
100 χρόνια πριν, ξέσπασαν οι πρώτοι αγώνες για το Δώρο Χριστουγέννων
- 12 ΔΕΚ 2025
Μεταφερόμαστε στην περίοδο μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, σε μια χώρα που πασχίζει να παραμείνει όρθια από το δυσθεώρητο δημοσιονομικό κόστος που συνεπάγονται τα περισσότερα από 1,2 εκατ. προσφύγων, σε επίπεδο στέγης, εργασίας, διατροφής. Η δραχμή οδηγήθηκε σε υποτίμηση και ο πληθωρισμός εκτοξεύτηκε στο τριπλάσιο μέχρι το 1923, οδηγώντας σε ένα σημείο καμπής για το εργατικό κίνημα στη χώρα.
Ήταν η εποχή που τα κέντρα της (πληγωμένης από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο) Ευρώπης κλυδωνίζονταν από μαζικές κινητοποιήσεις, άλλωστε – οι απεργίες στη Γαλλία, έπειτα στην Αγγλία με τους ανθρακωρύχους, αργότερα στη Βιένη. Τη σκυτάλη έχει πάρει και το συνδικαλιστικό κίνημα της χώρας, πρώτα με τους σιδηροδρομικούς υπαλλήλους (τον Φεβρουάριο του 1921), έπειτα με τη μαχητική και δυστυχώς αιματηρή απεργία των μεταλλωρύχων στο Λαύριο (η ως τότε μεγαλύτερη απεργιακή κινητοποίηση που είχε υπάρξει) και με τα νέα δεδομένα από την έλευση των προσφύγων, οι διεκδικήσεις απλώνονται σε όλη τη χώρα και σε πολλούς περισσότερους κλάδους.
Στους δρόμους κατεβαίνουν οι καπνεργάτες, οι ναυτεργάτες, οι αρτεργάτες, οι τσαγκαράδες και οι ηλεκτροτεχνίτες.
Η κυβέρνηση Μιχαλακόπουλου που εξελέγη το φθινόπωρο του 1924 (μετά την παραίτηση της κυβέρνησης Σοφούλη), αποδεικνύεται αδύναμη να εξασφαλίσει την πολιτική σταθερότητα που είχε υποσχεθεί. Τα μέτρα τα οποία λαμβάνει για «να πατάξη άνευ δισταγμού πάσαν ανατρεπτικήν ενέργειαν, είτε ομάδων, είτε ατόμων» αποφέρουν τελικά το αντίθετο αποτέλεσμα, σε καιρούς διευρυμένης φτώχειας και ανέχειας: πυροδοτούν παραπάνω λαϊκή οργή, όπως περιγράφει στην Ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος ο Γιάννης Κορδάτος. Οι διώξεις των συνδικαλιστών δεν απέδωσαν.
Ο ένας μετά τον άλλον, κλάδοι συνεχίζουν να πιέζουν για αυξήσεις μισθών αλλά και για επιδόματα, προς κάλυψη των βιοτικών αναγκών μετά τον τριπλασιασμό του τιμάριθμου σε βασικά αγαθά. Σε αυτό το πλαίσιο, εμφανίζεται και το αίτημα για τον 13ο και 14ο μισθό από συγκεκριμένους κλάδους. Όσον αφορά το δώρο των Χριστουγέννων, ως τότε γινόταν με τη μορφή φαγώσιμων ή άλλων προϊόντων, σε άτυπο πλαίσιο και κατά βούληση του εργοδότη.
Τώρα αποκτούσε μορφή κλαδικής απαίτησης.
Συγκεκριμένα, η πρώτη αναφορά που εντοπίζεται στον Τύπο αφορά τους συνδικαλιστές της Ομοσπονδίας Ηλεκτροτεχνιτών (σιδηροδρομικοί, εργαζόμενοι στο φωταέριο κ.α.), οι οποίοι λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1924 «ζήτησαν την πληρωμήν επ’ ευκαιρία των εορτών, ενός πλήρους μισθού μετά των επιδομάτων», κάτι το οποίο φαίνεται να είχε άτυπα καθιερωθεί από τα προηγούμενα χρόνια, με βάση τις δηλώσεις του υπουργού Συγκοινωνίας εκείνο το έτος.
Ωστόσο, το αίτημα για το επίδομα θα γενικευτεί την αμέσως επόμενη χρονιά από τους δημόσιους υπαλλήλους, το ακόμη πιο ταραγμένο 1925, μετά την ανάληψη της εξουσίας μέσω πραξικοπήματος από τον Θεόδωρο Πάγκαλο (25ης Ιουνίου 1925).
Για πρώτη φορά το αίτημα φτάνει επίσημα στο κράτος στις 4 Δεκεμβρίου 1925, σύμφωνα με φύλλο της εφημερίδας Αθήναι. «Επιτροπή δημοσίων υπαλλήλων επεσκέφθη τον υφυπουργόν των Οικονομικών κ. Τανταλίδην και εζήτησε όπως χορηγηθή εις τους υπαλλήλους 13ος μισθός διά τας εορτάς».
Να τονίσουμε ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι είχαν βρεθεί εξ αρχής στο στόχαστρο της αυταρχικής πολιτικής του Πάγκαλου: είχε αναιρέσει τη μονιμότητα των υπαλλήλων (η οποία ήταν σε ισχύ από το 1911), προχωρώντας σε μία «εξυγίανση» με τρομοκρατικές διώξεις αντιφρονούντων (ανάμεσα στους απολυμένους βρέθηκαν σημαντικές προσωπικότητες όπως ο Γληνός και ο Βάρναλης), ενώ ήταν δεδομένο ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι εκείνη την εποχή βρίσκονταν σε οικονομικά ασθενέστερη θέση από άλλους κλάδους.
Η απάντηση της κυβέρνησης δεν ήταν θετική, αλλά δεν ήταν και αρνητική, θέτοντας έτσι το σημείο αναφοράς για τη μεταγενέστερη θέσπιση του επιδόματος.
Αντί για δώρο, ένα πρώτο επίδομα
Όπως διαβάζουμε σε φύλλο της εποχής (10/12/1925), ο υφυπουργός Εσωτερικών, Γ. Βογόπουλος, δήλωσε ότι «μολονότι η οικονομική κατάστασις του κράτους δεν επιτρέπει δαπάνας, εν τούτοις λαμβανομένης υπ’ όψει της οικονομικής καταστάσεων των υπαλλήλων δεν υμπορεί παρά να λάβουν κάτι».
Αντί για ολόκληρο τον μισθό, φαίνεται σε πρώτη φάση να κέρδισαν σε εκείνη τη φάση ένα επίδομα. Το ίδιο φαίνεται να αιτήθηκαν και εκείνοι σε δεύτερο χρόνο, συντασσόμενοι με την πρόταση της κυβέρνησης. «Μετά μακράν συζήτησιν ενεκρίθη το ψήφισμα με μίαν μόνο τροποποίησιν», όπως μεταφέρει για την απόφαση της συνέλευσης των δημόσιων υπαλλήλων η εφημερίδα Μακεδονία, «αποφασίσθη δηλαδή όπως αντί του ζητούμενου διά του ψηφίσματος 13ου μισθού ζητήθη η παροχή επιδόματος εις μεν τους άγαμους υπαλλήλου 15000 δρχ εις τους έγγαμους 200 ανεξαρτήτως βαθμού».
Το ίδιο αίτημα προωθούν οι απόστρατοι αξιωματικοί, αλλά και οι σιδηροδρομικοί υπάλληλοι – ζητούν έναν επιπλέον μισθό ή έστω ένα επίδομα.
Ωστόσο, δεν θα είναι ίδια η διαχείριση της κυβέρνησης Πάγκαλου απέναντι στους σιδηροδρομικούς, τους οποίους κρίνει υψηλόμισθους (ο μισθός τους φτάνει τις 6 χιλ. δραχμές και «το ποσόν δε τούτο αντιθέτως προς ό,τι συμβαίνει με τους δημόσιους υπαλλήλους και τους αξιωματικούς αναλογεί με τον τιομάριθμον της ζωής ώστε να μη δικαθιολογήτο ούτε 13ος, πολύ λιγότερον 14ος μισθός»), προωθώντας μια μεσοβέζικη λύση, με το να δοθεί ο επιπλέον μισθός με τη μορφή δανείου. Τα δημοσιονομικά του κράτους παραμένουν σε δυσμενή κατάσταση.
Παρά τα πρώτα εκείνα βήματα και τις πρώτες μικρές νίκες συγκεκριμένων κλάδων, το χριστουγεννιάτικο δώρο θα καθιερωθεί οριζόντια αρκετά χρόνια μετά. Θα είναι μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν με δύο αναγκαστικούς νόμους (του 1944 και του 1946) καθιερώθηκαν για όλους τους εργαζομένους στη χώρα οι έκτακτες ενισχύσεις των εορταστικών περιόδων, όπως ονομάστηκαν τα δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα.
Aκολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.