ΜΟΥΣΙΚΗ

Υπναγωγία, ως διά μαγείας

Μια δισκοκριτική για την πολύ προσεγμένη δουλειά των Δια Μαγείας, με τίτλο 'Υπναγωγία'.

Η τέχνη είναι για να εκτιμάται όταν κυνηγιέται για σκοπούς που αφορούν στο ψυχικό γέμισμα. Αυτή η μάχη ασφαλώς και δεν προσδιορίζεται χρονικά, ούτε και αποδεικνύεται με μία φορά μόνο, παρά, εφόσον δημιουργηθεί κάτι αλώβητο από την όλη σήψη του τρέχοντος συστήματος, που παρά τις φοβέρες και το ανθρώπινο αίμα δεν φαίνεται διατεθειμένο να βάλει το πόδι στο γκάζι του δικύλινδρου οχήματός του, είναι πολύ σκληρή διότι η ηθική τεντώνεται σαν χορδή σε τσέλο. Η ‘Υπναγωγία’, ο δίσκος που έβγαλαν οι ‘Διά μαγείας», μπορεί να σημαίνει πολλά, αλλά πρωτίστως συμβόλιζει την έναρξη αυτής της ηθικής μάχης.

Καθόμαστε σε ένα σπίτι και ακούγαμε πειραγμένη μουσική. Ο Μπάμπης Νίκου, που έφτιαξε, ουσιαστικά, αυτόν το δίσκο, έβαζε κάτι συγκροτήματα στο Youtube που ούτε που τα είχα ακούσει ξανά. Με τον Κώστα συμφωνούσαν ότι επρόκειτο για ωραίο πράμα, να το πω χοντρικά. Μαζί ήταν δύο γυναίκες, αλλά και ο σύζυγος με την κόρη της μίας. Από την αρχή έκανα αυτές τις σκέψεις που φέρνει μαζί της η αμηχανία, ως ο πιο νουμπάς από όλους σε ό,τι αφορά τη συγκεκριμένη κατάσταση. “Διάολε, αυτοί άνετα θα μπορούσαν να είναι στο πρώτο Γούντστοκ” ή, “είμαι τόσο σπασίκλας, τι κάνω εδώ;”. Δεν επρόκειτο για μία κουλτουριάρικη κατάσταση, αλλά για μουσική ψυχαγωγία, η οποία γινόταν αναγνωρίσιμη από τα μέλη της κομπανίας, είτε μέσα από τις ίδιες τις νότες της και τα κόλπα που χρησιμοποιούσε το εκάστοτε συγκρότημα είτε μέσα από τη συμπεριφορά και τη στάση του σώματος, την άνεση που εν προκειμένω προσέφερε σε αφθονία η εποχή μαζί με το προσωπικό διαμέτρημα.

Όταν πήγα στο λάπτοπ έβαλα τους 2Cellos, να παίζουν το ‘Thunderstruck’ των AC/DC. Μετά από 2-3 τραγούδια, για τον Μπάμπη δεν υπήρχε κάτι ενδιαφέρον και κάτι νέο. Είχε δίκιο, φυσικά, όπως και στο σχόλιό του για το ‘Smells Like Teen Spirit’: “Το έχουμε ακούσει τόσες φορές, που ξεχνάμε πόσο υπέροχη μελωδία είναι. Αυτή η εκτέλεση (σ.σ. των 2Cellos) μας το ξαναθυμίζει”.

Είναι ευχάριστο να θυμάσαι οτιδήποτε ακόμα και αν αυτό δεν σε καθόρισε, ακόμα και αν απλώς σου αρέσει και μόνο. Όμως αν ασχολείσαι με τη μουσική εξ απαλών ονύχων και όταν, τελικά, βάζεις την ταυτότητά σου στα όργανα, διαλέγεις τη θέση σου στις τρεις συν μία διαστάσεις, αυτό που τελικά σε αφορά είναι κάτι δυσνόητο. Η ουσία χάνει το ίδιο το άρωμά της, αφού σταματάει να υπάρχει ως ειδική έννοια και ανάγεται σε μία πιο φιλολογική θεωρία της γενικής σχετικότητας. Από εκείνη τη στιγμή, που η δική σου ουσία παραμένει ένα περίγραμμα, το οποίο, όμως, έχει αρχίσει να σχεδιάζεται αφού δημιουργήθηκε, υπάρχει το προσωπικό βάσανο της μεταφοράς της αλλά της μη μετάδοσής της.

Αναγκαστικά, παρ’ όλα αυτά, την παίρνεις μαζί σου και, ακόμα και αν δεν θέλεις, την αναδεικνύεις πού και πού, ελπίζοντας ότι δεν θα πιάσει ασύμβατο με την επιθυμία σου μήκος και πλάτος για να μη γίνει ανυπόφορη. Για αυτό, άλλωστε, η δουλειά σε βγάζει από το δύσκολο μονοπάτι. Όταν παίζεις για ανθρώπους που σε κοιτάζουν, όταν γράφεις μουσική για το θέατρο, όταν βγάζεις ένα δίσκο. Ο Μπάμπης Νίκου τα έχει κάνει και τα τρία και θα συνεχίσει να τα κάνει. Ίσως, ακόμα και χωρίς να υπάρχει άνθρωπος, να παίζει σε μέρη απλώς επειδή του αρέσει η γεωμετρία τους ή οι γωνίες τους. Μπορεί να το κάνει αυτό από άδολη χαρά, ενδεχομένως να το κάνει για να θυμάται το αίσθημα της καψούρας ή από αγγαρεία, την οποία πολύ εκτιμώ: μία άμυνα απέναντι στην (παρα)σοβαρότητα της κατάστασης.

 

Ο δίσκος πέρασε από διάφορα τεστ, όχι για να κατανοηθεί η μουσική και το είδος, μία κατάσταση με την οποία έχει ελάχιστη σχέση, αλλά για να κριθεί η καθαρότητά του. Μπορείς ασφαλώς να ακούσεις τα παραδοσιακά στοιχεία, όργανα που βγάζουν ήχους οι οποίοι είναι νησιώτικοι, και το σύγχρονο ηλεκτρικό, χωρίς να το παρακάνει, στίχους που δεν είναι πομπώδεις ή γλυκανάλατοι και παρ’ όλα αυτά δεν είναι ανούσιοι, αλλά τα τεστ για οποιοδήποτε τραγούδι ή μελωδία είναι δύο: Πρώτον, να το ακούσεις την ώρα που διαβάζεις, για να δεις αν σε ενοχλεί ή μπορείς να είσαι συγκεντρωμένος, αν, δηλαδή, κάποια στιγμή μπορεί να λειτουργήσει και ως σημείο μέσα από το οποίο θα μπορείς να θυμάσαι πολλά από εκείνα που διάβασες. Δεύτερον, cd στο αυτοκίνητο. Αν μπορεί το cd να σε μεταφέρει σε μία κατάσταση που το καιρικό φαινόμενο που επικρατεί είναι με κάποιον τρόπο αλλαγμένο σε σχέση με ό,τι ήταν, τότε η μουσική έχει πετύχει το στόχο της.

Η ‘Υπναγωγία’ δεν είναι η Ενάτη, αλλά δεν δημιούργησε όχληση στην εκπαίδευση, ενώ πέτυχε σε σημαντικό μέρος το στόχο της μέσα στο αυτοκίνητο. Ασφαλώς, η σειρά, που πήρε η προσεκτική ακρόαση, τηρήθηκε, για να εμφανιστεί ξανά ό,τι ούτως ή άλλως υποψιαζόμουν για τον ίδιο τον άνθρωπο: ότι η ίδια η μουσική του, αν υπάγεται σε κάποιο είδος, δεν διεκδικεί ταμπέλες ούτε να γίνει βορά στις ορέξεις των απανταχού άσεμνων κουλτουριάρηδων. Και ενώ υπάρχουν όλα τα εχέγγυα να φτάσει εκεί, πιθανώς αυτό θα προσδιορίζει μία συνθήκη πέραν των προσωπικών δυνατοτήτων.

Υπάρχει στον ιστότοπο που ο θεατής μπορεί να γίνει και ακροατής, αλλά αξίζει η αναφορά στους συντελεστές του δίσκου:

Σύνθεση,ενορχήστρωση,όργανα,φωνητικά: Μπάμπης Νίκου

Στίχοι: Ανδρέας Ταρνανάς

Βιολί: Κώστας Κοκκαλιάρης

Κρουστά: Λάζαρος Σαββίδης

Theremin στα τραγούδια ‘Η πηγή του χρόνου’ και ‘Κρυμμένα λόγια’: Πάνος Τσεκούρας

Φλάουτο στο ‘Πέλαγος στον νου’: Zuberoa Aznárez

Η παραγωγή,η μίξη και το mastering έγιναν στo Top Floor Studio από τον Πάνο Tσεκούρα

Το εξώφυλλο είναι του Πολύβιου Γούζιου.

*Στο τραγούδι ‘Πλανόδιος προφήτης’, ακούγεται η φωνή του  Μίλτου Σαχτούρη να απαγγέλλει το ποίημά του ‘Ο τρελός λαγός’.

**Στο κομμάτι ‘Περί Έρωτος’ ακούγεται η φωνή του Λυκούργου Καλλέργη από την ηχογράφηση του Συμποσίου του Πλάτωνα για το Θέατρο της Δευτέρας του 1961.

Τόσο σε ό,τι αφορά την απαγγελία του Σαχτούρη στο ποίημά του, όσο και στην ηχογράφηση που έντυσε με τη θαυμάσια φωνή του ο Λυκούργος Καλλέργης, πρέπει να παραδεχθεί κάποιος ότι η μουσική πάνω στην οποία έχουν επιλεγεί να μπουν τα δύο κομμάτια ως χαλί είναι ταιριαστή. Αν πρόκειται, λοιπόν, για μία τάση να υπάρξουν πολιτιστικά σύμβολα στο δίσκο, είναι επιτυχημένη.

Ο Μπάμπης Νίκου, στα 34, είναι αρκετά πολυάσχολος. Όλο και θα τύχει κάποιο live, ενώ το καλοκαίρι ευτύχησε να ακούσει την πρωτότυπη μουσική του για τη ‘Φόνισσα’ του Παπαδιαμάντη στο Αρχαίο Θέατρο της Δωδώνης, στη χοροθεατρική απόδοσή της από τη νεοκλασική ομάδα χορού ‘Υπέρ Ορίων’ της Δέσποινας Γιαννάτου. Ο ίδιος έχει κάνει αρκετές δουλειές κατά το παρελθόν και έχει υπάρξει σε διάφορα σχήματα, τα οποία απευθύνονταν σε διαφορετικά κοινά. Υπήρξε  κιθαρίστας και βασικός συνθέτης των goth rockers ‘Opened Paradise’ από το 2003 μέχρι τον Γενάρη του 2017. Μαζί τους έκανε 2 δίσκους κι ένα EP. Επίσης είναι πρώην μέλος των Jaded Star και Astral DNA, ενώ είχε ξεκινήσει από τους Ritual Black Sun. Συν τοις άλλοις, έχει υπάρξει σε σχήμα Αυστριακών, των Vision of Atlantis, με τους οποίους είχε λάβει μέρος το 2013 στο Wacken Open Air.

Όπως τότε που η Έλλη Λαμπέτη λιποθυμούσε μετά από κάθε παράσταση της ‘Δεσποινίδος Μαργαρίτας’, παρά το γεγονός ότι επρόκειτο φαινομενικά για έναν ανάλαφρο μονόλογο, η λεπτομέρεια στη μουσική είναι για λίγους. Το αυτί ενός μουσικού ακούει διαφορά από ό,τι των υπόλοιπων ανθρώπων, οι οποίοι βγάζουν πόρισμα από την τέρψη. Όροι όπως ‘κλασικοτροπικά μοτίβα’ και ‘drum n bass ηχοτρόπια’ μπορεί να είναι ‘Λόλα να ένα μήλο’ για ένα μουσικό πεπειραμένο και κυρίως περπατημένο, για κάποιον δηλαδή που σπανίως θα συμφωνήσετε για το τι θεωρείται όμορφο, αλλά η δουλειά στην ‘Υπναγωγία’ φαίνεται.

Ακόμα και σε κάτι που, με βάση το παρελθόν, είναι διαφορετικό, ο Μπάμπης Νίκου δεν άφησε τον εαυτό του χωρίς όρια και πειθάρχησε για να βγάλει ένα αποτέλεσμα που θα τον ικανοποιούσε, ίσως όντας λίγο πιο αυστηρός σε κάποιες περιστάσεις, πιθανότατα ορμώμενος να μην μπλέξει με ό,τι αγνοεί. Όμως αυτό που ακούγεται στα 9 κομμάτια του δίσκου ακόμα και αν απευθύνεται σε σπουδαγμένους μέσα στο πεντάγραμμο ανθρώπους για να τον κατανοήσουν ή ακόμα και σχιζοφρενείς αυτοδίδακτους, που έχουν χωρίς να το καταλάβει αφιερώσει τη ζωή και τον κάματό τους στη μελωδική αγωνία, είναι τουλάχιστον προσιτό προς όλους. Και, πιθανώς, είναι το κλειδί για να ανοιχτεί η πόρτα σε διάφορα είδη με ορκισμένους φαν ή, έστω, μία χαραμάδα, η οποία εξυπηρετεί το συνολικό σκοπό: τη στιγμιαία αφαίρεση από τα βαθιά, οσάκις ανυπόφορα, ζωτικά αδιέξοδα.