
Το αστέρι του D’ Angelo έσβησε, αυτή τη φορά για πάντα
- 15 ΟΚΤ 2025
Περίπου μια δεκαετία πίσω, εντελώς ξαφνικά και αναπάντεχα όπως ακριβώς συνέβη τώρα με τη γνωστοποίηση του θανάτου για τον κατά κόσμον Michael Eugene Archer και της «παρατεταμένης και θαρραλέας μάχης με τον καρκίνο» που έδινε χωρίς να έχει επικοινωνήσει δημοσίως, ο D’ Angelo είχε αποφασίσει να επιστρέψει με κρότο στο προσκήνιο και ενώ όλοι τον θεωρούσαν ξεγραμμένο, τραγουδώντας “All we wanted was a chance to talk” με ξεκάθαρη αναφορά στο κίνημα Black Lives Matter μέσα στο πλατό του Saturday Night Live.
Το timing για την κυκλοφορία του τρίτου και όπως αποδείχθηκε τελευταίου άλμπουμ της καριέρας του ήταν μελετημένο.
Το Black Messiah είχε ηχογραφηθεί αποσπασματικά, κατά τη διάρκεια μιας μεγάλης χρονικής περιόδου (1997-2014), αλλά βρέθηκε εσπευσμένα στο στάδιο του mastering και του release από τον D’ Angelo, την ίδια στιγμή που κορυφωνόταν η κοινωνική αναταραχή στους δρόμους των ΗΠΑ για την αστυνομική βία σε βάρος των Αφροαμερικανών, ιδιαίτερα ύστερα απ’ την απόφαση του δικαστηρίου να μην απαγγελθούν κατηγορίες κατά του αστυνομικού Darren Wilson.
Το άλμπουμ αυτό δεν ήταν απλώς άρτιο (Βραβείο Grammy για το Καλύτερο Άλμπουμ R&B), ήταν ένα άλμπουμ-διαμαρτυρία που σίγουρα κανείς εκεί έξω δεν περίμενε από ένα όνομα το οποίο είχε ήδη ζήσει όλο το νοσηρό «ρόλερ-κόστερ» του αμερικάνικου star system, από την απότομη και εκθαμβωτική άνοδο ως την ηχηρή και πάντα επώδυνη πτώση στο τέλος.
Σε εκείνη τη φάση της θαρραλέας θα λέγαμε επιστροφής, ο 40χρονος πλέον D’ Angelo δεν ήταν (και ούτε καν θύμιζε) το σεξουαλικό είδωλο που είχε υπάρξει όταν τραγουδούσε χωρίς μπλούζα στο βίντεοκλιπ το “Untitled (How Does It Feel)” από το άλμπουμ Voodoo το 2000 – μια εικόνα που «στοίχειωσε» ηδονοβλεπτικά όλο τον πλανήτη. Είχε ήδη ζήσει το όνειρο και είχε καεί από αυτό, με τον πιο σκληρό και άδικο τρόπο, όπως έχει περιγράψει με δικά του λόγια στο ντοκιμαντέρ Devil’s Pie: D’Angelo που είχε κυκλοφορήσει το 2019.
Είχε βρεθεί μέσα στη μουσική βιομηχανία από την ευαίσθητη ηλικία των 17 ετών, όταν υπέγραψε πρώτη φορά συμβόλαιο με δισκογραφική. Βίωσε τη μέθη της επιτυχίας από τα 21 του, όταν με το ντεμπούτο άλμπουμ Brown Sugar ο D’Angelo αποθεώθηκε από τους πάντες, κοινό και κριτικούς, χάρη στη χαρισματικά τρυφερή φωνή του και ακόμη περισσότερο το καινοτόμο πάντρεμα παλαιού και σύγχρονου ήχου πάνω στη «μαύρη μουσική» το οποίο εισήγαγε. Αναγνωρίστηκε ως εκπρόσωπος ενός ολόκληρου νέου είδους, του neo-soul, ενώ παράλληλα σάρωνε στα βραβεία και στις πωλήσεων. Λίγο αργότερα, ήρθε και το Voodoo που σήμανε την απόλυτη έκρηξη για τη φήμη και το γόητρο του D’ Angelo επάνω στην αλλαγή της χιλιετίας. Έγινε το σέξι σύμβολο του σύγχρονου R&B.
Και μετά – το χάος. Απουσία, σιωπή και αργότερα, η σκληρή αποκαθήλωση.
Το Μάρτιο του 2005, το όχημα το οποίο οδηγεί ο D’Angelo βγαίνει εκτός πορείας, καταλήγοντας σε μια κολώνα. Αναφέρεται ότι ο ίδιος βρισκόταν σε κατάσταση μέθης και υπό την επήρεια ναρκωτικών. Το ατύχημα γίνεται αφορμή για να έρθει ξανά στο προσκήνιο ο D’Angelo, αυτή τη φορά για τη «σκοτεινή πλευρά» του. Τα μίντια δεν δείχνουν οίκτο – τον κατασπαράσσουν. Η εμφανώς καταβεβλημένη από τη χρήση ουσιών εικόνα του δημοσιοποιείται και το είδωλο γκρεμίζεται μεμιάς για όλη την Αμερική. Πολλά δημοσιεύματα τον παρουσίαζαν ως άνθρωπο που απέτυχε. Ο ταλαντούχος μουσικός αποτελεί για όλους πλέον μια «χαμένη υπόθεση», ένα «καμένο χαρτί που δεν έχει νόημα να ασχολούμαστε».
Αμέσως μετά, η δισκογραφική του διέκοψε τη χρηματοδότηση για το επόμενο άλμπουμ του, ενώ εκείνος αποσύρθηκε και προχώρησε σε μια φάση προσωπικού αναστοχασμού που κράτησε για μια δεκαετία.
Όπως θα παραδεχόταν ύστερα με καθαρότητα και ο ίδιος, «δεν ήμουν έτοιμος για τη φήμη – ήταν πολύ για μένα». Κι είναι σημαντικό ότι η επιστροφή του τελικά στη δισκογραφία δεν ήρθε για να αποκαταστήσει την προσωπική του φήμη, αλλά προς απάντηση σε μια συλλογική, κοινωνική ανάγκη. Εκεί που όλοι δεν το περίμεναν, με ένα άλμπουμ το οποίο απέσπασε Grammy και απέδειξε ακόμη και στους πιο επιφανειακούς το απίθανο soul αστέρι που μετέφερε άσβεστο μέσα του ο D’Angelo όλα αυτά τα χρόνια, έχοντας περάσει από το απόλυτο φως ως το απόλυτο σκοτάδι.
Και το κοντέρ κάπου εκεί σταμάτησε να γράφει – τρία άλμπουμ, δύο βραβεία Grammy, πολλά βραβεία και κυρίως μια πολύ χαρακτηριστική ιστορία που θυμίζει πόσο σημαντικό είναι να ενθαρρύνουμε τη συζήτηση για την ψυχική υγεία στον χώρο της μουσικής βιομηχανίας. Κρίμα που πλέον θα είναι πρακτικώς αδύνατο να εμφανιστεί πάλι από το πουθενά και να αφήσει τους πάντες εμβρόντητους, που βιάστηκαν να κρίνουν.
Αλλά, εύκολα θα μπορούσε.
Aκολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.