Μπορούν να συνυπάρξουν μαγαζιά και κάτοικοι στην ίδια γειτονιά;
Ένα ρεπορτάζ στον Νέο Κόσμο, που αποτελεί ένα δείγμα του πώς μία νέα πιάτσα επηρεάζει την καθημερινότητα των κατοίκων.
- 3 ΝΟΕ 2025
Ήδη βλέπουμε όλοι τα προβλήματα της τουριστικής υπερχείλισης να εμφανίζονται στις γειτονιές του κέντρου, στους ρυθμούς της ζωής, στις ροές και στην ποιότητα της κατοίκησης της πόλης, όπως είχαμε συζητήσει παλιότερα με τον Γιώργο Τζιρτζιλάκη, επίκουρο καθηγητή στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και καλλιτεχνικό σύμβουλο του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ, για ένα παλιότερο ρεπορτάζ στο News247 σχετικά με το πόσο βιώσιμο είναι το κέντρο της Αθήνας για τους κατοίκους της.
Μετά την εποχή της καραντίνας, η Αθήνα υπέστη σοβαρές αλλαγές· περισσότερο όμως έχει αλλάξει η συνείδησή μας για τη σημασία της πόλης. «Νομίζω είναι μια μεταβολή που δεν την έχουμε αξιολογήσει όσο χρειάζεται», σημειώνει και προσθέτει: «Το καθήκον και δικαίωμα του πολίτη είναι να διεκδικήσει αυτό που του ανήκει. Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα που έχουμε αυτή τη στιγμή είναι η πόλη μας, η οποία πρέπει να είναι κατοικήσιμη. Ελπίζω και ο νέος δήμος να το αναστρέψει επειγόντως. Οι κάτοικοι πρέπει να αισθάνονται ότι ανήκουν κάπου, κι αυτό συνδέεται με την ποικιλία και τη διαφορετικότητα των πόλεων – δεν πρέπει να είναι ένα πράγμα, αλλά πολλά μαζί, κι αυτό δίνει την ομορφιά τους».
Πολλές γειτονιές της Αθήνας μπορεί να είναι «δεκαπεντάλεπτες» μόνο στα χαρτιά. Αν κοιτάξει κανείς τον χάρτη της πόλης, η εικόνα μοιάζει λειτουργική – αλλά για ποιον ακριβώς; «Αν προσθέταμε ένα φίλτρο με τα καταλύματα Airbnb, ίσως αποκαλυπτόταν μια εντελώς διαφορετική πραγματικότητα: μια πόλη εύκολη και βολική για τον επισκέπτη, όχι απαραίτητα για τον κάτοικο», εξηγεί με τη σειρά της η δημοσιογράφος Ευτυχία Σουφλέρη σε σχετικό ρεπορτάζ για το News247.
Στο μεταξύ, η καθημερινότητα στις γειτονιές έχει αλλάξει. Τα μικρά εμπορικά καταστήματα έχουν κατεβάσει ρολά από την περίοδο της κρίσης, επαγγέλματα που ενίσχυσαν τη μικροοικονομία της γειτονιάς χάνονται και οι νεότερες προσθήκες μαγαζιών αφορούν την εστίαση – και συχνά για ένα πολύ συγκεκριμένο κοινό. Στον ήδη ελάχιστο δημόσιο χώρο που μας απομένει, τα πεζοδρόμια έχουν καταληφθεί από τραπεζοκαθίσματα, με αποτέλεσμα αρκετά συχνά να μην έχεις καν τη δυνατότητα να περπατήσεις πάνω σε αυτά.
Μετά το κέντρο της Αθήνας, περιοχές όπως το Παγκράτι και ο Νέος Κόσμος, έχουν μπει στον χάρτη της διασκέδασης. Οι κάτοικοι αυτών των περιοχών έρχονται αντιμέτωποι με ένα διαφορετικό καθεστώς: μπαρ που μαζεύουν τόσο κόσμο όρθιο που κάθε βράδυ θυμίζει μποτεγιόν. Ο σκεπτικισμός γύρω από αυτή τη νέα συνθήκη, προκύπτει αναπόφευκτα.
«Δεν ξέρεις πού αρχίζει και πού τελειώνει το ένα μαγαζί από το άλλο», λέει ο Μ.Λ., κάτοικος του Νέου Κόσμου, εδώ και πέντε χρόνια. Το τελευταίο διάστημα έχει δημιουργηθεί ένα συγκρουσιακό κλίμα στη γειτονιά του μεταξύ κατοίκων και επιχειρήσεων. Οι μεν προσπαθούν να διαφυλάξουν μια ήρεμη καθημερινότητα, οι δε να ταιριάξουν στην περιοχή.
Θόρυβος, οσμές λόγω εξαερισμού, διπλοπαρκαρισμένα οχήματα και η παντελής απουσία της Δημοτικής Αστυνομίας είναι όσα ταλαιπωρούν τους κατοίκους που διαμένουν πλησίον τους.
Συνομιλήσαμε με κατοίκους, επιχειρηματίες καθώς και με εκπρόσωπο της Δημοτικής Αρχής, προκειμένου να αντιληφθούμε ένα πρόβλημα που μας αφορά όλους.
Το ζήτημα της παράνομης κατάληψης κοινόχρηστων χώρων από καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος αποτελεί εδώ και καιρό αγκάθι για την πόλη. Ο Αντιδήμαρχος Δημοτικής Αστυνομίας και Δημόσιων Κοινόχρηστων Χώρων, Θωμάς Σ. Γεωργιάδης, αναγνωρίζει το πρόβλημα: «Η Δημοτική Αρχή του Χάρη Δούκα καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να αποκατασταθεί η ορθή χρήση των κοινόχρηστων χώρων.
Η κατάσταση έχει βελτιωθεί σημαντικά, υπάρχει συμμόρφωση από μέρους των καταστηματαρχών – όχι όμως στο μέγεθος που επιθυμούμε. Η νέα εφαρμογή QR Code για ηλεκτρονικό έλεγχο των παραχωρούμενων χώρων εξασφαλίζει μεγαλύτερη διαφάνεια και αξιοπιστία και αναμένεται να συμβάλλει ουσιαστικά στη μείωση του προβλήματος».
Σύμφωνα με τον ίδιο, από την αρχή του 2025 έως σήμερα έχουν πραγματοποιηθεί περισσότερες από 130 σφραγίσεις καταστημάτων για παράνομη κατάληψη κοινόχρηστου χώρου. «Η προσπάθειά μας για εφαρμογή του νόμου θα συνεχιστεί αμείωτη», σημειώνει. «Όπως είπε και ο δήμαρχος Χάρης Δούκας, “ο δημόσιος χώρος ανήκει σε όλους, χωρίς εξαιρέσεις”».
Ωστόσο, το πρόβλημα της συγκέντρωσης μεγάλου αριθμού καταστημάτων σε ορισμένες γειτονιές παραμένει. «Είναι ένα σύνθετο ζήτημα που μας έχει απασχολήσει έντονα», παραδέχεται ο Αντιδήμαρχος. «Δεν εμπίπτει αποκλειστικά στην αρμοδιότητα του Δήμου Αθηναίων, αφορά και άλλους φορείς. Η απόδοση του δημόσιου χώρου στους πολίτες και η αποκατάσταση της ευταξίας της πόλης είναι ζητήματα υψίστης προτεραιότητας. Μας προβληματίζει το μοντέλο των επιχειρήσεων που προωθούν την κατανάλωση προϊόντων σε μη καθήμενους πελάτες – δυσχεραίνει τη ζωή των κατοίκων και απαιτεί μια ιδιαίτερη, σύνθετη ρύθμιση».
Οι κάτοικοι, πάντως, βιώνουν άμεσα τις αλλαγές. Η Κ.Π., που μένει τα τελευταία 3,5 χρόνια στον Νέο Κόσμο, περιγράφει μια γειτονιά που αλλάζει ραγδαία: «Μικρές επιχειρήσεις κλείνουν και ο δρόμος γίνεται εμπορικός, εστιασμένος μόνο στην εστίαση. Χάνεται ο προσωπικός και τοπικός χαρακτήρας και συσσωρεύεται κόσμος από όλη την Αθήνα σε λίγα τετράγωνα».
Όταν τη ρωτάμε αν βλέπει κάτι θετικό στη νέα δημοτικότητα της περιοχής, είναι κάθετη: «Δυσκολεύομαι να βρω κάτι θετικό. Δεν νιώθω πιο ασφαλής – είναι αμήχανο να στέκεται κόσμος έξω από την είσοδο του σπιτιού σου ή εκεί που παρκάρεις το αυτοκίνητό σου και να ξέρει πού μένεις. Όλη αυτή η εισροή κόσμου δεν έχει δώσει κάτι ανταποδοτικό, αφού δεν υπάρχει κανένας σχεδιασμός. Η δημοτικότητα εκτυλίσσεται μετά τις 9 το βράδυ· δεν ενισχύεται καμία τοπική οικονομία, αν εννοούμε τα εναπομείναντα εμπορικά καταστήματα».
Η όχληση, όπως περιγράφει, είναι καθημερινή: «Μουσικές, φωνές, air condition, μηχανικός θόρυβος από επαγγελματικά μηχανήματα εστίασης, μέχρι και μετά τις 12 το βράδυ. Δυσκολία στο πάρκινγκ. Κατάληψη πεζοδρομίων σε τέτοιο βαθμό που πρέπει να βγεις στον δρόμο για να περπατήσεις – αδύνατον για καροτσάκι μωρού ή αμαξίδιο ατόμου με αναπηρία. Υπάρχει σοβαρό θεσμικό έλλειμμα επιτήρησης και τήρησης των νόμων».
Στην ερώτηση πώς μπορεί να επιτευχθεί ισορροπία ανάμεσα στα μαγαζιά και τους κατοίκους, απαντάει ότι βασίζεται «σε προσωπικές σχέσεις και ευγενικές παρακλήσεις που συνεχώς παζαρεύονται». Αλλά, όπως λέει, «η ισορροπία δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα ατομικών διαπραγματεύσεων πολιτών».
Στην άλλη πλευρά, υπάρχουν επαγγελματίες που υποστηρίζουν πως η συνύπαρξη μπορεί να είναι ομαλή, αρκεί να υπάρχει μέτρο. Η Σκέβη Ερωτόκριτου, ιδιοκτήτρια μιας μικρής σπριτζερία στον Νέο Κόσμο, επισημαίνει: «Οι γειτονιές, για να διατηρούν τον χαρακτήρα τους, πρέπει να έχουν ποικιλομορφία σε καταστήματα, παροχές και δημόσιους χώρους. Η Αθήνα όμως είναι μια πόλη ζωντανή και εξωστρεφής, γι’ αυτό οι χώροι εστίασης αυξάνονται και γεμίζουν· έτσι ζει η κοινωνία μας. Όλοι βγαίνουν έξω, πίνουν ένα κρασί στο καθιστό ή όρθιο και συνυπάρχουν κοινωνικά. Χρειάζεται κατανόηση, αλληλοστήριξη και μέτρο».
Η ίδια υποστηρίζει ότι έχει θέσει, συνειδητά, όρια: «Όταν στέγασα το όνειρό μου για τη μικρή σπριτζερία, επέλεξα ωράριο που κλείνει στις 12.00 ακριβώς. Ό,τι μπορούσα να προμηθευτώ από τη γειτονιά το έκανα – από τα οικοδομικά υλικά μέχρι τα ηλεκτρολογικά. Θέλαμε να ενταχθούμε όμορφα. Οι περισσότεροι γείτονες ανταλλάσσουμε καλησπέρες, σκέψεις, προβληματισμούς, αλλά συνυπάρχουμε αρμονικά σε μια πανέμορφη γειτονιά».
Στο ίδιο πνεύμα, η ομάδα πίσω από το wine bar Επτά Μάρτυρες τονίζει: «Ο Δήμος Αθηναίων μας έχει παραχωρήσει συγκεκριμένο τμήμα του πεζοδρομίου, σε απόσταση 1,20 μ. από την πρόσοψη. Τηρούμε με συνέπεια τα όρια και δεν έχει υπάρξει καμία παράβαση στους ελέγχους. Αν και δεν υπάρχει χρονικός περιορισμός, επιλέγουμε να “κλείνουμε” τον εξωτερικό χώρο στις 12 τα μεσάνυχτα και να μεταφέρουμε τη δραστηριότητα μέσα, ώστε να περιορίσουμε την οχλαγωγία και να σεβαστούμε την ησυχία των κατοίκων».
Όπως εξηγούν, η ισορροπία είναι εφικτή όταν υπάρχει υπευθυνότητα. «Η δραστηριότητα ενός μαγαζιού δεν αποδυναμώνει τη γειτονιά – τη ζωντανεύει και τη στηρίζει οικονομικά και κοινωνικά. Θεωρούμε άδικο να συγχέεται ένας χώρος φιλοξενίας και κοινωνικότητας με την εμπορευματοποίηση της κατοικίας μέσω Airbnb. Η γειτονιά δεν χρειάζεται “σιωπή”, αλλά ισορροπία· αυτή χτίζεται μέσα από διάλογο, υπευθυνότητα και αλληλοσεβασμό».
Ωστόσο, για πολλούς κατοίκους η πραγματικότητα παραμένει δύσκολη. Ο Παναγιώτης Σταυρακέλλης, συνταξιούχος που ζει στο κέντρο από το 2014, περιγράφει μια πόλη που έχει γίνει ασφυκτική: «Τα Airbnb έχουν εκτοξευθεί. Τα πεζοδρόμια έχουν καταληφθεί, είναι δύσκολο να περπατήσεις. Οι πελάτες αυτών των καταστημάτων διπλοπαρκάρουν, η κυκλοφορία μπλοκάρει, ο πεζός αναγκάζεται να περπατήσει στον δρόμο. Αστυνόμευση δεν υπάρχει – έχω καλέσει τη Δημοτική Αστυνομία και η απάντηση ήταν ότι δεν έχουν βάρδια βραδινή».
Όπως λέει, η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο: «Έχουμε μαζέψει 180 υπογραφές και πήγαμε στον Αντιδήμαρχο να θέσουμε τα προβλήματα. Δεν βρήκαμε ανταπόκριση, ο ένας σε στέλνει στον άλλον. Οι ώρες κοινής ησυχίας είναι 11.30, αλλά η παράταση λειτουργίας φτάνει μέχρι τις 2 ή 3 τα ξημερώματα. Πότε να κοιμηθούμε; Μας λένε να βάλουμε διπλά τζάμια και air condition – να είμαστε φυλακισμένοι στο ίδιο μας το σπίτι».
Η φωνή του αποτυπώνει το παράπονο πολλών ακόμα κατοίκων: «Δεν είμαι κατά της επιχειρηματικότητας, αλλά της σωστής επιχειρηματικότητας. Μπορούν να υπάρχουν μαγαζιά που σέβονται το ωράριο, χωρίς μουσική ή υπερβολική οχλαγωγία. Τώρα τα μικρά καταστήματα είναι γεμάτα κόσμο όρθιο, 100-200 άτομα στο πεζοδρόμιο και στον δρόμο. Δεν μπορείς να μπεις στην είσοδο της πολυκατοικίας σου χωρίς να ζητήσεις συγγνώμη. Για ποια ασφάλεια και ποια ποιότητα ζωής μιλάμε;»
Το πρόβλημα, όπως λέει, δεν είναι μόνο η ηχορύπανση: «Τα πεζοδρόμια είναι σπασμένα, ρημαγμένα, δεν μπορείς να περπατήσεις. Δεν μας επιτρέπουν να χαμογελάσουμε, να κοιμηθούμε, να κινηθούμε. Είναι σαν να θέλουν την εξάλειψη του πληθυσμού του κέντρου. Και αυτό είναι το πιο θλιβερό».
Η εικόνα που προκύπτει είναι σύνθετη: μια πόλη που προσπαθεί να βρει ξανά την ισορροπία της ανάμεσα στην τουριστική έκρηξη και το δικαίωμα των κατοίκων να ζουν αξιοπρεπώς. Οι φωνές τους, από διαφορετικές πλευρές, συναντιούνται σε ένα κοινό αίτημα: να παραμείνει η Αθήνα μια πόλη κατοικήσιμη – ζωντανή, αλλά και ανθρώπινη.
Aκολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.