Courtesy of Sundance Institute, AP Photo, Α24, Warner Bros./Tanweer/24Media Creative Team
ΣΙΝΕΜΑ

Οι 35 καλύτερες ταινίες που είδαμε φέτος

Από δυναμικά μπλοκμπάστερ μέχρι χειροποίητες ανεξάρτητες ταινίες και διεθνείς τίτλους, το 2025 ξεχώρισε.

Από δυναμικά μπλοκμπάστερ από μερικούς εκ των αγαπημένων μας δημιουργών μέχρι χειροποίητες ανεξάρτητες ταινίες που ξεχώρισαν πλάι σε διεθνείς τίτλους που μας διέγειραν πνευματικά, το 2025 ήταν μία πλούσια χρονιά για τους φαν του κινηματογράφου που θέλησαν να κοιτάξουν κάτω από την επιφάνεια.

Συγκεντρώσαμε παρακάτω τις καλύτερες ταινίες που είδαμε φέτος, παρέα με κάποια πολύ υπολογίσιμα honourable mentions.

Sinners

Το Sinners έχει όλη την εικονογραφία των βαμπίρ που έχεις συνηθίσει να περιμένεις, καθώς όμως ο Ryan Coogler γράφει την ωδή του στην κουλτούρα των μπλουζ συνδέοντάς τη με τον τρόμο και εκτεταμένες ιστορικές παραδόσεις, η ταινία εξελίσσεται σε μία πολυσύνθετη ιστορία πολιτιστικής επιβίωσης, με υπόρρητο νόημα αυτό των μαύρων καλλιτεχνών που παλεύουν με νύχια και με δόντια να διατηρήσουν το πνεύμα τους και να αντισταθούν στην ομογενοποίηση.

Γυρισμένη σε φιλμ 65mm από τη διευθύντρια φωτογραφίας Autumn Durald Arkapaw, η υφή της ταινίας είναι πλούσια, ο φωτισμός της μελαγχολικός και οι λεπτομέρειες της εποχής σφυρηλατούν έναν κόσμο που μοιάζει στοιχειωτικά αυθεντικός και ονειρώδης ταυτόχρονα, ενώ το μοντάζ του Michael P. Shawver ισορροπεί ανάμεσα σε αιχμηρές αναλαμπές μακελειού αλλά και στιγμές χάριτος που διατηρούν τον τρόμο και τα αφηγηματικά τόξα των χαρακτήρων στο μυαλό του θεατή. Και τι να πεις για το σάουντρακ του οσκαρικού Ludwig Göransson; Δεν θα μιλούσαμε για την ίδια ταινία χωρίς αυτό.

Soundtrack to a Coup d’Etat

Το συναρπαστικό ντοκιμαντέρ του Johan Grimonprez χρησιμοποιεί τη δολοφονία του πρωθυπουργού της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό Patrice Lumumba για να εξιστορήσει την εμπλοκή της τζαζ στην πολιτική του Ψυχρού Πολέμου και της CIA στις δεκαετίες του 1950 και του 1960. Μαύροι μουσικοί της τζαζ, όπως ο Louis Armstrong, η Nina Simone, ο Duke Ellington και ο Dizzy Gillespie, αποστέλλονται για συναυλίες σε όλο τον κόσμο ως πρεσβευτές της αμερικανικής καλής θέλησης και ελευθερίας, αλλά στην πατρίδα τους ο διαχωρισμός εξακολουθεί να είναι νόμος.

Το ντοκιμαντέρ του Johan Grimonprez χρησιμοποιεί κάθε εργαλείο που προσφέρει ο κινηματογράφος, και είναι ρυθμικό, έχει ώθηση, ήχο και εικόνες που αντιπαρατίθενται μεταξύ τους για να προσδώσουν περισσότερο νόημα. Το αποτέλεσμα είναι θαυμάσιο. Είναι επίσης απαιτητικό ως μία πλήρης διατριβή στριμωγμένη σε ταινία μεγάλου μήκους, με παραπομπές και υποσημειώσεις που δεν σε αφήνεις να χαλαρώσεις. Το Soundtrack to a Coup d’Etat είναι μια οργισμένη και ελλειπτική ταινία, ένα κομμάτι αληθινής ιστορίας δομημένο σαν ιστός αράχνης και ποτισμένο με πραγματικό επείγοντα χαρακτήρα.

It Was Just an Accident

Με το It Was Just An Accident, ο Ιρανός δημιουργός Jafar Panahi έγινε ένας από τους ελάχιστους σκηνοθέτες στην ιστορία, μόλις τέσσερις για την ακρίβεια, που έχει Χρυσή Άρκτο από το Βερολίνο, Χρυσό Λέοντα από τη Βενετία και τώρα Χρυσό Φοίνικα από τις Κάννες. Κεντρικός του χαρακτήρας εδώ είναι ο Αζέρος εργάτης Vahid, του οποίου οι πιο βασανιστικές αναμνήσεις αναδύονται στην επιφάνεια όταν ακούει κάποιον να μπαίνει στο συνεργείο όπου εργάζεται. Ο άνδρας σέρνει το προσθετικό, δεξί του πόδι με τον ίδιο τρόπο και ήχο που το έκανε του ο πρώην βασανιστής του. Τότε θα απαγάγει παρορμητικά τον άνδρα (Ebrahim Azizi, ο μόνος επαγγελματίας ηθοποιός σε ένα εξαιρετικό καστ), θα τον σύρει στη μέση της ερήμου και θα σκάψει ένα λάκκο αρκετά μεγάλο ώστε να τον θάψει ζωντανό. Είναι όμως όντως αυτός ή λέει την αλήθεια όταν το αρνείται;

Και τούτο το φιλμ έπρεπε να γυριστεί κρυφά ώστε να αποφευχθεί η έγκριση της κυβέρνησης του Ιράν, ο δημιουργός όμως είχε την ευκαιρία να δουλέψει με ελαφρώς πιο τυπικές συνθέσεις και ευκρινή υφή στις εικόνες του. Ενδιαφέρεται για το πόσο δελεαστικό μπορεί να είναι για τους καταπιεσμένους να υιοθετήσουν τις μεθόδους των καταπιεστών τους και για το ηθικό τέλμα που προκύπτει από αυτή την αναζήτηση, και έτσι φτιάχνει ένα θρίλερ εκδίκησης που δεν έχει απαντήσεις για όλα – αντιθέτως, μέρος της συγκλονιστικής του δύναμης αντλείται ακριβώς από τις αβεβαιότητες στο κέντρο του.

Father Mother Sister Brother

Μία μελαγχολική ατμόσφαιρα χαρακτηρίζει το Father Mother Sister Brother του Jim Jarmusch – ένα τρίπτυχο ιστοριών στο ύφος του Night on Earth του 1991 και του Coffee and Cigarettes του 2004 – αν και πρόκειται για μία σοφότερη μελαγχολία. Είναι όλες τους ιστορίες οικογενειακές: στην πρώτη ο Adam Driver και η Mayim Bialik υποδύονται τα αμήχανα αδέρφια που επισκέπτονται τον πατέρα τους, έναν μαγνητικό Tom Waits που μουρμουράει και τρεκλίζει σε ένα αγροτικό σπίτι. Στη δεύτερη βινιέτα η Cate Blanchett και η Vicky Krieps υποδύονται αδερφές που μετά από καιρό συναντούν τη μητέρα τους, μία ψυχρή Charlotte Rampling που δεν ξέρει πώς ακριβώς να τις προσεγγίσει. Και το τρίτο κεφάλαιο περιστρέφεται γύρω από αδέρφια, την Indya Moore και τον Luka Sabbat, αυτή τη φορά όμως οι γονείς δεν υπάρχουν πια και τα παιδιά τους καλούνται να αδειάσουν το πατρικό τους σπίτι.

Ο μινιμαλιστικός, διερευνητικός ανθρωπισμός που χαρακτηρίζει τη φιλμογραφία του Jarmusch από το Permanent Vacation ακόμα, το ντεμπούτο του το 1980, δεν έχει αποδυναμωθεί με τον καιρό. Οι χαρακτήρες του εξακολουθούν να πηγαίνουν κάπου, να αναζητούν κάτι. Εδώ είναι στοιχειωμένοι από τη θνητότητα και το αναπόφευκτο πέρασμα του χρόνου, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ταινία του δημιουργού. Το Father Mother Sister Brother έχει διακριτική δύναμη που προκύπτει από την ικανότητα ενός βιρτουόζου να ελέγχει τις κωμικοδραματικές νότες, σε ένα πεδίο όπως είναι η επιστροφή στα πάτρια που μπορεί να γίνει δύσκολο ακριβώς επειδή είναι μία οικουμενική εμπειρία που όλοι ξέρουμε και μπορούμε να κρίνουμε. Όσοι μπορούν να συντονιστούν με τον λακωνικό λυρισμό του Jarmusch θα δουν πέρα από την απελπισία της ύπαρξης – θα κοιτάξουν την καρδιά που χτυπάει μέσα της.

All We Imagine As Light

Τα νυχτερινά πλάνα των πολυσύχναστων δρόμων σε αυτό το εξαιρετικό, βραβευμένο στις Κάννες δράμα του γεννημένου στη Βομβάη σκηνοθέτη ντοκιμαντέρ που έγινε σκηνοθέτης μυθοπλασίας Payal Kapadia δείχνουν τον ορίζοντα ως έναν λαμπερό αστερισμό από φώτα. Και πίσω από κάθε τρεμάμενο παράθυρο, μέσα σε κάθε φιδωτό τρένο του προαστιακού, υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος με τις δικές του μυριάδες ιστορίες. Είναι μια ιδέα που η Kapadia αναγνωρίζει με κομψή απλότητα στην αρχή της ταινίας, χρησιμοποιώντας τεχνικές ντοκιμαντέρ όπως είναι άλλωστε το υπόβαθρό της – ένα μοντάζ σκηνών από δρόμους και τις φωνές μεταναστών από όλη τη χώρα που έλκονται στην πόλη για δουλειά.

Με επίκεντρο δύο συγκάτοικους που εργάζονται μαζί σε ένα νοσοκομείο της πόλης, την προϊσταμένη νοσοκόμα Prabha και την πρόσφατα προσληφθείσα Anu, καθώς και τη συνάδελφό τους, τη μαγείρισσα Parvati, η ταινία εστιάζει σε στιγμές σύνδεσης και θλίψης, ελπίδας και απογοήτευσης. Μέσα από τον ενσυναισθητικό φακό της Kapadia συνειδητοποιούμε ότι αυτές οι γυναίκες, όπως και η πόλη που ποτέ δεν αισθάνεται εντελώς σα σπίτι για καμία από αυτές, εμπεριέχουν πολλαπλότητα. Στο δεύτερο μισό της ταινίας, όταν οι γυναίκες εγκαταλείπουν τη Βομβάη για να συνοδεύσουν την Parvati πίσω στο παραθαλάσσιο χωριό της, ο ουρανός ανασηκώνεται, ο αέρας καθαρίζει και η εικόνα αποκτά μία λυρική, ονειρική ποιότητα.

The Voice of Hind Rajab

Το βραβευμένο στο Φεστιβάλ Βενετίας φιλμ της δημιουργού που μπλέκει ξανά τη δραματοποίηση με το πραγματικό υλικό όπως είχε κάνει με το Four Daughters, χρησιμοποιεί τις αληθινές ηχογραφήσεις από ένα φρικώδες περιστατικό από τη Γάζα τον Ιανουάριο του 2024. Ένα 6χρονο κορίτσι βρίσκεται καθηλωμένο σε ένα αμάξι, περιτριγυρισμένο από νεκρούς συγγενείς του, και καλεί την Ερυθρά Ημισέληνο με την ελπίδα να τη διασώσει όσο ο στρατός του Ισραήλ εξακολουθεί να πυροβολεί. Εμείς ως κοινό παρακολουθούμε το κέντρο επιχείρησης διάσωσης και τις προσπάθειές του να εξασφαλίσει την αποστολή ασθενοφόρου στην απαγορευμένη ζώνη.

Η Ben Hania φτιάχνει ένα αριστούργημα σχεδόν αβάσταχτο, επειδή απαιτεί να γίνεις μάρτυρας ενός εγκλήματος, χωρίς καμία διέξοδο διαφυγής. Η Φωνή της Χιντ Ρατζάμπ είναι μεν σκηνοθετημένη ως ένα αγωνιώδες θρίλερ διάσωσης, αλλά δεν υπάρχει καμία εμψυχωτική στιγμή – αντίθετα οι κορύφωσεις του σασπένς είναι στις στιγμές απόγνωσης των εξοργισμένων διασωστών, που αδυνατούν να εμποδίσουν τη μοίρα του κοριτσιού. Ο πόνος δεν εργαλειοποιείται εδώ για να μας συνταράξει γιατί, πολύ απλά, τα γεγονότα είναι πέρα για πέρα αληθινά και το φιλμ γίνεται ένα κινηματογραφικό ιστορικό πειστήριο.

Sorry, Baby

Η μόνη σίγουρη αλήθεια πέρα από τον θάνατο είναι πως στη ζωή θα συμβούν κακά πράγματα. Αν είσαι τυχερός, η ζωή σου θα συνεχιστεί και μετά από αυτά. Θα μάθεις να κινείσαι εκ νέου στον κόσμο παρέα μαζί τους μέσα σου, ίσως παρά ή και εξαιτίας τους. Όμως θα υπάρχει πάντα πια η εποχή πριν από αυτά, και η εποχή μετά από αυτά.

Αυτό ακριβώς σκιαγραφεί με οξυδέρκεια και τρυφερότητα το Sorry, Baby. Η ταινία δεν είναι ούτε μία ανάλαφρη κωμωδία, ούτε κάποιο θλιβερό δράμα. Είναι ένα κάπως αυθάδικο αφιέρωμα στην καθημερινή επιβίωση μετά από τα άσχημα, με την υπογραφή της Eva Victor που βάζει γράφει, σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί κεντράροντας σε μία σεξουαλικά κακοποιημένη γυναίκα που ευτυχώς δεν καθορίζεται μονάχα από το τραύμα της.

One Battle After Another

Με μπάτζετ που συνήθως προορίζεται για παραγωγές υπερηρώων, η σάτιρα του Paul Thomas Anderson είναι αναμφισβήτητα μία από τις καλύτερες στουντιακές ταινίες των τελευταίων ετών. Ένα άμεσο classic.

Λειτουργώντας σε κλίμακα που επισκιάζει τα πετρελαϊκά πεδία του There Will Be Blood ή τις αλυκές του The Master, το εύρος και η περιοδεύουσα αφήγηση του One Battle After Another περιλαμβάνει χρονικά άλματα 16 ετών, κωμικά διαλείμματα σε τηλεφωνικά κέντρα, και μία από τις πιο δημιουργικές καταδιώξεις αυτοκινήτων που έχουν γυριστεί ποτέ για την οθόνη. Είναι το είδος ταινίας που τα μεγάλα στούντιο σχεδόν ποτέ δεν χρηματοδοτούν πια.

Είναι επίσης η πρώτη ταινία αυτού του μεγέθους που αποτυπώνει με ακρίβεια πόσο αγχωτικό είναι να ζεις στον δυτικό κόσμο αυτή τη στιγμή, καταγράφοντας την καρικατούρα της πραγματικότητάς μας. Είναι ξεκαρδιστική ναι, αλλά δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για την ειλικρίνεια των φρικαλεοτήτων της, ή για το πόσο διαυγώς διαγιγνώσκει τη μικρότητα των ανδρών που επιβάλλονται στους αθώους και τους ευάλωτους.

Weapons

Το Weapons δεν ήταν μονάχα μία από τις καλύτερες και σίγουρα πιο απρόβλεπτες ταινίες της φετινής χρονιάς. Επιβεβαίωσε τον Zach Cregger ως απαραίτητη φωνή στον σύγχρονο τρόμο. Σε ένα χολιγουντιανό σκηνικό γεμάτο sequels, prequels, reboots και revivals, ο Κρέγκερ επαναφέρει μία χαμένη τέχνη στις κινηματογραφικές ιστορίες – το να μην έχεις την παραμικρή ιδέα για το πού θα σε οδηγήσει σε κάθε επόμενη σκηνή.

Ο Cregger εμπνεύστηκε εν μέρει την ιστορία του Weapons μετά τον θάνατο ενός στενού του φίλου, και έτσι η ήσυχη φρίκη του αγνώστου ζει σε κάθε πόρο αυτής της ταινίας, με το ερώτημα «γιατί;» να κυριαρχεί ακόμη και μέχρι το τέλος του – μία οδυνηρή, εκρηκτική, ελαφρώς χαζοβιόλικη αναμέτρηση. Υπάρχουν ερωτήματα στα οποία μπορεί να μην μάθουμε ποτέ τις απαντήσεις – εκτός αν επιλυθεί το σίκουελ – υπαρξιακοί φόβοι που μπορούμε μόνο να ονειρευτούμε ότι θα κατακτήσουμε ή ελέγξουμε. Υπό αυτή την έννοια, αυτό το απόκοσμο παραμύθι δεν θα μπορούσε να είναι αληθινότερο από τη ζωή.

If I Had Legs I’d Kick You

Η χαμαιλεόντια Rose Byrne, μία από τις καλύτερες ηθοποιούς της γενιάς της που αναγνωρίζεται επιτέλους από τα βραβεία (κέρδισε στο Φεστιβάλ Βερολίνου, έχει υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα και Critics’ Choice και αναμένεται στην πεντάδα Α΄Γυναικείου στα Όσκαρ), υποδύεται μία εργαζόμενη μητέρα με κόρη που πάσχει από μία ανώνυμη ασθένεια καθημερινής θεραπείας και χρήσης μηχανήματος σίτισης. Μαζί, αβοήθητες ως επί το πλείστον, θα αναζητήσουν καταφύγιο σε ένα μοτέλ μετά από ένα παράξενο ατύχημα στο διαμέρισμά τους. Καθώς η μία αναποδιά ακολουθεί την άλλη και οι επιλογές της Linda γίνονται ολοένα πιο τρομακτικές και ανεύθυνες, το πρόσωπο της Byrne γίνεται ένα συναισθηματικό πεδίο μάχης. Όταν τη βλέπουμε να ουρλιάζει σε ένα μαξιλάρι, είμαστε εκεί μαζί της.

Ως ταινία το If I Had Legs I’d Kick You είναι μία σκοπίμως δυσάρεστη δοκιμασία αντοχής, μία καθοδική σπείρα που παίζει με αναλαμπές σουρεαλισμού, συχνά βυθιζόμενη σε στιγμές απόλυτου τρόμου, αναδεικνύοντας την εμμονή μας με το πώς πρέπει να είναι μια καλή μητέρα συχνά και την αδυναμία μας να εντοπίσουμε τα προβλήματα της παιδικής ηλικίας οπουδήποτε εκτός της δυάδας μητέρα-παιδί.

The Ugly Stepsister

Το Ugly Stepsister ξαναγράφει τη Σταχτοπούτα ως body horror, εμπνεόμενο άμεσα από το παραμύθι των Αδελφών Grimm. Αυτή τη φορά πρωταγωνίστρια είναι η παραγκωνισμένη, πικρόχολη θετή αδερφή της. Για το ντεμπούτο της που ξεχώρισε γρήγορα στο Φεστιβάλ Sundance και αργότερα στο Φεστιβάλ Βερολίνου, η Νορβηγίδα σεναριογράφος-σκηνοθέτρια Emilie Blichfeldt αναμειγνύει τα πιο βίαια στοιχεία του λαϊκού παραμυθιού με τη φαντασμαγορική λαχτάρα, για να δημιουργήσει μία εκδοχή για τη Σταχτοπούτα όπου η ομορφιά σημαίνει πόνος για κάποιες γυναίκες, αλλά η ζωή είναι πόνος για όλες.

Το Ugly Stepsister όμως δεν είναι απλώς πορνό βασανιστηρίων. Αν και η ευρηματική Blichfeldt δεν συγκρατείται καθόλου καθώς απομυθοποιεί τις αφελείς αντιλήψεις της ηρωίδας της για τον έρωτα, το κάνει όλο αυτό με ένα κλείσιμο του ματιού και ένα χαμόγελο, τόσο πονηρό όσο κάθε έτσι-πήγε-πραγματικά-ο-μύθος μεταφορά. Αντιπαραβάλλοντας το πώς αισθάνονται οι γυναικείοι χαρακτήρες της σε σχέση με τις προσδοκίες των ανδρών για αυτούς, η δημιουργός καθιστά σαφές ότι τα αδύνατα πρότυπα ομορφιάς είναι τα πιο άδικα από όλα, είτε στον πραγματικό κόσμο, είτε σε αυτό το διεστραμμένο φανταστικό βασίλειο.

Black Bag

Λέγεται συχνά πως κάθε δυνατή σχέση βασίζεται σε θεμέλια εμπιστοσύνης. Η εμπιστοσύνη όμως δεν είναι απαραίτητα το ίδιο με την αλήθεια. Ο γάμος είναι η υπόσχεση ότι θα επιλέγεις πάντα να είσαι ειλικρινής με τον σύντροφό σου, όχι η υπόσχεση ότι δεν θα χρειαστεί να του πεις ποτέ ψέματα. Οι κατάσκοποι στο Black Bag του Steven Soderbergh λοιπόν είναι σύζυγοι, ο George Woodhouse και η Kathryn St. Jean, που λένε ότι θα σκότωναν ο ένας για τον άλλον και θα αψηφούσαν διαταγές για να αλληλοπροστατευτούν. Θα το έκαναν όμως στ’ αλήθεια;

Αν και το υποστηρικτικό καστ του Black Bag είναι άψογο (Naomie Harris, Pierce Brosnan, Marisa Abela, Regé-Jean Page, Tom Burke), η ταινία είναι πραγματικά της Cate Blanchett και του Michael Fassbender. Μία περίπλοκα υφασμένη ιστορία σεξουαλικής διαμάχης και πολιτικών μηχανορραφιών, και μία ισχυρή υπενθύμιση ότι στην καρδιά κάθε δράματος, προσωπικού ή πολιτικού, υπάρχει η ανθρώπινη αδυναμία.

Vermiglio

Το 1944 στο Vermiglio, ένα απομακρυσμένο ορεινό χωριό της Ιταλίας, η άφιξη του Pietro, ενός λιποτάκτη από τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο, θα αλλάζει την πορεία της ζωής όλων όταν θα ερωτευτεί τη μεγαλύτερη κόρη του τοπικού δασκάλου. Είχε κερδίσει το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής μεταξύ άλλων βραβείων στο Φεστιβάλ Βενετίας και ήταν η επίσημη υποβολή της Ιταλία για τα φετινά Όσκαρ.

Το Vermiglio που σφύζει από σκληρά, αγωνιώδη συναισθήματα, χάρη εν μέρει και στα υπέροχα visuals που το είχαν καταστήσει την πιο όμορφη ίσως ταινία των περσινών παραγωγών, είχε κερδίσει επίσης το Βραβείο Σεναρίου στο περασμένο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας – Νύχτες Πρεμιέρας.

Oddity

Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς πού πηγαίνει το Oddity, και τα συστατικά του είναι βασικά και πατροπαράδοτα στον τρόμο – μία κατά βάση τοποθεσία, λίγοι χαρακτήρες, σοκαριστική κατά τόπους βία, εισβολή σε σπίτι, φαντάσματα, γκόθικ λαϊκή παράδοση – όμως ακόμα κι όταν βλέπεις το αμέσως επόμενο βήμα, δεν μπορείς να προβλέψεις τι θα συμβεί αμέσως μετά. Τα στοιχεία είναι οικεία αλλά συναρμολογούνται σε κάτι αξιοθαύμαστα πρωτότυπο.

Πάνω από όλα είναι μία Καθολικών φρονημάτων ιστορία – όπως συμβαίνει ενίοτε να είναι οι δουλειές Ιρλανδών σκηνοθετών τρόμου που έχουν προκύψει τα τελευταία χρόνια – που ενδιαφέρεται για την ηθική τιμωρία και τη βίαιη εκδίκηση. Εάν κάνω κάτι κακό, θα το πληρώσω; Θα είναι η τιμωρία μου ανάλογη της αμαρτίας; Θα αυτοκαταστραφώ προσπαθώντας να την αποφύγω; Και τι θα κερδίσω αν πάρω εκδίκηση;

Το αγκίστρι της αφήγησης εδώ δεν είναι τόσο το σοκ όσο το ρολόι μίας πολύπλοκης μηχανής, της οποίας τα κομμάτια λειτουργούν προς έναν μοναδικό, πάντοτε ατμοσφαιρικό σκοπό, ενισχυμένο από έναν αριστοτεχνικό ηχητικό σχεδιασμό και το μοντάζ που αφήνει όσα πρέπει στη φαντασία του κοινού. Και τα πρώτα 11 λεπτά του είναι σεμινάριο έντασης.

Caught by the Tides

Η ελεγειακή ταινία του Jia Zhang-ke περιστρέφεται γύρω από μια γυναίκα (Zhao Tao) που ταξιδεύει από το σπίτι της σε μια ξεθωριασμένη βιομηχανική πόλη, αναζητώντας έναν εξαφανισμένο πρώην φίλο της. Η ταινία ανατρέχει στην πρόσφατη ιστορία της Κίνας, αλλά και στη φιλμογραφία του Jia σχολιάζοντας θεματικές, γεωγραφικά χαρακτηριστικά, τεχνικές και δομικά στοιχεία, ενσωματώνοντας υλικό που γυρίστηκε σε διάφορα χρονικά διαστήματα από το 2001 έως το 2023. Σε αυτό το οραματικό χρονικό του ταραγμένου νέου αιώνα της Κίνας, ο Jia κατασκευάζει ένα αισθητηριακά καθηλωτικό, συναισθηματικά βαθύ πορτρέτο ενός κόσμου σε μεταβολή, και δύο ανθρώπων που πλοηγούνται στα αβέβαια ρεύματά του.

I’m Still Here

Ο Walter Salles (The Motorcycle Diaries) κάνει το πολιτικό δράμα προσωπικό σε αυτή την εύγλωττη ταινία που βασίζεται στην αληθινή ιστορία της οικογένειας Paiva. Στο Ρίο του 1970, ο Rubens Paiva, ένας φιλελεύθερος πρώην βουλευτής και ακτιβιστής που αντιτίθεται στη στρατιωτική δικτατορία της χώρας, γίνεται ένας από τους πολλούς εξαφανισμένους όταν συλλαμβάνεται και η οικογένειά του δεν τον ξαναβλέπει ποτέ. Τα χρόνια γίνονται δεκαετίες, και η σύζυγός του, Eunice, ζει με τις συνέπειες μαζί με τα πέντε παιδιά τους.

Ο Salles μας εμβυθίζει στην ένταση και τον φόβο της απαγωγής, ενώ λίγες ταινίες δημιουργούν την ίδια στιγμή μία τόσο μοναδική απεικόνιση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων για όσους μένουν πίσω. Το I’m Still Here αποκαλύπτει με κομψότητα το πένθος και τον τρόπο με τον οποίο οι πολιτικές πράξεις μπορούν να πατήσουν pause σε ζωές, καθώς μία οικογένεια μαθαίνει να κοιτάζει μπροστά χωρίς να χάνει το παρελθόν από τα μάτια της. Δεν παρουσιάζεται όμως ως μία απλή πολεμική για μία ιστορικοπολιτική κατάσταση, και αυτό είναι το μυστικό της παγκόσμιας απήχησής του. Είναι επίσης ένα συγκινητικό πορτρέτο για το πώς η πολιτική διαταράσσει και αναδιαμορφώνει την οικιακή σφαίρα και πώς η αλληλεγγύη, η κοινότητα και η αγάπη είναι ο μόνος βιώσιμος δρόμος για να ζήσουμε μέσα στην τραγωδία.

Flow

Από όλα τα μετα-αποκαλυπτικά τοπία που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια, κανένα δεν είναι τόσο εκθαμβωτικά όμορφο και ειρηνικό όσο αυτό του Flow, ακόμα και όταν οι πιο ήσυχες στιγμές του φιλμ στιγματίζονται από υπαρξιακή απειλή. Έχει σασπένς, στοχασμό και πόνο, με έναν τρόπο που λίγες ταινίες προσπαθούν να έχουν, και ακόμα λιγότερες καταφέρνουν να έχουν.

Οι animators από το Βέλγιο και τη Γαλλία έκαναν θαύματα στο φετινό Όσκαρ Animation Μεγάλου Μήκους, με τα digital γραφικά των πανέμορφων φωτορεαλιστικών φόντων και τη ρευστή εικονική τους κάμερα να στροβιλίζεται και να περιστρέφεται για να ακολουθεί πλάσματα που φαίνονται σχεδιασμένα στο χέρι. Το Flow μπορεί να είναι ένα ψηφιακό κατασκεύασμα, είναι όμως επίσης ανοιχτό, ζωντανό, φτιαγμένο από τα στοιχεία. Μία ανάσα φρέσκου αέρα από κάθε άποψη.

Misericordia

Η συναρπαστική ταινία του Alain Guiraudie (Stranger by the Lake) είναι γεμάτη εκπλήξεις. Ξεκινά ως ένα δράμα για τον Jeremie, έναν νεαρό άνδρα που επιστρέφει στο μικρό χωριό του στην καταπράσινη γαλλική ύπαιθρο για μία κηδεία, και στη συνέχεια μετατρέπεται σε μία κωμική ματιά για την επιθυμία και ένα θρίλερ για την συγκάλυψη ενός φόνου. Όλες αυτές οι ανατροπές μεταφέρονται με δεξιοτεχνία και, μέσα από αυτές, επιβεβαιώνεται πως ο Guiraudie είναι ο πιο οξυδερκής σκηνοθέτης που καταπιάνεται και φέρνει την ανδρική λαχτάρα και τις συνέπειές της πίσω στην οθόνη.

Το Misericordia (λατινική λέξη για την ευσπλαχνία) ήταν υποψήφιο για οκτώ βραβεία Cesar, το γαλλικό αντίστοιχο των Όσκαρ, συμπεριλαμβανομένων των κατηγοριών καλύτερης ταινίας και καλύτερου σκηνοθέτη, η ανθρώπινη κωμωδία της όμως έχει αρέσει σε κοινά παντού.

The Phoenician Scheme

Λίγοι αφηγητές έχουν χρησιμοποιήσει το στοιχείο της οικογένειας με περισσότερο βίαιο ενθουσιασμό από τον Wes Anderson, του οποίου οι ταινίες συχνά ξεκινούν με — και στη συνέχεια επουλώνουν — το φαινομενικά θανάσιμο είδος πληγής που μόνο μία διαλυμένη, οικογενειακή σχέση μπορεί να αφήσει πίσω της, και μόνο μία προσεκτικά επιδιορθωμένη σχέση μπορεί να ελπίζει να θεραπεύσει. Υπό αυτή την έννοια και πολλές άλλες, το The Phoenician Scheme είναι η πιο ενθουσιωδώς βίαιη ταινία που έχει κάνει ο δημιουργός μέχρι τώρα.

Το αποτέλεσμα είναι ένα καλειδοσκόπιο εκκεντρικότητας με σκηνές υπαρξιακής σημασίας, καθώς μοιάζουν παράλληλα να λαμβάνουν χώρα σε παιδική χαρά. Ακόμη και στα πιο σκοτεινά της σημεία, η ταινία ξεδιπλώνεται με αίσθηση ριζοσπαστικής επιπολαιότητας. Ο καταιγισμός του σχεδιασμού της σε κάνει να επιθυμείς να μπορούσες να παγώσεις τα καρέ ώστε να εκτιμήσεις την ομορφιά και την ευφυΐα των λεπτομερειών της.

The Brutalist

Η λέξη «έπος» ακούγεται στον κινηματογράφο κάθε λίγους μήνες καθώς κοτσάρεται στα αγαπημένα φεστιβαλικά χιτ της εκάστοτε περιόδου, όμως πώς αλλιώς θα μπορούσε κανείς να περιγράψει τόσο την αφηγηματική έκταση, όσο και την αισθητική τέχνη του The Brutalist;

Με επικεφαλής τον επί μακρόν συνεργάτη του σκηνοθέτη Brady Corbet, Lol Crawley, και γυρισμένο σε πλούσια 70mmm VistaVision, το Brutalist γίνεται ένα έργο μεγαλειώδες, που αποτυπώνει απτά την απαλότητα του πρωινού, σιγοβράζοντος φωτός μέσα από τις ρωγμές του σκυροδέματος, την ασφυκτική κλειστοφοβία των αχανών βιβλιοθηκών, την απελπιστική φύση της κίνησης για όσους δεν έχουν την πολυτέλεια της ακινησίας.

Ο Corbet, σταθερά ενδιαφερόμενος για την κυκλική σχέση τραύματος και πολιτισμού στον 20ό αιώνα, έχει φτιάξει ένα έργο με τόσο εκλεπτυσμένη αίσθηση ύφους και τόπου, που μοιάζει σαν να υπήρχε στον κόσμο πριν το σκεφτεί, ήσυχα θαμμένο κάπου, περιμένοντας να βρεθεί.

To a Land Unknown

Η ιστορία του Mahdi Fleifel για τον εκτοπισμό και την απελπισία Παλαιστινίων προσφύγων που αναζητούν μία καλύτερη ζωή δημιουργεί ατμόσφαιρα αγωνίας και μελαγχολίας, ενώ περιβάλλει τις οξυδερκείς παρατηρήσεις του για τους ηθικούς συμβιβασμούς σε ένα σφιχτοδεμένο crime story που πήγε στραβά. Τα περισσότερα συγχαρητήρια πρέπει να αποδοθούν στους δύο ηθοποιούς, τον Mahmood Bakri και τον Aram Sabbah, που εγείρουν τεράστια συμπάθεια για χαρακτήρες που πολύ συχνά παίρνουν απελπισμένες αποφάσεις.

Κιούκα Πριν το Τέλος του Καλοκαιριού

Η ελληνική ταινία για έναν single πατέρα που οργανώνει οικογενειακές διακοπές με τα δίδυμα παιδιά του με το ιστιοπλοϊκό τους, μέχρι που το φυλαγμένο μυστικό του καταφθάνει στον Πόρο και ανατρέπει τη ζωή τους, έχει βγει, φωτεινά και χειροποίητα, μέσα από τις παιδικές καλοκαιρινές σου αναμνήσεις. Είχε ανοίξει το παράλληλο τμήμα ACID του 77ου φεστιβάλ των Καννών και έφτασε στην Ελλάδα ως το πολλά υποσχόμενο σκηνοθετικό ντεμπούτο μεγάλου μήκους για τον Κωστή Χαραμουντάνη που έκανε και με το παραπάνω απόσβεση των προσδοκιών. Κωμωδία, δράμα, λυρικό σινεμά και vibes σε μοιρασμένες δόσεις, που μπορείς να ψηλαφίσεις, να μυρίσεις, να γευτείς. Και σίγουρα να θυμάσαι.

28 Years Later

Το 28 Days Later είχε επηρεάσει ακόμη και την κινηματογράφηση τέτοιων ιστοριών. Γυρισμένο με βιντεοκάμερες που θα μπορούσες να είχες σπίτι σου, η ψηφιακή του μορφή προσέδωσε μία ωμή, σχεδόν ντοκιμαντερίστικη ποιότητα στα οπτικά στοιχεία. Η εμπειρία ήταν καθηλωτική, παρασύροντας το κοινό στο χάος. Αντίστοιχα επιδραστικό λοιπόν, όπως η ταινία που καθόρισε το υπο-είδος των ζόμπι για τα επόμενα 25 χρόνια από την κυκλοφορία του. Τι μπορούσε όμως να κάνει διαφορετικό; Να είναι ας πούμε, για αρχή, μία ταινία ενηλικίωσης.

Η ελπίδα στον πυρήνα της ταινίας είναι διάχυτη, μέσα από τις επιλογές των χαρακτήρων, μέσα από τις εμψυχωτικές επιλογές του μουσικού σκορ σε σημεία που θα μπορούσε να είχε επιλεγεί σκυθρωπότερη μουσική καταδίωξης, μέσα από τις επιλογές μίας αφήγησης που θέλει να θρηνήσει τον θάνατό γιορτάζοντάς τον ως αναπόσπαστο και αναπόφευκτο μέρος της ανθρώπινης εμπειρίας. Αυτός και η γέννηση είναι οι μοναδικές συνθήκες που θα βιώσουμε όλοι μας, χωρίς εξαίρεση.

Grand Tour

Από τον Miguel Gomes, τον βραβευμένο σκηνοθέτη των Tabu και Arabian Nights, έρχεται μια παγκόσμια ιστορία αγάπης. Το Grand Tour που χάρισε στον Gomes το βραβείο Καλύτερου Σκηνοθέτη στο 77ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών, συνδυάζει το μελόδραμα και τη screwball κωμωδία σε ένα παιχνίδι γάτας και ποντικιού μεταξύ εραστών. Το 1917, στην αποικιακή Βιρμανία, ο Edward, δημόσιος υπάλληλος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, εγκαταλείπει την ερωτευμένη αρραβωνιαστικιά του Molly την ημέρα που αυτή καταφθάνει για να παντρευτούν. Καθώς αυτός δραπετεύει σε μία απροσδόκητη οδύσσεια στην Ασία, εκείνη θα τον ακολουθήσει διασκεδάζοντας με τις κινήσεις του.

Ο Gomes συνδυάζει σκηνές μυθοπλασίας με σκηνές ντοκιμαντέρ, μερικές από αυτές σαφώς σύγχρονες, άλλες φαινομενικά πιο διαχρονικές. Η χρήση υποβλητικών εικόνων για να επικεντρωθεί η ταινία στην αφήγησή της σε ευρύτερο επίπεδο είναι αυτό που την κάνει ένα πανέμορφο, ελεύθερο κατασκεύασμα, που δεν σταματά ποτέ, σπανίως επιβραδύνει και πάντοτε φαίνεται να κατευθύνεται, ιλιγγιωδώς, σε τουλάχιστον δύο κατευθύνσεις. Είναι, επίσης, βροντωδώς ρομαντική.

Σπασμένη Φλέβα

Η νέα νεοελληνική οδύσσεια του Γιάννη Οικονομίδη ακολουθεί τον Θωμά Αλεξόπουλο, τον χαρακτήρα του Βασίλη Μπισμπίκη – ενός μεσήλικα επιχειρηματία που προσπαθεί να σώσει το σπίτι του από τον τοπικό τοκογλύφο. Απεγνωσμένος αλλά και με ένα brand θράσους που έχουν μόνο όσοι άνθρωποι πιστεύουν πως το σύμπαν οφείλει να τους εξυπηρετεί, ο Αλεξόπουλος θα προσπαθήσει να μαζέψει τα χρήματα από φίλους, συγγενείς, και φυσικά από τις γυναίκες της ζωής του, με ολέθρια αποτελέσματα.

Η σπειροειδής δομή που ακολουθεί η Σπασμένη Φλέβα ακολουθώντας τον Αλεξόπουλο στην προσπάθειά του να συγκεντρώσει τα χρήματα εγκλωβίζει το κοινό μεταδίδοντας την απόγνωση του ήρωα και της συνθήκης, με τον Οικονομίδη εναλλάσσεται τονικά πιο άνετα από ποτέ, ανεβοκατεβάζοντας τη στάθμη των συναισθημάτων μας όπως και για όσο θέλει.

F1: The Movie

Υπάρχει ένα συγκεκριμένο είδος “καλοκαιρινής” ταινίας τόσο ορμητικό, τόσο γεμάτο λάμψη, ταλέντο και star power που, πριν καλά-καλά ξεκινήσει, νιώθεις να ενθουσιάζεσαι με τον ίδιο σου τον ενθουσιασμό. Θέλεις να νιώσεις τη συγκίνηση, την ενέργεια, την ένταση. Το F1 είναι μία από αυτές τις ταινίες που στις προσφέρουν απλόχερα.

Wake Up Dead Man: A Knives Out Mystery

Η τρίτη και καλύτερη ταινία στην οσκαρική σειρά ταινιών του Rian Johnson. Η νέα υπόθεση εκτυλίσσεται σε μία εκκλησία που κλονίζεται από δύο αμαρτίες – η πρώτη είναι, όπως πάντα, ένας φόνος. Η δεύτερη είναι η ληστεία, γιατί ο Josh O’Connor κλέβει την ταινία από τον Daniel Craig, που εμφανίζεται ξανά στην ταινία μετά από 40 λεπτά κατόπιν της έναρξης.

Τα Knives Out έχουν πάντοτε έξυπνα σενάρια, αιχμηρά αστεία και μεγάλους σταρ, και ο Johnson που τα δημιουργεί έχει και το χάρισμα ενός διασκεδαστή, και την αφοσίωση ενός σπουδαστή στην τέχνη του μυστηρίου. Είναι, όμως, και πάντοτε πολιτικά. Το Wake Up Dead Man, λοιπόν, έχει πολλά να πει γύρω από τη θρησκεία: τι είναι, τι δεν είναι, και πώς διαστρεβλώνεται για να υποκινήσει τον φόβο και το μίσος. Ασχολείται επίσης με τον ρόλο των γυναικών στην Εκκλησία, πώς υπάρχουν και πώς γίνονται αντιληπτές μέσα σε έναν θεσμό που είναι boys’ club. Και ενώ θα περίμενες από μία Knives Out ταινία να είναι σαρκαστική και κυνική για τη θρησκεία, το Wake Up Dead Man είναι ανάλαφρο και στοργικό όταν αναρωτιέται τι σημαίνει να κρατάς τις πεποιθήσεις σου (και την ανθρωπιά σου κυρίως!), όταν τόσοι πολλοί προσπαθούν να σου επιβάλλουν τις δικές τους. Δεν τα βάζει με τους πιστούς. Ισορροπεί την κωμωδία του με μια έντονη αντίθεση μεταξύ μίας πίστης που διαιρεί και μίας πίστης που ενώνει.

Βουγονία

Η διπλά οσκαρική Stone παραδίδει μία ακόμη σοκαριστική μεταμόρφωση για τον Γιώργο Λάνθιμο. H απόκοσμη παρουσία της στην ταινία κινείται ανάμεσα στην ψυχρότητα και την ευθραυστότητα, τη βία και την τρυφερότητα, σε μία ερμηνεία που θυμίζει performance art — κάθε βλέμμα, κάθε παύση, κάθε αλλαγή ύφους είναι μελετημένο τελετουργικό. Ο ρόλος της λειτουργεί ως καθρέφτης της εποχής: μια γυναίκα-σύμβολο της εξουσίας που ταυτόχρονα μοιάζει παγιδευμένη σε έναν κόσμο όπου κανείς δεν ξεχωρίζει το πραγματικό από το φανταστικό.

Η πραγματική απόλαυση της Βουγονίας όμως είναι η συνεργασία της με τον Jesse Plemons. Ο ηθοποιός καταφέρνει να την ξεπεράσει σε τρέλα, ταιριαστός απόλυτα στην αγριότητα και την αφοσίωσή της. Μαζί είναι ένας μικρός θίασος, σε ένα δράμα δωματίου όπως εκτυλίσσεται τελικά η Βουγονία, εμποτισμένο με μία κρυμμένη περιπέτεια, όπου οι ρόλοι θύτη και θύματος εναλλάσσονται, όπως συμβαίνει άψογα και με την τονικότητα της ταινίας από κωμωδία σε τραγωδία και πίσω.

Exit 8

Ένας ανώνυμος άνδρας θα βρεθεί παγιδευμένος σε έναν ατελείωτο διάδρομο του μετρό στο Τόκιο, που φαίνεται να επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά, ενώ ένας πίνακας πληροφοριών θα του παρέχει τους κανόνες του καθαρτηρίου – αν εντοπίσει οτιδήποτε έξω από το κανονικό, θα πρέπει να γυρίσει πίσω. Εάν πάλι όχι, μπορεί να συνεχίσει. Και εάν θέλει να δραπετεύσει, θα πρέπει να ολοκληρώσει με επιτυχία τον κύκλο αυτό οκτώ φορές. Μπορεί ο ήρωας να μείνει κολλημένος εκεί για πάντα και εσύ μαζί του, αυτό είναι βίωμα του κοινού στο Exit 8, και πως κάτι πραγματικά τρομακτικό θα μπορούσε να εμφανιστεί τελικά σε αυτή τη λούπα. Οι ανατροπές που επιφυλάσσει η ιστορία είναι απολαυστικές και αξίζει να τις ζήσεις χωρίς να γνωρίζεις τίποτα εκ των προτέρων.

Το Exit 8 είναι η σπάνια βασισμένη σε video game ταινία που έχει πραγματικά την αίσθηση ενός παιχνιδιού και καινοτομεί εξερευνώντας τη δομή του. Γνωρίζει καλά πώς να καθηλώσει δηλαδή, κάνοντάς σε να ψάχνεις την οθόνη μαζί με τον παγιδευμένο άνδρα. Εν τέλει θα γίνει ένας έξυπνος εφιάλτης για την αποδοχή της αλλαγής και τον φόβο που συνοδεύει το άγνωστο.

No Other Choice

Είναι ο Park Chan-wook ο πιο σικάτος σκηνοθέτης που έχουμε; Η μαύρη κωμωδία No Other Choice πάντως είναι η τελευταία από μία σειρά αποδείξεων που υποδηλώνουν πως ναι, πιθανότατα. Βασισμένη στο μυθιστόρημα του Donald E. Westlake από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, το The Ax που είχε μεταφέρει και ο Κώστας Γαβράς, αφορά έναν υπάλληλο σε εργοστάσιο παραγωγής χαρτιού, τον Man-su του Κορεάτη σταρ Lee Byung-hun, που απολύεται από τους νέους Αμερικανούς ιδιοκτήτες της εταιρείας («δεν υπάρχει άλλη επιλογή», λέει ένας εξ αυτών) και καταφεύγει σε ακραία μέτρα για να βρει νέα δουλειά – να σκοτώσει κάθε ανταγωνισμό του.

Είναι τρελό αυτό που βλέπουμε να συμβαίνει, ναι, παράλογο όμως όχι. Ο ήρωάς μας, για τον οποίο η ταινία βρίσκει την εξαιρετικά σπάνια ισορροπία συμπάθειας άνευ υποστήριξης, δεν κινδυνεύει να μη μπορεί να ταΐσει τα παιδιά του (τα σκυλιά είναι μία άλλη ιστορία). Το No Other Choice δεν αφορά κάποια περίπτωση σοβαρής φτώχειας, όπως το συγγενικό του Parasite. Ο Man-su απλώς δεν μπορεί να συντηρήσει το υψηλό επίπεδο ζωής που βλέπουμε να έχει στην αρχή της ταινίας («τα έχω όλα!»). Αυτή είναι μία παραβολή για το πώς ο καπιταλισμός επιβάλλει τον εαυτό του τροφοδοτώντας την εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας ενώ γεμίζει τα πορτοφόλια μας, και συγχέοντας αυτό που κάνουμε με αυτό που είμαστε, σε σημείο που τα δύο γίνονται αλληλοεξαρτώμενα.

Put Your Soul On Your Hand and Walk

Στις αρχές του 2024, η σκηνοθέτρια Sepideh Farsi ένιωσε την ανάγκη να καταγράψει τη ζωή στη Γάζα. Δεν κατάφερε να αποκτήσει πρόσβαση στη Λωρίδα, συνδέθηκε όμως με μία φωτογράφο που είχε ζήσει και τα 25 χρόνια της ζωής της εκεί – τη Fatma Hassona. Το ντοκιμαντέρ Put Your Soul On Your Hand and Walk αποτελείται σχεδόν εξ ολοκλήρου από την μηνιαία αλληλογραφία τους. Η Farsi συνυφαίνει τα πορτρέτα της Hassona για μία ολοένα και πιο πληγωμένη Γάζα, ανάμεσα σε μία σταθερή ανταλλαγή ηχητικών μηνυμάτων, ακανόνιστων βιντεοκλήσεων και γραπτών μηνυμάτων.

Την τελευταία φορά που βλέπουμε τη Hassona, η Farsi μοιράζεται πως η ταινία τους έγινε δεκτή από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών, και οι δυο τους, ενθουσιασμένες με τα καλά νέα, κάνουν σχέδια ώστε η Hassona να φύγει από τη Γάζα ώστε να παραστεί. Μέρες αργότερα, η φωτογράφος και πολλά μέλη της οικογένειάς της δολοφονήθηκαν από ισραηλινή αεροπορική επιδρομή. Ένα από τα τελευταία κλιπ του φιλμ είναι μια μεγάλη διαδρομή, πιθανώς με μοτοσικλέτα ή ποδήλατο, μέσα από δρόμους γεμάτους ερείπια, με παιδιά να παίζουν, αυτοκίνητα καλυμμένα με σκόνη, όλα γεμάτα με αποσπάσματα από προηγούμενες συζητήσεις της Hassona. «Αρκεί που με ακούς», την ακούμε να λέει, «χαίρομαι τόσο πολύ που είμαι εδώ και χαίρομαι τόσο πολύ που είσαι δίπλα μου».

Urchin

Ο πρωταγωνιστής του Babygirl και του Τριγώνου της Θλίψης, Harris Dickinson, είναι πολύ νέος, πολύ όμορφος και πολύ δημοφιλής αυτή τη στιγμή. Ως σκηνοθέτης και σεναριογράφος όμως που έκανε το ντεμπούτο του στις Κάννες, καταφθάνει με ψίθυρο και όχι με κραυγή. Ως ιστορία για έναν τοξικοεξαρτώμενο που μετά βίας επιβιώνει στους δρόμους του Λονδίνου, ο Αχινός είναι αποτελεσματικός επειδή δεν κάνει τα αναμενόμενα – ούτε φρικτές στιγμές κατάρρευσης υπάρχουν, ούτε υπερβολικών δόσεων. Μας καλεί απλώς να μείνουμε μόνοι με τα συναισθήματα και παρόν του χαρακτήρα, που είναι ένα απελπιστικό, αποπροσανατολιστικό μέρος.

Δεν είναι ποτέ αμείλικτα ζοφερός, ακόμα και στις θλιβερές του στιγμές που δικαιολογούν όλες τις συγκρίσεις που έχουν γίνει με τον Γυμνό του Mike Leigh, ή και σύσσωμη τη φιλμογραφία του Ken Loach. Κατανοεί απλώς τις αιτίες που οδηγούν τους ανθρώπους σε αυτό το σημείο και κάνει σαφές πως, χωρίς την κατάλληλη υποδομή και στήριξη, η δύναμης της θέλησης από μόνη της δεν φέρνει την ανάκαμψη. Έργο ενός δημιουργού με αυτοπεποίθηση, που προσφέρει περισσότερο τη στιγμιαία εικόνα μιας ζωής παρά μια ιστορία λύτρωσης. Και τόσο ο Dickinson όσο και ο Dillane φροντίζουν ώστε στον Mike να βλέπουμε πάντοτε έναν άνθρωπο και όχι ένα πρόβλημα.

The Naked Gun

Μέσα στα 10 πρώτα τους λεπτά, οι Τρελές Σφαίρες του Akiva Schaffer, ενός εκ των μελών των Lonely Island, κερδίζουν τον τίτλο της αστειότερης κωμωδίας της χρονιάς, και δεν χάνουν καύσιμο μέχρι και το τελευταίο καρέ των τίτλων τέλους τους. Είναι σχεδόν σα θαύμα – 80 λεπτά (!!!) ατελείωτων θεαματικών gags, αστείρευτου slapstick και έξυπνων λογοπαιγνίων, με ίσως ένα 5% από αυτά να βασίζεται σε κάτι σχετικό με το IP του. Είναι μεν ένας τέλειος φόρος τιμής στο τελευταίο αλλά δεν μοιάζει με μία ακόμα κουρασμένη διασκευή.

Train Dreams

Το φιλμ του Clint Bentley που μόλις πέρσι υπήρξε υποψήφιος στα Όσκαρ για το σενάριο του Sing Sing, έτσι ξανά μεταφορά, αυτή τη φορά της βραβευμένης νουβέλας του Denis Johnson για τη ζωή ενός ξυλοκόπου ονόματι Robert που υποδύεται ο Joel Edgerton και που ασκεί το επάγγελμά του στις αρχές του 20ού αιώνα, οπότε και χτίζονταν στην ουσία οι Ηνωμένες Πολιτείες. Καθώς ο Robert θα γίνεται μάρτυρας των καλύτερων και χειρότερων πτυχών της ανάπτυξης της Αμερικής, θα ερωτευτεί μία πολυμήχανη γυναίκα που υποδύεται η Felicity Jones και θα βιώσει μια μεγάλη τραγωδία.

Στοχαστική μελέτη χαρακτήρων που θυμίζει πρώιμο, λυρικό Terrence Malick, με τις νωχελικές του λήψεις της φύσης και τη φιλοσοφική του αφήγηση, που βασίζεται στο ταλέντο στον Edgerton στην καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του παίζοντας τον στωικό, σκληρό άντρα που βοήθησε να χτιστεί η σύγχρονη Αμερική από το μηδέν. Είναι ένας φόρος τιμής στους ανθρώπους που δεν υπήρξαν ποτέ ορατοί και, εικάζω, θα καλομεγαλώσει πολύ ως ταινία.

Cover-Up

Η Laura Poitras που έχει ήδη ένα Όσκαρ για το Citizenfour, το πασίγνωστο ντοκιμαντέρ για τον Edward Snowden, και μία υποψηφιότητα για το All the Beauty and the Bloodshed, επιστρέφει με το Cover-Up. Η ταινία καταγράφει το βραβευμένο με Πούλιτζερ έργο του ερευνητικού δημοσιογράφου Seymour Hersh, ο οποίος αποκάλυψε τις φρικαλεότητες της κυβέρνησης των ΗΠΑ, ξεκινώντας από τη σφαγή στο My Lai κατά τη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ έως και τα βασανιστήρια των κρατουμένων στο Abu Ghraib.

Η Poitras πέρασε είκοσι χρόνια κυνηγώντας τον Hersh μέχρι που τελικά της επέτρεψε να στρέψει την κάμερα προς το μέρος του, και κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, αρκετά έχουν αλλάξει, όμως η ανάγκη για επιμελείς σκανδαλοθήρες είναι τόσο έντονη όσο ποτέ. Καταθέτοντας περισσότερα από πενήντα χρόνια εγκλημάτων και συνωμοσιών μέσα από το πρίσμα της καριέρας του Hersh, το Cover-Up είναι η βαθύτερη και πιο καταδικαστική ταινία που έχει γυρίσει ποτέ η Poitras για την αλήθεια στην Αμερική και τη δύναμη που κάποιοι έχουν πάνω στον έλεγχό της.

Honourable mentions: Αγαπούσε τα Λουλούδια Περισσότερο, September Says, Predator: Badlands, Memoir of a Snail, K-Pop Demon Hunters, All Shall Be Well, Bring Her Back, Good Boy, Souleymane’s Story, Materialists, Nouvelle Vague, April, Avatar: Fire and Ash, Juror #2, Hard Truths, The Perfect Neighbor, Pavements.

Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.