Curated Lifestyle/Unsplash+
ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ

No Contact με συγγενείς στις γιορτές: Ψυχολόγοι εξηγούν αν λειτουργεί τελικά θεραπευτικά

Έρχονται οι γιορτές και οι συναντήσεις με το σόι. Εκτός κι αν ακολουθήσεις το κύμα του no contact, νέο trend στις ΗΠΑ, που αφορά τα «διαζύγια» από γονείς και λοιπούς τοξικούς συγγενείς.

Οι οικογενειακές γιορτές είναι η χαρά του δράματος, με τους μεγαλύτερους τσακωμούς στην ιστορία των τσακωμών, να γίνονται εκείνες τις ημέρες. Όχι μόνο στην Ελλάδα. Πρόκειται για παγκόσμιο φαινόμενο.

Να φταίει η υπερφαγία που μας προκαλεί υπνηλία; Να φταίει το αλκοόλ; Οι, περισσότερες από ό,τι συνήθως (ίσως και ποτέ) ώρες που περνάμε με το αίμα μας με κάποιους ανθρώπους που ενδεχομένως δεν θα διαλέγαμε ποτέ για παρέα μας;

Όπως και να το δεις, δημιουργείται ένα εκρηκτικό μείγμα που σπάνια απογοητεύει.

Εν πάση περιπτώσει, φέτος μπορεί να τη γλιτώσεις, αν έχεις επηρεαστεί κι εσύ από το κύμα του no contact, μια τάση που έρχεται από τις ΗΠΑ (φευ) και θέλει να έχει γίνει πιο εύκολο το τέλος της σχέσης μας με συγγενείς. Άμεσους ή έμμεσους. Από τους γονείς έως τα αδέλφια ή τον τριτοξάδελφο με τον οποίον μεγάλωσες μαζί.

Τι είναι το no contact

Δεν ξέρω αν ξέρεις, αλλά η Oprah (μια είναι η Oprah) δραστηριοποιείται πια, διαδικτυακά. Σε όλες τις πλατφόρμες. Έχει ένα podcast που είναι συζήτηση με ζωντανό κοινό και επιστήμονες του κάθε θέματος που πιάνει. Ένα από τα πιο πρόσφατα ήταν η αποκοπή από την οικογένεια, που όπως εξήγησε είναι το ολοένα αυξανόμενο trend στις ΗΠΑ.

Τα στοιχεία που παρουσίασε ανέφεραν ότι το 1/3 των Αμερικανών είναι εντελώς αποξενωμένο από -τουλάχιστον- ένα μέλος της οικογένειας τους, κάτι που παλιά δεν υπήρχε καν, ως σκέψη, με τη φράση «τους συγγενείς δεν τους διαλέγεις» να είναι η σημαία του δικαιώματος που δεν είχαμε να κόβουμε επαφές με συγγενείς που σε κάθε συναναστροφή διαλύουν το είναι μας. Που γίνονται από ασεβείς έως αμετροεπείς, δίχως την παραμικρή διάθεση για επικοινωνία και συνεννόηση.

«Κάνε υπομονή» μας έλεγαν. Δεν μας είπαν πόση. Ή γιατί πρέπει να υπομένουμε κάτι που δεν αντέχουμε;

Μια στάση εδώ για μια προσωπική ιστορία, αφού πρώτα συμφωνήσουμε πως παλαιότερα πηγαίναμε σε ψυχοθεραπευτές και ανακαλύπταμε πως ό,τι ζούσαμε σπίτι (για παράδειγμα, τον τρόπο που αντιμετωπίζαμε την πίεση ή τις απαιτήσεις ή την αδιαφορία των γονιών μας), τη μεταφέραμε σε όλες τις άλλες σχέσεις (προσωπικές, εργασιακές κα). Τώρα, οι θεραπευόμενοι αρχίζουν με το «έχω πρόβλημα με τον πατέρα/μητέρα μου».

Η αλήθεια, όπως πάντα, είναι κάπου στη μέση και η κατανόηση των δυναμικών της όποιας σχέσης, είναι μια καλή αρχή. Για όλους.

Συγγνώμη, αλλά προτιμώ να φεύγω, από το να υπομένω

Όπως όλοι, έχω κι εγώ στον οικογενειακό μου κύκλο ανθρώπους που στο μυαλό τους πιστεύουν πως με έχουν σαν παιδί τους, όπως μου λένε.

Στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα, ώστε να είχα διακρίνει τη διαφορά μεταξύ του σαν και του ως, ώστε να μην είχα προσδοκίες. Σε μια,δυο τέτοιες περιπτώσεις ένιωσα μέχρι το τελευταίο κύτταρο του οργανισμού μου, πόσο μόνη ήμουν.

Η πραγματικότητα λοιπόν, ήταν κάπως διαφορετική από αυτή που δηλωνόταν σε κάθε ευκαιρία, με πολλές μικρές -και μεγάλες- ιστορίες απόρριψης του τρόπου που συμπεριφέρομαι, πράττω, φέρω τον εαυτό μου και τελικά ζω.

Ήταν μια συνήθεια που είχε αναπτυχθεί από τα παιδικά μου χρόνια, όταν το μόνο που ήξερα ήταν πως πρέπει (αυτή η μάστιγα) να σέβομαι τους μεγαλύτερους και δεν είχα την παραμικρή ιδέα για τη σημασία των ορίων. Άσε που ήταν η νόρμα να ανεχόμαστε ο ένας τον άλλον «γιατί κανείς δεν είναι τέλειος», αλλά «σε αγαπάμε».

Πράγμα που σημαίνει ότι κάθε φορά που συγγενείς μου έλεγαν ή έκαναν κάτι που μου προκαλούσε το όποιο δυσάρεστο συναίσθημα, επιδιδόμουν στο εθνικό σπορ να το βάζω κάτω από το χαλί και να συνεχίζω την πορεία μου.

Τα χρόνια πέρασαν, το καζάνι γέμισε, έκανα στον εαυτό μου το μεγαλύτερο δώρο (βλ. ψυχοθεραπεία), έμαθα να με αγαπώ και να μην επιτρέπω στους άλλους να με πονούν.

Μια από τις ατάκες που μου έχει πει ποτέ ψυχολόγος και με συνοδεύουν για δεκαετίες, είναι πως οι μεγαλύτεροι, σε ηλικία, άνθρωποι δεν αλλάζουν εύκολα συνήθειες -και δη όταν δεν θέλουν οι ίδιοι να τις αλλάξουν. Οπότε, το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να μάθω να υπάρχω σε αυτήν την συνθήκη, κάνοντας τις λιγότερες δυνατές «εκπτώσεις» των θέλω μου, των αξιών μου και της αξιοπρέπειας μου.

Το «δεν δίνω σημασία» δεν ήταν επιλογή, καθώς ήταν τακτική που ακολουθούσα για χρόνια, δίχως επιτυχία. Ήταν σαν να χτυπάω το κεφάλι μου στον τοίχο και να περιμένω ότι μια ημέρα δεν θα πονάω.

Μετά πίστευα ότι το να εξηγήσω κάτι που ο άλλος δεν θέλει -κι έτσι δεν πρόκειται- να καταλάβει, είναι χάσιμο χρόνου. Για αυτό και το απέφευγα. Η εξέλιξη ήταν τέτοια που με οδήγησε στο να πιστεύω πια, ότι έχω την υποχρέωση, προς τον εαυτό μου, να λέω τι με ενοχλεί/πειράζει/θυμώνει/απελπίζει/πονάει, ήρεμα και όσο πιο επεξηγηματικά μπορώ (και θέλω), δίχως να περιμένω κάτι.

Αν όμως, με κεράσουν την ίδια εμπειρία, σταματώ να τους μιλώ και δέχομαι όλες τις συνέπειες. Για παράδειγμα, να είμαι εγώ η περίεργη, η κακιά, η ασεβής. Ξέρω ότι έχω δίκιο ή τουλάχιστον πιστεύω πως κάτι μου κάνει κακό; Το θέμα τελειώνει εκεί και ουδόλως με ενδιαφέρει αν με αδικούν. Δεν επιτρέπω στο εγώ μου να μπει εμπόδιο στην ηρεμία της ψυχής μου.

Η απόφαση της αποκοπής δεν είναι εύκολη -ιδιαίτερα αν σκεφτείς πως έχω χάσει τόσους δικούς μου ανθρώπους από θάνατο, που μου έγινε πολύ δύσκολο να εγκαταλείπω σχέσεις, ακόμα και όταν μου έκαναν κακό-, αλλά αν με ρωτάς θα σου πω ότι αξίζει.

Βασική προϋπόθεση βέβαια, είναι να θυμάσαι πως κάθε επιλογή έχει και συνέπειες.

Πάμε τώρα, και στους επιστήμονες.

Το πρόβλημα που δημιουργούν οι ψυχολόγοι

Στο Oprah λοιπόν, αναλύθηκε η τάση των Αμερικανών να κόβουν κάθε επικοινωνία με συγγενείς τους, ακόμα και με τους γονείς τους, εξαιτίας τοξικών συμπεριφορών.

«Παλαιότερα, δεν υπήρχε καν η σκέψη να “πάρεις διαζύγιο” από τους γονείς σου. Τώρα, είναι κοινή λογική» σχολίασε η πολύπειρη παρουσιάστρια, με τον Δρ Joshua Coleman, ψυχολόγο και συγγραφέα του bestseller με τίτλο Rules of Estrangement: Why adult children cut ties and how to heal the conflict (Κανόνες Αποξένωσης: Γιατί τα ενήλικα παιδιά κόβουν τους δεσμούς και πώς να θεραπεύσουν τη σύγκρουση) να εξηγεί πως πάντα υπήρχε αποξένωση, αλλά πρόκειται για κάτι νέο, στον τρόπο που σκεφτόμαστε την οικογένεια.

Οι παλιές εποχές του «τιμούμε τη μητέρα και τον πατέρα μας», του «σεβόμαστε τους γηραιότερους», του «η οικογένεια πάνω από όλα» αφορά περισσότερο την προσωπική ευτυχία, την προσωπική ανάπτυξη, την ταυτότητα κάθε ατόμου, τις πολιτικές πεποιθήσεις και τη ψυχική του υγεία.

Το πιο κοινό στοιχείο που βλέπω σε κάθε γράμμα που λαμβάνω για την αποξένωση, είναι η αναφορά στην ψυχική υγεία. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως αυτό έχει κορυφωθεί, ελέω των social media. Υπάρχουν πολλά hashtags, του τύπου #toxicfamily, με τους ανθρώπους να γράφουν στα social media τι περνούν και να απολαμβάνουν την υποστήριξη πολλών.

Πρόκειται όμως, για ανθρώπους που δεν ξέρουν τους γονείς μας ή τους λοιπούς συγγενείς -ή εμάς- και λένε ό,τι θέλουμε να ακούσουμε. Υπάρχει μια πολύ εμπρηστική αντίδραση που προκύπτει. Εν μέρει αυτό συμβαίνει γιατί έχουμε διχαστεί πολύ, ως κοινωνία. Όλοι αναζητούμε τη φυλή μας, γιατί είμαστε μόνοι». Τα παλιά τα χρόνια, η φυλή μας ήταν η οικογένεια μας. «Και ακόμα μπορεί να είναι, αν βρούμε τον τρόπο να επικοινωνούμε μεταξύ μας», λέει ο Δρ Coleman.

Η αποξένωση θεωρείται πια «μια ενάρετη πράξη για να προστατέψουμε τη ψυχική μας υγεία. Και ξέρετε κάτι; Κάποιες φορές είναι. Υπάρχουν πραγματικά, κακοποιητικοί και δύσκολοι γονείς και συγγενείς. Πολλοί άνθρωποι, όμως απομακρύνονται από οικογένειες που δεν είναι κακοποιητικές. Που έχουν μέλη αγαπημένους, αξιοπρεπείς, σκληρά εργαζόμενους γονείς.

Το πρόβλημα είμαστε εμείς, οι ψυχολόγοι, οι οποίοι έχουμε εξελιχθεί σε «μεσίτες αποσύνδεσης», όπως έχει πει η κοινωνιολόγος Allison Pew. «Βοηθάμε τους ανθρώπους να μην αισθάνονται ένοχοι που νιώθουν υπεύθυνοι για τους γονείς τους.

Οι ψυχοθεραπευτές ανάβουμε το πράσινο φως σε πολλές αποξενώσεις, χρησιμοποιώντας φράσεις όπως “η μητέρα σου είναι νάρκισσος” ή “ο πατέρας σου είναι διπολικός” ή “σου κάνει gaslighting” ή “ξεπερνάει τα όρια” ή “οι γονείς σου είναι ανώριμοι”.

Όταν λες σε κάποιον αυτά τα πράγματα για τον γονιό, τον συγγενή ή το παιδί του, ανάβεις το πράσινο φως για την αποκοπή, γιατί γίνεται ενάρετη πράξη για τη ψυχική του υγεία».

«Το no contact είναι αναισθητικό. Όχι θεραπεία»

Η ψυχολόγος και κοινωνική ερευνήτρια, Αγνή Μαριακάκη υποστηρίζει πως η αποκοπή από την οικογένεια είναι σύμπτωμα μιας γενιάς που έμαθε επιτέλους να αναγνωρίζει την τοξικότητα «αλλά όχι και να τη διαχειρίζεται. Το no contact, η αποκοπή από την οικογένεια, δεν είναι θεραπεία, αλλά αναισθητικό», λέει στο τελευταίο της διαδικτυακό session.

«Φεύγει ο πόνος για λίγο, αλλά το πρόβλημα είναι ακόμα εκεί. Η αποκοπή δεν ελευθερώνει, αλλά αλυσοδένει, απλά με άλλον τρόπο».

Για να βοηθήσει την κατάσταση, έδωσε τέσσερα εργαλεία «για να μεταμορφώσουμε τον εαυτό μας, απέναντι στα βασανιστικά μοτίβα της οικογένειας».

Δεν είμαι εδώ να σου πω να ανεχτείς την κακοποίηση, ούτε ότι πρέπει να αγαπάς τους γονείς σου επειδή είναι γονείς σου ή την αδερφή σου αντίστοιχα. Αν υπάρχει σωματική κακοποίηση, σεξουαλική κακοποίηση, κακοποίηση, εγκληματική συμπεριφορά, φύγε χθες.

Αλλά, αν μιλάμε για συναισθηματική δυσλειτουργικότητα, για τοξικά μοτίβα, τότε σου λέω κάτι που ίσως είναι δύσκολο να ακούσεις. «Υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο να φεύγεις γιατί έγινες δυνατός στο να φεύγεις, γιατί δεν αντέχεις να μείνεις. Το πρώτο είναι επιλογή. Το δεύτερο, δραπέτευση».

Ο Roy Baumeister έγραψε για το ενεργειακό κόστος της αποκοπής: ότι «απαιτεί τεράστια ενέργεια και σε εξαντλεί. Κάθε φορά που βλέπεις το όνομά της/του στο κινητό, σπαταλάς ενέργεια. Ξεσηκώνεσαι. Κάθε φορά που κάποιος σε ρωτάει πώς είναι η μητέρα σου, η αδερφή σου (κλπ), ξεσηκώνεσαι.

Κάθε γιορτή, κάθε γενέθλια, κάθε ανάμνηση των contacts είναι σαν να κλείνεις ένα βαθύ τραύμα με μονωτική ταινία, αντί για ράμματα. Δεν αιμορραγεί φανερά, αλλά κάτω από την επιφάνεια μολύνεται. Δεν ελευθερώνεσαι. Αλλάζεις δεσμά. Δεν σου λέω να γυρίσεις στην τοξικότητα. Προτείνω έναν τρίτο δρόμο: να μεταμορφωθείς».

Μάθε πώς μπορείς να τους δεις και να τους αντιμετωπίσεις διαφορετικά

Αποφεύγοντας τα μικρόβια, δεν αποφεύγεις τις αρρώστιες αν δεν αποκτήσεις γερό ανοσοποιητικό. Ψυχικό ανοσοποιητικό σημαίνει να μπορείς να κρατάς τη σύνδεση, χωρίς να απορρυθμίζεσαι. Να μην μπορούν να σε βγάλουν από το κέντρο σου».

Πώς θα γίνει αυτό;

#1 Ο διακόπτης προσδοκιών

«Το μεγαλύτερο δηλητήριο δεν είναι η τοξικότητα. Είναι η προσδοκία σου ότι θα αλλάξουν οι γονείς, η αδερφή σου κλπ. Είναι δική σου ανάγκη να πρέπει να αλλάξουν, επειδή εσύ το θέλεις ή επειδή εσύ το θεωρείς σωστό και υγιές. Όμως, δεν μπορείς να πάρεις Wi-Fi από ραδιόφωνο.

Μπορεί το ράδιο να σε συνδέσει με κάτι, αλλά όχι με αυτό που θες. Κατέβασε την προσδοκία στο επίπεδο των πραγματικών τους ικανοτήτων, όχι των αναγκών σου. Αν η μητέρα σου μπορεί να δώσει μόνο ένα 20%, μην περιμένεις 80%.

Η αλήθεια που δεν θέλεις να ακούσεις είναι ότι αυτό που δεν πήρες μέχρι τώρα, μάλλον δεν θα το πάρεις ποτέ. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να αποκοπείς. Σημαίνει ότι συνειδητά επιλέγεις από πού αλλού θα καλύψεις αυτά που χρειάζεσαι.

«Κάθε φορά πριν τους δεις, ρώτα τον εαυτό σου τι ρεαλιστικά μπορούν να δώσουν σήμερα και ρύθμισε τις προσδοκίες σου εκεί».

#2 Η αρχιτεκτονική των ορίων

«Δεν βάζω απλά, όρια. Μαθαίνω να τα προβλέπω και να τα σχεδιάζω. Υπάρχουν τρεις αρχιτεκτονικές διαστάσεις: το χρονικό όριο (θα μείνω μια ώρα -δίχως εξηγήσεις), το θεματικό όριο (λες “δεν συζητάμε τη ζωή μου, τις επιλογές μου, τα κιλά μου) και το συναισθηματικό όριο (φεύγεις, όταν ανεβαίνει η ένταση, χωρίς πολλά, πολλά).

«Τα όρια δεν είναι τείχη. Είναι πόρτες με κλειδαριά. Και εσύ κρατάς το κλειδί τους».

#3 Η τεχνική του θερμοστάτη

Έρευνα του Fortune Institute δείχνει ότι ο ουδέτερος τόνος στη συζήτηση, μειώνει κατά πολύ την κλιμάκωση και την οξύτητα. Η τοξική αλληλεπίδραση χρειάζεται δύο φωτιές να μαίνονται -φωνές, δάκρυα, θυμό. Αν σβήσεις τη δική σου φωτιά, η άλλη δεν έχει καύσιμα.

Γίνε λοιπόν, ο θερμοστάτης. Όχι, το θερμόμετρο που πάει πάνω-κάτω. Φράσεις που λειτουργούν είναι οι εξής: «Το ο άκουσα», «Αυτή είναι η δική σου οπτική, αυτήν τη στιγμή», «Δεν βοηθά αυτή η συζήτηση», «Τα λέμε άλλη φορά», «Φεύγω τώρα».

#4 Η ψυχολογική αρχαιολογία

«Ο Murray Bowen, ο πατέρας της οικογενειακής θεραπείας, μίλησε για το γενεαλογικό τραύμα. Δες το γονιό σου, όχι ως τον ρόλο του (ο μπαμπάς μου), αλλά ως την ιστορία του.

Οι οικογένειες έχουν κι αυτές την αρχαιολογία τους, τις ιστορίες τους, που πάνε από γενιά σε γενιά. Μέσα σε κάθε τοξικό γονιό, υπάρχει ένα παιδί με μια ιστορία, με τραγικότητες που κουβαλάει από προηγούμενες γενιές.

Κάνε μια άσκηση: στάσου νοερά μπροστά στο γονιό σου και πες “βλέπω την ιστορία σου και αυτά που δεν μπόρεσαν να ειπωθούν. Εγώ πήρα τη ζωή μου από σένα και το τιμώ αυτό. Αφήνω τα βάρη σου σε εσένα και στρέφομαι μπροστά}.

Δεν χρειάζεται να σε εγκρίνει ο γονιός ή το αδέλφι σου. Αρκεί να έχεις εσύ συμφιλιωθεί με την ιστορία που κουβαλούν αυτοί».

Εν κατακλείδι, να θυμάσαι ότι «το no contact σε απομακρύνει μεν, από τους συγγενείς σου που είναι τοξικοί, αλλά η μεταμόρφωση σου είναι αυτή που σε ελευθερώνει από τη δύναμη που έχουν πάνω σου. Μπορείς να είσαι στο ίδιο δωμάτιο μαζί τους και να νιώθεις ελεύθερος άνθρωπος. Αυτή είναι η πραγματική νίκη».

Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.

Exit mobile version