iStock
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ο τουρισμός στην Ελλάδα αυξάνεται, αλλά οι κάτοικοι δεν πάνε διακοπές

Ως «η Ταϊλάνδη της Ευρώπης» αναφέρεται η Ελλάδα στον Guardian, καθώς η χώρα δυσκολεύεται να  ισορροπήσει ανάμεσα στην τουριστική της επιτυχία και στην κοινωνική της συνοχή.

Η Ελλάδα, αν και παγκοσμίως αναγνωρισμένη ως κορυφαίος τουριστικός προορισμός, βιώνει μια οξύμωρη πραγματικότητα: οι τουρίστες από άλλες χώρες απολαμβάνουν το ελληνικό καλοκαίρι, ενώ οι ίδιοι οι κάτοικοι αδυνατούν ολοένα και περισσότερο να κάνουν διακοπές. Το 2025 φαίνεται πως θα μείνει στην ιστορία ως η χρονιά που οι Έλληνες, για πρώτη φορά μαζικά, εγκατέλειψαν την καθιερωμένη «ετήσια απόδραση» προς τις παραλίες και τα νησιά, όπως αναφέρει το εκτενές άρθρο του Guardian.

Η εικόνα είναι χαρακτηριστική: στο λιμάνι του Πειραιά, τα πλοία με προορισμό τα νησιά του Αργοσαρωνικού παρουσιάζουν εμφανώς μειωμένη κίνηση. Όπως σημειώνει ο εκδότης εισιτηρίων Τάσος Παπαδόπουλος, οι πωλήσεις έχουν μειωθεί κατά περίπου 50% σε σχέση με πέρυσι. Παρά την εγγύτητα και το σχετικά χαμηλότερο κόστος, ακόμα και προορισμοί όπως η Αίγινα παρουσιάζουν πτώση στη ζήτηση. Οι επαγγελματίες τουριστικών δραστηριοτήτων, όπως ο Κωνσταντίνος Τσάντας, καταγράφουν παρόμοια μείωση στην κατανάλωση υπηρεσιών, γεγονός που αποτυπώνει το πόσο πιεσμένα είναι τα ελληνικά νοικοκυριά.

Σύμφωνα με έρευνες του ΕΚΚΕ, ένας στους δύο Έλληνες δεν θα καταφέρει να πάει διακοπές το φετινό καλοκαίρι. Το μέσο ελληνικό εισόδημα, που φτάνει μόλις τα 1.342 ευρώ το μήνα, καθιστά απαγορευτικά τα κόστη: ένα ταξίδι τετραμελούς οικογένειας με αυτοκίνητο προς τις Κυκλάδες απαιτεί περίπου 450 ευρώ μόνο για ακτοπλοϊκά, χωρίς να υπολογίζονται τα έξοδα διαμονής και διατροφής. Έτσι, για πολλούς, τα «όνειρα» διακοπών σε δημοφιλείς προορισμούς αντικαθίστανται από ολιγοήμερες αποδράσεις σε χωριά της ηπειρωτικής χώρας, φιλοξενία σε συγγενείς ή ακόμα και παραμονή στην πόλη.


Bradley Pritchard Jones on Unsplash

Η κατάσταση είναι ιδιαίτερα δύσκολη για τους νέους εργαζόμενους. Η Ισμήνη Μπαλάλε, 28 ετών, περιγράφει ότι με μισθό 850 ευρώ δεν είναι δυνατόν να διαθέσει 200 ευρώ τη βραδιά για κατάλυμα σε νησί όπως η Αμοργός. Οι περισσότεροι από την ηλικιακή της ομάδα, ακόμα και με μεταπτυχιακά, βρίσκονται στην ίδια θέση, αναγκασμένοι να περιορίζουν τις διακοπές τους σε ελάχιστες μέρες.

Τα στοιχεία της Eurostat έρχονται να επιβεβαιώσουν αυτή την πραγματικότητα: το 46% των Ελλήνων δεν μπόρεσε να αντέξει οικονομικά ούτε μία εβδομάδα διακοπών το προηγούμενο έτος, ποσοστό 19% υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ. Αυτή η στατιστική αποτυπώνεται με σαφήνεια στην καθημερινότητα της Αθήνας τον Αύγουστο: γεμάτα μέσα μεταφοράς, αυξημένη κίνηση στο κέντρο, ασφυκτικά γεμάτα θερινά σινεμά και μπαρ. Αντί για παραλίες και νησιά, οι Αθηναίοι αναζητούν μικρές απολαύσεις στην ίδια την πόλη.

Η ειρωνεία είναι πως η Ελλάδα πλήττεται ακριβώς λόγω της επιτυχίας της ως τουριστικού προορισμού. Το 2024 υποδέχθηκε 36 εκατομμύρια επισκέπτες, δηλαδή σχεδόν τετραπλάσιους από τον μόνιμο πληθυσμό της χώρας, ενώ τα έσοδα από τον τουρισμό άγγιξαν τα 21,7 δισ. ευρώ. Αυτή η δυναμική βοήθησε στη μείωση του δημόσιου χρέους από το 180% του ΑΕΠ στην κορύφωση της κρίσης, στο 153,6%. Παράλληλα, όμως, εκτόξευσε τις τιμές στη στέγαση, τη διατροφή και τις υπηρεσίες, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο. Ενώ ο τουρισμός αποτελεί κινητήρια δύναμη της οικονομίας και απασχολεί έναν στους πέντε εργαζόμενους, οι μισθοί παραμένουν στάσιμοι, πολύ χαμηλότεροι από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, και η ακρίβεια έχει φτάσει σε πρωτοφανή επίπεδα.

Αυτό έχει οδηγήσει πολλούς Έλληνες να θεωρούν πιο οικονομικό να ταξιδέψουν στο εξωτερικό παρά να κάνουν διακοπές στη χώρα τους. Δημοσκοπήσεις, όπως αυτή της Alco, αναδεικνύουν ότι τα αυξημένα κόστη σε καταλύματα, ακτοπλοΐα και εστίαση αποτελούν τον βασικότερο φραγμό. Ο καθηγητής Χρήστος Πιτέλης, ειδικός στην οικονομία του τουρισμού, σημειώνει ότι οι Έλληνες αποκλείονται από μια βαθιά ριζωμένη πολιτιστική και θρησκευτική παράδοση: την καθιερωμένη καλοκαιρινή ανάπαυλα του Δεκαπενταύγουστου.


iStock

Η ελληνική μεσαία τάξη, η οποία υπέστη το μεγαλύτερο πλήγμα κατά την περίοδο της λιτότητας που επιβλήθηκε για τη διάσωση της χώρας από τη χρεοκοπία, συνεχίζει να υφίσταται πιέσεις. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχει εξαγγείλει μέτρα ελάφρυνσης, με στόχο την αύξηση του μέσου μισθού στα 1.500 ευρώ μέχρι το 2027 και τη μείωση της φορολογίας. Ωστόσο, η πραγματικότητα για τους περισσότερους Έλληνες είναι πως η καθημερινότητα γίνεται ολοένα και δυσκολότερη, με τους λογαριασμούς ενέργειας και τα βασικά αγαθά να αυξάνονται συνεχώς.

Η φράση «η Ταϊλάνδη της Ευρώπης» που χρησιμοποιεί ο Άρης Απικιάν, εργαζόμενος σε κατάστημα χαλιών στο κέντρο της Αθήνας, συνοψίζει το παράδοξο: η Ελλάδα αποτελεί προορισμό πολυτέλειας και χαράς για εκατομμύρια ξένους, αλλά για τους ίδιους τους κατοίκους της έχει μετατραπεί σε τόπο σκληρής καθημερινότητας, όπου η δυνατότητα για διακοπές μοιάζει πολυτέλεια. Ενώ οι ξένοι ζουν το όνειρο, οι Έλληνες βιώνουν τις αντιφάσεις μιας οικονομίας που στηρίζεται στον τουρισμό αλλά αφήνει τους πολίτες της στο περιθώριο.

Σε μια χώρα όπου οι διακοπές αποτελούσαν μέχρι πρόσφατα αναπόσπαστο στοιχείο της ταυτότητας και του τρόπου ζωής, η απώλεια αυτής της εμπειρίας δεν είναι μόνο οικονομικό αλλά και πολιτισμικό πλήγμα. Η αίσθηση ότι οι Έλληνες έχουν αποκλειστεί από το ίδιο τους το καλοκαίρι γίνεται ολοένα και πιο έντονη, φέρνοντας στο προσκήνιο το κρίσιμο ερώτημα: μπορεί η Ελλάδα να ισορροπήσει ανάμεσα στην τουριστική της επιτυχία και στην κοινωνική της συνοχή;

Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.

Exit mobile version