ENTERTAINMENT

To ‘Mission: Impossible – Rogue Nation’ είναι η περιπέτεια που έχουμε ανάγκη

Η 5η επικίνδυνη αποστολή του Τομ Κρουζ είναι ένα ευχάριστο διάλειμμα από την διαρκή επίθεση των διογκούμενων franchise.

Είναι κάπως ειρωνικό αλλά εκεί μας έχουν φτάσει οι αλήτες: Σε ένα κινηματογραφικό μπλοκμπάστερ τοπίο που θυμίζει όλο και περισσότερο δομή και λογική σειράς, είναι η μεταφορά μιας κλασικής σειράς που καταφέρνει να μας θυμίζει τι σημαίνει κινηματογραφική περιπέτεια.

Μέσα στο ίδιο καλοκαίρι έχουμε δει το “Avengers: Age of Ultron” να προσπαθεί να είναι αληθινή ταινία κάτω από το βάρος ενός σύμπαντος 12 ταινιών και 112 χαρακτήρων. Το “Furious 7” να μοιάζει με season finale κάποιας σειράς. Το “Terminator: Genisys” να έχει κάνει τόσα χρονικά πήγαινε-έλα που δε θυμάται σωστή ορθογραφία. Το “Jurassic World” να βασίζει την ουσία του στην υπενθύμιση μιας ταινίας 20+ χρόνων. Και το ξέρουμε πως θα γίνει μόνο χειρότερη η κατάσταση βάσει όσων έρχονται. Άλλες ταινίες είναι καλές, άλλες είναι κακές και άλλες είναι το “Fantastic Four”, αλλά όπως και νά’χει, το point είναι πως μια στο τόσο θες απλά να πας σινεμά και να δεις τον μεγαλύτερο κινηματογραφικό σταρ του πλανήτη να αναλαμβάνει μια καινούρια αποστολή, να κερδίζει τους κακούς και να πέφτουν οι τίτλοι τέλους χωρίς να σε απασχολεί το πριν, το μετά ή το λίγο παραδίπλα.

Το “Mission: Impossible – Rogue Nation” μπορεί και είναι η πιο αγνά, παλιομοδίτικα διασκεδαστική περιπέτεια του καλοκαιριού. Ο Τομ Κρουζ είναι εδώ για να περάσουμε εμείς καλά και, για μια ακόμα φορά, το καταφέρνει.

1. H τεράστια διαφορά αυτού του franchise από όλα τα άλλα σύγχρονα, είναι πως λειτουργεί πολύ περισσότερο με τη λογική του αυτοτελούς δημιουργήματος του κάθε σκηνοθέτη που το αναλαμβάνει, παρά ως κάτι που έχει στόχο να οδηγηθεί κάπου. Όταν τελειώνει ένα “Mission: Impossible” δεν αναρωτιέσαι ποτέ τι γίνεται μετά, παρά πιθανότατα περνάει απλώς από το μυαλό σου σαν ευχάριστο μπόνους η σκέψη πως μπορεί κάποια στιγμή να γυριστεί και ένα ακόμα.

Το αγαπημένο μου των πέντε παραμένει το ΙΙΙ, του Τζέι Τζέι Έιμπραμς, ενός αληθινού επαγγελματία αναβιωτή νεκρών franchise. Εντελώς προσωπικά μιλώντας, από όλα όσα έχει κάνει, εγώ πιο πολύ τον ευχαριστώ για αυτό. Το “Mission: Impossible III”, πολύ υποτιμημένο ειδικά στην εποχή του επειδή συνδέθηκε με τις εξωγηπεδικές τρέλες του Κρουζ, είναι ένα μικρό κόσμημα δράσης. Έχει εκπληκτική αίσθηση δράσης και εκρήξεων έντασης της κάθε σκηνής, έχει τον καλύτερο κακό της σειράς και είναι το πρώτο που αξιοποιεί την ιδέα της ομάδας ειδικών αποστολών αντί να είναι ένα ακόμα one man show του Ήθαν Χαντ. Η έννοια της ομάδας, καθώς και χαρακτήρες που το ΙΙΙ εισήγαγε, επιβιώνουν και στα μετέπειτα κεφάλαια, όλα πλέον υπό την αιγίδα της εταιρείας του Έιμπραμς που ουσιαστικά υιοθέτησε το franchise. Ποτέ όμως καμία αίσθηση συνέχειας δεν ξεπερνά το εκάστοτε Εδώ Και Τώρα της κάθε ταινίας. Είναι όλα τους, περήφανα και αποτελεσματικά, αυτοτελείς περιπέτειες.

2. Αυτή τη φορά ο Ήθαν Χαντ τα βάζει με το Συνδικάτο, μια αντι-IMF, ένα κρυφό δίκτυο αντικατασκοπείας που απλώνεται σε όλο τον πλανήτη και λειτουργεί ακριβώς όπως κι η IMF, αλλά με τον ακριβώς αντίπαλο σκοπό. Όχι δηλαδή να διασώσει τον υπάρχοντα κόσμο μέσω σωτήριων επεμβάσεων, αλλά αποσυνθέτοντάς τον μέσω καταστροφικών επιχειρήσεων.

Το Συνδικάτο έχει καταφέρει, με έναν τρελό τρόπο, να παραμένει μυστικό, τόσο πολύ που και μόνο η ιδέα πως ο Ήθαν Χαντ κυνηγά να το εξαρθρώσει, κάνει τη CIA να πειστεί πως τα έχει χάσει τελείως, και τον ανακηρύσσει εχθρό του κράτους. Μου αρέσει πως σε αυτές τις περιπέτειες τις μισές φορές οι ήρωες κυνηγούν οργανώσεις ή εχθρούς που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αποτελούν αντικατοπτρισμό των ίδιων. Και φυσικά, οι αντίπαλοι πρέπει να είναι και εσωτερικοί, όπως εδώ η CIA που δημιουργεί επιπλέον εμπόδια για τον Χαντ.

(Ο Άλεκ Μπάλντουιν ως διευθυντής της CIA είναι απολαυστικός. Είναι πάντα αστείος ό,τι κι αν κάνει ποτέ στην καριέρα του, και περιέργως εδώ ταιριάζει γάντι στο ρόλο. Παίζει ουσιαστικά τον Ενοχλητικό Διοικητή κάθε αστυνομικής περιπέτειας που δεν εγκρίνει της μεθόδους του μουρλούτσικου πράκτορά του. Είναι και πάλι αστείος, και ταιριάζει με τον τόνο της ταινίας. Η οποια, ακριβώς όπως κι ο ίδιος ο Μπάλντουιν, είναι την ίδια στιγμή πολύ έντονη όσο και πολύ αστεία. Η ιδανική διασκέδαση δηλαδή.)

3. Η ομάδα αυτή τη φορά (δηλαδή οι Βινγκ Ρέιμς, Σάιμον Πεγκ και Τζέρεμι Ρένερ) δεν έχει τρομερά πράγματα να κάνει -και πάλι, αξίζει μια επανάληψη του ΙΙΙ για ιδανική χρήση πολυμελούς ομάδας- αλλά υπάρχουν άλλοι άξιοι συν-σταρ για τον Κρουζ. Η Ρεμπέκα Φέργκιουσον παίζει μια μυστηριώδη πράκτορα που μπορεί να βοηθάει ή μπορεί και να προδίδει τον Χαντ αλλά δεν είναι ποτέ απολύτως σαφές, κι αυτό την κάνει συνεχώς ενδιαφέρουσα.

Διαθέτει εκπληκτική φυσική παρουσία, μαγνητίζοντας από την πρώτη στιγμή που εμφανίζεται χωρίς καν να σε νοιάζει να μάθεις πολλά για αυτήν ή να αρχίσει να εξηγεί πράγματα. Ο τρόπος με τον οποίο σχεδόν ίπταται στις σκηνές δράσης της, που μοιάζει αιθέρια και επιβλητική την ίδια στιγμή, την μετατρέπει σε μια παρουσία που κάνει τη διάφορά στην ταινία.

Επίσης την λένε Ίλσα Φάουστ, το οποίο είναι το τελειότερο όνομα χαρακτήρα από τότε που γνωρίσαμε τον Στάκερ Πέντεκοστ.

O μεγάλος κακός του έργου είναι ο Σόλομον Λέιν του Σων Χάρις, ο οποίος δεν έχει πάρα πολύ χρόνο στην οθόνη, μα ξέρει τι να κάνει με αυτόν. Μοιάζει σαν κακός που ξεπήδησε από κάποιο υπερΣοβαρό Τζέιμς Μποντ(*) και αναπτύσσεται στη διάρκεια της ταινίας ως ένας βασικά ανίκητος villain, κάποιος που βρίσκεται πάντα ένα βήμα μπροστά.

(*Το “Skyfall” ήταν μια φανταστική ταινία αλλά πέραν αυτού θα πρέπει να πάω πίσω στο παρελθόν πολλές, πολλές δεκαετίες μέχρι να βρω ταινία Τζέιμς Μποντ που να μου αρέσει όσο οποιαδήποτε από τις 3 τελευταίες ταινίες “Mission: Impossible”.)

4. Το “Rogue Nation” δεν έρχεται για να θέσει κάποιες νέες παραμέτρους στο σινεμά δράσης αλλά με απόλυτη τιμιότητα έρχεται σαν γερός εργάτης να σου προσφέρει ένα δίωρο όπου όσα ξέρουμε εδώ και δεκαετίες πως λειτουργούν, βρίσκουν ιδανικές εφαρμογές. Έχεις καταδιώξεις μηχανών με μηχανές, αμαξιών με μηχανές, τζιπ με μηχανές και αμάξια. (Το τελευταίο στο ξεκίνημά του έχει την πιο αστεία σκηνή της ταινίας.) Έχεις εκτελεστές στα σκοτάδια και απόπειρες δολοφονίας και σκηνές σωματικής μάχης ανάμεσα στις σκιές. (Η σεκάνς της όπερας είναι τρομερή και εντυπωσιακή.) Έχεις απαγωγές και εκβιασμούς και απειλές και βόμβες και χρονόμετρα που φτάνουν λίγο πριν το μηδέν και υποβρύχιες σκηνές δράσης και υπέργειες σκηνές δράσης και αποστομωτικά stunts στο φτερό ενός αεροπλάνου.

Τα έχεις όλα. Και με πολύ χιούμορ. Και με μια πλοκή που δεν είναι ούτε υπερβολικά απλοϊκή ούτε αχρείαστα περίπλοκη. Είναι έξυπνο μα όχι εξυπνακίστικο, αστείο αλλά όχι σαχλό, περιπετειώδες αλλά χωρίς να στουμπώνει ο ρυθμός του φιλμ από τις σκηνές δράσης. (Μη σου πω ότι την ήθελε άλλη μία.) Τέλειες αναλογίες.

5. Το “Rogue Nation” έχει γράψει και σκηνοθετήσει ο Κρίστοφερ Μακ Κουάρι, βραβευμένος με Όσκαρ σεναριογράφος του “Usual Suspects” και σκηνοθέτης του εκπληκτικού άγνωστου διαμαντιού “The Way of the Gun”. O ΜακΚουάρι ξέρει να γράφει έξυπνα φιλμ με ωραίους χαρακτήρες, μια πολύ βασική αρετή. Τότε για ποιο λόγο το Χόλιγουντ κόντεψε να τον εξαφανίσει. Για 8 χρόνια μετά το “Way of the Gun”, δεν έκανε τίποτα. Επέστρεψε δειλά γράφοντας το διασκεδαστικό “Valkyrie” με τον Τομ Κρουζ αλλά ακολούθησαν δυο φόλες, το “Tourist” και το “Jack the Giant Slayer”. Θα μιλάγαμε για πλήρες χαράμισμα ενός αληθινού ταλέντου μέχρι που ο Τομ Κρουζ ήρθε πάλι αυτός, για να ολοκληρώσει την Σωτηρία Του Ταλαντούχου ΜακΚουάρι.

Πρωταγωνίστησε στο “Jack Reacher” (που ο ΜακΚουάρι έγραψε και σκηνοθέτησε), πρωταγωνίστησε στο φανταστικό περσινό “Edge of Tomorrow” (που ο ΜακΚουάρι έγραψε), και τώρα, αφού σιγουρεύτηκε πως είναι ένας άνθρωπος που μπορεί να εμπσιτευτεί, του παρέδωσε το τιμόνι για το 5ο “Mission: Impossible” (μετά τους Μπράιαν ΝτεΠάλμα, Τζον Γου, Τζέι Τζέι Έιμπραμς και Μπραντ Μπερντ).

Σε ευχαριστούμε, Τομ Κρουζ.

6. Φυσικά ο Τομ Κρουζ συνεχίζει να είναι ο μεγαλύτερος κινηματογραφικός σταρ του πλανήτη. Τα χρόνια έχουν -επιτέλους!- αρχίσει να φαίνονται, αλλά εξακολουθεί να κάνει ωραία, ενδιαφέροντα, διασκεδαστικά πράγματα για το ευρύ κοινό, πετυχαίνοντας μια μακροετή ισορροπία που είναι απλά εξωπραγματική.

Ο Ήθαν Χαντ είναι φανταστικός πράκτορας αλλά και πάλι δεν πιάνει μία μπροστά στον Τομ Κρουζ.