AΝΤΡΕΑΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ / TOURETTE PHOTOGRAPHY
ΠΟΛΗ

Κάνοντας τηλεργασία σε ένα αλβανικό καφενείο στα Σεπόλια

Όταν το ρεύμα κόβεται, οι φίλοι του μπαμπά, τα kërnacka και η ρακή γίνονται το πιο απρόσμενο coworking περιβάλλον (και μια υπενθύμιση πως, τελικά, έχουμε μόνο ο ένας τον άλλον).

Τι πιο σύνηθες στις μέρες μας από το να παίρνει κάποιος το laptop του και να εργάζεται σε κάποιο καφέ; Παλιά το βλέπαμε μόνο στις ταινίες, κάποιοι το ζηλεύαμε κιόλας. Μας έδινε την ψευδαίσθηση της ελευθερίας, μέχρι που καταλάβαμε πως αυτή η ελευθερία ήταν μάλλον επίπλαστη και για πολλούς σήμαινε απλά πως το laptop δε θα κλείνει ποτέ και πως ο εργοδότης τους θα μπορεί να τους βρίσκει ανά πάσα στιγμή για να τους αναθέσει κάποιο νέο task.

Τα έχουν αυτά βλέπετε οι δουλειές που μπορούν να γίνουν από οποιοδήποτε μέρος του κόσμου αρκεί να έχεις ένα καλό laptop και σύνδεση στο internet. Γι’ αυτό και η Αθήνα έχει γεμίσει πια digital nomads. Ευτυχώς, η δική μου περίπτωση δεν είναι τέτοια και ο υπολογιστής μου κλείνει στις 18:00, αυτό όμως δε σημαίνει πως δεν έχει χρειαστεί πολλές φορές να κάνω τηλεργασία.

Και επειδή όσοι με ξέρουν, ξέρουν πολύ καλά πως αν σιχαίνομαι κάτι, αυτό είναι τα τριτοκυματικά καφέ του αθηναϊκού κέντρου -με τους γυμνούς τοίχους, τις μονστέρες και τις εξαιρετικά άβολες καρέκλες- επιλέγω πάντα να κάνω τηλεργασία από την άνεση του σπιτιού μου. Βέβαια, κάποιες φορές, εκεί που έχεις φτιάξει τον καφέ σου και ετοιμάζεσαι να σηκώσεις την οθόνη του laptop σου, έρχεται η ζωή και γελάει μέσα στα μούτρα σου.

Κάπως μέσα στα μούτρα μου γέλασε η ζωή και προχθές όταν στην προσπάθειά μου να ανάψω τον θερμοσίφωνα, ο γενικός έβγαλε σπίθες και όλα γύρω μου έσβησαν. Τίποτα που να χρειάζεται πρίζα δε δούλευε και φυσικά δεν είχα ούτε ρεύμα, κάτι αρκετά αναγκαίο όχι μόνο στη ζωή αλλά και στην τηλεργασία.

Μετά τον πρώτο πανικό και αφού πήρα τον πατέρα μου να βρει λύση για τον γενικό, έπρεπε κι εγώ να βρω λύση για τη δουλειά μου.


Στη γειτονιά που μένω, για καλή μου τύχη δεν έχει τριτοκυματικά καφέ, αλλά ούτε και καφέ που να μπορείς να καθίσεις 8 ώρες να εργαστείς. Στα Σεπόλια πάμε στις καφετέριες για κουβεντολόι και χαλάρωση, laptop δεν έχει ανοίξει ποτέ στα τραπέζια τους. Ήταν λοιπόν φυσικό και επόμενο πως θα πήγαινα στο μόνο μέρος που ήξερα πως θα μπορούσα να καθίσω με τις ώρες.

Στο αλβανικό καφενείο που συχνάζει ο πατέρας μου και οι φίλοι του. Εκείνο που τα Σάββατα τους ακούω από το μπαλκόνι μου να τραγουδάνε πολυφωνικά κομμάτια του τόπου μας από το πρωί, εκεί όπου η ρακή έρχεται από το Skrapar και τα σουτζουκάκια από την Κορυτσά και όπου όλοι θέλουν να μου βρουν ένα καλό παιδί να με παντρέψουν. Ε και πήγα.

Στις περίπου 6 ώρες που κάθισα σε ένα από τα τραπέζια του με τον υπολογιστή μου, ο κύριος Μήτσος κέρασε όλο το καφενείο για τη γιορτή του (και ξέρουμε όλοι πόσο σημαντικό είναι να σε κερνάνε 27 του μήνα), οι φίλοι του μπαμπά ήθελαν να με κεράσουν ρακή κι ας ήταν 11:30 το πρωί (πριν κρίνετε, να σας πω ότι στην Αλβανία πίνουμε ρακή με τον πρωινό ελληνικό), αλλά και kërnacka που μοιάζουν με τα ελληνικά σουτζουκάκια. Στη ρακή είπα όχι γιατί είμαι και επαγγελματίας, αλλά στα kërnacka δεν αντιστέκομαι ποτέ.

Τα τραπέζια γέμιζαν και άδειαζαν συνεχώς, ενώ όλοι γνωρίζονταν μεταξύ τους. Όποιος έμπαινε χαιρετούσε έναν-έναν τους υπόλοιπους και φυσικά κι εμένα, ενώ όπως ήταν αναμενόμενο μου βρήκαν και ηλεκτρολόγο.


Ο Κλεάνθης, φίλος του μπαμπά μου αλλά και όλων των θαμώνων στο καφενείο, άφησε τη δουλειά του στη μέση και ήρθε να δει τι έχω πάθει, καθώς ήμουν στα όρια της κρίσης πανικού. Έτσι κάνουν οι φίλοι του μπαμπά μου άλλωστε. Και έτσι θα πρέπει να κάνουμε κι εμείς. Στο κάτω-κάτω αλήθεια, έχουμε μόνο ο ένας τον άλλον.

Κάθισα στο καφενείο από τις 11:30 μέχρι τις 16:30 και νομίζω πως από δω και πέρα μόνο εκεί θα κάνω τηλεργασία.

Aκολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις

Exit mobile version