AP Photo/Miroslav Lelas
ΗΜΟΥΝ ΕΚΕΙ

Ταξίδεψα στο εξωτερικό εν μέσω πανδημίας και ήταν φανταστικά

Ένα ταξίδι στο Μόναχο που ξεκίνησε με κρίσεις πανικού και κατέληξε σε μια ανεπανάληπτη εμπειρία.

Σιχαίνομαι τα κλισέ, στο βαθμό που θα εκτιμούσα αν κάποια στιγμή προκύψει νόμος που να τα τιμωρεί -με πρόστιμα. Σήμερα θα κάνω μια εξαίρεση στον κανόνα (μου), για να σου αφηγηθώ το πρώτο εκτός Ελλάδος ταξίδι μου, στα χρόνια του κορονοϊού. Τελικά φίλε μου, όλα είναι στο μυαλό!

(αφήνω χρόνο για το μακρόσυρτο ‘σώωωωωωωωωωωωπαααααααααααααα’ και συνεχίζω)

Ανήκω στην κατηγορία των ανθρώπων που έχουν αναπτύξει τη συνήθεια να αντιμετωπίζουν τις φοβίες τους, πριν να είναι αργά. Δηλαδή, πριν αρχίσουν να καταλαμβάνουν χώρο στο ασυνείδητο, έως ότου ‘καταπιούν’ το συνειδητό και κάνουν τη ζωή -πιο- δύσκολη. Προφανώς και η επιτυχία της προσέγγισης δεν φτάνει στο 100% (η τελειότητα δεν ήταν και δεν θα γίνει ποτέ φίλη μου) και κάπως έτσι φτάνουμε στο θέμα μας.

Την τελευταία τριετία έχω σταματήσει να επισκέπτομαι μέρη της Ελλάδος, γιατί δεν περνάω καλά. Αυτό είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το γεγονός ότι δεν αντέχει η ψυχή μου να βλέπω αθώες ψυχές παρατημένες ή βασανισμένες. Επειδή δεν μπορώ να λύσω το -τεράστιο- πρόβλημα που υπάρχει, έχω επιλέξει να αποφεύγω τη συναναστροφή μου με τύπους που δεν έχουν μάθει να σέβονται το δικαίωμα στη ζωή, όπως και το να αγαπούν.

Μετά λοιπόν, το σύντομο ‘πέρασμα’ μου από τη Μεσσηνία, όπου είχα προγραμματίσει να μείνω μια εβδομάδα, πριν φύγω -κυριολεκτικά- νύχτα, στο τριήμερο, παρέα με τη Μυσιρλού, νιώθω βάρος στο στήθος μου και μόνο στη σκέψη πως θα επισκεφτώ περιοχή της ελληνικής περιφέρειας.

Μια στάση εδώ, να σου δείξω τη Μυσιρλού:

Σαν σήμερα, προ τριετίας βρήκα μια ψυχή που με «δοκίμασε» πολύ -σε βαθμό που ακόμα αισθάνομαι τύψεις για κάποιες…Posted by Niki Bakouli on Monday, September 14, 2020

 

Έως ότου εμφανιστεί ο Covid-19 στον πλανήτη, προφανώς και δεν είχα κάποιο πρόβλημα. Εννοώ, ταξίδευα στο εξωτερικό. Υπήρξε και περίοδος που έκανα από ένα ταξίδι το μήνα. Ώσπου δεν μπορούσα πια, να πάω πουθενά. Ένιωσα εγκλωβισμένη. Θα τολμήσω να αναφέρω και τη λέξη ‘φυλακισμένη’. Σκεπτόμενη την εναλλακτική να κάνω την καρδιά μου πέτρα και να πάω σε νησί (γιατί κάπως, κάπου, κάποτε έπρεπε να ξεκουραστώ κι εγώ) κατέληξα στο ότι δεν εμπιστεύομαι τους Έλληνες όσο τους Βορειοευρωπαίους, σε επίπεδο συμμόρφωσης σε κανόνες και νόμους.

Το τελευταίο ταξίδι το έκανα τον περασμένο Φλεβάρη, στην Ιταλία. Ήταν πάνω στην Πρωτοχρονιά των Ασιατών, εξ ου και οι τρεις πόλεις στις οποίες πήγα ήταν γεμάτες Ασιάτες. Τη συνέχεια την ξέρεις.

Οι μήνες περνούσαν, ο πλανήτης προσπαθούσε να μάθει να συνεχίζει να ζει με τον κορονοϊό και κάπου στον Ιούλιο οι αεροπορικές εταιρίες άρχισαν ξανά τα ταξίδια, τουριστικού χαρακτήρα. Έντιμα θα σου πω ότι σκέφτηκα να πάρω την πρώτη πτήση, για όπου. Επικράτησε όμως, η λογική και η διάθεση να μελετήσω το φαινόμενο, πριν επιβιβαστώ σε κάποιο αεροσκάφος. Όσο περνούσε ο καιρός, ένιωθα να ‘μεγαλώνει’ η φοβία που είχα, για ενδεχόμενη κρίση πανικού μόλις βρεθώ σε κλειστό χώρο. Ξέρεις πώς είναι αυτά. Το παθαίνεις μια φορά και το ‘κουβαλάς’ για πάντα.

Καθόμουν στο σαλόνι του σπιτιού μου, σκεφτόμουν τον εαυτό μου σε αεροπλάνο και ένιωθα την ανάσα να ‘κόβεται’. Μια, δυο, τρεις αποφάσισα να ‘κλείσω’ μια πτήση για το Μόναχο, όπου ζει ο καλύτερος φίλος μου. Δεν πρόλαβα να τελειώσω τη -διαδικτυακή- διαδικασία και εμφανίστηκε στο μυαλό μου το ‘λες να ‘κολλήσω’ κορονοϊό;’. ‘Νικήθηκε’ σε μηδενικό χρόνο, καθώς και να ‘κολλούσα’ δεν θα γινόταν δα, και τίποτα. Βλέπεις, είχα μόλις ολοκληρώσει το ετήσιο check up και άρα είχα τη βάσιμη αισιοδοξία πως ο οργανισμός μου μπορεί να αντέξει το ‘χτύπημα’.

Στις εβδομάδες που μεσολάβησαν από το booking στο flying το μυαλό ‘έπαιξε’ διάφορα παιχνίδια. Κάθε ‘εμπλοκή’ εξαφανιζόταν, όταν εστίαζα στο τι γίνεται στην Αθήνα (ακόμα υπάρχουν άνθρωποι που τσαντίζονται όταν τους λες να κρατούν αποστάσεις ή/και να φορούν μάσκα) και σκεπτόμενη ‘πόσο χειρότερα να είναι τα πράγματα σε ένα οργανωμένο κράτος;’. Πριν την αναχώρηση έκανα τεστ, για να είμαι σίγουρη πως δεν θα περάσω δυο εβδομάδες σε αυτοαπομόνωση στη Γερμανία (μην τα ξαναλέμε, έχω και σκυλιά). Ήμουν ‘καθαρή’ και ως εκ τούτου, συνέχισα την πορεία προς το θρίαμβο. Όπου ‘θρίαμβος’ συμπλήρωσα το έγγραφο που απαιτεί η ελληνική κυβέρνηση, για να σε αφήσει να μπεις στη χώρα (Passenger Locator Form), ενώ φρόντισα ώστε να χωράει η τσάντα μου στο trolley που ‘χα μαζί μου -γιατί πια δικαιούσαι μια χειραποσκευή πάνω στην πτήση, βάρους έως 8 κιλών. Σου δίνω SOS. Ελπίζω να τα εκτιμήσεις.

Για πρώτη φορά, από την εμφάνιση του Covid-19 φόρεσα μάσκα για οκτώ σερί ώρες. Κάτι που ως σκέψη με άγχωσε επίσης. Τη φορούσα από την ώρα που μπήκα στο τραμ, μετά στο λεωφορείο, μετά στο “Ελ. Βενιζέλος”, έπειτα στην πτήση, την προσγείωση και την έξοδο από το αεροδρόμιο του Μονάχου. Στην πράξη, τα πράγματα ήταν πιο εύκολα από ό,τι τα ‘εμφάνιζε’ το μυαλό μου. Βοήθησε ότι επέλεξα μια υφασμάτινη, μεγάλη σε μέγεθος -ώστε να καλύπτει όσα έπρεπε και να μη με ‘πνίγει’.

Δεν ξέρω αν θα με πιστέψεις, αλλά ήταν μια από τις καλύτερες εμπειρίες που ‘χω ζήσει σε ταξίδι στο εξωτερικό. Να σου εξηγήσω: κατ’ αρχάς, μέσα στο αεροδρόμιο δεν έπεφτε ο ένας πάνω στον άλλον, όπως προχωρούσα στα ενδότερα και έφτανα στο gate μου. Όπου επίσης, δεν ήταν ο ένας πάνω στον άλλον, κατά την επιβίβαση -με την Aegean να διαχειρίζεται υποδειγματικά αυτό το κομμάτι, όπως και εκείνο της εξυπηρέτησης του crew. Το αυτό ίσχυσε και για την αποβίβαση. Ήταν μια από τις ελάχιστες φορές που δεν έπαιξα ‘αγκωνιές’, προκειμένου να καταφέρω να βγω από τη θέση μου και τελικά, από το αεροσκάφος. Στο αεροδρόμιο του Μονάχου δεν με ενόχλησε ψυχή. Πήγα με την ησυχία μου στον προορισμό μου, φορώντας πάντα τη μάσκα μου -μια φορά που ξέχασα να την ανεβάσω στη μύτη, μέσα στο μετρό, με επανέφερε στην τάξη το (τέρμα επικριτικό και αυστηρό) βλέμμα μιας Γερμανίδας.

Δεν ξέρω να σου πω τι γίνεται τα βράδια, με τα clubs -αφού δεν πήγα σε κάποιο. Θα σου πω ότι στα εστιατόρια που λειτουργούν κυρίως με take out, τηρούνται οι σειρές και οι αποστάσεις με υπομονή που δεν πρέπει να ‘χει συστηθεί μαζί της ο μέσος Έλληνας. Το αυτό ισχύει και για τα caffe. Στις βόλτες που έκανα στο κέντρο είδα πολύ κόσμο. Είδα και συνωστισμό. Δεν είδα φόβο. Ή παρεκτροπές. Για την ιστορία, είδα και ποδηλάτες που ήθελα να κοπανήσω (γιατί έχουν τερματίσει το ‘έχουμε προτεραιότητα’), αλλά αποφάσισα ότι δεν ήθελα να επισκεφτώ κάποιο αστυνομικό τμήμα. Στο Μόναχο υπήρχε μια κανονικότητα, σε πλαίσιο ατομικής ευθύνης.

Όταν ήλθε η ώρα του γυρισμού, έπρεπε να διασφαλίσω πως όπως έφυγα ‘καθαρή’, επέστρεψα ‘καθαρή’ (έχω να προστατέψω και κάποιες ψυχές). Δεν ήμουν στις επιλαχούσες για τεστ κατά την άφιξη, ως εκ τούτου για το καλό όσων έχω γύρω μου πέρασα δυο μέρες σε αυτοαπομόνωση, με θερμομετρήσεις και το συνέχισα από εκεί για μια εβδομάδα -και μετά την επιστροφή στον κόσμο.

Ξέρεις τι κατάλαβα; Ό,τι συνειδητοποιώ από την αρχή της πανδημίας -τότε που φαντάζομαι κι εσύ ένιωθες πως έχεις συμπτώματα, με την καραντίνα να επιδεινώνει την όλη κατάσταση: κουράστηκα να φοβάμαι, τουλάχιστον πριν προκύψει λόγος. Κουράστηκα να δίνω στο μυαλό μου ‘χώρο’ να αλλάζει την ‘κατεύθυνση’ της ζωή μου. Το ταξίδι αυτό με βοήθησε να συνειδητοποιήσω πως εφόσον προσέχω εγώ, δεν με νοιάζει τι κάνουν όλοι οι άλλοι. Αρκεί βέβαια, να κρατούν τις αποστάσεις.