάθει’ να δουλεύει με τουρίστες μικρής διαμονής, ήταν έρημη από από κόσμο, με τα περισσότερα εστιατόρια σχεδόν άδεια. Μπέργκερ μετά την καραντίνα: Η έκβαση της αποστολής μου άρχιζε να φαντάζει ‘θολή’.

Αποφάσισα να κινηθώ στην ευρύτερη περιοχή της Φρεαττύδας. Ο συνδυασμός των τυφώνων/μουσώνων που συνόδεψε καιρικά το άνοιγμα της εστίασης, φάνηκε πως ήταν η δύναμη που αποθάρρυνε τον κόσμο από τις γύρω γειτονιές από το να τιμήσει κλασικά στέκια της περιοχής. Είναι περίεργη η αίσθηση και σχεδόν κυνική: Κάθε φορά που βρίσκεσαι μπροστά από ένα εστιατόριο έρημο από κόσμο, δύσκολα θα καθίσεις σε κάποιο τραπέζι του. Κάτι αντίστοιχο φαίνεται πως συνέβη κι εδώ.“Για να είναι έρημο, κάτι παράξενο/ύποπτο έχει συμβεί εδώ”, είναι μια σκέψη που έχει περάσει από το μυαλό όλων μας.

Στο ‘ναό’ για τους λάτρεις των μπέργκερ

Όταν άνοιξε το Μπαρ Μπεε Κιου στον Πειραιά, ένας ναός φαγητού που χορταίνει το μάτι, την πείνα και την ψυχή, οι ουρές έξω από το κατάστημα εκτείνονταν για πολλά μέτρα, περιλαμβάνοντας και υποψήφιους θαμώνες από την Αθήνα και τα Βόρεια Προάστια, ενώ το τηλέφωνο και τα social media του εστιατορίου γέμιζαν από φωνές απόγνωσης “μα θέλουμε να έρθουμε και δεν βρίσκουμε τραπέζι!”. Η περιέργεια μου να δω από κοντά, τι συμβαίνει σήμερα στο πιο δημοφιλές burger joint του Πειραιά, είχε νικήσει.

Σε μια εποχή που τα εστιατόρια ελίσσονται με κινήσεις πακ-μαν για να απορροφήσουν κι άλλο, ακόμα περισσότερο χώρο με εξωτερικά τραπεζοκαθίσματα, στο Μπαρ Μπεε Κιού, η κατάσταση έδειχνε ελεγχόμενη. Τα τραπέζια βρίσκονταν σε διακριτές αποστάσεις μεταξύ τους, ουρές υποψήφιων θαμώνων δεν υπήρχαν πουθενά και οι παρέες (όχι περισσότερα από 20 άτομα) που βρίσκονταν στο χώρο, απολάμβαναν κάποια από τα θεόρατα-σε μέγεθος οροσειράς- trademark μπέργκερ του μαγαζιού.

Η παραγγελία μου θα έκανε έναν λόχο από vegans να χορεύουν το χορό του Ζαλόγγου και το όνομα του μπέργκερ που επέλεξα, έμοιαζε βγαλμένο από περιπέτεια με πρωταγωνιστή τον Λούκι Λουκ. Αν είσαι πιστός θαμώνας, ξέρει τι εστί ‘Μοντάνα Τζόουνς’, αν όχι, πρέπει να το ανακαλύψεις. Το πρώτο σοκ της παραγγελίας -σε διακριτική απόσταση- ενώπιον σερβιτόρων που φορούν διαρκώς μάσκες ξεπεράστηκε γρήγορα και αντικαταστάθηκε από εκτίμηση για την πειθαρχία τους στους υγειονομικούς κανόνες.

Όταν ξέρεις ότι είσαι ασφαλής και μέσα σε ένα covid-free περιβάλλον, τότε έχεις όλο το χρόνο για να περιμένεις με αγωνία ένα μπέργκερ βγαλμένο από σενάριο κινηματογραφικής ταινίας. Επίσης, αξίζει να τονίσουμε ότι σε μέρη όπως οι λαϊκές γειτονιές του Πειραιά, η αναμονή για ένα πιάτο είναι κοινωνικό γεγονός από μόνη της, μια αφορμή για να συνομιλήσεις με περαστικούς, εκ των οποίων με μαθηματική ακρίβεια, ο ένας στους τέσσερις θα είναι φίλος ή παλιός γνωστός, και πιθανότατα θα καθίσει στο τραπέζι σου για μια μπύρα. Κάπως έτσι ξεκινά η επιστροφή της ζωής μετά την καραντίνα. Με μια μπύρα σε ένα τραπέζι.

Χαμόγελα μέσα από τις μάσκες

Καθώς έχω ήδη δώσει την παραγγελία μου, παρατηρώ τους θαμώνες του διπλανού τραπεζιού να αποχωρούν και αμέσως να καταφθάνει σερβιτόρος ο οποίος απολυμάνει κάθε καρέκλα και όλα τα εξωτερικά εσωτερικά μέρη του τραπεζιού, φορώντας πάντα την μάσκα του. Η διαδικασία αυτή θα επαναληφθεί σε όλα τα τραπέζια, τα οποία γεμίζουν σε χρόνο dt.

Η επιβολή του εγκλεισμού για λόγους υγείας, η απόσταση ως μια νόρμα και η ζωή μέσα από online εφαρμογές και zoom κλήσεις, έγιναν πληγές για κάθε χώρο που τιμά τις συναντήσεις ανθρώπων, όπως τα μπαρ και τα εστιατόρια. Στο άνοιγμα των εστιατορίων, παρατηρούσες ξεκάθαρα μια πιο ευγενική, πιο ανθρώπινη και απλή επαφή ανάμεσα στον πελάτη και στον εργαζόμενο. Αυτή η επανεκκίνηση της εστίασης, έμοιαζε να αποτελεί ταυτόχρονα και ένα restart διαπροσωπικών σχέσεων. Ο φόβος πως ο κορονοϊός θα μπορούσε να κολυμπάει στο εσωτερικό του πιάτου σου, έχει ήδη ξεκινήσει να αντικαθίσταται από το χαμόγελο ενός σερβιτόρου που σου φέρνει το αγαπημένο σου πιάτο και υπόσχεται ασφάλεια στο πριν και το μετά της βραδιάς σου.

H ώρα του λογαριασμού

Το Μπαρ Μπεε Κιου έχει τουλάχιστον 40-45 θαμώνες σε ένα βράδυ Πέμπτης, αριθμός όχι ιλιγγιώδης, αλλά ενθαρρυντικός για τη συνέχεια και παρέες των 2-4 ατόμων κινούνται γύρω από το μαγαζί με γόνιμη περιέργεια. Έχει έρθει ο Γιάννης, φίλος από την απέναντι γειτονιά, τον έχω κεράσει μπύρα και έχω πληρώσει τον λογαριασμό χρησιμοποιώντας κάρτα, όχι γιατί το επιβάλλει ο κορονοϊός, αλλά γιατί εν έτει 2020, μπορούμε να αφήσουμε τα χάρτινα χρήματα στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Ξέρω πως από τη στιγμή που σηκωθώ, οι ίδιοι δυο σερβιτόροι που απολύμαναν το διπλανό τραπέζι, θα εμφανιστούν και στο δικό μου και θα το διαμορφώσουν με τέτοιο τρόπο ώστε η αίσθηση της ασφάλειας να συνεχίσει να υφίσταται κάθε μέρα, κάθε βράδυ, μέχρι η πανδημία να έχει δώσει τη θέση της στην π.κ (προ καραντίνας) καθημερινότητα.

Θα επιστρέψουν τα γεμάτα τραπέζια, θα επιστρέψουν τα βράδια που θα καλούμε φίλους στο τηλέφωνο για να τους κεράσουμε μια μπύρα και ένα μεζέ: Το φαγητό έξω από την θαλπωρή της σπιτικής κουζίνας θα ξαναγίνει παρεΐστικο και μαζικό. Ασφάλεια υπάρχει παντού ακόμα και σε εκείνα τα μαγαζιά που δεν εκτίμησες ποτέ, που δεν ήσουν ποτέ φαν τους, όπως εγώ με το Μπαρ Μπεε Κιου, το μαγαζί που επισκέφθηκα για πρώτη φορά το βράδυ της Πέμπτης. Αν θέλεις να πάρεις τηλέφωνο τον κολλητό σου και να φάτε μαζί έξω, κάν’το απόψε.