© Mark Downey / Contributor / Getty Images
UP THE IRONS

Αναμνήσεις από την πρώτη συναυλία των Iron Maiden στην Αθήνα το 1988

Ζητήσαμε από 5 αυτόπτες μάρτυρες να μας δώσουν μία γεύση από το θρυλικό live στο Γήπεδο της ΑΕΚ: Κόσμος με μαλλιά και δερμάτινα να κατεβαίνει από τον ηλεκτρικό, αστυνομία παντού, φόβοι για επεισόδια και στο τέλος η κορυφαία metal μπάντα όλων των εποχών να οργώνει τη σκηνή στο απόγειο της δόξας της.

Η Αθήνα της δεκαετίας του 1980 ήταν μία πολύ διαφορετική πόλη. Στα γήπεδα και τις συναυλίες χρειαζόταν προσοχή – το κυνηγητό με την αστυνομία και οι συμπλοκές βρίσκονταν στην ημερήσια διάταξη. Σε τέτοιον βαθμό, ώστε όσοι είδαμε τους Iron Maiden στα 90s να αντιμετωπίζουμε με δέος την πρώτη τους εμφάνιση επί ελληνικού εδάφους: όταν, δηλαδή, οι Βρετανοί έκαναν 20 χιλιάδες κόσμο να παραμιλάει στο Γήπεδο της ΑΕΚ, στις 13 Σεπτεμβρίου του 1988.

Το γεγονός ότι οι περισσότεροι δεν ήμασταν εκεί δημιουργεί ένας είδος παράξενης νοσταλγίας, ιδιαίτερα όσο προετοιμαζόμαστε για την αυριανή τους συναυλία στο ΟΑΚΑ στα πλαίσια του Legacy of the Beast World Tour 2022, την οποία διοργανώνει η High Priority Productions. «Η συγκεκριμένη συναυλία αποτελεί το έναυσμα για τις μεταλ συναυλίες στη χώρα μας» αναφέρει ο Μανώλης Βαρούχας από το ελληνικό fan club της μπάντας.

«Εγώ όντας μικρός τότε, προφανώς δε βρισκόμουν στη Φιλαδέλφεια, όμως οι ιστορίες που έχω ακούσει τόσες δεκαετίες, αληθινές ή προϊόντα μυθοπλασίας, έχουν γιγαντώσει τον μύθο της. Έχοντας δει τους Maiden αμέτρητες φορές, σε πάνω από 20 χώρες και διαφορετικές ηπείρους, η συναυλία του ’88 στην Αθήνα θα διατηρεί για πάντα ένα κενό που συμπληρώνεται μόνο στη φαντασία μου» συμπληρώνει με νόημα.

Πώς όμως ήταν τελικά εκείνη η βραδιά του 1988; Ζητήσαμε από 5 αυτόπτες μάρτυρες να μας δώσουν το κλίμα που επικρατούσε αλλά και τις δικές τους αναμνήσεις από μία συναυλιακή εποχή πολύ διαφορετική από τη σημερινή.

O ΝΙΚΟΣ ΜΙΝΑΚΟΥΛΗΣ, ιδιωτικός υπάλληλος 54 ετών, ήταν τότε νεαρός φοιτητής της Νομικής και ορκισμένος οπαδός του heavy metal. «Ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα εκείνα τα χρόνια. Υπήρχε προετοιμασία πριν τις συναυλίες: πηγαίναμε στα δισκάδικα (στο Χάπενινγκ της Χαριλάου Τρικούπη και το Δισκάδικο της Αθηνάς) για να ενημερωθούμε, να μάθουμε τι παίζει. Εγώ τότε ήμουν φοιτητής στο Οικονομικό της Νομικής, οπότε τα είχα μες στα πόδια και περνούσα τη μισή μέρα μου εκεί. Για να καταλάβεις: είχα νοικιάσει σε βιντεοκασέτα το Live After Death των Iron Maiden και το έβλεπα στο βίντεο μίας θείας μου, επειδή δεν είχα σπίτι μου.

Σε εκείνα, λοιπόν, τα δισκάδικα γνωριστήκαμε με την παρέα που θα πηγαίναμε στη συναυλία. Μάλιστα, φτιάξαμε και ένα υποτυπώδες fan club και πήγαμε μέχρι το ξενοδοχείο που έμενε η μπάντα με την ελπίδα να τη συναντήσουμε. Τελικά, δεν καταφέραμε να τους γνωρίσουμε από κοντά, καταφέραμε όμως τουλάχιστον να πάρουμε μία έξτρα πρόσκληση από τους διοργανωτές!

Τη μέρα της συναυλίας, καθώς πλησιάζαμε στο γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας βρισκόμασταν λίγο σε επιφυλακή. Όπως σου είπα, τα πράγματα ήταν διαφορετικά τότε: κατεβήκαμε στον σταθμό “Πευκάκια” και προχωρούσαμε σαν να είμαστε διαδήλωση. Δεν άνοιγες όμως κουβέντες με τον διπλανό σου, αφού δεν ήξερες με ποιον είχες να κάνει, και τα οπαδικά αισθήματα ήταν πολύ τεταμένα (Βόρειοι, Νότιοι και οι ομάδες της Αθήνας). Είχε κατέβει και κόσμος από Θεσσαλονίκη αλλά δεν ήθελε να φαίνεται – δεν είχαν έρθει με πανό.

Μπήκα από πολύ νωρίς μέσα, οπότε δεν είδα ποτέ τα επεισόδια που έγιναν. Υπήρχε πάρα πολλή αστυνομία εκείνη τη μέρα αλλά και κόσμος που ψαχνόταν να μπει στη συναυλία τσάμπα.

Μας έκανε τρομερή εντύπωση το πόσο επαγγελματικά φαίνονταν τα πράγματα πάνω στη σκηνή: τα φώτα, τα σκηνικά, τα πάντα. Ήταν σίγουρα ό,τι πιο οργανωμένο είχαμε δει μέχρι εκείνη τη στιγμή· ένα εξωπραγματικό show. Ακούσαμε Sanctuary, ακούσαμε Running Free.

Moshpit δε γινόταν τότε, μόνο στρίμωγμα, χτύπημα και τραγούδι. Νομίζω ο μεγαλύτερος χαμός πρέπει να έγινε στο The Trooper. Όσο για τις πρώτες σειρές; Εκεί έφτασαν μόνο όσοι πίστευαν ότι μπορούν να επιζήσουν από κάτι τέτοιο – η φάση ήταν αίμα, δάκρυα και ιδρώτας».

Ο ΑΝΔΡΕΑΣ, 53 ετών, που δεν θέλησε να αποκαλύψει το επίθετο του λόγω επαγγελματικού κολλήματος, είναι φανατικός ακροατής της σκηνής από το 1982. Για εκείνον, όμως, επί της ουσίας τότε ξεκίνησαν όλα. «Μου είναι δύσκολο να θυμηθώ ακριβώς το πώς έγιναν τα πράγματα στη συναυλία. Εκείνο όμως που δύσκολα θα ξεχάσω είναι η περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Είχα την τύχη να δω τις μεγάλες metal συναυλίες που προηγήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια (Saxon, Black Sabbath, Blue Oyster Cult, Motorhead) οπότε μπορούσα να κάνω μία σύγκριση με την πρώτη εμφάνιση των Maiden στη χώρα μας. 

Αυτή ήταν η πρώτη συναυλία στην Ελλάδα, που ένοιωθες ότι επιτέλους όλα πήγαν καλά. Σε αυτό το live δόθηκαν πολλές εξετάσεις από όλους τους συντελεστές, ώστε η χώρα να αλλάξει σελίδα και να περιλαμβάνεται χωρίς φόβο πια στα συναυλιακά δρώμενα της Ευρώπης.

Καταρχάς, για πρώτη φορά είδα τέτοια οργάνωση, σε όλους τους τομείς, αφού και το παραμικρό θέμα περνούσε από τα χέρια του management του συγκροτήματος. Δεν υπήρχαν εκπτώσεις σε σκηνικά, φωτισμό, εφέ και ότι άλλο μπορείς να φανταστείς.

Όλοι θυμόμαστε τη βρεγμένη σκηνή στους Saxon, αφού δεν υπήρχε κάλυψη από πάνω. Ή τι να πεις για την ίδια κατασκευή-σκηνή που χρησιμοποιήθηκε για τις εμφανίσεις των Black Sabbath και Blue Oyster Cult, αφού τους έφερε ο ίδιος promoter με 15 μέρες διαφορά. Συν το γεγονός ότι ήταν στη μέση του αγωνιστικού χώρου και ο κόσμος πίσω από τα κιγκλιδώματα στις εξέδρες. H επιτυχία ήταν σίγουρη – όπως και έγινε. 

Εδώ μιλάμε για άλλου είδους οργάνωση που μόνο στα περιοδικά βλέπαμε: τεράστια σκηνή σε αρκετά επίπεδα και με τον Bruce Dickinson να εκμεταλλεύεται κάθε πιθαμή της. Είχε σκαρφαλώσει όπου μπορείς να φανταστείς. (Εντύπωση μου έκανε και ο θόλος στη σκηνή μιας και δεν είχα ξαναδεί κάτι τέτοιο).

Η απόδοση της μπάντας, εξωπραγματική. Και πώς να μην ήταν άλλωστε; Εδώ μιλάμε για συγκρότημα που ερχόταν από απίστευτο σερί κυκλοφοριών, που έσπαγε κάθε χρόνο το ένα ρεκόρ μετά το άλλο σε όποια κατηγορία και αριθμό μπορείς να φανταστείς. 

Εδώ να σου πω ότι για τον μέσο Έλληνα μεταλλά τα Somewhere In Time και Seventh Son δεν είχαν ακόμα αποκτήσει το μυθικό status που ξέρουμε. Η τριάδα των The Number Of The Beast, Piece Of Mind, Powerslave με το ομώνυμο να ακολουθεί κατά πόδας, έκαναν το μεγάλο γκελ στο κόσμο.

Το μεγάλο όμως στοίχημα ήταν ο κόσμος και τι συμπεριφορά θα επιδείξει. Όλοι ξέρουμε ότι στα 80s δεν υπήρχε συναυλία, χωρίς να σημαδευτεί από ξύλο και έκτροπα. Και μιλάμε για όλα τα είδη μουσικής, πόσο μάλλον για metal συναυλίες όπου οι φασαρίες και η μαγκιά ήταν απαραίτητη συνθήκη. Ήταν κοινό τα χρόνια εκείνα ότι χουλιγκανισμός και μεταλλάς προέρχονταν από την ίδια δεξαμενή. Περάσαμε πολλά για να απεμπλακεί το ένα από άλλο. 

Από τη μέρα που ανακοινώθηκε η συναυλία όλοι μιλούσαν για αυτή τη συμπεριφορά που τελικά θα έκρινε το συναυλιακό μέλλον της Ελλάδας. Ο φόβος όλων ήταν να μη γίνει το παραμικρό, γιατί αυτό θα ήταν το κύκνειο άσμα μας. Ο κόσμος όμως για πρώτη φορά αντιλήφθηκε ότι οι φασαρίες δεν οδηγούν πουθενά και η συναυλία τέλειωσε ομαλά. (Κατόρθωμα για εκείνη την εποχή). 

Βέβαια, προς τα μέσα του live έγινε ένα μεγάλο ντου από κόσμο που ήταν απ’ έξω χωρίς εισιτήριο. Αρκετοί κατάφεραν να μπουν, αλλά αυτό ήταν πταίσμα μπρος σε αυτά που ζήσαμε παλαιότερα. Πιστεύω ότι ήμασταν καμιά 20αριά χιλιάδες μέσα όταν τελείωσε η συναυλία.

Σε μια εποχή χωρίς κινητά και φωτογραφικές όλοι συμμετείχαν ενεργά στο live τραγουδώντας όλους μα όλους τους στίχους των τραγουδιών, μην αφήνοντας στιγμή μόνο του τον Dickinson. Έχασα το φως μου στα Trooper και Hallowed Be Thy Name. Ακόμα και τώρα που τα λέω, ανατριχιάζω.

Στα 40 χρόνια που ακούω metal, αυτή ήταν η πρώτη συναυλία που πραγματικά ευχαριστήθηκα. Σε όλες τις προηγούμενες προτεραιότητα ήταν η σωματική μου ακεραιότητα».

O Χρήστος Σαλτσόγλου δίπλα στον μπασίστα και ηγέτη των Iron Maiden, Steve Harris στο ξενοδοχείο Intercontinental το 1990, από promotional επίσκεψη της μπάντας.

«Τότε μόλις ξεκινούσα την Τρίτη Λυκείου αλλά δεν μπορούσα να λείπω από κάτι τέτοιο» λέει ο ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΑΛΤΣΟΓΛΟΥ, 50 ετών, ασφαλιστής στο επάγγελμα και μανιώδης συλλέκτης δίσκων, για να συνεχίσει: «Έχοντας αγοράσει στην Πρώτη Γυμνασίου το απίστευτο άλμπουμ με το εξώφυλλο που χαραζόταν στο μυαλό σου (The Number of the Beast), δε χρειάστηκε πολύ για να ξεκινήσω το μαγικό ταξίδι.

Με μόνη εξαίρεση τους Saxon, δύο χρόνια νωρίτερα, η συναυλία στη Νέα Φιλαδέλφεια ήταν η συναυλία ενός θρυλικού γκρουπ στο απόγειο της καριέρας του. Μέσα στο γήπεδο 20 χιλιάδες πωρωμένοι μεταλλάδες ήταν έτοιμοι για απογείωση.

Moonchild και φύγαμε. Απόλυτο χάος! Ειδικά στο σε κάποια κομμάτια έγινε πραγματικός πα-νι-κός! Όλο το γήπεδο να τραγουδά στο Hallowed be thy name και να ακολουθούν 3 ή 4 κομμάτια στο encore αν θυμάμαι καλά. Αν με ρωτάς: η πρώτη απόλυτη metal συναυλία στην Ελλάδα».

Ένα εισιτήριο-κειμήλιο από την πρώτη συναυλία των Iron Maiden στην Ελλάδα | © Μανώλης Βαρούχας

Φυσικά, μετά από σχεδόν 40 χρόνια οι αναμνήσεις για πολλούς θεατές που βρέθηκαν εκεί είναι πια λίγο θολές. Είναι όμως αδύνατο να ξεχάσουν το κλίμα και την ατμόσφαιρα. Άλλωστε όπως αναφέρει και ο ΛΟΥΚΑΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ, 52 ετών ιδιωτικός υπάλληλος, πρόκειται για το live που άλλαξε την ιστορία των metal συναυλιών στην Ελλάδα. «Αυτό που δε θυμάμαι καθόλου είναι αν ο ήχος ήταν καλός ή όχι. Αυτό που σίγουρα θυμάμαι καλά ήταν η προσμονή για την ημέρα της συναυλίας. Εντάξει, μας είχαν ξεβλαχέψει οι Saxon και οι Motorhead πιο πριν, αλλά όπως και να το κάνουμε οι Maiden ήταν το μεγαλύτερο όνομα της εποχής εκείνης για το heavy metal.

Από νωρίς στην είσοδο, μπας και προλάβουμε κάγκελο μπροστά, τραβήγματα για να προλάβεις όταν ανοίξουν οι πόρτες, απογοήτευση που δεν προλάβαμε να έχουμε πρώτη θέση μπροστά, ατελείωτη προσμονή για να ξεκινήσει η συναυλία με κόντρες αν θα παίξουν το τάδε τραγούδι ή το άλλο. Φυσικά, υπήρχαν και οι γνωστοί τύποι που έλεγαν ότι θα ήθελαν να δουν τον Paul Di’Anno να τραγουδά και όχι αυτόν τον κλόουν (σ.σ: Bruce Dickinson). Ήταν η αιώνια κόντρα εκείνης της εποχής.

Είχαμε και τον φόβο των επεισοδίων -άλλες εποχές εκείνες όπου metal και οπαδιλίκι πήγαιναν μαζί- αλλά ευτυχώς δεν άνοιξε μύτη.

Και όταν άρχισε η συναυλία, αυτό ήταν: δεν θυμάμαι τίποτα. Κάτι ριγωτά κολάν και έναν Eddie να τριγυρνά στη σκηνή μόνο θυμάμαι. Εδώ μπλέκει και ο μύθος με την πραγματικότητα, αυτά που μού έλεγαν οι άλλοι για τη συναυλία, με αυτά που είδα αργότερα στην τηλεόραση ή πολύ πιο μετά στο YouTube ή διάβασα στα περιοδικά.

Η πιο δυνατή ανάμνηση που κρατάω όμως είναι μετά τη συναυλία: αφυδατωμένος, βραχνιασμένος, καλυμμένος από πέπλο σκόνης που προσπαθούσα να βρω τους φίλους μου. Και όταν, επιτέλους, βρεθήκαμε όλοι μαζί να λέμε: “Τι είδαμε σήμερα, τι ήταν αυτό!”. Είμαι σίγουρος ότι πολλά πράγματα άλλαξαν μετά από αυτήν τη συναυλία. Και μόνο ότι 20 χιλιάδες άνθρωποι πήγαν να ακούσουν ένα metal συγκρότημα, ακουγόταν λίγο τρελό για εκείνην την εποχή. Άνοιξαν οι πόρτες για να οργανωθούν πολλές συναυλίες στα επόμενα χρόνια και ειδικότερα για τη metal σκηνή».

 

Τελικά, η συναυλία των Iron Maiden στο Γήπεδο της ΑΕΚ ήταν κάτι περισσότερο από ένα εντυπωσιακό live. Ήταν ένα κομβικό σημείο και μία ανάμνηση που κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει. Ίσως για κάποιους, όπως ο διευθυντής σύνταξης του Metal Hammer, ΚΩΣΤΑΣ ΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΣ, να ήταν ένα live που τους άλλαξε -περισσότερο ή λιγότερο- τη ζωή. «Μου επιτρέπεις να σου πω μια μικρή ιστορία για την αφεντιά μου και το Θηρίο; Είναι 1988 και μόλις έχει τελειώσει το πρώτο live των Maiden στη χώρα. Φεύγω από το γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας και δεν πατάω κάτω. Με χωρίζουν κάποια εκατοστά χαράς από το έδαφος. Παρόλα τα χαμόγελα έχω και λίγο την αίσθηση του ανικανοποίητου. 

Θέλω να έχω κάτι από εκείνο το βράδυ, κάτι ωραίο και χειροπιαστό. Κάτι να μου θυμίζει πως το έζησα. Βλέπω σε κολόνα κολλημένη την αφίσα του live. Ζαβό μυαλό είχα και τότε, λέω εδώ είμαστε όρμα να σε δω τι σόι μόρτης είσαι. Σκαρφαλώνω απάνω της, βάζω νύχια να την ξεκολλήσω. Η ριμάδα είναι καλά κολλημένη. Ματώνω τα νύχια και τελικά την κρατάω αγκαλιά. 

Επέστρεψα σπίτι με δάκτυλα γδαρμένα αλλά με επιπλέον χαρά για το τρόπαιο».

INFO

Ημερομηνία: Σάββατο 16 Ιουλίου 2022

Doors Open: 15:00

IRON MAIDEN ON STAGE: 21:00

περισσότερες πληροφορίες: highpriority.gr

*η κεντρική φωτογραφία του άρθρου είναι από live των Iron Maiden το 1990.