
Τα παιδιά μεγαλώνουν μέσα σε οθόνες. Ρωτήσαμε μια παιδοψυχολόγο τι μπορεί να σημαίνει αυτό
- 4 ΟΚΤ 2025
Στα κολλέγια το λένε και Class of 2025. Η φουρνιά πρωτοετών που ξεκινάει αυτό το μήνα το ταξίδι της στα ελληνικά πανεπιστήμια, ήρθε στο φως το 2007. Τον ίδιο χρόνο που ο Steve Jobs λάνσαρε το πρώτο iPhone. Μια γενιά που γεννήθηκε μέσα στην τεχνολογία.
Οι γονείς θα μπορούσαν να ανακοινώσουν τον ερχομό του παιδιού με ένα status στο facebook και μια φωτογραφία. Οι συζητήσεις είχαν αρχίσει να μεταφέρονται διαδικτυακά. Τηλέφωνα και SMS χάθηκαν στη λήθη. Τα παιδιά τους μεγάλωσαν μέσα σε ένα περιβάλλον ψηφιακής άνθισης, αλλά και ηλεκτρονικής ανάγκης.
Πριν καν μπουν στο γυμνάσιο, ο Son Baker είχε ήδη γυρίσει ταινία με iPhone. Η εφηβεία ξεκίνησε το 2019, κι ας πούμε ότι τότε πάνω κάτω αγόρασαν και το πρώτο τους κινητό. Υπάρχουν και γονείς που δεν κατάφεραν να περιμένουν μέχρι τότε. Η οθόνη λειτουργεί και σαν antistress όταν το παιδί κλαίει. Κανένα μπιμπελό. Ταμπλετάκι και white noises.
Στα 13 τους, έβλεπαν αμοντάριστη τη δολοφονία του George Floyd. Το Trigger Warning είναι προαιρετικό σε αρκετές πλατφόρμες. Κάθε γενιά, είχε τα θέματα της. Για τους Millennials υπήρχε ο φόβος μη βγουν έξω από το σπίτι και μιμηθούν τη δράση του Niko Bellic στους δρόμους. Κανένας δεν έπαιζε GTA για να οδηγάει ανέμελος στις Ηνωμένες Πολιτείες. Κωδικοί, αποστολές, όπλα, αστεράκια, repeat.
Η «Τάξη του 2025» (με συγχωρείτε για τη μετάφραση) κι αυτές που ακολουθούν, δε βλέπουν απλώς την ιστορία να διαδραματίζεται μέσα από την οθόνη του κινητού τους, αλλά τη μαθαίνουν και μέσα από τις 6,7 ίντσες. Θα συζητήσουν για τη δολοφονία του Kirk, αλλά και για το ποιος ήταν αυτός ο Κirk. Θα πέσουν πάνω στη βάρβαρη δολοφονία της 23χρονης Ουκρανής μέσα σε συρμό του light rail στη Σάρλοτ της Βόρειας Καρολίνας και θα αναρωτηθούν το γιατί.
Αν το ίντερνετ μοιάζει με ένα αχανές ψηφιακό βίντεο κλαμπ, τα παιδιά μέσα από τα smartphones τους έχουν πρόσβαση σε όλους τους ορόφους. Το σκληρό και βίαιο περιεχόμενο δεν είναι κλειδωμένο.
«Σκεφτόμαστε την απαγόρευση της χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης από την ηλικία των 16 ετών και κάτω, όπως γίνεται και στην Αυστραλία. Σίγουρα δεν είναι η τέλεια λύση, βλέπουμε ότι θα είναι δύσκολο να εφαρμόσουμε αυτή τη νομοθεσία, αλλά αυτό δεν αποτελεί δικαιολογία», δήλωσε μεταξύ άλλων ο πρωθυπουργός σε ομιλία του στη Νέα Υόρκη πριν 10 μέρες.
Αυτό δεν σημαίνει όμως σε καμία περίπτωση ότι πρέπει να κλείνουμε τα μάτια. «Αυτό που συμβαίνει στην ανθρωπότητα αυτή τη στιγμή, που όλος ο κόσμος μπορεί να κάθεται να βλέπει καθημερινά παιδιά, γυναίκες, άντρες, αθώους ανθρώπους να βομβαρδίζονται, να λιμοκτονούν, και μετά να κάνουμε scrolling στο τηλέφωνό μας και να βλέπουμε παρακάτω μια διαφήμιση για γιαούρτι, είναι κάπως σοκαριστικό και αποσυντονιστικό», ανέφερε ο Γιώργος Λάνθιμος στο πλαίσιο της πρεμιέρας της Βουγονία στις Νύχτες Πρεμιέρας.
H χρήση των social media γενικώς, αλλά και ειδικά από παιδιά και εφήβους, αποτελεί πράγματι ένα σύνθετο ζήτημα. Για αυτό το λόγο, απευθυνθήκαμε στην ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεύτρια, παιδοψυχολόγο και επιστημονική υπεύθυνη του ΔΙ.ΚΕ.Ψ.Υ, Άσπα Πασπάλη για να μας απαντήσει σε σχετικά ερωτήματα γύρω από το θέμα.
Πώς επηρεάζει η έκθεση σε σκληρό ή βίαιο περιεχόμενο την ψυχική ανάπτυξη ενός παιδιού ή εφήβου;
Η εικόνα έχει δύναμη που ξεπερνά τον λόγο. Ένα παιδί ή ένας έφηβος που παρακολουθεί βίαιο περιεχόμενο έρχεται αντιμέτωπος με ερεθίσματα που το ψυχικό του σύστημα δεν είναι ακόμη έτοιμο να αντέξει. Ο εγκέφαλός τους μπορεί να καταγράφει τις σκηνές σαν βιωμένες εμπειρίες, ακόμη κι αν προέρχονται από μια οθόνη. Αυτό μπορεί να προκαλέσει άγχος, διαταραχές ύπνου, φοβίες ή επίμονες εικόνες στο μυαλό.
Στους εφήβους συχνά εκδηλώνεται με συναισθηματική αποστασιοποίηση ή ευερεθιστότητα, ενώ στα μικρότερα παιδιά με σωματικά συμπτώματα: πονοκέφαλοι, στομαχόπονοι, τάση για απομόνωση. Η συνεχής έκθεση θολώνει τα όρια ανάμεσα στο ασφαλές και στο επικίνδυνο. Εκεί χρειάζεται ο ρόλος του ενήλικα, που θα βοηθήσει το παιδί να δώσει νόημα σε αυτό που είδε και να μην μείνει εγκλωβισμένο στην ωμή εικόνα.
Ποιοι είναι οι κίνδυνοι όταν η πρώτη επαφή ενός παιδιού με την ιστορία γίνεται μέσα από σύντομα βίντεο στα social media;
Η ιστορία δεν είναι μια σειρά αποσπασματικών εικόνων, αλλά μια πορεία με αιτίες, συνέπειες και ανθρώπινες διαδρομές. Όταν το πρώτο της αποτύπωμα έρχεται μέσα από γρήγορα βίντεο, το παιδί κινδυνεύει να μείνει μόνο στην επιφάνεια. Η αφήγηση γίνεται θεαματική, συχνά με μουσική ή σχόλια που αφαιρούν το βάθος. Έτσι, αντί να καλλιεργηθεί η κατανόηση, η ιστορία παρουσιάζεται σαν εικόνα προς κατανάλωση. Αυτό οδηγεί σε παρανοήσεις, υπεραπλουστεύσεις ή και διαστρεβλώσεις.
Ένας ιδιαίτερος κίνδυνος είναι ότι το παιδί μπορεί να ηρωοποιήσει τον δράστη μιας βίαιης πράξης, ταυτιζόμενο με τη δύναμη ή την επιβολή που προβάλλει το βίντεο. Με αυτόν τον τρόπο χάνεται η ουσία της ιστορικής μνήμης και στη θέση της δημιουργείται ένας θαυμασμός για το λάθος πρόσωπο. Αντί για στοχασμό πάνω στις συνέπειες, το παιδί εγκλωβίζεται σε επιφανειακές εντυπώσεις που το απομακρύνουν από την αλήθεια και τη βαθύτερη κατανόηση.
Μπορεί η συνεχής ροή πληροφοριών και εικόνων να οδηγήσει σε απευαισθητοποίηση απέναντι στη βία;
Όταν η βία επανέρχεται αδιάκοπα μέσα από την οθόνη, ο ψυχισμός συνηθίζει να τη δέχεται σαν κάτι γνώριμο. Το αρχικό σοκ μειώνεται, η συναισθηματική αντίδραση αμβλύνεται και η εικόνα παύει να προκαλεί την αναμενόμενη αποστροφή. Έτσι δημιουργείται η ψευδαίσθηση ότι η βία είναι κανονικότητα. Για παιδιά και εφήβους, που ακόμη διαμορφώνουν την εικόνα του κόσμου, το φαινόμενο αυτό είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο. Η αδιάκοπη ροή χωρίς επεξεργασία περιορίζει την ικανότητα για ενσυναίσθηση, θολώνει τα όρια ανάμεσα στην πραγματικότητα και το θέαμα και δυσκολεύει τη διαμόρφωση μιας σταθερής ηθικής στάσης.
Αυτό αποτυπώνεται ξεκάθαρα στην αύξηση της βίας μεταξύ ανηλίκων, που συναντάμε πια σε σχολεία, σε πλατείες και σε δημόσιους χώρους, συχνά συνοδευόμενη από την ανάγκη να καταγραφεί σε βίντεο και να προβληθεί στα κοινωνικά δίκτυα. Η κανονικοποίηση της βίας μέσα από την έκθεση και την προβολή της συντηρεί έναν φαύλο κύκλο που μόνο η παρουσία και η καθοδήγηση των ενηλίκων μπορεί να σπάσει.
Πώς μπορεί ένα παιδί να ξεχωρίσει τι είναι αληθινό και τι παραποιημένο σε αυτά τα βίντεο;
Η ικανότητα να διακρίνεις την αλήθεια από την παραποίηση καλλιεργείται, δεν έρχεται από μόνη της. Τα βίντεο στα social media συχνά είναι κομμένα, μονταρισμένα ή πλαισιωμένα με σχόλια που αλλοιώνουν το νόημα. Ένα παιδί δυσκολεύεται να αναγνωρίσει αυτές τις τεχνικές χωρίς βοήθεια. Εδώ ο ρόλος του γονέα και του εκπαιδευτικού γίνεται καθοριστικός: να το ενθαρρύνουν να ρωτά «ποιος το ανέβασε;», «ποιον εξυπηρετεί;», «υπάρχουν πηγές που το επιβεβαιώνουν;».
Με απλή γλώσσα μπορούμε να δείξουμε ότι η πληροφορία χρειάζεται έλεγχο και διασταύρωση, όπως μια ιστορία που ελέγχουμε από διαφορετικούς φίλους. Όταν το παιδί συνειδητοποιήσει πως η αλήθεια δεν βρίσκεται σε μία εικόνα, αλλά σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, τότε αποκτά το εσωτερικό φίλτρο που το προστατεύει από τη χειραγώγηση.
Υπάρχει κίνδυνος να δημιουργηθούν άγχος ή τραυματικά συμπτώματα μόνο από την παρακολούθηση τέτοιων εικόνων;
Η εικόνα δρα κατευθείαν στο συναίσθημα, παρακάμπτοντας τη σκέψη. Ένα παιδί μπορεί να βιώσει φόβο, αγωνία ή ανασφάλεια απλώς και μόνο βλέποντας μια βίαιη σκηνή. Το σώμα αντιδρά σαν να βρισκόταν το ίδιο σε κίνδυνο: ταχυκαρδία, αϋπνία, εφιάλτες, ακόμη και σωματικά συμπτώματα χωρίς οργανική αιτία. Σε ορισμένες περιπτώσεις δημιουργείται τραυματικό αποτύπωμα, με εικόνες που επιστρέφουν στο μυαλό ή με αποφυγή καταστάσεων που θυμίζουν το βίντεο. Ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος σε πιο ευάλωτα παιδιά, σε εκείνα που έχουν προδιάθεση για φοβίες ή που στερούνται ενός ασφαλούς περιβάλλοντος.
Όταν λείπει το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα μεταβολιστεί αυτή η εμπειρία, το παιδί μένει μόνο με το σοκ, χωρίς να μπορεί να εκφράσει τις απορίες και τους φόβους του. Η έγκαιρη παρουσία ενός ενήλικα που θα ακούσει, θα ονομάσει και θα σταθεί δίπλα, είναι το στοιχείο που μετατρέπει την εικόνα από τραυματική εισβολή σε εμπειρία που μπορεί να ενσωματωθεί και να ξεπεραστεί.
Τι ρόλο έχουν οι γονείς όταν το παιδί εκτεθεί σε τέτοιο περιεχόμενο χωρίς trigger warning;
Η αιφνίδια έκθεση σε βίαιες εικόνες αφήνει το παιδί απροστάτευτο απέναντι σε κάτι που το σοκάρει. Σε αυτή τη στιγμή, ο γονιός λειτουργεί ως «ασφαλές φίλτρο». Δεν αρκεί να καθησυχάσει, χρειάζεται να ακούσει τι ένιωσε το παιδί, να το βοηθήσει να εκφράσει φόβο ή απορία και να ονομάσει αυτό που συνέβη: «είδες κάτι πολύ δύσκολο, που τρομάζει πολλούς ανθρώπους». Έτσι, η εμπειρία παύει να είναι ακατανόητη ή ντροπιαστική.
Ο γονιός προσφέρει το πλαίσιο που λείπει από το βίντεο, εξηγεί γιατί τέτοιες εικόνες κυκλοφορούν και μετατρέπει το σοκ σε αφορμή για διάλογο. Το ουσιαστικό είναι να νιώσει το παιδί ότι δεν μένει μόνο του απέναντι στην εικόνα, ότι υπάρχει ένας ενήλικας δίπλα του, ικανός να το προστατεύσει και να το βοηθήσει να σταθεί απέναντι σε αυτό που είδε.
Υπάρχει «υγιής» τρόπος να συζητήσουμε με τα παιδιά για δύσκολες ιστορικές ή κοινωνικές εικόνες;
Ο «υγιής» τρόπος δεν σημαίνει να αποφεύγουμε κάθε δύσκολη εικόνα, αλλά να δείχνουμε στο παιδί πώς να την επεξεργάζεται. Τα παιδιά χρειάζονται πλαίσιο, γλώσσα και συναισθηματική στήριξη. Ο γονιός μπορεί να ξεκινήσει με ερωτήσεις όπως: «τι κατάλαβες από αυτό που είδες;» ή «πώς ένιωσες;». Έτσι η συζήτηση δεν γίνεται μάθημα, αλλά κοινή αναζήτηση.
Η ιστορία και τα κοινωνικά γεγονότα παρουσιάζονται με ειλικρίνεια, προσαρμοσμένη στην ηλικία, χωρίς λεπτομέρειες. Στόχος είναι να συνδέσουμε την εικόνα με αξίες: την αξία της ζωής, τη σημασία της ειρήνης, τη δύναμη της αλληλεγγύης. Όταν η κουβέντα γίνεται με ειλικρίνεια και σεβασμό, το παιδί μαθαίνει ότι ακόμη και οι πιο δύσκολες εικόνες μπορούν να φωτίσουν την ανάγκη για κατανόηση και δικαιοσύνη. Έτσι η εμπειρία δεν μένει ως τραύμα αλλά μετατρέπεται σε γνώση που καλλιεργεί ενσυναίσθηση.
Μπορεί η υπερπληροφόρηση να επηρεάσει τη συγκέντρωση και τη μνήμη των εφήβων;
Η μνήμη και η συγκέντρωση αναπτύσσονται καλύτερα όταν ο εγκέφαλος έχει χρόνο να οργανώσει τις πληροφορίες. Στην εποχή της υπερπληροφόρησης, οι έφηβοι βομβαρδίζονται από δεκάδες ερεθίσματα κάθε λεπτό. Ο εγκέφαλος αναγκάζεται να εστιάζει για λίγα δευτερόλεπτα σε κάθε εικόνα ή κείμενο, με αποτέλεσμα να δυσκολεύεται να αποθηκεύσει το περιεχόμενο στη μακροπρόθεσμη μνήμη.
Αυτό οδηγεί σε μειωμένη ικανότητα συγκέντρωσης, επιφανειακή γνώση και άγχος πάνω στο οποίο δεν μπορεί να αποθηκευτεί καμία γνώση. Παράλληλα, το παιδί συνηθίζει να αναζητά διαρκώς νέα ερεθίσματα, γεγονός που κάνει τη σταθερή μελέτη και την εμβάθυνση πιο απαιτητική. Για να αντισταθμιστεί αυτό, χρειάζονται «νησίδες ησυχίας» στην καθημερινότητα των εφήβων: στιγμές χωρίς οθόνες, με ανάγνωση, δημιουργία ή ξεκούραση. Έτσι, ο εγκέφαλος βρίσκει ξανά τον χρόνο να οργανώσει, να συνδέσει και να θυμηθεί.
Ποιες είναι οι πρώτες ενδείξεις ότι ένα παιδί έχει επηρεαστεί αρνητικά από τέτοια ερεθίσματα;
Δεν αντιδρούν όλα τα παιδιά με τον ίδιο τρόπο σε βίαιες εικόνες. Οι πιο έντονες αντιδράσεις εμφανίζονται σε εκείνα που είναι ήδη πιο ευάλωτα ή έχουν ζήσει κάποια τραυματική εμπειρία, όπου η εικόνα λειτουργεί σαν πυροδότης. Σε ορισμένα παιδιά παρατηρείται ταύτιση με τον θύτη: μιμούνται την επιθετικότητα, μπλέκουν σε καβγάδες και επιδιώκουν να δοκιμάσουν στην πράξη τη βία που είδαν στην οθόνη. Άλλα παιδιά, αντίθετα, αντιδρούν με φόβο, αποφεύγουν συγκεκριμένα μέρη, δεν θέλουν να βγαίνουν έξω και αρχίζουν να παρουσιάζουν στοιχεία κοινωνικής φοβίας ή και αγοραφοβίας.
Παράλληλα, μπορεί να εμφανιστούν εφιάλτες, σωματικά συμπτώματα όπως πονοκέφαλοι ή πόνοι στην κοιλιά, αλλά και γενικότερη απόσυρση. Το πιο κρίσιμο σημάδι είναι η αλλαγή στη συνηθισμένη συμπεριφορά του παιδιού. Ο ενήλικας που παρατηρεί τέτοιες διαφοροποιήσεις χρειάζεται να δείξει διαθεσιμότητα για κουβέντα και, αν τα συμπτώματα παρατείνονται, να αναζητήσει έγκαιρα βοήθεια από ειδικό.
Πώς μπορούν οι εκπαιδευτικοί να στηρίξουν τα παιδιά που εκτίθενται σε βίαιο ή σοκαριστικό περιεχόμενο στο διαδίκτυο;
Το σχολείο αποτελεί δεύτερο χώρο ασφάλειας μετά την οικογένεια. Όταν ένα παιδί εκτεθεί σε σκληρές εικόνες, ο εκπαιδευτικός μπορεί να λειτουργήσει ως σταθερό σημείο αναφοράς. Αυτό σημαίνει να παρατηρεί προσεκτικά τα σημάδια -ξαφνική πτώση στα μαθήματα, απουσίες, αποφυγή σχέσεων με τους συμμαθητές -δυσκολία στη συγκέντρωση και να δείχνει διαθεσιμότητα για διάλογο. Εάν αντιληφθεί ότι το παιδί έχει επηρεαστεί ουσιαστικά, χρειάζεται να ενημερώσει τους γονείς και, όπου χρειάζεται, να το παραπέμψει σε ψυχολόγο ή στη σχολική ψυχολογική υπηρεσία.
Η συνεργασία με την οικογένεια και τους ειδικούς προσφέρει στο παιδί ένα συνεκτικό πλέγμα στήριξης. Παράλληλα, μέσα στην τάξη, ο εκπαιδευτικός μπορεί να βοηθήσει τους μαθητές να επεξεργαστούν γνωστικά τις εικόνες, να συνδέσουν τα γεγονότα με το ιστορικό και κοινωνικό τους πλαίσιο και να κατανοήσουν τις συνέπειες της βίας. Έτσι, το παιδί δεν μένει μόνο με την ωμή εικόνα, αλλά βρίσκει τρόπους να της δώσει νόημα και να την εντάξει στη σκέψη του.
Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.