ΜΠΑΣΚΕΤ

Οι γονείς του Γιάννη χώρεσαν όλο τον κόσμο σε ένα σπίτι 50 τ/μ στα Σεπόλια

Τα αδέρφια Αντετοκούνμπο μεγάλωσαν χωρίς να παίρνουν τίποτα για δεδομένο. Ούτε καν το να βρουν τους γονείς τους στο σπίτι, όταν γυρνούσαν από το σχολείο.

Η ζωή του Γιάννη Αντετοκούνμπο, δεν θα γινόταν ποτέ ταινία αν η Βερόνικα και ο Τσαρλς τα είχαν παρατήσει, στις αρχές της δεκαετίας του ‘90.

Χώρεσαν όλο το βιός τους σε δύο μικρές βαλίτσες και απέδρασαν από τη Νιγηρία, με προορισμό το άγνωστο. Μια απόφαση που δεν ήταν καθόλου εύκολη, ειδικά όταν χρειάζεται να αφήσεις πίσω το παιδί σου. Στο Λάγος ήταν ζόρικα, αλλά έξω από αυτό μπορεί να ήταν επικίνδυνα, κι έτσι ο μικρός Φράνσις (γνωστός και ως Ofili), έμεινε στο πατρικό με τον παππού.

Το 1991 προσγειώθηκαν στη Γερμανία, με την κρυφή ελπίδα να κάτσει η καλή και να βγάλει ο Τσαρλς κάποια λεφτά από το ποδόσφαιρο. Η Ιστορία των Αντετοκούνμπο έγινε έργο, αλλά γενικώς η ζωή δεν είναι σινεμά. Χιαστός για τον φάδερ και κομμένη η μπάλα. Χωρίς μάλιστα να υπάρχει και ασφάλεια για να πληρώσει την εγχείρηση.

Για την επόμενη στάση τους, δεν είχαν κλείσει εισιτήριο επιστροφής, ήταν εκτός μπάτζετ και απλώς πήγαιναν. Ευτυχώς, δεν χρειάστηκε ποτέ να ψάξουν αεροπορικά για πίσω.


Βερόνικα και Τσαρλς πίστευαν ότι «η ελληνική κουλτούρα και το εκπαιδευτικό σύστημα θα είναι σπουδαία για εμάς», θυμάται ο Θανάσης σε ντοκιμαντέρ του Bleacher Report. Δυστυχώς, δεν ήταν πάντα σπουδαία. Αλλά τα αδέρφια Αντετοκούνμπο κατάφεραν  και πήδηξαν πολύ μακριά από τον φράχτη.

Νοίκιασαν ένα μικρό σπίτι στα Σεπόλια και στις μέρες που το ψυγείο ήταν άδειο, κουβαλούσε η γειτονιά. Κάποιοι άλλοι βέβαια στα κεντρικά προάστια, κοίταγαν με μίσος. Μικρά δωμάτια και όνειρα τεράστια. Όχι για δαχτυλίδια και NBA, αλλά για ένα απόγευμα με την παρέα στα μπασκετάκια. Όταν βγαίνεις στη γύρα για να βγάλεις το ψωμί σου, δεν κοιτάς πολύ μακριά.

Ακόμα κι όταν δεν πήγαιναν καλά τα πράγματα στη δουλειά, τα αδέρφια Αντετοκούνμπο περίμεναν υπομονετικά για τη μερίδα τους. «Ο Θανάσης κοιτούσε αν πήρε ο Γιάννης και εκείνος κοιτούσε αν πήρε ο Κώστας, ο Αλέξανδρος. Τότε μόνον θα ξανάπαιρναν», λέει η «νονά» των παιδιών, Μαριέττα Σγουρδαίου στην Καθημερινή. «Ο Βέγγος είχε αδυναμία στο Θανάση», προσθέτει επίσης. Ο μεγάλος έπαιρνε γλυκά στη ζούλα από το κυλικείο του θεάτρου για να τα δώσει στον μικρό.


Χθες το απόγευμα πανηγύριζαν αγκαλιασμένοι το χάλκινο μετάλλιο της εθνικής φορώντας τη φανέλα με το εθνόσημο. 15 χρόνια πριν, ο μικρός αγκάλιαζε τον μεγάλο του αδερφό, επειδή του έφερε γλυκά στο σπίτι.

Ο Τσαρλς δούλευε σε πάρκινγκ, η Βερόνικα πρόσεχε ηλικιωμένους, τα παιδιά στη γύρα και το βράδυ αντάμωμα στο σπίτι. Στο τραπέζι δεν περίσσευτε τίποτα, αλλά πάντα υπήρχε αγάπη. Οι γονείς δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν πολλά, αλλά έμαθαν στους γιους τους να ζουν με τα λίγα. Και εκείνοι, δεν το ξέχασαν ποτέ.

Καθόντουσαν όλοι μαζί στο γνωστό σαλόνι με τα κάδρα, το κουτί και τον ανεμιστήρα και μιλούσαν στα παιδιά τους για τον κόσμο, τους προετοίμαζαν για ένα αύριο που ήλπιζαν να τους βρει μαζί τους, γνωρίζοντας ότι δεν είναι καθόλου δεδομένο όλο αυτό. Δεν ήξεραν να προφέρουν τότε το επίθετο τους καλά και τους περίμεναν στη γωνία. Μετά, έμαθαν.

Όταν ήταν μικρός, ο Γιάννης δεν φοβόταν τον μπαμπούλα, αλλά μόνο μην έρθουν τίποτα περίεργοι κουστουμάτοι και πάρουν τους γονείς του μακριά. Όταν γυρνούσαν σπίτι από το σχολείο, δεν ήξεραν καν αν θα τους βρουν εκεί. «Η πρώτη φορά που είδα μαύρο άνδρα να οδηγεί αυτοκίνητο, ήταν στις ΗΠΑ. Η Ελλάδα είναι μια χώρα λευκών, μπορεί να γίνει δύσκολη η ζωή κάποιου με το χρώμα του δικού μου δέρματος. Πηγαίνεις σε πολλές γειτονιές και αντιμετωπίζεις αρκετή αρνητικότητα, ρατσισμό», έλεγε στο doc του B/R.

Οι ίδιοι άνθρωποι που πανηγύριζαν για την επιτυχία τους χθες το βράδυ, είναι εκείνοι που θα έδιναν την εντολή στους τυπάδες με τα μπλε «να τους μαζέψουν». Τώρα, γράφουν για το χάλκινο μετάλλιο της εθνικής «με οδηγό τον Γιάννη», χωρίς να αλλάζουν ούτε ένα κόμμα στο εσωτερικό non paper του Μαξίμου.

Βραβείο αμηχανίας στον Άγγελο Συρίγο που θέλησε να βάλει το όνομα του δίπλα στον Γιάννη υπενθυμίζοντας ότι έβαλε κι αυτός το χεράκι του για να πάρει την ιθαγένεια. Άβολος.

Γιάννης, Θανάσης και Κώστας έγραψαν τη δική τους ιστορία, μόνοι τους, χωρίς κανέναν Συρίγο. Και κυρίως, δεν χρωστάνε τίποτα στην Ελλάδα που θυμάται τα «παιδιά» της μόνο όταν ανεβαίνουν στο βάθρο. Οι υπόλοιποι, είναι απλώς μια στίβα με χαρτιά στα κλειστά ράφια τους.

Στη σημερινή γύρα, κάποια παιδιά θα βγουν έξω με το κεφάλι ψηλά και όταν κλείσουν τα μάτια ίσως ονειρευτούν νικητήρια καλάθια σε αγώνα NBA, είτε μετάλλια σε τουρνουά.

Μετά όμως, θα πρέπει να ξυπνήσουν σε ένα κόσμο που δεν τους λένε Γιάννη κι ούτε θα έχει εκείνον για οδηγό.

Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.

Exit mobile version