
Πέντε χρόνια στην Αθήνα, «που δεν ήταν έτσι παλιά»
- 2 ΔΕΚ 2025
Λειτουργεί και σαν filler, για να κρατήσει μια συζήτηση που αργοσβήνει σε μηχανική υποστήριξη. «Για πες, σου αρέσει η Αθήνα;». Και κάπως έτσι η κουβέντα παραμένει στην πρίζα, ακριβώς όπως και τα 5 εκατομμύρια που ζουν σε αυτή την πόλη.
«Στην Αθήνα», ένας στίχος του Taki περνάει στα ψιλά, χάνεται κάπου ανάμεσα σε φάσεις και σκηνικά. Πολύ πριν χαλάσει το πράγμα στη χώρα, του πέρναγε από το μυαλό να φύγει από εδώ. Περνούσε*, με συγχωρείτε.
Όσοι ενεργοποίησαν το escape plan, ξενιτεύτηκαν και «όταν βλέπουν ήλιο, τρέχουν να τον προλάβουν». Όσοι μείναν, ψάχνουν να βρουν ομοιότητες σε ένα τόπο που αλλάζει κάθε μέρα σαν αλγόριθμος. Όταν προσγειώθηκα στην πρωτεύουσα μέρες σαν κι αυτές το 2020, είδα μια πόλη σε υστερία, παραδομένη στην ιστορία της.
Πέντε χρόνια μετά, δεν έβγαλα citizenship, ούτε ορκίστηκα Αθηναίος. Δεν έκανα καν μεταδημότευση. Είμαι τυχερός γιατί είδα γνωστούς και αγνώστους να γίνονται φίλοι. Κι αυτή είναι η μεγαλύτερη κατάκτηση σε μια επίπεδη και ίσως ανέλπιδη Αθήνα, όπως γράφουν σε σημεία της, που ψάχνει να βρει την προσωπικότητα της. Και οι φυλές της, ψάχνουν για εκείνη.
Σβήνοντας πέντε κεράκια εδώ αυτό το μήνα, ο Δεκέμβρης έφερε μαζί του μια νοσταλγία και στη σύντομη περιήγηση στο ψηφιακό συννεφάκι που έπλασε ο κύριος Jobs, συνάντησα διαφορετικούς ανθρώπους και εαυτούς που ζωντάνεψαν ξανά, μολονότι παγιδεύονται στα κάδρα.
Ας βγάλει όμως αλλιώς το ψωμί του ο Αίολος, δε θα ανοίξουμε τώρα τον ασκό των αναμνήσεων, ας μείνουμε στο τώρα. Σε χρόνο ενεστώτα λοιπόν, η Αθήνα είναι μια δύσκολη πίστα, κι ας λέμε ότι έχουμε φτιάξει μια Θεσσαλονίκη μέσα σε αυτή. Οι δρόμοι εδώ δεν καταλήγουν στο λιμάνι. Κάποιες μέρες, θυμίζει τσίρκο και κάτω από τις τέντες, είμαστε όλοι ζογκλέρ, κουβαλώντας βαριές ή ελαφριές κορίνες που φέρνουν σε σταυρό. Το ζωγραφισμένο χαμόγελο καμουφλάρει την πρέσα και τα άγχη. Το hustle παίζει σκέτο, χωρίς AutoTune στα λόγια.
Όταν τελειώνει η βάρδια, οι ανιματέρ παίρνουν το μπόγο τους και γυρνούν στα μέρη τους, σε γειτονιές που παίζουν κλέφτες και αστυνόμοι με το (say the line, Bart) Gentrification. Στο GTA της Αθήνας, ο Niko Bellic θα είχε άλλα προβλήματα. Τα αστεράκια στην οθόνη είναι ξένοι αποικιοκράτες που αγοράζουν συνοικίες και ρυθμίζουν τα νοίκια, απλώνοντας εκατομμύρια στα τραπέζια, που εκτοπίζουν χιλιάδες κόσμου.
Οι ντόπιοι βγάζουν το καραμπίνερ από την τσέπη, παραδίδουν τα κλειδιά στα σταυρωμένα χέρια του ιδιοκτήτη και κατεβαίνουν από τις σκάλες. Οι τουρίστες, ανεβαίνουν με το ασανσέρ και λένε kalimera. Ένα κοντράστ που φέρνει μια εσωστρέφεια, η οποία αποτυπώνεται σε μικρές, καθημερινές σεκάνς και σκιαγράφεται στο πρόσωπο.
Το πρωί, παραγγέλνουν χωρίς να πουν ούτε την τυπική καλημέρα. Το chit-chat έχει πεθάνει, τα μάτια στην οθόνη. Όταν πληρώνεις με κάρτα, δε σηκώνεις καν το κεφάλι, το χέρι κάνει την κίνηση σαν playmobil. Στα μετρητά υπήρχε επαφή, τώρα ανέπαφες και απρόσωπες συναλλαγές, γνωστών που έγιναν άγνωστοι.
Αν ξεχώριζα δύο κατηγορίες στην πρωτεύουσα, είναι λοκάλια και μη. Οι πρώτοι, θα σου πουν ότι έχει αλλάξει, σχεδόν σε κάθε ευκαιρία. Δεν τους χωράει η πόλη, αλλά η βαλίτσα έκτακτης ανάγκης στο δωμάτιο είναι περισσότερο ντεκόρ παρά οψιόν. Το σπίτι στο χωριό, τερματίζει στις πέντε νύχτες.
Από την άλλη, υπάρχει ακόμα ενθουσιασμός στα πρώτα έτη της σχολής Αθήνα «για μια πόλη που ποτέ δεν κοιμάται». Το πιστεύουν, δεν προκαλούν, ούτε παίζουν απέναντι. Κι αυτοί ακριβά πληρώνουν το ποτό, κολλάνε στην κίνηση, στοιβάζονται στο μέτρο. Το βράδυ συνυπάρχουν στην αναζήτηση φάσης, συναντιούνται κάπου στα μέσα του λόφου, ερχόμενοι με άλλες αντοχές και αναφορές. Κοιτάζουν διαφορετικά σημεία του πίνακα.
Κάπου στου Στρέφη, βρίσκεται το δικό μου ησυχαστήριο. Όταν κοιτάς από ψηλά, βλέπεις τις μεσοτοιχίες. Οι χαρακτήρες του Miyazaki θα διέσχιζαν ταράτσες χωρίς άλματα και πτήσεις, πάνω από σιαμαίες πολυκατοικίες.
Αν μου αρέσει όλο αυτό, ε; Δεν ξέρω, είναι με τις μέρες του. Δε φεύγεις πάντως εύκολα από εδώ. Και σίγουρα, είναι δύσκολο να πετάξεις.
Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.