ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ

Το χειρότερο αυτοκίνητο που έχω οδηγήσει

Ξέρουμε, είναι βαριά κουβέντα αλλά εδώ καταγράφουμε εντυπώσεις και αναμνήσεις με τον ίδιο τρόπο που θα το κάνατε και εσείς. Ακολουθούν λοιπόν οι πιο δύσκολες στιγμές μας πίσω από το τιμόνι!

Οδεύοντας σταθερά και αμείλικτα προς τα δεύτερα «άντα», έχω την ευλογία και κατάρα να έχω ζήσει δύο εποχές της αυτοκίνησης. Στη δεύτερη, τη σημερινή, είναι σαφές πως είναι δύσκολο να βρεις πραγματικά κακό αυτοκίνητο να πωλείται επί ευρωπαϊκού εδάφους. Οι αυστηρές απαιτήσεις σε θέματα ασφαλείας είναι τέτοιες που για να κυκλοφορήσει στη Γηραιά Ήπειρο ένα τετράτροχο, πρέπει να συνοδεύεται από αστέρια του EuroNCAP (σ.σ. ο ανεξάρτητος φορές που πραγματοποιεί τα crash tests) και όχι να είναι εν κινήσει μετεωρίτης. Όπως για παράδειγμα κάτι Tata που κινούνται σαν βραδυφλεγείς βόμβες στους ασφυκτικά γεμάτους δρόμους της Βομβάης ή φτιαγμένα από αλουμινόχαρτο αυτοκίνητα όπως εκείνα της Κινεζικής Lifan.

Στην πρώτη εποχή, που έδυσε και έσβησε οριστικά πριν από περίπου μία δεκαετία, μπορούσες κάλλιστα να οδηγείς αυτοκίνητο που να σε τρομάζει. Όχι με τις επιδόσεις, τα άλογα και τη ροπή του, αλλά με την τάση του να μη συμμορφώνεται με τα θέλω του οδηγού. Η σχετική λίστα ήταν μακροσκελής και είμαι σίγουρος πως όλοι έχετε μία-δύο ιστορίες τρόμου να μοιραστείτε μαζί μας στα σχόλια του άρθρου. Μέχρι τότε, θα μοιραστώ τη δική μου!

Τα πρώτα χιλιόμετρα

Έχοντας ουσιαστικά μάθει να οδηγώ με το μάχιμο Opel Astra GSi του παππού (!) στα τέλη των 90s, όταν περνούσα πίσω από το τιμόνι του Fiesta του μπαμπά, οι βόλτες μου εξελίσσονταν σε αγχωτικά sessions. Τώρα πια μπορώ να κρίνω πως δεν έφταιγε το γεννημένο το 1980 φορντάκι με το λεπτό αλλά μεγάλης διαμέτρου τιμόνι. Δεν ήταν ανεξήγητα κοντά μεταξύ τους τα πεντάλ του, η δική μου μεγάλη πατούσα λειτουργούσε ασυντόνιστα λόγω του άγχους μου.

Όσο για το Jimny που μου έδινε ο θείος για τσάρκες με παρέα τις Παρασκευές, επίσης χάρη στη στερνή μου γνώση ξέρω πια πως είναι ένα εξαιρετικό αυτοκίνητο – απλά για συγκεκριμένη χρήση. Μιας και έκτοτε έχει αλλάξει ελάχιστα (!), ήταν, είναι και θα είναι λίρα εκατό για όποιον θέλει μικρού όγκου και μεγάλου θράσους τετρακίνητο για να βγαίνει εκτός δρόμου. Στα λιμανάκια που βολόδερνα εγώ, ταίριαζε όσο αλμπίνος στην καρδιά του Χάρλεμ.

Κάπου εκεί άρχισαν και οι πρώτες καλοκαιρινές διακοπές σε νησί και επειδή ως Σεϊταν, τα μηχανάκια τα αποφεύγω από μικρός όπως ο διάολος το λιβάνι, κατέληγα στην ασφαλή –λέμε τώρα- λύση των γνωστών και μη εξαιρετέων ‘νοικιάρικων’ (πόσο μ’ αρέσει αυτή η λέξη) όπως το Atos. Σταθερή αξία, το διακεκριμένο για την αστάθειά του ψιλόλιγνο μικρό κυκλοφορούσε σε όλα τα ελληνικά νησιά, μάλιστα σε κάποια από αυτά με διπλό ρόλο! Βλέπετε όταν έπιαναν μποφόρ στο Αιγαίο, εκτός από οδήγηση, έκανες εξάσκηση και στο surf αφού πάλευες να το χαλιναγωγήσεις κόντρα στον άνεμο.

Φτάνω, δεν φτάνω

Προς τα τέλη λοιπόν των 00s, η έκφραση «πραγματικά κακό αυτοκίνητο» έτεινε να διαγραφεί από τις αξιολογήσεις νέων μοντέλων. Εκείνες τις μέρες, ο επαγγελματικός προσανατολισμός μου πλέον ακολουθούσε σταθερά την ένδειξη της πυξίδας που αντί για βορρά έδειχνε ‘αυτοκίνητο’ κι έτσι είχα ξεκινήσει τα test drives. Ένα από αυτά, σκέφτηκα να το συνδυάσω και με εκδρομή και μάλιστα μεγάλη αφού έβαλα πλώρη για Ήπειρο!

Στα χέρια μου είχα ένα θηρίο της εποχής ή καλύτερα ένα SUV που ήταν για τα θηρία. Κατηγορία διαρκώς αναπτυσσόμενη τότε, είχα όμως συνηθίσει οχήματα στιβαρά και βράχους, που πατάνε στο δρόμο με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση από του Hulk Hogan όταν πατούσε στο ρινγκ. Αντί αυτών, είχα το Kyron.

Μία εικόνα λένε πως αντιστοιχεί σε χίλιες λέξεις και νομίζω πως το εν λόγω μοντέλο αν τολμούσε να πάει σε αυτοκινητικά καλλιστεία θα κοβόταν… από την αίτηση. Ειδικά η πίσω του όψη του, ήταν για να απορεί κανείς ποιο μεγάλο σχεδιαστικό μυαλό ξόδεψε φαιά ουσία, χαρτί και μολύβι, για να το δημιουργήσει. Και όχι μόνο αυτό. Ο ένοχος της υπόθεσης, ο Ken Greely, κατέληξε σε αυτό το σχέδιο και μπράβο του. Μεθυσμένοι ήταν στη διοίκηση που συμφώνησαν να μπει στην παραγωγή;

Το εσωτερικό του χαώδες, άπλα-περίσσευμα, το παραδέχομαι. Ήταν από τα δυνατά του στοιχεία αυτό. Με άνευ εκπλήξεων σχεδιασμό στον πίνακα οργάνων, διακόπτες στο τιμόνι και λοιπές λειτουργίες στην κεντρική κονσόλα.

Στη βάση της, έστεκε ο επιλογέας του αυτόματου κιβωτίου που συνεργαζόταν με τον diesel κινητήρα απόδοσης 139 ίππων. Αριθμός που ίσως τώρα, με τους εξελιγμένους πετρελαιοκινητήρες, να φαντάζει λογικός. Όμως με την προ δεκαετίας σχεδόν λειτουργία τους, προμήνυε κακά μαντάτα.

Κροτάλισμα που ένιωθες στα σωθικά σου λες και είχες κομπρεσέρ κάτω από το κάθισμα και πλήρης δυσαναλογία με το θεόβαρο αμάξωμα, ήταν δύο από τα χαρακτηριστικά που έρχονται άμεσα flash back κατά νου.

Το σχεδόν δύο τόνων κορεάτικο μοντέλο ζούσε τη δική του ‘Kyron ανάβαση’ κάθε φορά που έπιανε στο δρόμο ανηφόρα. Όμως αυτό, ήταν το καλό του στοιχείο!

Διότι όταν κατηφόριαζε ήταν που άρχιζαν τα πραγματικά ζόρια. Η ανάρτηση θύμιζε λίγο το ‘Παναγία Εκατονταπυλιανή’ μεσοπέλαγα ενώ το σύστημα διεύθυνσης το ‘Χαμένοι στη Μετάφραση’: έστριβες στους φιδίσιους δρόμους στην Παναγιά και δεν ήσουν σίγουρος η εντολή που εσύ έδινες στο τιμόνι, θα μεταφραζόταν πιστά στους τροχούς.

Κάπου εδώ, μπορεί κάποιοι από εσάς να με θεωρήσετε υπερβολικό, γι’ αυτό θα παραθέσω αληθινό διάλογο που είχα με τη γυναίκα μου και έλαβε χώρα μερικά λεπτά νωρίτερα…

– Τι γράφεις;
– Για το χειρότερο αυτοκίνητο που έχω οδηγήσει ποτέ!
– (Γέλια) Για το Kyron ε;

Δεν το έχει ξεχάσει, όπως δεν το έχει ξεχάσει και το άλλο ζευγάρι που ταξίδευε μαζί μας και σίγουρα εξέτασε πολλάκις το ενδεχόμενο να επιστρέψει με ΚΤΕΛ! Τελικά, κούτσα κούτσα και κουτσά στραβά, αργά το βράδυ και με σκοτάδι πυκνό, φτάσαμε στον προορισμό μας. Εκεί κινηθήκαμε κυρίως με τα πόδια και σε ότι αφορά στον γυρισμό, ταξιδέψαμε μέρα μεσημέρι, με λιγοστά χιλιόμετρα και αυξημένη προσοχή. Αν εξαιρέσεις το γεγονός πως κάποια στιγμή έπαθε black out ο κινητήρας και άρχισε να ρίχνει στροφές αρνούμενος πεισματικά να ανταποκριθεί σε κάθε μου προσπάθεια να τον ‘αφυπνίσω’, δεν είχαμε και ιδιαίτερα προβλήματα. Μετά από ολιγόλεπτη ανάπαυση, αποφάσισε πως είχε έρθει η ώρα να πάρει πάλι μπρος, επιστρέψαμε, επέστρεψα το αυτοκίνητο, χώρισαν οι δρόμοι μας και πήγε ο καθένας μας στην ευχή της Παναγίας. 

(Kyron-Tivoli, όπως λέμε μέρα με νύχτα. Λυπηρίδης με Γκάλη. Τάτσης με Μέσι)

Το καλό είναι πως λίγο μετά, το μοντέλο αυτό σταμάτησε την εμπορική του πορεία και η SsangYong έκανε πλήρες restart. Δεν μπορώ να σκεφτώ άλλη εταιρεία με μεγαλύτερη βελτίωση στα οχήματά της και μάλιστα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Με πρώτο βιολί πλέον το εξαιρετικό Tivoli! Πάλι crossover αλλά πολύ πιο compact, καλαίσθητο, ποιοτικό σε υλικά και το κυριότερο: πραγματικό αυτοκίνητο και μάλιστα πολύ ενδιαφέρον! Με καλούς κινητήρες και αξιοπρεπέστατη συμπεριφορά στο δρόμο. Κι όπως δεν υπερέβαλλα για τα στραβά κι ανάποδα του παρελθόντος, δεν υπερβάλλω διόλου και για τα καλά του σήμερα.

Αν  συγκρίνεις το Kyron με το Tivoli, αναρωτιέσαι πως στο διάολο η κορεάτικη μάρκα χώρεσε μέσα σε αυτά 10 χρόνια, εξέλιξη που μοιάζει να είναι 50ετίας. Και ποιος καλός μουσάτος κυριούλης εκεί ψηλά, είχε το νου πάνω μας ώστε να μπορώ σήμερα να θυμάμαι την ιστορία και να γελάω.

 

Εσείς; Ποιο θεωρείτε το χειρότερο αυτοκίνητο που έχετε οδηγήσει ποτέ; Μοιραστείτε τις ιστορίες σας, μας αρέσει να τις διαβάζουμε!