© AP Photo/Moses Sawasawa
ΚΟΣΜΟΣ

Οι αδικημένοι μεταλλωρύχοι στο Κονγκό

Τα ορυχεία στους καταπράσινους λόφους της περιοχής Ρουμπάγια εξάγουν το κολτάνιο – ένα υλικό που τροφοδοτεί την τεχνολογική εξέλιξη της Δύσης, ενώ το βιωτικό επίπεδο στο Κονγκό παραμένει από τα πιο χαμηλά στον κόσμο.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: © AP PHOTO/MOSES SAWASAWA

Μία πονεμένη ιστορία αποικιοκρατικής εκμετάλλευσης από τη Δύση, που συνεχίζεται αδιάκοπα μέχρι σήμερα.

Μια ιστορία η οποία ξεκίνησε πρώτα με την εξαγωγή καουτσούκ και ελεφαντόδοντου, κατά τον 19ο αιώνα, όταν ο βασιλιάς Λεοπόλδος Β΄ του Βελγίου ανέλαβε τον έλεγχο της περιοχής του σημερινού Κονγκό και οργάνωσε την απομύζηση της αφρικανικής γης, με απάνθρωπες συνθήκες και συνέπεια τον θάνατο δεκάδων χιλιάδων ιθαγενών.

Συνεχίστηκε στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν το Κογκό αναγνωρίστηκε ως Βελγική Αποικιακή Αυτοκρατορία και στις εξορύξεις της Δύσης προστέθηκαν μεγάλες ποσότητες χαλκού, ένα υλικό στρατηγικής πλέον σημασίας λόγω ανάπτυξης των ηλεκτρονικών δικτύων. Αργότερα, κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο επικεντρώθηκαν στο ουράνιο (το οποίο χρησιμοποιήθηκε για τις ατομικές βόμβες) και κάπως έτσι φτάνουμε στο σήμερα, όπου το νήμα της αποικιοκρατικής εκμετάλλευσης συνεχίζεται με έναν πόρο αναγκαίο για κάθε τεχνολογικό κατασκεύασμα.

Ο λόγος για το κολτάνιο (coltan) – ένα πολύ σκληρό μετάλλευμα το οποίο κρατάμε καθημερινά στις ζωές μας χωρίς να το γνωρίζουμε.

 

Η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό διαθέτει τα μεγαλύτερα αποθέματα κολτανίου στον κόσμο. Το επίκεντρο της εξόρυξης είναι η περιοχή Ρουμπάγια.
Ένα πολύ σκληρό μετάλλευμα το οποίο τροφοδοτεί την τεχνολογική εξέλιξη της Δύσης.

Το θαμπό και μαύρο αυτό μετάλλευμα, από το οποίο εξάγονται τα στοιχεία νιόβιο και ταντάλιο, χρησιμοποιείται κατά κόρον από τις αυτοκινητοβιομηχανίες, τις παγκόσμιες ηγέτιδες εταιρίες της τεχνολογίας, αλλά και τους κατασκευαστές στρατιωτικού οπλισμού.

Κοινώς, βρίσκεται σε όλα τα κινητά, τα λάπτοπ και τα τάμπλετ (μέσω των πυκνωτών), στις κονσόλες παιχνιδιών, τις ψηφιακές κάμερες, τα έξυπνα ρολόγια, τα ρούτερ, τα μόντεμ, ακόμη και τα ιατρικά εμφυτεύματα – με άλλα λόγια, αποτελεί έναν αφανή ήρωας της τεχνολογικής επανάστασης που συντελείται μπροστά στα μάτια μας.

Όχι, όμως, χωρίς ανθρώπινο κόστος. Για να φτάσει το ιδιαίτερα ανθεκτικό και αγώγιμο αυτό υλικό στα κατασκευαστικά χέρια των ισχυρών κρατών του λεγόμενου ανεπτυγμένου κόσμου, ακολουθά μια συγκεκριμένη διαδρομή, μέσω μίας σειράς χώρων με προνομιακά φορολογικά καθεστώτα (π.χ. Ρουάντα, Ουγκάντα), ενώ όλα ξεκινούν από τους λόφους στην επαρχία Μασίσι στα ανατολικά Κονγκό – την περιοχή Ρουμπάγια, μία από τις μεγαλύτερες και πιο σημαντικές πηγές κολτανίου στον κόσμο, αυτοί τη στιγμή.

 

Για να γίνει αυτό πράξη, χιλιάδες μεταλλωρύχοι εργάζονται εξαντλητικά κάτω από τον απέραντο ήλιο, για να βγάλουν τα προς το ζην, όσο η εργασία τους τροφοδοτεί την εξέλιξη της Δύσης.

Από αρχές της δεκαετίας του 2000, μια πελώρια έκταση της τάξης των 30 τετ. χλμ. πέρασε στην ιδιοκτησία της Société Minière de Bisunzu, εταιρία που κατέχει ο Κονγκολέζος επιχειρηματίας και πολιτικός Édouard Mwangachuchu. Ωστόσο, όπως έχει συμβεί επανειλημμένες φορές στην πάροδο του χρόνου, στην προσπάθεια εκμετάλλευσης της περιοχής εμπλέκονται και αντιστασιακές ομάδες: από τον περασμένο Απρίλιο, η περιοχή βρίσκεται υπό τον έλεγχο της ένοπλης ομάδας Μ23, μίας ομάδας που δρα με την υποστήριξη της Ρουάντα που υπερασπίζεται τη μειονότητα Τούτσι μετά τη γενοκτονία του 2023.

Τους τελευταίους μήνες, την εκμετάλλευση της περιοχής έχουν πάρει ένοπλες δυνάμεις.
Σύμφωνα με αναφορά των Ηνωμένων Εθνών, περίπου 10.000 άτομα εργάζονται σήμερα σε διάφορες φάσεις της εξόρυξης στην περιοχή.
Μετά την εκσκαφή και τη διαλογή, τα πετρώματα πωλούνται στους ενόπλους που έχουν τον έλεγχο της περιοχής αυτή τη στιγμή,
Κατά την πώληση, οι εργάτες παίρνουν μόνο ένα κλάσμα της αξίας.

Ενώ το γεγονός αυτό έχει εξελιχθεί σε διπλωματικό ζήτημα, εμπλέκοντας διεθνείς οργανισμούς και τρίτα κράτη της Δύσης, η καθημερινότητα για όλο το εργατικό δυναμικό που συνεχίζει την εξόρυξη (ανεξάρτητα με το ποιος εκμεταλλεύεται τους πόρους), παραμένει βάναυση, με επικίνδυνες συνθήκες προς πενιχρά ανταλλάγματα.

Συγκεκριμένα, όλη η εξόρυξη κολτανίου στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό πραγματοποιείται κυρίως μέσω χειρονακτικής εργασίας σε μικρής κλίμακας ορυχεία. Τα μέτρα ασφαλείας απουσιάζουν εντελώς.

Σύμφωνα με αναφορές από οργανισμούς όπως η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ILO), στους εργάτες περιλαμβάνεται και ένα σημαντικό ποσοστό ανήλικων παιδιών, ενώ λόγω των κοιτασμάτων ουρανίων που εντοπίζονται κοντά, καταγράφονται έντονοι φόβοι για έκθεση των εργατών σε ραδιενεργά υλικά. «Οι εργάτες πληρώνονται 1,50 δολάριο ημερησίων για την εξόρυξη σε επικίνδυνες συνθήκες, χωρίς καμία εξασφάλιση προστασίας, αναφέρει σε έκθεση για τις εξορύξεις στο Κονγκό το Human Rights Watch.

Η εξόρυξη κολτανίου στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό πραγματοποιείται κυρίως με τα χέρια.
Αναφορές από διεθνείς οργανισμούς καταγγέλλουν απάνθρωπες συνθήκες εργασίας.
Μεταξύ των εργαζομένων, περιλαμβάνονται και πολλά ανήλικα άτομα.
Το ημερομίσθιο κυμαίνεται στα 1,5-2 δολάρια για 10-12 ώρες, υπό σκληρές και ενδεχομένως καρκινογόνες συνθήκες.

Η τελευταία εξέλιξη στη διακρατική μάχη συμφερόντων που εκτυλίσσεται πάνω από τον μόχθο χιλιάδων Κονγκολέζων, είναι το κάλεσμα για παρέμβαση στον Donald Trump: καθώς οι ΗΠΑ ηγούνται των ειρηνευτικών συνομιλιών μεταξύ του Κονγκό και της Ρουάντα, ο Πρόεδρος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό Felix Tshisekedi ζήτησε τη στήριξη της Ουάσινγκτον για την απώθηση των ενόπλων δυνάμεων, με αντάλλαγμα την πρόσβαση στα πλούσια κοιτάσματα ορυκτών της χώρας του.

Όπως φαίνεται, ένα νέο κεφάλαιο επίκειται να γραφτεί στο βιβλίο της ίδιας πονεμένης ιστορίας.

Καταγράφονται συχνά ατυχήματα στα ορυχεία της περιοχής, συχνά λόγω κατολισθήσεων στις σήραγγες.
Η χειρωνακτική εξόρυξη αποτελεί την κύρια πηγή εισοδήματος για τους κατοίκους στη Ρουμπάγια.
Παρά την εξέλιξη που τροφοδοτούν τα ορυκτά τους στον υπόλοιπο κόσμο, το βιωτικό τους επίπεδο παραμένει εξαιρετικά χαμηλό.