ΒΙΒΛΙΟ

Σκυλονουάρ: Η καψούρα, το ουίσκι και η Ελλάδα του ’80 σε ένα graphic novel

Ο κόσμος των σκυλάδικων γίνεται graphic novel: μια ιστορία για έρωτες, ναρκωτικά, μικρομαφίες και τη λαϊκή ψυχή της δεκαετίας του ’80, όπως δεν την έχεις ξαναδεί. Οι δημιουργοί του μιλούν στο OneΜan.

***Το κείμενο διαβάζεται καλύτερα ακούγοντας αυτή την playlist

Από το Αυτή η νύχτα μένει του Νίκου Παναγιωτόπουλου και το Όλα Είναι Δρόμος του Παντελή Βούλγαρη μέχρι τα Μαύρα Μεσάνυχτα των Βασίλη Ρίσβα και Δήμητρας Σακαλή και το Για μια γυναίκα κι ένα αυτοκίνητο του Μανούσου Μανουσάκη, το σκυλάδικο έχει απασχολήσει πολλούς καλλιτέχνες, δημιουργούς, σκηνοθέτες, συγγραφείς, αλλά και ζωγράφους.

Ο καθένας προσπάθησε να το αποδώσει με τη δική του ματιά, με πολλούς να καταφέρνουν να το παρουσιάσουν σε όλο του το ωμό μεγαλείο και άλλους να καταφεύγουν αναπόφευκτα πολλές φορές στην εξωτικοποίησή του.

Όπως και να ‘χει όμως, το σκυλάδικο παραμένει ακόμα και σήμερα μέρος της ελληνικής κουλτούρας, ενώ από τα σπλάχνα του έχουν ξεπηδήσει μερικές από τις πιο σπουδαίες φωνές της ελληνικής μουσικής.

Στη μακρά λίστα των καλλιτεχνών που έχουν ασχοληθεί με το σκυλάδικο έρχονται να προστεθούν και ο Δημήτρης Κερασίδης με τον Δημήτρη Κρις-Αγκαράι.

Ο πρώτος, πολιτικός και αθλητικός γελοιογράφος, έχει συνεργαστεί με πληθώρα εφημερίδων και περιοδικών, ενώ το 1983 η ταινία κινουμένων σχεδίων του με τίτλο Η Απόδραση, βραβεύτηκε το 1983 στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και στο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας, ενώ ο δεύτερος, με σπουδές στη γραφιστική, έχει εργαστεί στον χώρο της εικονογράφησης, αλλά και στο θέατρο. Στον χώρο των κόμικς είναι γνωστός κυρίως για σχέδια γύρω από την ελληνική ποπ κουλτούρα και τα Αθηναϊκά σκίτσα.

Αυτή τη φορά, οι δυο τους ενώνουν ξανά τις δυνάμεις τους για να δημιουργήσουν το Σκυλονουάρ (εκδ. Μικρός Ήρως), ένα graphic novel που καταπιάνεται με τη δεκαετία του ‘80, δηλαδή τη δεκαετία των σημαντικών ιδεολογικών ανακατατάξεων στους τρόπους πρόσληψης του λεγόμενου λαϊκού τραγουδιού, αλλά και της απομυθοποίησης του πολιτικού τραγουδιού.

Πρωταγωνιστής, ένας καραβοτσακισμένος συγγραφέας που ξεκινάει ένα μακρύ ταξίδι μέσα στη νύχτα των σκυλάδικων για να γράψει γι’ αυτά. Ως το τέλος ερωτεύεται, μπλέκει με τις μικρομαφίες, καταδύεται στις γεωγραφίες των ανθρώπων τους, περνάει ξυστά από τα δόντια του κροκόδειλου, τα ναρκωτικά, τη βία και την αστυνομία.


Στο Σκυλονουάρ, «οι μικροί και μεγάλοι ήρωες που επιζούν και επιβιώνουν πέριξ του σκυλάδικου, δεν είναι υπερβολικοί, ούτε φανταστικοί. Είναι βγαλμένοι από τα σπλάχνα ακριβώς αυτής της ανθρωπογεωγραφίας. Γιατί το σκυλάδικο είναι τόπος άρσης. Είναι τόπος αδιαμεσολάβητης επιθυμίας. Είναι τόπος υπερβολής. Ας πέθαινες να γλίτωνα», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην περιγραφή του graphic novel.

Λίγο πριν την παρουσίαση του την Τετάρτη 29 Οκτωβρίου στο βιβλιοπωλείο Κομπραί, οι Δημήτρης Κερασίδης και Δημήτρης Κρις-Αγκαράι μιλούν στο Oneman.

Πώς προέκυψε η ιδέα για το Σκυλονουάρ και τι ήταν αυτό που σας ώθησε να δημιουργήσετε ένα graphic novel για τον κόσμο του σκυλάδικου;

Δημ. Κερασίδης: Το Σκυλονουάρ είναι το τελευταίο μέρος της τριλογίας για το λαϊκό τραγούδι. Το πρώτο graphic novel Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς, αναφέρεται στο ρεμπέτικο της περιόδου 1932-1940, το δεύτερο μέρος με τίτλο Συννεφιασμένη Κυριακή,   αναφέρεται στο έργο του Βασίλη Τσιτσάνη της περιόδου 1936-1972, του οποίου αναστέλλεται η έκδοση από την εμπλοκή δικηγόρου, ο οποίος διαχειρίζεται τα δικαιώματα των κληρονόμων του Τσιτσάνη, και παρά τη σύμφωνη έγκριση του γιου του Τσιτσάνη  Κωνσταντίνου.

Το τρίτο μέρος που αφορά την άνθιση των σκυλάδικων της δεκαετίας του 1980, σηματοδοτεί και το τέλος μιας εποχής, όταν η ψυχαγωγία στα λαϊκά κέντρα αντικατόπτριζε τη σταδιακή κοινωνική εξέλιξη της χώρας.

Δημ. Κρις-Αγκαράι: Το Σκυλονουάρ είναι μια ιδέα του Δημήτρη Κερασίδη, ο οποίος υπογράφει και το σενάριο. Εγώ προσωπικά έκανα τη «βρόμικη» δουλειά -όπως μ’ αρέσει να τη λέω- τα σχέδια. Θα κάνω μια αποκάλυψη που λίγοι θα πιστέψουν: δεν έχω επισκεφτεί ποτέ στη ζωή μου σκυλάδικο ή άλλο νυχτερινό κέντρο. Αποφεύγω τη φασαρία και δεν πίνω, αλλά πάντα με γοήτευαν αυτές οι φιγούρες της νύχτας.

Έβρισκα κάτι αληθινά ελκυστικό σε αυτή την «υποκουλτούρα» -σε ό,τι θεωρείται μπασκλάς, cult ή kitsch. Διακρίνω μέσα της σημάδια μιας βαθιάς και ειλικρινούς «τέχνης», κυρίως στους ίδιους τους ανθρώπους και στα κίνητρά τους. Αυτός ήταν και ο λόγος που δέχτηκα αμέσως την πρόταση να σχεδιάσω το Σκυλονουάρ.

Η δεκαετία του ’80 είναι μία περίοδος σημαντικών ιδεολογικών ανακατατάξεων. Ποιες ήταν οι κεντρικές επιρροές από εκείνη την εποχή και πώς αποτυπώνονται στο έργο σας;

Δημ. Κερασίδης: Η δεκαετία του ’80 είναι κυρίως περίοδος πολιτικών ανακατατάξεων. Ο ερχομός της σοσιαλιστικής ευδαιμονίας είχε, τουλάχιστον, ως αποτέλεσμα να αναπτυχθεί η οικειότητα μεταξύ πολίτη και εξουσίας. Πολιτικοί και όργανα επιβολής της τάξης δεν αποτελούσαν πλέον ταμπού. Απαλλαγμένη, έτσι, η οικονομική ευρωστία, κυρίως των βιοτεχνιών, εξαργυρώνεται στα ανθόσπαρτα παλκοσένικα των σκυλάδικων.

Δημ. Κρις-Αγκαράι: Εγώ γεννήθηκα τη δεκαετία του ’90, οπότε την εποχή εκείνη την ξέρω μόνο μέσα από ιστορίες. Στο Σκυλονουάρ δεν αναφέρεται ρητά κάποια χρονολογία, αλλά υπονοείται ότι διαδραματίζεται τότε, στην ακμή των σκυλάδικων. Προσπάθησα σχεδιαστικά να αποδώσω εκείνο το vibe που η δική μου γενιά γνωρίζει μόνο μέσα από τα memes -ένα vibe καψούρας, καλοπέρασης, ΠΑΣΟΚ, ουίσκι και ιπτάμενοι δίσκοι.

Το σκυλάδικο ως τόπος υπερβολής και αδιαμεσολάβητης επιθυμίας: Πώς προσεγγίσατε αυτή τη δυναμική στον κόσμο του Σκυλονουάρ;

Δημ. Κερασίδης: Κυρίως μέσα από τον τρόπο που κουμαντάριζαν τα μαγαζιά τους τα αφεντικά. Ο Μπάμπης, το αφεντικό της «Φαντασίας» δηλώνει, «Πως θα σταθεί το μαγαζί; Εδώ η φίρμα είναι φλούδα… Εδώ μετράει πόσο φελλό θα τινάξεις και τι λουλουδικό θα στρώσεις. Εξάλλου, για τον θαμώνα, το μουσικό ενδιαφέρον είναι ελάχιστο… μιας και το τραγούδι είναι απλά το δόλωμα για να αγκιστρώσεις τον πελάτη».

Δημ. Κρις-Αγκαράι: Εστίασα περισσότερο στα πρόσωπα. Ήθελα να σχεδιάσω περίεργες μούρες. Επειδή το Σκυλονουάρ έχει πάρα πολλούς χαρακτήρες, ήθελα κάθε φάτσα να είναι ξεχωριστή. Για παράδειγμα, ο Μπάμπης  -ο πρωταγωνιστής της παράλληλης ιστορίας και μαγαζάτορας του κέντρου «Φαντασία» στη Θεσσαλονίκη- είναι η αγαπημένη μου φιγούρα. Ένας μικρός απατεώνας, κοντός σαν τον Danny DeVito, με αρχή φαλάκρας στους κροτάφους, πυκνά φρύδια, εκφραστικά μάτια και μια μικρή μύτη. Λάτρευα να τον σχεδιάζω.

Για τους άντρες γενικά ήθελα «παλιόφατσες» με υπερβολές, ενώ για τις γυναίκες το αντίθετο -να είναι όσο πιο θελκτικές γίνεται, στερεοτυπικά θηλυκές, όπως άρμοζε στην εποχή και στο πλαίσιο του μαγαζιού, να αρέσει στον πελάτη. Παράλληλα όμως, μέσα από αυτό το σχέδιο, φαίνεται και ο δύσκολος ρόλος της γυναίκας σ’ αυτούς τους χώρους.

Ποιες είναι οι βασικές γεωγραφίες του έργου και πώς αποτυπώνετε τη συνύπαρξη των διαφορετικών κοινωνικών στρωμάτων μέσα στο σκυλάδικο;

Δημ. Κερασίδης: Δε χρειαζόσουν χάρτη για να βρεις σκυλάδικο. Οδηγός σου ήταν η επιθυμία. Όσο για την ταξική συνύπαρξη, αυτή ήταν αδιάφορη στο χώρο του σκυλάδικου, αρκεί να ακολουθούσες την κωδικοποιημένη συμπεριφορά των «απονύχτερων», οι οποίοι πλήθυναν καθώς διευρυνόταν και το κοινωνικό τους φάσμα.

Δημ. Κρις-Αγκαράι: Αυτό που κατάλαβα από το έργο του Δημήτρη Κερασίδη είναι ότι τα σκυλάδικα ήταν για όλους. Όπως λέει και ένας χαρακτήρας στο graphic novel. Εμάς, εδώ, δεν μας ενδιαφέρει ποιος είσαι και τι κάνεις, αλλά πώς στέκεσαι στο μαγαζί. Εδώ είναι ο ναός της καψούρας. Ξέρεις τι κουλτούρα μαζεύεται κάθε βράδυ, για να ξεπλένει τ’ αυτιά της απ’ τους Σαββοπουλο-Θεοδωρακίδηδες;.

Βλέπουμε τον Φώτη, τον πρωταγωνιστή, να ταξιδεύει σε όλη την Ελλάδα και να συναντά στα σκυλάδικα κάθε είδους κόσμο -από βαποράκια και «γυναίκες ελευθέρων ηθών», μέχρι φραγκάτους γουναράδες. Είναι ένα σύμπαν χωρίς ιεραρχίες, αλλά με κανόνες που μόνο η νύχτα καταλαβαίνει.

Ο συγγραφέας πρωταγωνιστής του Σκυλονουάρ ξεκινάει το ταξίδι του για να γράψει για το σκυλάδικο, αλλά τελικά ερωτεύεται και μπλέκεται σε μικρομαφίες και βία. Υπάρχει κάποιο προσωπικό στοιχείο που αντικατοπτρίζει αυτό το ταξίδι;

Δημ. Κερασίδης: Βιωματικά, ο πρωταγωνιστής είναι το alter ego ενός αγαπητού φίλου και γνωστού συγγραφέα της Θεσσαλονίκης, ο οποίος αποδήμησε, αφού ρούφηξε κυριολεκτικά ό,τι πρόσφερε η νύχτα.

Ποια είναι η σημασία του ερωτισμού στο έργο σας και πώς επηρεάζει τη σχέση του ήρωα με το σκυλάδικο και τους ανθρώπους γύρω του;

Δημ. Κερασίδης: Ο άμεσος  ερωτισμός που πρόσφερε ο χώρος σε συνδυασμό με την κτητική υπεροχή επί του θηλυκού σε αναβάθμιζε σε «άρχοντα». Ήταν ο ναός της καψούρας και συ ο αρχιερέας του. Ωστόσο, ο ήρωας, γνώστης της νύχτας, ταλαντεύεται μεταξύ προκατάληψης και πηγαίου πόθου που σταδιακά τον κατακερματίζει συναισθηματικά.

Δημ. Κρις-Αγκαράι: Όταν διάβασα πρώτη φορά το σενάριο, η ιστορία του Φώτη και της Ιλιάννας με συγκίνησε. Ήθελα περισσότερο. Το συζητήσαμε με τον Δημήτρη και, όπως μου εξήγησε, δεν ήθελε να εστιάσουμε τόσο στο ερωτικό στοιχείο, αλλά στον ίδιο τον κόσμο των σκυλάδικων. Έτσι, βλέπουμε τον Φώτη να περιπλανιέται με μια βαριά καρδιά, κάτι που δίνει βάρος και στην ερωτική του ιστορία -περισσότερο ως υπόβαθρο που φωτίζει τον χαρακτήρα του.

Παράλληλα, ο ερωτισμός υπάρχει παντού: στα βλέμματα, στους καψούρηδες που σπάνε πιάτα και ανοίγουν σαμπάνιες, στις γυναίκες που χορεύουν, στο κονσομασιόν, στο σεξ. Είναι μια ενέργεια που πλανιέται στα σκυλάδικα.

Το έργο σας αναφέρεται σε μια γενιά που ζει μέσα από τη φαντασίωση και τις φιλοδοξίες της. Ποιες είναι οι κεντρικές αντιφάσεις αυτής της γενιάς και πώς αποτυπώνονται στην ιστορία;

Δημ. Κερασίδης: Ένα μέρος της κοινωνίας, το οποίο από τη στεγνή ψυχαγωγία  της δικτατορίας, όφειλε, με την έλευση της μεταπολίτευσης, να προσαρμοστεί σε μια καταιγιστικά πολιτική μουσική έκφραση, δεν άντεξε. Αποφάσισε να βρει διέξοδο. Έτσι συντελείται μια διπλή «αλλαγή». Η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία συμπίπτει και με την άνοδο των σκυλάδικων, όπου μπορούσες να εκφράσεις την απόλυτη προσωπική σου εξέγερση απέναντι στην κοινωνία της λογικής και της εξουσίας.

Δημ. Κρις-Αγκαράι: Αυτό που καταλαβαίνω είναι ότι κάπως αυτοί οι άνθρωποι ζούνε σε έναν δικό τους, «διαφορετικό» κόσμο. Δεν μπορώ να πω για την τότε γενιά, γιατί δεν τη γνώρισα, αλλά συναντάω ανθρώπους και σήμερα που είναι σε μια τέτοια φάση. Θαμώνες νυχτερινών μαγαζιών, λαϊκοί, άνθρωποι αισθηματίες. Στην ιστορία βλέπουμε τους περισσότερους παραβατικούς, τρελαμένους, να καταλήγουν σε καυγάδες. Τα έχει όλα η νύχτα!

Η πολιτική και κοινωνική απομυθοποίηση του «πολιτικού τραγουδιού» είναι κεντρική θεματολογία στο Σκυλονουάρ. Πώς αντιμετωπίζετε τη μετάβαση από την ιδεολογία στην προσωπική ζωή και την εσωτερική πραγματικότητα των χαρακτήρων σας;

Δημ. Κερασίδης: Οι αρχές της μεταπολίτευσης είναι μια άκρως πολιτικοποιημένη εποχή.  Όταν συναυλίες απελευθέρωναν ιδεολογικές και κοινωνικές τάσεις, στα σκυλάδικα ξέπλενες τα αυτιά σου από τα ΣαββοπουλοΘεοδωρακικά άσματα. Η πολιτική ήταν πολύ στενή για να χωρέσει στο σκυλάδικο.

Η δεκαετία του ’80 συνδυάζει την πολιτική ένταση με την κοινωνική αλλαγή. Τι σημασία έχουν τα σκυλάδικα ως τόποι για την κοινωνία της εποχής, και πώς το έργο σας συμβάλλει στη νέα κατανόησή τους;

Δημ. Κερασίδης: Αντίθετα προς τους σκωπτικούς χαρακτηρισμούς της αστικής τάξης, τα σκυλάδικα ήταν χώροι γνήσιας αντίδρασης στο πολιτικό κατεστημένο. Για τους θαμώνες, ανεξάρτητα από τη διαπλοκή μαγαζάτορα-αρχών, η απεξάρτησή τους από οποιασδήποτε μορφής εξουσία τα προσδιόριζε ως αιρετικά αναρχικά κέντρα.

Το Σκυλονουάρ μοιάζει ως μέρος μιας παράδοσης που ξεκίνησε με καλλιτέχνες όπως ο Παντελής Βούλγαρης και ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης. Ποιες παραδόσεις ή επιρροές σας καθοδηγούν ως δημιουργούς;

Δημ. Κερασίδης: Δε νομίζω ότι υπάρχει κάποια παράδοση. Στο Σκυλονουάρ αποτυπώνονται αυθεντικές καταστάσεις,  κάποιες προσωπικές και άλλες μαρτυρικές, με μια αναγκαία, αλλά μικρή, δόση μυθοπλασίας.

Δημ. Κρις-Αγκαράι: Η μεγαλύτερη πηγή έμπνευσης για μένα ήταν οι ταινίες Όλα είναι δρόμος και Αυτή η νύχτα μένει. Από αυτές «έκλεψα» τις περισσότερες εικόνες για το στήσιμο των μαγαζιών στις σελίδες μου. Για έναν άνθρωπο που δεν έχει πάει ποτέ σε σκυλάδικο, ήταν τεράστια βοήθεια. Επίσης, και η σειρά Μαύρα Μεσάνυχτα είχε μεγάλη επιρροή.

Και φυσικά, με συντρόφευε συνεχώς το τραγούδι του Κραουνάκη Αυτή η νύχτα μένει σε όλες τις εκτελέσεις που υπάρχουν στο διαδίκτυο, ακούγοντάς το ξανά και ξανά, όσο σχεδίαζα.

Ποιο ρόλο παίζουν τα ναρκωτικά, η βία και η αστυνομία στο έργο σας; Πιστεύετε ότι η αναφορά σε αυτά τα θέματα προσδίδει μια ρεαλιστική διάσταση στην κοινωνία της εποχής, ή πρόκειται για υπερβολή και φαντασία;

Δημ. Κερασίδης: Η κοινωνική διάσταση της εποχής του ‘80 με τη σημερινή ως προς τη διαπλοκή των αρχών καταστολής με τους επιχειρηματίες παραμένει η ίδια. Οι χώροι οι οποίοι δραστηριοποιούνται τη νύχτα προσφέρονται για παράνομα «αλισβερίσια», από όπου οι αρχές αντλούν τις πηγές τους. Υπερβολή και φαντασία θα ήταν αν κάποιος πίστευε το αντίθετο.

Δημ. Κρις-Αγκαράι: Νομίζω ότι είναι εντελώς ρεαλιστικό. Και όχι μόνο για τότε, αλλά και για σήμερα. Αν δεν έχει η νύχτα πλεκτάνες, ναρκωτικά, όπλα και βία, τι άλλο να έχει;

Ποιες είναι οι προκλήσεις του να αποτυπώσετε μια τόσο δυναμική και γεμάτη εντάσεις κοινωνία μέσα από το graphic novel, και ποια στοιχεία της αφήγησης ή της εικονογράφησης σάς βοήθησαν να αποδώσετε αυτόν τον κόσμο;

Δημ. Κερασίδης: Η βασική πρόκληση ήταν η αντίδραση των αστών, οι οποίοι αντιλαμβανόμενοι τη φθορά και την οποιασδήποτε μορφής ανεπάρκεια τους διακατέχει, προσπάθησαν να ανακτήσουν την αυτοεκτίμησή τους προσάπτοντας επιτιμητικούς προσδιορισμούς σε έναν ιδιαίτερο τρόπο ψυχαγωγίας. Λέγανε πως χρειαζόταν τόλμη για να μπεις σε σκυλάδικο, εγώ πιστεύω πως χρειαζόταν “τρύπια” τσέπη για να σταθείς στο μαγαζί, που στο κάτω-κάτω δεν ήταν χώρος για «μεγαροθρεμένους». Τα ουσιαστικά στοιχεία της αφήγησης προέρχονται από την επικοινωνιακή διάλεκτο του σιναφιού, ενώ το νουάρ δηλώνεται με τη χρήση του ασπρόμαυρου σχεδίου.

Δημ. Κρις-Αγκαράι: Όπως είπα και πριν, εστίασα περισσότερο στις μούρες -έντονες, φάτσες, εκφραστικές. Πέρα από αυτό, νομίζω πως ένας από τους λόγους που επιλέχθηκα σαν καλλιτέχνης είναι επειδή δε μου αρέσει να βάζω χρώμα, και το ασπρόμαυρο ταιριάζει άψογα στο Σκυλονουάρ. Έντονα μελάνια, δυνατές γραμμές και γκρίζες αποχρώσεις που δίνουν την ψευδαίσθηση του βάθους.

Μεγάλη πρόκληση για μένα ήταν οι σκηνές με βία -καρέκλες να πετιούνται, μπουκάλια να σπάνε- αλλά και οι ολοσέλιδες συνθέσεις. Θεωρώ πως τελικά τα καταφέραμε καλά.

***INFO

Οι εκδόσεις Μικρός Ήρως σας προσκαλούν την Τετάρτη 29 Οκτωβρίου, στο βιβλιοπωλείο Κομπραί για τη μεγάλη παρουσίαση του graphic novel Σκυλονουάρ των Δημήτρη Κερασίδη και Δημήτρη Κρις-Αγκαράι.

Ο Δημήτρης Κρις-Αγκαράι θα μας μιλήσει για το έργο του, ενώ θα τον συνοδέψουν και ο μουσικός και δημοσιογράφος Θοδωρής Μανίκας, αλλά και ο δημοσιογράφος Δημήτρης Μανιάτης. Η παρουσίαση θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 29 Οκτωβρίου και ώρα 19:00, στο βιβλιοπωλείο Κομπραί (Διδότου 34, Αθήνα).

Ομιλητές: Δημήτρης Κρις – Αγκαράι (δημιουργός κόμικς), Δημήτρης Μανιάτης (δημοσιογράφος), Θοδωρής Μανίκας (μουσικός, δημοσιογράφος)
Ημερομηνία: Τετάρτη 29 Οκτωβρίου, ώρα 19:00
Τοποθεσία: Βιβλιοπωλείο Κομπραί, Διδότου 34, Αθήνα

Είσοδος Ελεύθερη

Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις