ΣΙΝΕΜΑ

O Γιάννης Ζουγανέλης χρωστάει ένα μέρος αυτού που είναι σήμερα στον Σταύρο Τσιώλη

Ο Έλληνας συνθέτης, μουσικός, ηθοποιός αποχαιρετά με το δικό του τρόπο τον μέντορά του.

Ο Σταύρος Τσιώλης, ο σπουδαίος σκηνοθέτης έφυγε από τη ζωή το πρωί της Τρίτης (23/7) σε ηλικία 82 ετών, αφήνοντας πίσω του και σε όλους εμάς μια τεράστια κινηματογραφική περιουσία, με πολλά ‘διαμάντια’. Οι ταινίες του έχουν ένα ιδιαίτερα προσωπικό στιλ καθώς βασίζονται στο λεπτό χιούμορ, τους αυτοσχεδιαστικούς διαλόγους και τη χρήση, πολλές φορές, ερασιτεχνών ηθοποιών. Ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο στα σενάριά του αποτελεί η περιπλάνηση, αρκετές φορές στον τόπο καταγωγής του, την Αρκαδία.

Βέβαια, η πιο πολυσυζητημένη και αγαπημένη ταινία του είναι το ‘Ας περιμένουν οι γυναίκες’, μέρος της τριλογίας που ολοκληρώθηκε πριν δύο χρόνια (Παρακαλώ γυναίκες μην κλαίτε-1992, Ας περιμένουν οι γυναίκες-1998, Γυναίκες που περάσατε από εδώ-2018). Ένας από τους τρεις πρωταγωνιστές της ταινίας, ο Γιάννης Ζουγανέλης (Σάκης Μπουλάς και Αργύρης Μπακιρτζής οι άλλοι δύο), όπως έχει πει και στο παρελθόν θεωρεί τον Σάκη Τσιώλη, μέντορα, αλλά και δάσκαλό του.

Με αφορμή το χαμό του σπουδαίου σκηνοθέτη, επικοινωνήσαμε με τον Γιάννη Ζουγανέλη, προκειμένου να μας τον περιγράψει όπως ακριβώς τον έζησε ο ίδιος.

“Τον Σταύρο Τσιώλη τον γνώρισα σε μια εκπομπή που έκανε ο Χρήστος Βακαλόπουλος στην ΕΡΤ, πριν περίπου 35 χρόνια. Αμέσως διέκρινα στην προσωπικότητά του έναν ιδιότυπο άνθρωπο, με τρομερή ευγένεια στην έκφραση του λόγου του και στα πιστεύω του.

Ευτυχώς η ζωή μου επέτρεψε να συνεργαστώ μαζί του και να παίξω σε ταινία του. Μας επέλεξε μαζί με τον Αργύρη Μπακιρτζή, τον Σάκη Μπουλά και πολλούς άλλους για το ‘Ας Περιμένουν οι Γυναίκες‘. Προσωπικά, πιστεύω ότι είναι μια εμβληματική ταινία για τα πολιτιστικά δρώμενα των τελευταίων χρόνων στην Ελλάδα, αλλά και για το γεγονός ότι επρόκειτο για μια πολιτική κωμική ταινία. Το κωμικό είναι άλλωστε ό,τι πιο σοβαρό και πιο βαθυστόχαστο υπάρχει στη ζωή. Μιλάμε για την ίσως πιο εμπορική του ταινία, η οποία έχει αφήσει τρομερό αποτύπωμα. Ήταν προφητική και για τα πολιτικά δρώμενα της χώρας, δηλαδή το πώς λειτούργησε το ΠΑΣΟΚ, η Νέα Δημοκρατία με τα συνέδρια στη Βόλβη και πολλά ακόμα.

Κανείς δεν υπερασπίζεται ποτέ την σοφία της κωμικότητας, πράγμα που έκανε ο Τσιώλης. Ήταν ένας άνθρωπος που συνδύαζε πάρα πολλά πράγματα. Σκηνοθέτης προερχόμενος από τον Δαλιανίδη ως βοηθός, συνεργάτης του Φίνου, ένας άνθρωπος που τα είχε όλα. Ήταν σκεπτόμενος, διανοούμενος, καλλιεργημένος. Ευγενής με αστική ευγένεια, αλλά και τεράστια αγάπη στο λαϊκό. Διεισδυτικός στις κοινωνίες της νύχτας, αλλά και της μέρας. Ένας άνθρωπος που πραγματικά του χρωστάω μέρος των αντιλήψεων μου. Τον θεωρώ μέντορα και δάσκαλο. Θα μπορούσα να μιλάω για ώρες, να γράψω ακόμη και βιβλίο για αυτή την προσωπικότητα.

Έκανε ταινίες που χρησιμοποιούσε ερασιτέχνες ηθοποιούς, γιατί ήθελε να αποτυπώνεται η αγνότητα της έκφρασης του λόγου τους και η αλήθεια. Πάντα προσπαθούσε να πάρει όσο το δυνατόν περισσότερα από εσένα. Εγώ έπαιξα στο ‘Ας Περιμένουν οι Γυναίκες’ και δεν υποκρίθηκα καν, ταυτίστηκα με το ρόλο. Για περίπου έξι μήνες συζητήσουμε με τον Μπουλά, τον Μπακιρτζή και τον Τσιώλη σχετικά με τους ανθρώπους που έπρεπε να υποδυθούμε. Κάναμε άπειρες συζητήσεις και με την κόρη του Τσιώλη, την Κατερίνα, στην οποία οφείλω πάρα πολλά πράγματα, γιατί ήταν ένα ιδιαίτερο κορίτσι με τρομερό ηλεκτρισμό.

Δεν υπήρχε καθόλου χιούμορ στα γυρίσματα. Υπήρχε τρομερή αγωνία, καθώς ο Τσιώλης ήταν ένα άνθρωπος που αν δεν έπαιρνε από εσένα αυτό που φανταζόταν ότι μπορούσε να του δώσεις, ήταν ικανός μέχρι και να σε ταπεινώσει. Για μένα οι συνεργασίες με τον Τσιώλη ήταν μια άσκηση ταπείνωσης. Και στο ‘Ας Περιμένουν οι Γυναίκες’, αλλά και στην επίσης εξαιρετική ταινία που δεν πήραμε χαμπάρι ακόμα οι Νεοέλληνες αλλά θα την πάρουμε, το ‘Φτάσαμε‘, που είναι ουσιαστικά μια ταινία-ντοκιμαντέρ.

Επίσης, ο Τσιώλης στην τελευταία του ταινία, ‘Γυναίκες που Περάσατε Από Δω’, ενώ με επέλεξε αρχικά, λίγο πριν ξεκινήσουμε τα γυρίσματα με απέρριψε και δέχθηκα την απόρριψη, καθώς μου εξήγησε ότι εγώ δεν μπορούσα να υποδυθώ τον πονεμένο άνθρωπο που ήθελε.

Έχω πολλούς λόγους να τον θυμάμαι. Επίσης, πολλούς λόγους να τον θυμούνται θα πρέπει να έχουν και οι νεοέλληνες. Κλείνοντας θέλω απλά να πω, πως ο σπουδαίος Σταύρος Τσιώλης ήταν ιδιότυπος, ιδιόμορφος, ιδιότροπος, αλλά Έλληνας, Αρκάς, τεράστιος διανοούμενος και ο πιο πλούσιος φτωχός που έχω γνωρίσει στη ζωή μου”.

ΔΕΣ ΚΙ ΑΥΤΑ

Ο Σταύρος Τσιώλης ήθελε μόνο να κουβεντιάζετε
Η αγαπημένη μου ατάκα από το ‘Ας περιμένουν οι γυναίκες’
Το ‘Φτάσαμε’ είναι καλύτερο από το ‘Ας Περιμένουν Οι Γυναίκες’