ΣΙΝΕΜΑ

Δημήτρη Κίτσο, πότε συνειδητοποίησες τι πας να κάνεις;

Μιλήσαμε με τον πρωταγωνιστή της εξαιρετικής ελληνικής ταινίας ‘Park’, για τον Jim Carrey, τις στιγμές που δυσκολεύτηκε πιο πολύ, και εκείνη τη φορά που πέτυχε σε μπουφέ τον Ed Harris.

Μια παρέα αγοριών τριγυρίζει ασκόπως σε ένα παραμελημένο πάρκο γεμάτο ξερόχορτα και σκουριασμένα κάγκελα. Δεν έχουν στόχο. Δεν έχουν αύριο. Εδώ υπάρχει μόνο το χθες: τα εγκαταλειμμένα ακίνητα είναι οι ολυμπιακές εγκαταστάσεις, παραπαίοντα σύμβολα μιας Ελλάδας που γκρεμοτσακίστηκε, που έσβησε, που έμεινε μια οριακά μετα-αποκαλυπτική σκιά του πάλαι ποτέ εαυτού της.

Τα αγόρια δεν κάνουν τίποτα συγκεκριμένο. Αναπριστούν κόντρες και αθλήματα όπως θα τα θυμόταν ίσως κάποιος στο μέλλον, έχουν σκυλιά να μάχονται μεταξύ τους, εισβάλουν στις ζωές των τουριστών, και γενικώς, πώς να το πουμε; υπάρχουν.

Πρώτος ανάμεσά τους, ο Δημήτρης, που μαζί με την μεγαλύτερή του, Άννα, μια πρώην αθλήτρια που τραυματίστηκε κι έχασε τη διέξοδό της, αναζητούν κάτι άλλο. Κάτι μακρινό. Δεν ξέρουν καν τι να ονειρευτούν φυσικά, γιατί εδώ, αυτό το Πάρκο, είναι η Ελλάδα των ‘10s. Αλλά ξέρουν πως θέλουν να φύγουν μακριά. Και φυσικά είναι θέμα χρόνου μέχρι η απόγνωση να μεταφραστεί σε βία.

Το ‘Park’ είναι ένα εντυπωσιακό -και εντυπωσιακά χαρακτηριστικό της πολιτικοκοινωνικής μας Στιγμής- κινηματογραφικό ντεμπούτο από τη Σοφία Εξάρχου, το οποίο εμφανίστηκε στο 57ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έχοντας προηγουμένος περάσει από μεγάλα Φεστιβάλ όπως το Τορόντο και το Σαν Σεμπαστιάν, έχοντας δουλευτεί στα εργαστήρια του Σάντανς, και παίρνοντας πολύ δυνατές κριτικές και συγκρίσεις με το σινεμά δημιουργών όπως ο Harmony Korine.

Κι αν όλα αυτά αποτελούν το όραμα της Εξάρχου, ο κλήρος για τον πιο δύσκολο ρόλο έπεσε στον ηθοποιό Δημήτρη Κίτσο, του οποίου του ‘Park’ είναι μόλις η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία. Σπούδασε στη σχολή του Εθνικού, και μέσω κοινών φίλων έμαθε για την ύπαρξη του ρόλου, για τις ανάγκες του οποίου η παραγωγή αναζητούσε έναν ηθοποιό που να μικροδείχνει. Ο Δημήτρης, 28 σήμερα, παίζει στην ταινία έναν 17άρη και, ναι, περνάει ως τέτοιος.

Αυτό είναι το πρώτο δείγμα επιτυχίας για μια δουλειά ενός ηθοποιού: ότι δεν τον αναγνωρίζεις έξω από την ταινία. Έχοντας μόλις λίγο νωρίτερα παρακολουθήσει την ταινία, όταν συνάντησα τον Δημήτρη από κοντά, πάσχισα να τον αναγνωρίσω- ευγενική φυσιογνωμία στην πραγματικότητα, δεν κουβαλά καμία από τις σκληρές γραμμές και τις γωνίες του alpha 17χρονου ήρωά του.

6 μήνες δουλειάς και 2 μήνες γυρισμάτων μετά, ο Δημήτρης βγαίνει στην οθόνη ολότελα βουτηγμένος μέσα στον απαιτητικό ρόλο του, και απολύτως φυσικό μέρος ενός αποπνικτικά μετα-ρεαλιστικού κόσμου, μια εξαιρετική κινηματογραφική απόδοση της Ελλάδας μετά την πτώση.

Μιλήσαμε μαζί του για το χαρακτήρα του, για το πώς ήταν να γυρίζει μια ταινία δίπλα στην φυσικότητα ερασιτεχνών συμπρωταγωνιστών, για μια απρόσμενη συνάντησή του με τον Ed Harris, και για το θαυμασμό του για τον Charlie Chaplin και τον Jim Carrey.

ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΗ

Όλες οι συνεντεύξεις του PopCode

***

Ποια ήταν η αντίδρασή σου όταν διάβασες το σενάριο και συνειδητοποίησες τι πας να κάνεις;

Επειδή είναι ένα σενάριο δύσκολο αφηγηματικά και δεν έχει καθαρή πλοκή με την κλασική έννοια, κι επειδή οι αναφορές μου ήταν πιο αμερικάνικες, είχα μια πρώτη δυσκολία στο να κατανοήσω αυτό που διαβάζω. Πώς θα φανεί δηλαδή και τι είναι ακριβώς. Περισσότερο μου φαινόταν σαν εικόνες. Έχει φυσικά εσωτερική πλοκή αλλά δεν ήταν εμφανής στα δικά μου μάτια με την ελάχιστη εμπειρία που έχω.

Αναφορές όπως;

Περισσότερο μέσω τηλεόρασης έπαιρνα τις αναφορές μου. Μεγάλωσα στα Γιάννενα και ήμουν εκεί ως τα 18 μου, ένα μεγάλο σινεμά είχαμε. Και δε νοικιάζαμε ταινίες, σπανίως. Βλέπαμε αυτές που ακούγονταν πιο πολύ, συνήθως οι πιο αμερικάνικες mainstream. Μετά στο Πανεπιστήμιο, στη Θεσσαλονίκη, άρχισα να πηγαίνω λίγο περισσότερο σινεμά, αλλά αν δεν παρακινείται κι η παρέα τι να κάνεις;

Ο αγαπημένος μου δημιουργός είναι ο Charlie Chaplin, τον θεωρώ κορυφαίο. Τελευταία έκατσα κι έλιωσα με Kubrick, ‘Λάμψη’, ‘Οδύσσεια του Διαστήματος’, ‘ΣΟΣ Πεντάγωνο Καλεί Μόσχα’. Και είναι από τις λίγες φορές που μπορεί να μην καταλάβεις ότι είναι ο ίδιος δημιουργός, η μόνη σχέση που έχουν όλα του τα έργα μεταξύ τους είναι ότι είναι αριστουργήματα. Δε θα μπορούσα να δω κάτι και να πω “α, κλασικός Κubrick!”.

Και επίσης βρίσκω κορυφαίο τον Jim Carrey. Αναγνωρίζω ότι έχει μια μανιέρα που επαναλαμβάνεται συχνά, αλλά το ‘Cable Guy’ το έχεις δει ας πούμε; Δεν έχω καλύτερο. Είναι τρελός. Είναι διεστραμμένος! Δεν έχει όριο σε αυτό που κάνει, κι αυτό είναι το ωραίο.

Στο ‘Park’ με τα υπόλοιπα παιδιά πώς ήσουν, που τα περισσότερα δεν είχαν εμπειρία;

Αυτό είχε λυθεί από τις πρόβες, όπως και πολλά θέματα. Τα συγκεκριμένα παιδιά κιόλας είτε υπήρχε η κάμερα είτε όχι ήταν το ίδιο για αυτούς. Δεν επηρεάστηκαν. Εγώ επηρεάστηκα λίγο, παρότι στις πρόβες η Σοφία τραβούσε τα πάντα με μια μικρή δική της κάμερα. Αλλά όταν είδα όλο το πράγμα στημένο υπήρξε μέσα μου ένα μικρό άγχος, μια αντίδραση σε αυτή την κατάσταση. Ήταν ένα πολύ ωραίο μάθημα και είμαι πολύ ικανοποιημένος με τη διαδικασία και με την εμπειρία.

Ο χαρακτήρας που παίζεις τι νιώθεις πως εκπροσωπεί, πώς τον προσέγγισες; Δεδομένου ειδικά του συμβολικού κοινωνικού πλαισίου στο οποίο τοποθετείται η ταινία, με τα γκρεμισμένα ολυμπιακά ακίνητα και την Ελλάδα μερικά χρόνια μες στην Κρίση.

Ο χαρακτήρας γενικά δεν είναι ένας άνθρωπος που βλέπει και αναγνωρίζει την κοινωνική κατάσταση και τη σχέση του με τη χώρα. Δεν είναι ένα παιδί που συνειδητοποιεί ότι βρίσκεται εκεί που βρίσκεται. Δεν έχει δεσμού αλληλλεγγύης, τίποτα τέτοιο. Εγώ προφανώς ξέρω κάποια παραπάνω, ασχολούμαι με το τι συμβαίνει στη χώρα.

Επίσης εγώ είμαι 28 τώρα, αυτός ήταν 9 χρόνια μικρότερος από μένα. Είχα ούτως ή άλλως μια δυσκολία γιατί την εφηβεία σου την κρίνεις λίγο. Υπήρχε μια δυσκολία να συνυπάρξω με το ρόλο αρχικά, να τον καταλάβω, να μικρύνω κάπως τις συμπεριφορές του, πράγματα που εγώ δε θα έκανα τώρα. Έχει μια σκηνή ας πούμε που πλακώνει έναν τουρίστα άγνωστο. Δε θα το έκανε ποτέ στη ζωή μου αυτό το πράγμα, οπότε σκεφτόμουν “τι κάνεις τώρα!”. Μία δυσκολία δηλαδή η ηλικία και η άλλη με συμπεριφορές ξένες προς εμένα. Εγώ ήμουν πάντα πιο μαζεμένο παιδί, δε θα αντιδρούσα με τόσο φανερούς και έντονους τρόπους.

Από τις πρόβες κιόλας, που δουλέψαμε πολύ, προσπαθούσα να συνδυάσω μεθόδους που είχαμε μάθει στη σχολή. Ενστικτωδώς κατευθυνόμουν προς εκεί. Χοντρικά δούλεψα Στανισλάφσκι, τον έψαχνα δηλαδή τον χαρακτήρα μου στην καθημερινότητά του άσχετα από το σενάριο. Το σώμα του, το πώς αλληλεπιδρά με άλλους ανθρώπους, προσπαθούσα συχνά να τον φέρνω στη ζωή μου απλά, καθημερινά. Σκεφτόμουν τι μουσική θα άκουγε, άλλαζα τις συνήθειές μου για να μου έρθει κάτι πιο φυσικά.

Εξάλλου δεδομένης της ταινίας που θέλει να συνυπάρξουμε με ερασιτέχνες που φέρνουν κάτι απόλυτα φυσικό και αληθινό, θα ήταν πολύ περίεργο να φαίνεται και να ξεχωρίζει ένας ηθοποιός μέσα σε αυτή την παρέα. Θα ήταν δύσκολο γιατί ως ηθοποιοί ξεχωρίζουμε… Και με την κακή έννοια το λέω. Ο ηθοποιός φαίνεται ότι έχει επίγνωση της κάμερας.

Ο χαρακτήρας αυτός μπουκώνει και όταν αφήνει πράγματα να βγουν προς τα έξω, βγάζει πολύ alpha τάσεις, είναι βίαιος, συμπεριφέρεται–

Ναι, δεν ξέρει πώς να χειριστεί τα συναισθήματά του. Με το που του έρχεται, τα φτύνει έξω και όποιον πάρει ο χάρος. Και όταν ξεσπάει, ξέρεις, όσο περισσότερο δεν εκδηλώνεις αυτό που σου συμβαίνει, τόσο χειρότερο θα γίνει όταν και αν έρθει αυτή η στιγμή.

Πώς σου φάνηκε που ταξιδέψατε με την ταινία;

Η πρώτη τρομερή εμπειρία ήταν όταν πήγαμε στο Σάντανς, που είχε πάει πρώτα η Σοφία για το εργαστήριο σεναρίου, ένα δεκαήμερο. Και μετά γίνεται μια λίγο μικρότερη επιλογή ώστε να τους βοηθήσουν πλέον και με τη σκηνοθεσία. Νέους, πρωτοεμφανιζόμενους. Κι αφού είχα επιλεγεί, δουλέψαμε ένα μήνα μες στον Ιούνιο, κάθε βδομάδα η Σοφία διάλεγε μια άλλη σκηνή που ήταν δύσκολες ή που δε λειτουργεί ο ηθοποιός, ώστε να βοηθήσουν και να λυθούν τα προβλήματα.

Εσείς είχατε σκηνή που σας δυσκόλευε;

Ναι, σχεδόν όλες! (γελάει)

Πιο συγκεκριμένα είχαμε ας πούμε τη σκηνή που μέχρι και τα γυρίσματα με δυσκόλευε, δεν πήγαινε καλά. Είναι η σκηνή που λέω στην Άννα να φύγουμε από το Χωριό, να πάμε βόλτα να ξεσκάσουμε, που έχω και το 50ευρω στα χέρια μου. Ε, αυτή τη σκηνή δε μπορούσα να την εντοπίσω.

Γιατί;

Η αλήθεια είναι ότι διαπίστωσα πως υπήρχαν γενικά σκηνές φαινομενικά πολύ πιο δύσκολες, πχ με το Δανό τουρίστα, που είχαν πολλά περάσματα, πολλές δυσκολίες, αλλά που όμως βγήκαν πανεύκολα. Κάποιες που θα έλεγες “έλα πάμε να το γυρίσουμε, δεν είναι κάτι, απλά σε αφήνω να στέκεσαι”… ε, δεν. Δεν είναι απόλυτα καθαρός ο λόγος. Ίσως όταν έχεις ένα πολύ καθαρό σημείο συγκέντρωσης σε μια σκηνή, όλα τα άλλα να έρχονται, όσο κι αν μοιάζουν δύσκολα. Όταν δεν υπάρχει αυτό ασχολείσαι με τα πάντα!

Και υπήρχαν καταστάσεις που με δυσκόλευαν κι αλλιώς. Η ερμηνεία λειτουργεί βιωματικά η φαντασιακά. Να φανταστείς δηλαδή “τι θα συνέβαινε αν”. Ή, αν μου έχει συμβεί αυτό. Όχι το ίδιο ακριβώς δηλαδή, σε μια ταινία μπορεί να συμβαίνει κάτι πολύ μεγαλύτερο αλλά τελοσπάντων να καταλαβαίνω τι συμβαίνει. Ε, υπήρχαν σημεία που τίποτα από τα δύο δε λειτουργούσε. Δε μπορούσα ούτε να θυμηθώ κάτι παρόμοιο, ούτε να με φανταστώ σε μια θέση.

Ποια αντίδραση θυμάσαι πολύ από άλλους απέναντί σου;

Εκείνο που μου έπεσε το σαγόνι ήταν στο Σάντανς που δουλεύαμε πολύ αυστηρά, καθημερινά, ώστε να εκπαιδευτούμε. Οπότε κάναμε λοιπόν μια φορά τη σκηνή του Δανού στο δωμάτιο, και είχε λειτουργήσει κατευθείαν όπως θέλαμε, κι είχε έρθει μετά ο Ed Harris, που ήταν σύμβουλος, και μου είχε πει διάφορα θετικά… ακραία θετικά, υπερβολικά πράγματα! Ήμασταν σε ένα μπουφέ κιόλας, είχα μαζέψει ένα πιάτο φαγητό εγώ, κι είχε έρθει ο Ed Harris, ξέρεις, σοβαρός, με αυτή τη φωνή, και με κάτι μπότες καουμπόικες. Έτσι είναι, καουμπόης.

Μιλώντας για αντιδράσεις, πόση σημασία έχει για σένα ο θεσμός του Βραβείου Κοινού Fisher;

Έχει τεράστια σημασία, γιατί την τέχνη την κάνεις για να την απολαύσουν κι άλλοι, για να τη μοιράζεσαι, όπως όταν καλείς κόσμο για να φάει σπίτι σου. Τους ρωτάς μετά, σου άρεσε αυτό που έφτιαξα; Ή το βρήκες χάλια και δε θες να ξανάρθεις σπίτι μου; Δεν το κάνεις το φαγητό και του το πετάς στο πρόσωπο και του λες “φάτο”! Είναι… όχι ευγενικό να το κάνεις αυτό. (γελάει)

*Το 57ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης διεξήχθη 3 με 13 Νοεμβρίου.  Facebook | Twitter | Instagram