24Media Creative Team
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

7 ηθοποιοί πρωταγωνιστούν φέτος για πρώτη φορά σε τηλεοπτική σειρά

Έβελυν Ασουάντ, Λουκία Βασιλείου, Χρήστος Γαβριηλίδης, Ευαγγελία Καρακατσάνη, Γιώργος Κριθαράς, Δανάη Ομορεγκιέ-Νεάνθη και Αγγελίνα Τερσενίδου συστήνονται τη φετινή τηλεοπτική σεζόν στο κοινό και μοιράζονται με το OneMan την εμπειρία τους. 

«Νιώθω πως υπάρχει ένας συνεχής διάλογος ανάμεσα στο θέατρο και την τηλεόραση, μια ανταλλαγή στοιχείων και εργαλείων ανάμεσα στα δύο. Το ένα τροφοδοτεί το άλλο και αυτός ο κύκλος είναι ένα συνεχές εργαστήριο εξέλιξης για έναν ηθοποιό», αναφέρει η Λουκία Βασιλείου, όταν τη ρωτώ πώς ζει την εμπειρία της πρωτοεμφανιζόμενης σε σειρά, καθώς η μέχρι τώρα πορεία της στην υποκριτική ήταν πάνω στη θεατρική σκηνή, με ένα μικρό πέρασμα από την κινηματογραφική οθόνη

Δεν ήταν η μόνη από την οποία ζήτησα να μοιραστεί την εμπειρία του «πρώτη φορά σε τηλεοπτική σειρά». Δεν ήταν επίσης η μόνη που είχε κάνει πολύ θέατρο και η τηλεόραση έμοιαζε το λιγότερο πιθανό σενάριο για να δουλέψει ως ηθοποιός. Μέχρι φέτος. Η Λουκία παίζει στην 5η σεζόν της Γης της Ελιάς στο Mega. Η Έβελυν Ασουάντ στο Σπίτι Δίπλα στο Ποτάμι στον Alpha, ο Χρήστος Γαβριηλίδης στο Γιατί ρε Πατέρα; στον ANT1, η Ευαγγελία Καρακατσάνη στα Φαντάσματα στο Star, ο Γιώργος Κριθαράς στο Τρομεροί Γονείς στον Alpha, η Δανάη Ομορεγκιέ-Νεάνθη στην 3η σεζόν του Γιατρού στον Alpha και η Αγγελίνα Τερσενίδου στο Porto Leone: Στη Γειτονιά με τα Κόκκινα Φανάρια Γιατρού στον Alpha.

Και οι 7 συστήνονται στο OneMan, μιλούν για τις σειρές που πρωταγωνιστούν, τους ρόλους που ενσαρκώνουν, την εμπειρία της πρώτης φοράς, την τηλεοπτική μυθοπλασία, τις ιστορίες που έβλεπαν παλιά στη μικρή οθόνη και θυμούνται ακόμα.

Η Έβελυν Ασουάντ είναι η Ασπασία στο Σπίτι Δίπλα στο Ποτάμι 

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη. Ο πατέρας μου είναι Σύριος και η μητέρα μου Ελληνίδα. Σπούδασα στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Μέχρι πρόσφατα, εκτός από ένα μικρό πέρασμα στον κινηματογράφο, στην ταινία της Ασημίνας Προέδρου, Πίσω από τις Θημωνιές και σε μια ταινία μικρού μήκους, δεν είχα ασχοληθεί ιδιαίτερα με τον φακό, παρ’ όλο που υπήρχε πάντα μέσα μου η βαθιά επιθυμία να το κάνω. 

Η κύρια επαγγελματική μου πορεία είναι στο θέατρο. Αμέσως μετά τη Σχολή εντάχθηκα στην Ομάδα Σημείο Μηδέν του Σάββα Στρούμπου, με τον οποίο συνεργαστήκαμε για περισσότερο από δέκα χρόνια. Από τις πιο αγαπημένες μου παραστάσεις με την ομάδα, ήταν η Αντιγόνη (ως Αντιγόνη), οι Πέρσες (ως Άτοσσα) και το Περιμένοντας τον Γκοντό (ως Πότζο). Τα τελευταία δύο χρόνια, συμμετείχα στην Ορέστεια του Θεόδωρου Τερζόπουλου, στον ρόλο της Κασσάνδρας. 

Παράλληλα, είμαι η τραγουδίστρια των PAGAN. Παίζουμε progressive ethnic μουσική, ενώ οι συναυλίες μας έχουν έντονο θεατρικό χαρακτήρα.

Νιώθω πολύ τυχερή που η πρώτη μου τηλεοπτική δουλειά είναι μια σειρά εποχής, όπως είναι Το Σπίτι Δίπλα στο Ποτάμι στον Alpha. Πάντα ήθελα να υποδυθώ έναν χαρακτήρα από έναν άλλον κόσμο, όπου τα ήθη, οι ρυθμοί και ο τρόπος ζωής ήταν διαφορετικοί. Με συγκίνησε επίσης το γεγονός ότι ο ρόλος μου συνδυάζει και τη μουσική, καθώς η Ασπασία είναι τραγουδίστρια – κι έτσι μπόρεσα να εκφράσω και τις δύο μου πλευρές, τη θεατρική και τη μουσική, που αγαπώ εξίσου. 

Το σημαντικότερο όμως είναι το γεγονός ότι συνεργάζομαι με υπέροχους και ταλαντούχους ανθρώπους, που με αγκάλιασαν από την πρώτη στιγμή και με βοήθησαν να προσαρμοστώ γρήγορα σ’ αυτόν τον εντελώς νέο για μένα κόσμο, κάτι το οποίο δεν είναι καθόλου δεδομένο. Παρότι προέρχομαι από ένα καθαρά θεατρικό περιβάλλον, ένιωσα να εντάσσομαι φυσικά, ίσως γιατί αγάπησα πραγματικά αυτή τη συνθήκη με όλα τα εύκολα και τα δύσκολά της. Αν και είχα αγωνία, τελικά απόλαυσα πολύ όλη τη διαδικασία.

Πιστεύω έπαιξε σημαντικό ρόλο η Ορέστεια, όπως και το ότι τραγουδάω επαγγελματικά για τον ρόλο της Ασπασίας. Όλα αυτά τα χρόνια δεν είχα ιδιαίτερη επαφή με τα γραφεία κάστινγκ. Μόλις τελείωσα τη Σχολή γράφτηκα σε ένα, αλλά αμέσως μετά ξεκίνησα δουλειά στο θέατρο και το άφησα πίσω. Πέρυσι τον Σεπτέμβριο όμως, με προσέγγισε η Ηρώ Γάλλου. Όταν μου έστειλε το σενάριο και μου έδωσε κάποια στοιχεία για τον ρόλο ένιωσα αμέσως σύνδεση. Η εποχή, η ατμόσφαιρα, η μουσική και ο ρόλος της τραγουδίστριας με έβαλαν κατευθείαν στον κόσμο της Ασπασίας. Έκανα το κάστινγκ και λίγο αργότερα συνάντησα τον σκηνοθέτη της σειράς, τον Αντώνη Αγγελόπουλο, του οποίου η εμπειρία και η προσήλωση στη λεπτομέρεια μου ενέπνευσαν εμπιστοσύνη και κάπως έτσι, σήμερα βλέπω για πρώτη φορά τον εαυτό μου στην τηλεόραση.

Η Ασπασία μεγάλωσε με τις πέντε αδελφές της σε ένα χωριό στον Όλυμπο. Έχασαν μικρές τον πατέρα τους και τις ανέθρεψε η μητέρα τους μαζί με τη γιαγιά. Από παιδί τραγουδούσε αδιάκοπα και ονειρευόταν να γίνει τραγουδίστρια. Ερωτεύτηκε όμως τον Σταύρο, έναν επαγγελματία οδηγό και έφυγε να ζήσει μαζί του στην Καλαμάτα. Απέκτησαν δύο κορίτσια και έζησαν μια ήρεμη οικογενειακή ζωή, ώσπου ένα τυχαίο γεγονός την έφερε ξανά κοντά στο όνειρό της. Ένα βράδυ τραγούδησε για την παρέα της σε ένα νυχτερινό κέντρο, χωρίς να φαντάζεται ότι εκείνη τη στιγμή θα ξεκινούσε η μεγάλη περιπέτεια της ζωής της.

Οι αναστολές που μπορεί να είχα, ποτέ δεν σχετίζονταν με την ίδια την έκθεση, που προκαλεί η τηλεόραση ως μέσο. Η τέχνη μας είναι από τη φύση της μοίρασμα· η σχέση με το κοινό μάς δίνει κίνητρο και πάντα ανυπομονούμε γι’ αυτήν τη συνάντηση. Αντιθέτως, αυτό που με απασχολούσε ήταν το κατά πόσο θα μπορούσα να προσαρμοστώ με επιτυχία σε έναν κόσμο ρεαλισμού, προερχόμενη από ένα θέατρο με αμιγώς ποιητικό χαρακτήρα, όπου ο χρόνος για έρευνα έχει καθοριστική σημασία. Με προβλημάτιζαν, λοιπόν, η ταχύτητα και οι ρυθμοί της τηλεόρασης που έπρεπε να ακολουθήσω, καθώς διαφέρουν εντελώς από εκείνους της εργαστηριακής θεατρικής διαδικασίας.

Το βασικό ζήτημα, κατά τη γνώμη μου, σχετικά με την ελληνική τηλεοπτική μυθοπλασία είναι το σενάριο. Συχνά ανακυκλώνονται παρόμοιες θεματολογίες. Νομίζω ότι χρειάζεται περισσότερη τόλμη και φαντασία. 

Από την άλλη, δεν μπορούμε να μην αναγνωρίσουμε ότι διαρκώς εξελίσσεται, τόσο σε επίπεδο παραγωγής όσο και αισθητικής και στελεχώνεται ολοένα και περισσότερο από ταλαντούχους ανθρώπους και έμπειρους επαγγελματίες, που όταν έχουν μια καλή πρώτη ύλη μπορούν πραγματικά να μεγαλουργήσουν.

Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω δει πολλές ελληνικές σειρές, γιατί μετά τα δεκαοχτώ, όταν μετακόμισα στην Αθήνα, ζούσα χωρίς τηλεόραση. Μία σειρά όμως που έχει μείνει στη μνήμη μου από τα σχολικά χρόνια είναι το Είσαι το ταίρι μου. Την αγαπούσα τόσο που είχα γράψει σε βιντεοκασέτες τα επεισόδια για να βλέπω ξανά και ξανά τις αγαπημένες μου σκηνές.

***

Στις 21 Νοεμβρίου ανεβαίνει η παράσταση Οι Ζωντανοί του Γιώργου Ονισιφόρου, στο θέατρο H.ug στα Άνω Πετράλωνα, όπου συμμετέχω. Παράλληλα, με τους PAGAN θα πραγματοποιήσουμε συναυλίες εντός και εκτός Αθήνας, ενώ ηχογραφούμε νέες κυκλοφορίες και σχεδιάζουμε τις πρώτες εμφανίσεις μας στο εξωτερικό.

Η Λουκία Βασιλείου είναι η Μαρουσώ στη Γη της Ελιάς

Σπούδασα στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Μέχρι πρόσφατα ζούσα στην όμορφη Θεσσαλονίκη. Συμμετείχα κυρίως σε παραστάσεις του ΚΘΒΕ. Είχα την τύχη και τη χαρά να συνεργαστώ με ανθρώπους και σκηνοθέτες που εκτιμώ και θαυμάζω βαθιά. Ενδεικτικά θα αναφέρω τον Γιάννη Χουβαρδά ο οποίος, τον χειμώνα που μας πέρασε μου εμπιστεύτηκε τον ρόλο της βασίλισσας Ελισάβετ των Βαλουά στο έργο Δον Κάρλος του Φρίντριχ Σίλερ· τον Χρήστο Σουγάρη το προηγούμενο καλοκαίρι δίνοντάς μου τον ρόλο της ωραίας Ελένης στις Τρωάδες στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου· τον Σύλλα Τζουμέρκα επιλέγοντάς με για τη Μάγκι στη Λυσσασμένη Γάτα του Τενεσί Γουίλιαμς· τον Θέμη Θεοχάρογλου για τον ρόλο της Σουζάνας στην Πράγα του Χαβιέρ δε Διός· αλλά και τους Χρήστο Πασσαλή, Τσέζαρις Γκραουζίνις, Γιάννη Παρασκεύοπουλο, Γιάννη Ρήγα, Γιάννη Καλατζόπουλο, Βασίλη Παπαβασιλείου. Έχω παίξει αρχαίο δράμα-τραγωδία, κωμωδία, κλασσικά, σύγχρονα έργα, devised theater, μιούζικαλ και χοροθέατρο.  

Στον κινηματογράφο, η τελευταία μου δουλειά ήταν με τον Άδωνη Φλωρίδη, που μου εμπιστεύτηκε έναν από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους τη Λίτσα στην ταινία του, Africa Star.

Την τηλεόραση τη βλέπω σαν ένα στάδιο εξέλιξης· μια ακόμη πίστα στη διαδρομή του ηθοποιού. Δεν τη θεωρώ αυτοσκοπό, αλλά ένα εργαλείο μάθησης. Είναι ένας κόσμος πολύ αλλιώτικος για εμένα που κάθε μέρα εξερευνώ και μαθαίνω κάτι καινούργιο. Δεν υπάρχει η πολυτέλεια του χρόνου όπως τη γνωρίζω στο θέατρο, οι ρυθμοί είναι πολύ απαιτητικοί, πρέπει να είσαι έτοιμος για το καλύτερο δυνατόν και κάθε γύρισμα είναι μια μικρή πρόκληση. Εκεί ακριβώς όμως κρύβεται και η γοητεία της: είναι ένα άλλο υποκριτικό σχολείο, διαφορετικό αλλά εξίσου σημαντικό.

Νιώθω πως υπάρχει ένας συνεχής διάλογος ανάμεσα στο θέατρο και την τηλεόραση, μια ανταλλαγή στοιχείων και εργαλείων ανάμεσα στα δύο. Το ένα τροφοδοτεί το άλλο και αυτός ο κύκλος είναι ένα συνεχές εργαστήριο εξέλιξης.

Η έκθεση στο ευρύ κοινό με είχε προβληματίσει τα προηγούμενα χρόνια, τότε που κατ’ επιλογή δεν έκανα τηλεόραση. Οπότε επειδή το θέμα είχε ζυμωθεί αρκετά μέσα μου, τώρα ήμουν έτοιμη απλά να συμβεί. Και συνέβη. 

Ο Ανδρέας Γεωργίου και ο Κούλης Νικολάου ήταν οι πρώτοι άνθρωποι που με προσέγγισαν μετά την αποφοίτησή μου και μου πρότειναν τηλεοπτική συνεργασία. Κατά καιρούς, όλα αυτά τα χρόνια, συζητούσαμε για πιθανές συνεργασίες, όμως δεν ευδοκιμούσαν. Τελικά, μου ζητήθηκε ένα δοκιμαστικό, συγκεκριμένα για τη Γη της Ελιάς στο Mega και τον ρόλο της Μαρουσώς περιγράφοντας μου τη στο τηλέφωνο ως μια διεφθαρμένη αστυνομικό. Κατευθείαν ψήθηκα σκέφτηκα ότι η λέξη διαφθορά δεν είναι απλώς μια έννοια, είναι δυστυχώς άμεσα συνδεδεμένη με την ελληνική πραγματικότητα. Τα τελευταία χρόνια, βλέπουμε πολλαπλά σκάνδαλα, ανθρώπους με ηθικά κενά να κατέχουν θέσεις εξουσίας. Σκέφτηκα ότι μέσα από τον ρόλο αυτό θα μπορέσουμε να αφηγηθούμε κάποιες κρυμμένες αλήθειες πίσω από το περιτύλιγμα της κατά τα άλλα ευπρεπούς και αξιόπιστης δημόσιας παρουσίας. 

Η Μαρουσώ είναι σκληροτράχηλη, δυναμική, πανούργα γυναίκα. Είναι μεθοδική και πολυ ψύχραιμη. Είναι φιλόδοξη, φιλοχρήματη και χωρίς καμία αμφιβολία δολοπλόκα. Δεν υπολογίζει τίποτα και κανέναν. Ο εσωτερικός της κώδικας είναι ο θάνατος σου η ζωή μου. Οι άνθρωποι γύρω της είναι απλοί αριθμοί, στατιστικά δεδομένα. Είναι εργασιομανής και στοχοπροσηλωμένη στο χρήμα, βυθισμένη στην επαγγελματική της αναλγησία είναι έτοιμη να πατήσει επί πτωμάτων για να φτάσει ψηλά. Ταυτόχρονα, φαίνεται να είναι φιλική, ευχάριστη παρέα κάνοντας αγαθοεργίες για να ξεπλύνει από πάνω της το ένδυμα της υποκρισίας και να κοιμάται ήσυχη τα βράδια. Ποια θα είναι η εξέλιξη της στη σειρά δεν γνωρίζω. Ελπίζω και εύχομαι η αφηγηματική δικαιοσύνη να τη φέρει εκεί που της αξίζει και να μην επαληθευτεί η ατιμωρησία της ζωής.

Η ελληνική μυθοπλασία έχει σπουδαίες ιστορίες να αφηγηθεί. Θεωρώ ότι θα γινόταν πιο δυνατή και ουσιαστική αν εστίαζε στην ποιότητα και όχι στην ποσότητα. Αν επένδυε και έδινε τον απαραίτητο χρόνο στους τόσους άξιους δημιουργούς και καλλιτέχνες να αγγίξουν σε βάθος την αισθητική κάθε δουλειάς. Η αισθητική είναι η επιστήμη του αισθάνεσθαι, δεν είναι απλά εμφάνιση ή διακόσμηση. Είναι στάση ζωής και βίωμα. Είναι ο ήχος, η μουσική, η εικόνα, η ερμηνεία και η αρμονία μιας πράξης· μιας πράξης που γεννά την ατμόσφαιρα μέσα στην οποία ο θεατής και ο ακροατής ταξιδεύουν. Όταν αυτή η συνταγή πετυχαίνει τότε ο θεατής παύει να νιώθει μόνος και είναι ήδη συμπρωταγωνιστής της ιστορίας.

Ο Χρήστος Γαβριηλίδης είναι ο Τάσος στο Γιατί ρε Πατέρα; 

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη, αλλά έζησα για μεγάλα διαστήματα και σε Καβάλα και Ξάνθη, όπου έμενα με τις θείες μου. Σπούδασα υποκριτική τελείως τυχαία. Μπάσκετ έπαιζα και με αυτό ήθελα να ασχοληθώ, αλλά μετά από συζήτηση με μία δασκάλα μου στο Λύκειο, αποφάσισα να δώσω μια ευκαιρία στο θέατρο. Έδωσα εξετάσεις στο ΚΘΒΕ, πέρασα στην πρώτη φάση, αλλά κόπηκα στη δεύτερη. Μέσα στο κλάμα και στην απόγνωση, έπεσα πάνω στη σχολή από την οποία τελικά αποφοίτησα, την Ανώτερη Δραματική Σχολή του Ανδρέα Βουτσινά, μία μοναδική εμπειρία ζωής.

Μέχρι στιγμής έχω κάνει κυρίως θέατρο. Έχω συμμετάσχει ως ηθοποιός σε μικρού μήκους -κυρίως σε φοιτητικά ταινιάκια-, έχω σκηνοθετήσει και ο στόχος μου είναι να φτιάξω ομάδα για κινηματογραφικά projects. Στη Θεσσαλονίκη ήμουν μέλος της θεατρικής ομάδας Ars Moriendi του Θάνου Νίκα (καθηγητής μου στη σχολή), που έδινε μεγάλο βάρος στη σωματικότητα. Από τις δουλειές μας ξεχωρίζω την τελευταία παράσταση, το Hummanitarium, ένα έργο που γράφτηκε και ξεκίνησε ως η ιδέα από τον Θάνο μέσα στην πανδημία. Η παράσταση αυτή και πιο πολύ η αναμέτρηση με τα όρια μου ως ηθοποιός στο κομμάτι της αλήθειας από το χαρτί στον λόγο, ήταν κάτι που δεν είχα ξανακάνει τόσο έντονα και λεπτομερώς και μου έδωσε ένα κίνητρο να κατέβω στην Αθήνα.

Στο Γιατί ρε Πατέρα;, που προβάλλεται από τη συχνότητα του ANT1, το κλίμα που έχουμε φτιάξει είναι πολύ αυθεντικό και όμορφο, γεγονός που με κάνει να νιώθω ότι μπορώ να είμαι ελεύθερος, ο εαυτός μου. Ο Γιάννης Παπαδάκος είναι ένας σκηνοθέτης που όταν ζεσταίνεται, ξέρει τόσο καλά τι θέλει από το κάδρο του, το φως, τον ήχο. Είναι ένας σκηνοθέτης που σε εμπνέει. Το ίδιο και όλοι οι ηθοποιοί της σειράς που έχω την τιμή και τη χαρά να είμαι μαζί τους και να τους γνωρίζω όλους για πρώτη φορά.

Ο Αντώνης Ανδρής έχει γράψει μία σύγχρονη κωμωδία δράσης με θέμα την οικογένεια και τη φιλία. Αυτό που κάνει, είναι πραγματικά δύσκολο και το πετυχαίνει γιατί γράφει με ψυχή, κάτι που από μόνο του είναι δύσκολο να μην το εκτιμήσεις και σαν ηθοποιός και σαν θεατής. Τον ευχαριστώ για αυτή την εμπειρία που μου έδωσε να ενσαρκώσω αυτό το ιδιαίτερο παιδί, τον Τάσο.

Ο Τάσος Πετρόπουλος, λοιπόν, είναι γιος του Ορέστη (Νίκος Παπαδόπουλος), υπάλληλος του Ρουκάκα (Τάσος Σωτηράκης) και κολλητός της Βιβής (Θεανώ Κλάδη) – ο αδερφός που δεν είχε ποτέ. Είναι ο κολλητός φίλος που θα ήθελα και εγώ να έχω.

Το να παίζω σε τηλεοπτική σειρά είναι μία εντελώς διαφορετική εμπειρία από το να παίζω στο θέατρο, όσον αφορά το κομμάτι των ωρών, των προβών, της οργάνωσης και της διαχείρισης του χρόνου εν γένει, βασικά.

Ελληνικές σειρές δεν θα πω ψέματα δεν βλέπω. Έχω πολύ καιρό να δω. Έχω δει ωστόσο άπειρες φορές το Είσαι το Ταίρι μου, είναι η αγαπημένη μου ελληνική σειρά και πρόσφατα, τις 17 Κλωστές του ΣωτήρηΤσαφούλια. Βλέπω όμως πολλές ρώσικες σειρές, καθώς είναι η μητέρα μου από τον Βόρειο Καύκασο. 

***

Την άνοιξη θα ξεκινήσω να δουλεύω σε μία δική μου μικρού μήκους ταινία, την οποία θα γυρίσω με μια ομάδα παιδιών που γνώρισα στη σειρά Γιατί ρε Πατέρα;.

Η Ευαγγελία Καρακατσάνη είναι η Θεοφανία στα Φαντάσματα

Mεγάλωσα στις Τζιτζιφιές και είμαι απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Ωδείου Αθηνών. Παράλληλα, έχω πτυχίο Ειδικού Αρμονίας Αντίστιξης και Φούγκας και δίπλωμα Μονωδίας-Λυρικού Τραγουδιού. Ξεκίνησα δουλεύοντας ως μονωδός στην παιδική σκηνή της Λυρικής και αφού τελείωσα τις σπουδές μου ως ηθοποιός μπήκα στο θέατρο, όπου εργάζομαι τα τελευταία 18 χρόνια. Η πρώτη παράσταση που συμμετείχα ως χορός στις Τραχίνιες του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου στην Επίδαυρο το 2013 ήταν ορόσημο για μένα, όπως και όλες οι παραστάσεις που ακολούθησαν στην Επίδαυρο: η Λυσιστράτη από τον Μιχαήλ Μαρμαρινό, η Ειρήνη σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Αραβανιτάκη και μουσική Νίκου Κυπουργού, ο Ιππόλυτος σε σκηνοθεσία Λυδίας Κονιόρφδου και οι Ευμενίδες σε σκηνοθεσία της Γεωργίας Μαυραγάνη. 

Έχω δουλέψει επίσης και στον κινηματογράφο σε τρεις ταινίες – θα ξεχωρίσω την Περσεφόνη του Κώστα Αθουσάκη.

Η συμμετοχή μου στα Φαντάσματα στο Star προέκυψε από τον σεναριογράφο Λευτέρη Παπαπέτρου. Μιλήσαμε στο τηλέφωνο και ειλικρινά, η επικοινωνίας μας ήταν τόσο αληθινή, ήταν ο ίδιος τόσο ενθουσιασμένος για την καινούργια αυτή δουλειά που δεν μου άφησε το παραμικρό περιθώριο να αρνηθώ. Τον εμπιστεύτηκα αμέσως.

O ρόλος μου είναι η Θεοφανία, μία παρθένα από τη Ρωμαϊκή Εποχή, που δεν έχει καθόλου γνώση γύρω από τον έρωτα, οπότε και έχει άπειρες απορίες. Είναι χαρούμενη, καλοσυνάτη και τη χαρακτηρίζει μία παιδική αθωότητα, που την κάνει να είναι αγαπητή σε όλους. Λειτουργεί σαν παιδάκι, που είναι έτοιμο να μάθει, να ανακαλύψει. Την έχω αγαπήσει πολύ. 

Το «πρώτη φορά τηλεόραση» μου είναι πολύ περίεργο. Είμαι χαρούμενη, αλλά έχω και αγωνία. Δεν νιώθω άνετα ακόμα που με βλέπω, περισσότερο με κρίνω δηλαδή. 

Γενικά η έκθεση σε τέτοιο βαθμό, μπορώ να πω ότι ακόμα με τρομάζει. Είμαι ένας άνθρωπος, που ακόμα και στις μέρες μας έχει μείνει αρκετά έξω από τα social media και για να είμαι ειλικρινής, η έκθεση ήταν από τους λόγους που δεν κυνήγησα το να παίξω σε κάποια σειρά όλα αυτά τα χρόνια. 

Αν μου λείπει κάτι από την ελληνική τηλεοπτική μυθοπλασία είναι σειρές, που είναι αμιγώς κωμικές. Γι’ αυτό χαίρομαι που συμμετέχω σε μία σειρά που φέρει το κωμικό στοιχείο τόσο έντονα φέτος στη μικρή οθόνη. 

Έχω αγαπήσει δηλαδή ως θεατής μέσα στα χρόνια κωμικές σειρές, όπως τα Εγκλήματα, Εκμέκ Παγωτό, Ντόλτσε Βίτα, Στο Παρά Πέντε, Είσαι το Ταίρι μου, αλλά και άλλες, φυσικά που δεν ήταν κωμωδίες: Κλείσε τα Μάτια, Το Νησί, Η Ζωή μας μια Βόλτα.

***

Από τις 26 Ιανουαρίου 2026 θα είμαι στο νέο έργο της Νεφέλης Μαϊστράλη, Αθανασία σε σκηνοθεσία Θανάση Ζερίτη στο Θέατρο Βασιλάκου.

Ο Γιώργος Κριθαράς είναι ο Στέφανος στο Τρομεροί Γονείς

Κατάγομαι από τη Δεσκάτη Γρεβενών. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Πτολεμαΐδα. Έχω σπουδάσει Ελληνική Φιλολογία και Θέατρο στο ΑΠΘ, ενώ έχω κάνει και κάποιες απόπειρες μεταπτυχιακών σπουδών στην Ολλανδία και στο ΕΜΠ. Δουλεύω στο θέατρο από το 2007 με κάποια διαλείμματα, οπότε και ασχολήθηκα με τη διδασκαλία. Οι δουλειές είναι πολλές, συνεπώς ενδεικτικά θα αναφέρω την τελευταία θεατρική: Θραύσματα/Ευριπίδης σε σκηνοθεσία Ευθύμη Θέου στο Εθνικό Θέατρο.

Πρώτη φορά τηλεόραση, λοιπόν, φέτος και το ζω έντονα, πορωτικά, γοητευτικά και άλλες φορές απογοητευτικά. Είναι μια δουλειά. Και βάζω επίτηδες τελεία στο τέλος της πρότασης. Θα συνεχίσω εδώ: είναι μια δουλειά, που ευτυχώς επιτρέπει την εκδήλωση του συναισθήματος. Επίσης, είναι μια δουλειά που βασίζεται στην ομαδική λειτουργία και αυτό είναι το πιο γοητευτικό. Γιατί μέσα σε μια ομάδα πρέπει να υπάρχει αλληλεγγύη και σεβασμός και αλληλοστήριξη.

Δεν σου κρύβω ότι είχα αναστολές και φοβίες, αλλά ένα μέρος της υποκριτικής έχει να κάνει με τη διαχείριση αυτών. Δεν ξέρω τι θα πει έκθεση στο ευρύ κοινό. Αν έρθω αντιμέτωπος με κάτι προβληματικό ως προς αυτό, θα το αντιμετωπίσω.

Δέχτηκα να παίξω στους Τρομερούς Γονείς στον Alpha, αφενός γιατί ένιωσα ότι μπορώ να το κάνω, αφετέρου γιατί κατάλαβα ότι μιλάω με ανθρώπους που εκτιμούν και σέβονται ο,τι έχω κάνει μέχρι τώρα στο πεδίο των παραστατικών τεχνών ακόμη κι αν δεν ήταν τηλεοπτικές παραγωγές. Επίσης, μιλάμε για μια δουλειά άρα υπάρχει και ο οικονομικός παράγοντας που συντελεί προς τη θετική απάντηση. Τέλος, ήταν ένα πεδίο της δουλειάς, η υποκριτική μπροστά στην κάμερα, το οποίο ήθελα να δοκιμάσω.

Στη σειρά παίζω στον Στέφανο Στεφανίδη, τον μπαμπά της οικογένειας. Είναι απόφοιτος Νομικής, αλλά το επάγγελμα του είναι σεναριογράφος σαπουνόπερας. Δουλεύει από το σπίτι και για αυτό ασχολείται και με το νοικοκυριό. Έχει τρία παιδιά τον Θωμά (Κωνσταντίνος Πεσλής) τον Ερμή (Ορέστης Μπάμπαλης) και τον Άλεξ (Δημήτρης Μακρόπουλος) με τη σύζυγό του, Ναταλία Μανιαδάκη (Ευδοκία Ρουμελιώτη).

Με ποια ελληνική σειρά έχω λιώσει; Με τους Απαράδεκτους, την πρώτη σεζόν ειδικά, την ξέρω απ’ έξω.

Δεν θεωρώ ότι μπορώ να απαντήσω σε τι πάσχει η ελληνική τηλεοπτική μυθοπλασία. Υπάρχουν άνθρωποι που δουλεύουν πάνω σε αυτό. Δεν θέλω να τσουβαλιάσω κανέναν. Μπορώ ωστόσο να κάνω μια εικασία: η μυθοπλασία, η δραματουργία είναι διαδικασίες χρονοβόρες, άρα και κοστοβόρες. Οπότε αν λέγαμε ότι πάσχει από κάτι η μυθοπλασία, θα έλεγα ότι αυτό το κάτι μάλλον έχει να κάνει με τις υποδομές και τη στήριξη της διαδικασίας παραγωγής μυθοπλασίας. 

Αντιστοίχως, σχετικά με το πού κερδίζει θα έλεγα ότι σε πολλά πεδία στις παραστατικές τέχνες, όπως είναι η σκηνοθεσία, η δραματουργία/μυθοπλασία και τα λοιπά, υπάρχει «κέρδος» όταν κάποιοι άνθρωποι ατομικά αποφασίζουν να θυσιάσουν -και το λέω κυριολεκτικά- απεριόριστο χρόνο και χρήμα για να υπερβούν το ανέφικτο και να κάνουν κάτι ξεχωριστό. Δυστυχώς, δηλαδή, για να υπάρξει κάτι ωραίο πρέπει να υπάρχει και θυσία.

Η Δανάη Ομορεγκιέ-Νεάνθη είναι η Άλμα στον Γιατρό 

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα και έχω ελληνονιγηριανή καταγωγή. Με το που τελείωσα το σχολείο, αποφάσισα να δώσω εξετάσεις σε δραματικές σχολές, καθώς δεν μπορούσα να φανταστώ τον εαυτό μου να ασχολείται με οτιδήποτε άλλο εκτός από την υποκριτική. 

Τη χρονιά που αποφοίτησα, ο σκηνοθέτης Νικορέστης Χανιωτάκης ανέβαζε τις Μάγισσες του Σάλεμ στο Θέατρο Χορν. Η πολύ αγαπημένη μου δασκάλα, Αντιγόνη Γύρα, ήταν η χορογράφος της παράστασης. Με πρότεινε για τον ρόλο της Τιτούμπα. Πέρασα από ακρόαση, ο Νικορέστης με επέλεξε και κάπως έτσι, βρέθηκα στην πρώτη μου θεατρική παραγωγή, την οποία, ευτυχώς, ακολούθησαν κι άλλες. Στο ενδιάμεσο των θεατρικών σεζόν συμμετείχα σε ταινίες και video clips, οπότε αυτό που μου έμενε να δοκιμάσω ήταν η τηλεόραση.

Είχα μεγάλη περιέργεια για το πώς βιώνει ένας ηθοποιός την επαφή με την κάμερα. Η αλήθεια είναι πως θέλει μαεστρία και πειθαρχία για να γίνει ομαλά το γύρισμα και να βγει ένα φυσικό αποτέλεσμα. Υπήρξαν φορές που δυσκολεύτηκα και σκέφτηκα ότι ίσως δεν είναι για μένα αυτό το μέσο καλλιτεχνικής έκφρασης, αλλά περιμένω να δω και το αποτέλεσμα για να βγάλω ετυμηγορία. Πέρασα πολύ ωραία. Στην τηλεόραση οι ηθοποιοί αντιμετωπίζονται με ιδιαίτερη φροντίδα από το επιτελείο (πράγμα που στο θέατρο δεν συμβαίνει πολύ συχνά), επομένως ήταν μια πολύ ευχάριστη αλλαγή.

Δεν με απασχόλησε ποτέ ιδιαίτερα η απότομη έκθεση που προκαλεί η τηλεόραση. Δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι υπάρχει μεγαλύτερος κριτής από εμένα την ίδια. Είμαι αρκετά αυστηρή με τον εαυτό μου και κυρίως με την τέχνη μου· κι αυτό, αν και συνοδεύεται από αρκετές δυσκολίες, έχει το καλό ότι δεν αφήνει περιθώρια σε άλλους «κριτές» να μεσουρανήσουν. Αυτά όσον αφορά την αρνητική έκθεση. Η θετική έκθεση, φυσικά, είναι θεμιτή.

Αρχικά, ήταν να παίξω στον δεύτερο κύκλο του Γιατρού στον Alpha ως guest. Μάλιστα, είχα κάνει και ένα γύρισμα. Πέρασε όμως λίγος καιρός χωρίς να έχω νέα για follow up γύρισμα και αναρωτήθηκα τι μπορεί συνέβη. Χτύπησε κάποια στιγμή το τηλέφωνό μου κι ενώ περίμενα να ακούσω είτε κάτι δυσάρεστο, είτε πότε είναι προγραμματισμένο το επόμενο γύρισμα, μου έγινε αντιπρόταση για πρωταγωνιστικό ρόλο στον τρίτο κύκλο. Προφανώς, μου έπεσε το σαγόνι και δεν χρειάστηκε να το σκεφτώ ούτε δευτερόλεπτο. Ανέκαθεν ήμουν τεράστια φαν του Grey’s Anatomy, συνεπώς η ιδέα του να συμμετάσχω σε project παρόμοιας θεματικής ήταν απλά υπέροχο.

Υποδύομαι την Άλμα. Είναι ένα κορίτσι με καταγωγή από την Αιθιοπία, όπου σπούδασε ιατρική κρυφά από τους γονείς της, καθώς εκείνοι την προόριζαν να αναλάβει το οικογενειακό τους μαγαζί. Παρά την τολμηρή αυτή της κίνηση, είναι ένα πολύ ταπεινό και συνεσταλμένο πλάσμα, που δυσκολεύεται να πιάσει όσο χώρο της αναλογεί στο δωμάτιο. Έχει όμως πυγμή και θα στηρίξει την απόφασή της μέχρι τελικής πτώσεως.

Η ελληνική τηλεοπτική μυθοπλασία πάσχει στο να αντλεί θεματικές από το σήμερα. Θέλω να βλέπω στην τηλεόραση ιστορίες που θα με προβληματίσουν ή θα με ανακουφίσουν σε σχέση με την πραγματικότητα στην οποία βρισκόμαστε. Είναι 2025 και συζητάμε για Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι σε τρία διαφορετικά σημεία του πλανήτη λαμβάνουν χώρα γενοκτονίες και δύο διαφορετικές φίλες μου μού πρότειναν να απαντήσω στις ερωτήσεις αυτής της συνέντευξης χρησιμοποιώντας το ChatGPT. Νομίζω ότι μπορούμε λοιπόν πολύ καλύτερα από μάγισσες και οικογενειακά δράματα του 1960.

Αν πάντως οι ελληνικές σειρές γνωρίζουν να κάνουν κάτι καλά διαχρονικά είναι να μας χαρίζουν στιγμές απείρου γέλιου. Το γέλιο είναι μεγάλο δώρο.

Ως έφηβη, έχω αγαπήσει πολύ το Ευτυχισμένοι Μαζί (fun fact: τη σειρά έχει σκηνοθετήσει ο Ανδρέας Μορφονιός, με τον οποίο συνεργάστηκα φέτος στον Γιατρό), το Στο Παρά Πέντε και το Χάρα Αγνοείται.

***

Τη φετινή θεατρική σεζόν θα παίξω στην Εφηβική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, στην παράσταση Έχεις Πέντε Λεπτά της Κατερίνας Λούβαρη Φασόη, σε σκηνοθεσία Παντελή Δεντάκη. Ελπίζω να σας δω εκεί και να αναλογιστούμε παρέα τι αφήσαμε πίσω μας ως έφηβοι και τι κρατήσαμε κοντά μας.

Η Αγγελίνα Τερσενίδου είναι η Γίτσα στο Porto Leone

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη. Συναντηθήκαμε με το θέατρο, σχετικά νωρίς. Είχα την τύχη να δώσω εξετάσεις στο Καλλιτεχνικό Σχολείο Θεσσαλονίκης «Δημήτρης Χορν» και να περάσω στην κατεύθυνση θεάτρου-κινηματογράφου. Στη συνέχεια, φοίτησα στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ και αργότερα, στη δραματική σχολή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος. Μετά τη σχολή, υπήρξε η ανάγκη μιας δημιουργικής κινητοποίησης, ως αντίδραση στο διάστημα του εγκλεισμού λόγω της πανδημίας. Έγινε έρευνα, μελετήσαμε κι έτσι γεννήθηκε η παράσταση Αναζητώντας τον χαμένο χώρο ή Σαλιγκάρια με την ομάδα No Μan’s Land Rabbits.

Έπειτα, ήρθε και η τηλεόραση με μικρές συμμετοχές σε διάφορες σειρές, όπως οι Ψυχοκόρες και το IQ160. Στο Porto Leone, όμως, είναι η πρώτη φορά που παίζω κανονικά· που ο χαρακτήρας μου στη σειρά έχει μία κεντρική, συνεχή παρουσία – συμμετέχει στην εξέλιξη της ιστορίας και είναι εκεί παρών, σχεδόν, από την αρχή μέχρι το τέλος.

Ο κινηματογράφος είναι το επόμενο βήμα. Αγαπώ πολύ το σινεμά και με ενθουσιάζει το ενδεχόμενο να συνεργαστώ σε ένα περιβάλλον που δουλεύουν τόσοι δημιουργικοί άνθρωποι. Το προετοιμάζω με συνέπεια και πιστεύω πως θα συμβεί τη στιγμή που πρέπει.

Στο Porto Leone ήταν η πρώτη φορά που οι άνθρωποι του συνεργείου έγιναν μέρος της καθημερινότητας μου για 7 μήνες. Είμαι ευγνώμων. Είχα την τύχη να βρίσκομαι σε ένα εργασιακό περιβάλλον, όπου ο καθένας, καθημερινά, έκανε το καλύτερο που μπορούσε με ευγένεια και σεβασμό. Υπήρχε το προνόμιο να ρωτάω, να παρατηρώ και να γυρίζω σπίτι έχοντας ξεκλειδώσει πίστες, που μέχρι τότε δεν γνώριζα καν ότι υπήρχαν.

Στη σειρά βρέθηκα μετά από ένα κάστινγκ που έκανα στο γραφείο της Ηρώς Γάλλου, την οποία και ευχαριστώ από καρδιάς. Μου τηλεφώνησε και μου ανακοίνωσε τα νέα τον Αύγουστο, όσο ήμουν διακοπές στην Ανάφη. Λατρεύω τις ταινίες και τις σειρές εποχής. Ίσως, να ευθύνονται και οι σπουδές μου. Ίσως, επειδή μου δίνουν τη δυνατότητα να δραπετεύω για λίγο από τη δίκη μας εποχή. Δε θα μπορούσα να πω λοιπόν να πω «όχι».

Ομολογώ επίσης πως δεν σκέφτηκα ποτέ το αποτέλεσμα της έκθεσης εν ώρα εργασίας. Σαν να ξεχνούσα ότι αυτό που κάνουμε θα το δουν και άλλοι. Βίωνα το τώρα της εκάστοτε σκηνής, το διάβασμα, την προετοιμασία αυτής, τις διορθώσεις, τα σαρδάμ, αλλά το μετά δεν υπήρχε στη σφαίρα των σκέψεων μου. 

Η ηρωίδα μου είναι η Γίτσα, που ζει στον Πειραιά του 1964. Είναι ένα κορίτσι από την επαρχία, που ήρθε στην Αθήνα για να γίνει ψυχοκόρη στην οικογένεια του μεγάλου πλοιοκτήτη του Πειραιά, Βούλγαρη. Είμαι δεμένη με την οικογένεια, αλλά δεν γνωρίζω τα μυστικά της. Είμαι τα μάτια και τα αυτιά της κυρίας του σπιτιού, της Γαλήνης (Κλέλια Ρένεση).

Τα τελευταία χρόνια, δεν παρακολουθώ συστηματικά τηλεόραση, κυρίως λόγω χρόνου. Από τότε που άρχισα να μπαίνω στον κόσμο της, πίσω από τις κάμερες, εκτιμώ λίγο παραπάνω την κάθε προσπάθεια, ανεξαρτήτως αποτελέσματος. Μικρότερη, όμως, με είχε συνεπάρει Το Νησί, χωρίς να σημαίνει ότι δεν ξενυχτούσα και για το Παρά 5, ενώ τα καλοκαίρια μου ήταν γεμάτα από καλαμπόκι και Εγκλήματα.

Πιστεύω ότι θα μπορούσαμε να δώσουμε περισσότερο χώρο στο ρίσκο και τον πειραματισμό στην ελληνική τηλεοπτική μυθοπλασία. Υπάρχουν ιδέες, δημιουργικότητα, χρειάζεται μόνο τα κατάλληλα μέσα για να ανθίσει. Μια ιδέα θα ήταν να επενδύσουμε σε περισσότερες μίνι σειρές, στις οποίες μπορούν εύκολα να ενταχθούν εναλλακτικοί τρόποι αφήγησης, μπορεί να υπάρξει ευελιξία στη θεματολογία και μεστό αποτέλεσμα. 

Είναι ενθαρρυντικό από την άλλη, το γεγονός ότι οι δημιουργοί τολμούν να προσεγγίσουν θέματα που αντανακλούν περισσότερο την κοινωνική πραγματικότητα, όπως η ενδοοικογενειακή βία, η ισότητα, η ψυχική υγεία και η εκπροσώπηση της LGBTQ+ κοινότητας. Με αυτόν τον τρόπο, σπάει το γυαλί της οθόνης, οι ήρωες έρχονται πιο κοντά στην κανονικότητα και τα καθημερινά προβλήματα σε οποία εποχή κι αν βρίσκονται. Στην τελική, αυτό που έχει σημασία είναι να πούμε μια ιστορία όσο πιο καλά και ειλικρινά γίνεται.

***

Από 24 Νοεμβρίου θα παίζω στο θέατρο Τ, στη Θεσσαλονίκη, στην παράσταση Πάντοτε ζήλευα τα αποδημητικά πουλιά, έναν μονόλογο για την Παλαιστίνη του 2003 σε σκηνοθεσία Παναγιώτη Γκιζώτη. Και τηλεοπτικά, πέρα από το Porto Leone στον Alpha, έρχεται σύντομα και το Από ήλιο σε ήλιο στην ΕΡΤ – βρισκόμαστε σε διαδικασία γυρισμάτων.

Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.