OPINIONS

Επιτέλους, σταμάτα να έχεις ύφος!

Ένα κείμενο αφιερωμένο σε όλους αυτούς που έκαναν τον δηθενισμό ένα από τα πιο δημοφιλή αλλά καθόλου προσφιλή κινήματα του 21ου αιώνα.

Με το μολύβι στο στόμα να σκιτσάρει στα ούλα από τη βαρεμάρα και μία έκρηξη σκέψεων να θέλει σώνει και ντε να κάνει το κεφάλι μου Χιροσίμα, προσπαθώ την τελευταία εβδομάδα να απαντήσω στο προυστικό ερώτημα ‘ποια εικόνα έχετε για την απόλυτη ευτυχία’. Ναι ίσως διαβάστηκε κάπως πρόστυχα αυτή η τελευταία φράση αλλά όταν το ερωτηματολόγιο που περιείχε την εν λόγω σπαζοκεφαλιά φέρει το όνομα του Μαρσέλ Προυστ, δεν θα λέγαμε ότι είχα και πολλές διαθέσιμες επιλογές.

Είχα μόλις απαντήσει το ‘σε ποιες περιπτώσεις λέτε ψέμματα’ και τα ‘ποια αρετή προτιμάτε σε έναν άντρα και μία γυναίκα’ αντίστοιχα. Είχα πάρει φόρα. Για να πέσω με 100 πάνω στον τοίχο της απόλυτης ευτυχίας και να φτιάξω ένα γκράφιτι που μόνο ο Πικάσο θα υπέγραφε. Για τέτοιο σαρδάμ χρωμάτων μιλάμε.

‘Στις περιπτώσεις που μπορώ να τα θυμηθώ’ (λέω ψέμματα) και ‘το θράσος’ (είναι η αρετή που προτιμώ). Μάλιστα, το θράσος.

Και σε αυτό το σημείο, με το ‘Stand by Me’ για μουσικό χαλί και με κάποια νεύρα να βγαίνουν όπως οι καπνοί από τα αυτιά των καρτούν ξεκινάει να γράφεται μία λίστα που πάει κάπως έτσι:

-Στο σχολείο είναι ο τύπος που επειδή οι συμμαθητές της πιο υπερκούλ παρέας δεν τον κάνουν μέλος της, αποφασίζει αντί να βάλει το μυαλό του κάτω να σκαρφιστεί ιδέες που θα έκαναν τη φιλία του να λαμποκοπάει στα μάτια τους σαν το φλουρί στην βασιλόπιτα, να δείξει ότι δεν τον νοιάζει. Αυτός έχει τα διαβάσματά του. Έχει τη μαμά του να του φτιάχνει το αγαπημένο του φαγητό. Έχει τους καθηγητές να ξεσπάει καρφώνοντάς τους πράγματα για την παρέα που κατά τα άλλα δεν το νοιάζει καθόλου αν και πόσο καλά περνάνε χωρίς αυτόν.

-Στο Πανεπιστήμιο, είναι ο τύπος που τον θέλουν όλα τα κορίτσια. Γιατί ενδεχομένως έχει στυλ, προαιρετικά είναι και όμορφος αλλά ουσιαστικά τις τραβάει όλες γιατί ‘δεν μπορούν να τον έχουν’. Και αυτός είναι ένας από τους πιο ηλίθιους, συγγνώμη βρίζω, αστικούς μύθους που έχουμε πλέξει άντρες-γυναίκες. Ότι αυτός ή αυτή που μας το παίζει δύσκολος/η είναι και ο άντρας/γυναίκα της ζωής μας.

*Αλήθεια, αυτό το ‘παίζει’ δύσκολος γιατί κανείς από εμάς ποτέ δεν το λαμβάνει υπόψη του ετυμολογικά; Αντί να καθίσουμε να σκεφτούμε ότι ο άνθρωπος που με τόση θέρμη διεκδικούμε με ατάκες του στυλ ‘είναι ο έρωτας της ζωής μου’ δεν είναι παρά ένας ανήμπορος άνθρωπος να παραδεχθεί τα συναισθήματά του. Δεν έχει το θράσος που λέγαμε παραπάνω να μην επιδοθεί σε τρικ όπως το χιλιοχρησιμοποιημένο ‘δεν απαντάω αμέσως’ ή να αρκείται στο κλασικά εικονογραφημένο ‘σε κοιτάω αλλά δεν σου μιλάω’ και να σε διεκδικήσει. Όπως του ρθει.

-Στις κοινωνικές επαφές, είναι αυτός που δεν θα έρθει ποτέ να σου συστηθεί πρώτος και φυσικά, αν δεν σας έχουν συστήσει τουλάχιστον 5 φορές θα είναι αυτός που θα σε κοιτάξει με ύφος ‘θύμισε μου λίγο‘. Ότι δήθεν, γνωρίζει ΤΟΣΟ κόσμο που δεν μπορεί να θυμηθεί με τίποτα ούτε τη φάτσα σου. Γιατί για το όνομα, οκε, του δίνω όσα δίκια θέλει. Πολλοί ξεχνάμε ονόματα. Αλλά άλλο ξεχνάω το όνομά σου και άλλο σε κοιτάω αφ’υψηλού.

-Στα μαγαζιά, είναι εκείνος (ο εκνευριστικότερος όλων) που είναι εκεί για να γίνει Έλενα Ακρίτα στη θέση της Έλενας Ακρίτα και να σε βγάλει αδύναμο κρίκο γιατί α) β) γ) και όλο το αλφάβητο δεν έχω ιδέα. Απλά είναι εκεί για να σε σκανάρει από πάνω μέχρι κάτω και να σου δείξει αν είσαι ή δεν είσαι ικανός να καθίσεις σε ένα από τα τραπέζια του ή να αγοράσεις κάποιο από τα εμπορεύματά του.

-Στην τηλεόραση, είναι ο Χλαπάτσας και  η Αννέτα από το Είσαι το Ταίρι μου.

-Στην καθημερινότητα είμαστε όλοι. Και εδώ μαζί με τη λίστα τελειώνει και το loop του ‘Stand By Me’.

Το ‘είμαστε όλοι δήθεν’ δεν έρχομαι να το γράψω ούτε για να το κάνεις στάτους στο Facebook ούτε για να το κρεμάσουμε στον Πύργο του Άιφελ ή το Big Ben. Το ‘είμαστε όλοι δήθεν’ είναι απλά μία πραγματικότητα. Όχι απαραίτητα θλιβερή αλλά πραγματικότητα. Αν κάνεις ένα βήμα πίσω από αυτά που δεν θα σε φτάσουν προφανώς στο φεγγάρι της αυτοκριτικής αλλά θα βοηθήσουν λίγο με τον πλανήτη της αντικειμενικότητας τότε ίσως πατήσεις το play σε ένα fast rewind των φορών που έκανες πίσω. Ίσως δεις τον εαυτό σου πίσω από το προσωπείο του σνομπ ή του δήθεν άτρωτου να πιέζεται από δεκάδες χιλιάδες ‘γιατί ρε γαμώτο’ που δεν απελευθέρωσε ποτέ. Γιατί του έλειπε το θάρρος να δείξει την απογοήτευση ή τον πόνο ή την επιθυμία ή τον έρωτα ή την αγάπη του. Γιατί δεν είχε το θράσος να τα κάνει όλα αυτά.

Και ναι σε αυτό το θράσος αναφέρθηκα στην αρχή αυτού του κειμένου ως αρετή και όχι, δεν είμαι εδώ για να γράψω από την πλευρά της αυθεντίας του ‘εγώ δείχνω πάντα αυτό που νιώθω’. Ίσα ίσα που εγώ όχι μόνο δεν το κάνω αυτό αλλά ύστερα το υπεραναλύω κιόλας. Ο βασικός λόγος που γράφω αυτό το κείμενο είναι γιατί πιστεύω ότι ζούμε σε μία εποχή που σχεδόν μας αναγκάζει να σκάσουμε τις φούσκες που πολυτελώς φτιάξαμε να ζούμε και να προσγειωθούμε έστω και ανώμαλα δίπλα σε ανθρώπους που δεν είναι τόσο τρομακτικοί, τόσο βλαμμένοι, τόσο κομπλεξικοί, τόσο δεν ξέρω τι μπορεί να σε φοβίζει όσο θέλουμε να πιστεύουμε.

Η εποχή του ύφους, του δήθεν και του ‘δεν με νοιάζει’ σιγά σιγά ρίχνει τίτλους τέλους τόσο στην παγκόσμια κλίμακα του ‘δεν με νοιάζει αν στην Αμερική βγήκε ο Τραμπ εδώ είναι Ελλάδα’ όσο στη μικροσκοπική δική μας του ‘σιγά μην του δείξω ότι τον θέλω’. Και για να σου δώσω ένα παράδειγμα περί πόσο κοντινού τέλους μιλάμε, αν ο δηθενισμός ήταν καριέρα στην τηλεόραση, θα ήταν αυτή του Αντρέα Μικρούτσικου.

Υ.Γ.: Δεν ξέρω αν έχεις βρει την εικόνα της απόλυτης ευτυχίας που λέγαμε παραπάνω. Πρέπει ωστόσο να κάνω μία ιστορική αναδρομή που πάει κάπως έτσι: Είμαστε στα τέλη του 1800 και οι ερωτήσεις που θα συνδεθούν στην αιωνιότητα με το όνομα του Μαρσέλ Προυστ δεμένες σφιχτά με μία κορδέλα αμφιβολίας για το αν τις διατύπωσε ή απλώς τις απάντησε, δημοσιεύονται. Και κάνουν αυτό που λαϊκιστί, θα λέγαμε πάταγο και αγγλιστί, sold out. Και επιστρέφουμε στις αρχές του 2017 για να διαβάσουμε τον Προυστ να ρωτάει  (ή απλώς απαντάει στην Αντουανέτα Φωρ) ‘Ποια είναι η εικόνα που έχετε για την απόλυτη ευτυχία’ και να μας κάνει να νιώσουμε από θλιβερά ματαιόδοξοι και ανικανοποίητοι μέχρι απλώς ηλίθιοι.