ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Μια απαγγελία για τον Μπομπ Ντίλαν

Λίγες σκέψεις για τον τροβαδούρο, τον τραγουδοποιό, τον ποιητή, τον Νομπελίστα.

Η σκηνογραφία μινιμαλιστική. Οι χορδές χρησιμοποιούν τους στίχους για να σχεδιάσουν τον χώρο και να σμιλέψουν τον χρόνο. Η αφήγηση, αντισυμβατική αλλά και επικίνδυνα λυρική, γοητεύει τους ‘αναγνώστες’ καταργώντας κάθε μορφή ιεραρχίας στις κατακερματισμένες εικόνες, που όμως προκαλούν, ανατρέποντας συνεχώς το ίδιο το σκηνικό, που ποτέ δεν προλαβαίνει να νιώσει ασφυξία, αφού συνεχώς αλλάζει ύφος, ανακαλύπτοντας νέες δυνάμεις για να αποδώσει όποια φόρμα με την οποία θα θελήσει να καταπιαστεί, έξω όμως από κάθε ενοχλητική νόρμα, κομφορμισμό ή επιβεβλημένη ερμηνεία. Αυτός είναι, για μένα τουλάχιστον, ο Μπομπ Ντίλαν. Μια αισθητική που καλπάζει και ταυτίζεται με την αφήγηση του ονείρου, απροστάτευτη από το πάθος, ταυτισμένη με την έκσταση μιας συνείδησης μοναχικής και μυστικιστικής, προορισμένης να είναι αιώνια δεσμευμένη απέναντι στην αναζήτηση της περιπλάνησης, περιφρονώντας ταυτόχρονα κόλαση και παράδεισο. Η μουσική και οι στίχοι του Ντίλαν σφύζουν από ζωή. Η αχαλίνωτη ψυχή του είναι από μόνη της ένα έργο τέχνης. Μια ψυχή που έβγαλε την ποίηση μέσα από τα βιβλία και την σκόρπισε με νωχελική αυθάδεια στα τάστα της κιθάρας και στις ανάσες της φυσαρμόνικας.

Οι στίχοι του ξεχειλίζουν από ρήξη, πολιτικούς υπαινιγμούς, μελαγχολικές αναμνήσεις της επαρχίας, μπλουζ κλίμακες του Μάντι Γουότερς, ήχους κυμάτων και ανέμων, μποέμικα στέκια, φολκ ακόρντα, ναρκωτικά, αλκοόλ, ταχύτητα, ένταση, λεκτικούς αυτοσχεδιασμούς, ευφορία και σκοτάδια, θρησκεία και άρνηση, προφητείες και κατάρες, απρόσιτες κορυφές, χρώματα, πλήκτρα και βιολιά, λιβάδια, αγωνίες, φωτιά, επανάσταση, ενδοσκόπηση, τρυφερότητα. Μαζί κουβαλάει όλους τους ήρωές του: τον Γουίλιαμ Μπλέικ, τον Ρεμπό, τον Τόμας Έλιοτ, τον Μποντλέρ. Τον Χανκ Γουίλιαμς, τον Ρόμπερτ Τζόνσον, τον Γούντι Γκάθρι. Ξετυλίγει τις νότες του στα μπαρ του Γκρίνουιτς Βίλατζ, εναλλάσσοντας την ‘δυσανάγνωστη’ φυσαρμόνικα με τα πρώτα του μπλουζ.

“How many times must a man look up, before he can see the sky? Yes, ‘n how many ears must one man have, before he can hear people cry? Yes. ‘n how many deaths will it take till he knows that too many people have died? The answer, my friend, is blowin’ in the wind, the answer is blowin’ in the wind” (Blowin’ in the wind, 1963, LP The Freewheelin’)

Η μουσική του Ντίλαν είναι το όπλο του, η ποίηση οι σφαίρες του. Δεν διστάζει να πυροβολήσει, θυμίζοντας την θρυλική κιθάρα του αγαπημένου του Γκάθρι: “This machine kills fascists”. Βρίσκοντας τη θέση του στο δικό του πεδίο βολής, απαιτεί πολιτικά δικαιώματα (Blowin’ in the wind), προειδοποιεί για τον πυρηνικό κίνδυνο (A hard rain’s gonna fall) και στέκεται απέναντι στους έμπορους όπλων (Masters of war). Χτίζοντας πάνω σε παραδοσιακές φολκ μουσικές φόρμες, ανακαλύπτει το προσωπικό του ύφος και με τον μοναδικό του λυρισμό, δίνει καινούργια διάσταση στα ερωτήματα της γενιάς του. Πολιτικά και κοινωνικά στρατευμένος πλέον, ο Ντίλαν προσφέρει στους νέους ένα πρότυπο που ποτέ πριν δεν είχαν φανταστεί. Η Βίβλος, η γενιά του μπιτ, οι μεγάλοι Αμερικανοί ποιητές, οι Γερμανοί υπαρξιστές, όλα αυτά χωράνε σε πεντάλεπτα τραγούδια.

“Come writers and critics who prophesize with your pen and keep your eyes wide, the chance won’t come again. And don’t speak too soon, for the wheel’s still in spin and there’s no tellin’ who that it’s namin’. For the loser now will be later to win, for the times they are a changin’.” (The times they are a changin’, 1964, LP The times they are a changin’)

Μόλις η Τζόαν Μπαέζ ερμηνεύει τα τραγούδια του, ο Ντίλαν γίνεται παγκοσμίως γνωστός και αποτελεί πλέον το ίδιο το ‘προσκήνιο’. Είναι ο εκπρόσωπος της αμερικανικής νεολαίας και το “The times they are a changin'”, είναι ο ύμνος μιας γενιάς που επαναστατεί κατά του παρελθόντος της. Ο Τζον Λένον τον γνωρίζει από κοντά στην πρώτη τουρνέ των Beatles στις ΗΠΑ και αλλάζει ολόκληρη την κοσμοθεωρία του, πραγματοποιώντας τη δική του επανάσταση κατά του ‘μύθου’ μέσα στον οποίο νιώθει εγκλωβισμένος. Όμως και ο ίδιος ο Ντίλαν εξελίσσεται, αλλάζει, πειραματίζεται, εξαφανίζεται, επανεμφανίζεται, εκπλήσσει, αλλά σε καμία στιγμή δεν σταματάει να γοητεύει. Γίνεται ‘ηλεκτρικός’, εξερευνώντας καινούργιες φόρμες, όπως το r&b, το ροκ, το garage, την ψυχεδέλεια. Το αποτέλεσμα είναι – για μια ακόμα φορά – αριστουργηματικό.

“Though I know that evening’s empire has returned into sand, vanished from my hand, left me blindly here to stand but still not sleeping. My weariness amazes me, I’m branded on my feet, I have no one to meet and the ancient empty street’s too dead for dreaming.” (Mr Tambourine Man, 1965, LP Bringing it all back home)

Ο Ντίλαν οδηγεί την ιδιοφυΐα του σε αρμονικούς διαδρόμους, απεγκλωβίζοντας την ανάγκη του να ταιριάξει με τον πλέον δημιουργικό τρόπο την ποίησή του με μουσικές εκρήξεις που αρμόζουν σε όσα περιγράφει. Τα τρία επόμενα άλμπουμ είναι ‘σαμποτάζ’ στις ίδιες τις ρίζες του. Χείμαρροι απελευθερωμένης ανυπακοής στη σύνθεση, συνωστισμός ακραίας έμπνευσης στους στίχους, που κυλάνε σαν φως στις χαρακιές του βινύλιου. ‘Bringing it all back home’, ‘Highway 61 Revisited’ και ‘Blonde on blonde’, ελεγειακοί ελιγμοί σε μια ατέρμονη πορεία που συνεχίζει να διαμορφώνει τον μύθο του αιώνιου ταξιδιώτη, του περιπλανώμενου, του κατακτητή βάρδου. Ο Ντίλαν προκαλεί το κοινό του, το παρασύρει σε έναν ριζοσπαστικό ρομαντισμό, μέσα στον οποίο συνυπάρχουν αφηρημένα μέτρα, οράματα, αισθήσεις και παραισθήσεις. Οι δομές δεν τον απασχολούν, αρκεί οι νότες να δένουν με τις φράσεις σε ένα εργαλείο ξέφρενης, ακατέργαστης αντιστοιχίας. 

“Oh God said to Abraham, ‘Kill me a son’. Abe says, ‘Man, you must be puttin’ me on’. God say, ‘No’. Abe say, ‘What?’ God say, ‘You can do what you want Abe, but the next time you see me comin’, you better run’. Well Abe says, ‘Where do you want this killin’ done?’ God says, ‘Out on Highway 61’.” (Highway 61 revisited, 1965, LP Highway 61 Revisited)

Ο ποιητής συσσωρεύει καινούργιες συλλογές, μετατρέποντας τα ράφια των δισκοπωλείων σε προσωπικά του βιβλιοπωλεία, χωρίς να τον νοιάζει το φολκ ή το ροκ. Η απελπισία ή η αισιοδοξία δεν παγιδεύονται. Αντίθετα, χρησιμοποιούν τα κλειδιά της παρτιτούρας για να αφεθούν ελεύθερες, αποκρυπτογραφώντας κάθε πιθανή αρμονία μέσα από την ερμηνεία αυτής της τόσο χαρακτηριστικής απαγγελίας. Η φωνή του Ντίλαν είναι το πινέλο στον καμβά της τέχνης του. Βραχνή, ένρινη, δωρική, ενίοτε σκοτεινή, άλλοτε ζεστή, όμως πάντοτε πιστή στην ‘μυθολογία’ των εικόνων του. Τελείως ακατέργαστη, αλλά απόλυτα καθηλωτική στην σαφήνεια της ανάγνωσης. Ταιριαστή με το χτύπημα των χορδών ή των πλήκτρων, με μια ενέργεια που ηλεκτρίζει χωρίς την παραμικρή υποχώρηση σε ότι αφορά την σαφήνεια και τη δύναμη της εκφραστικότητας.

“Well, they’ll stone ya when you’ re trying to be so good, they’ll stone ya just a-like they say they woyld. They’ll stone ya when you’re tryin’ to go home. Then they’ll stone ya when you’re there all alone. But I would not feel so all alone, everybody must get stoned.” (Rainy day women #12 & 35, 1966, LP Blonde on Βlonde)

Η περιπλάνηση δεν σταματά ποτέ. Like a rolling stone, ο Ντίλαν ισορροπεί μαεστρικά πάνω στους ήχους, χορεύοντας ανέμελα με την ίδια ευκολία, ζευγάρι με τον έρωτα ή τον θάνατο. Από τις θρυλικές ‘Basement tapes’ και τον μεταφυσικό ‘John Wesley Harding’, στην χαρούμενη ‘Nashville Skyline’ και το αποκαλυπτικό ‘Blood on the Tracks’, ο ποιητής συναντάει τον Χριστό, τον Σέξπιρ, τις χαμένες αγάπες και το μυστήριο. Οι ‘ταυτότητες’ δεν απασχολούν παρά μόνο το κοινό, που αδυνατεί να κατηγοριοποιήσει το είδωλό του. Ο Ντίλαν αγκαλιάζει τη Σάρα (Desire) με την ίδια ειλικρίνεια που υμνεί τον Ιησού στο Saved, ‘διδάσκοντας’ τη δική του πίστη, μέσα από απέραντα γόνιμα και γενναιόδωρα λιβάδια σύνθεσης και γραφής. Η άγκυρα είναι μόνιμα σηκωμένη στην εξερεύνηση των ανοιχτών ωκεανών, η ανθρώπινη έκφραση μιας δύναμης που δεν οριοθετείται, αλλά συνεχώς μεταβάλλεται μέσα στην ίδια την περιπέτεια της μουσικής.

“There must be some way out of here’, said the joker to the thief, ‘There’s too much confusion, I can’t get no relief. Businessmen, they drink my wine, plowmen dig my earth, none of them along the line know what any of it is worth’.” (All along the watchtower, 1967, LP John Wesley Harding)

Η σιγουριά της συνεχόμενης αλλαγής και της διαρκούς παρουσίας στο πιο μαγικό ‘Never Ending Tour’, δεν είναι ακριβώς παρακαταθήκη, αλλά μάλλον μια ζωντανή υπόσχεση που ποτέ δεν γνώρισε όρια και περιορισμούς. Ο Ντίλαν πέρασε από παντού και δεν δίστασε να ξαναπεράσει, να σκοντάψει, να πέσει, να ξανασηκωθεί, να επαναληφθεί, να γίνει ακόμα και θύμα των εμμονών του, το έκανε όμως πάντα με τους δικούς του όρους, ‘υπηρετώντας’ τις γεμάτες μυστήριο μεταφορές του, όλες αιτιολογημένες μέσα και έξω του, με απώτερο σκοπό τη δημιουργία μιας μοναδικής ποιητικής αυτοβιογραφίας που με τη σειρά της ενέπνευσε και ‘καθοδήγησε’ ολόκληρες γενιές τραγουδοποιών, συνθετών και στιχουργών. Από την Μινεσότα μέχρι τα Highlands της Σκωτίας και από τη Νέα Υόρκη μέχρι την Μινεάπολη, ο Μπομπ Ντίλαν δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να χτυπάει την πόρτα του παραδείσου, διαλαλώντας το εμπόρευμα ενός ελεύθερου και επαναστάτη γραφιά που γεννήθηκε για να μείνει αιώνιος.

“Father of night, father of day, Father, who taketh the darkness away, Father who teacheth the bird to fly, builder of rainbows up in the sky, Father of loneliness and pain, Father of love and Father of rain”. (Father of night, 1970, LP New Morning)

Ο Σκωτσέζος συγγραφέας, Ιρβάιν Γουέλς, όταν έγινε γνωστό πως ο Ντίλαν βραβεύτηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, έγραψε στον λογαριασμό του στο twitter, ότι “ήταν η επιλογή των γερασμένων χίπιδων με δύσοσμο προστάτη που μιλούν αλαμπουρνέζικα”. Αρκετοί συνάδελφοί του συμφώνησαν, με σαφώς πιο συγκρατημένες εκφράσεις. Είναι σίγουρο ότι κανείς τους δεν κατανόησε τον ‘φλογερό ασκητή’ με την φωνή της ανατρεπτικής ενσυναίσθησης, τη μουσική της αφηγηματικής μέθης και την ποίηση της χωρίς δισταγμούς αναπαράστασης. Για τον Ντίλαν, το σημαντικό δεν ήταν πώς να γράψει τους στίχους του, αλλά το τί να γράψει. Αυτός ο υπέροχος τροβαδούρος της κομψότητας και της ευαισθησίας, ο αυθάδης, ο απόμακρος, ο ενίοτε παρεξηγημένος, ο αφοσιωμένος, ο έφηβος, ο νευρώδης, ο εμπρηστής, ο λαθρεπιβάτης, ο ταξιδευτής, είναι ο σημαντικότερος ποιητής και τραγουδοποιός που γνώρισε ποτέ η σύγχρονη μουσική.

Τα ‘βιβλία’ του χωράνε σε ένα μικρό ράφι, τόσο όσο να μπουν οι 37 δίσκοι του. Και από κάτω ένα πικάπ. Με ανοιχτά τα παράθυρα της ψυχής, για να γεμίζει ο χώρος και ο χρόνος από την ευωδία της μαγείας του. Η λήθη δεν θα τον αγγίξει ποτέ. Και όχι, δεν θα είναι το Νόμπελ που θα μας τον θυμίζει. Αλλά το πρώτο ακόρντο στην κιθάρα και εκείνη η γεμάτη ένταση ανάσα πριν την πρώτη νότα της φυσαρμόνικας. Αυτά τα δυο, μαζί με την φωνή του, θα πλαισιώνουν αιώνια τις ιστορίες του, τις εικόνες του και το ταξίδι του. Γιατί όπως λέει και ο ίδιος: “Me? I’m still on the road, headin’ for another joint…”

* Επιτρέψτε μου να χαρίσω το κείμενο στον Χρήστο Σκούντζο και τον Παναγιώτη Κούρβα. Ο πρώτος μου έμαθε τον Ντίλαν, με τον δεύτερο παίζουμε τα τραγούδια του εδώ και 30 χρόνια.