PUBLI

O αγέλαστος κος Tommy Lee Jones

Στο 'Μέχρι το Τέλος', το γουέστερν που έγραψε, σκηνοθέτησε και πρωταγωνιστεί (και το οποίο ήδη κυκλοφορεί) αποδεικνύει ότι είναι ο τελευταίος αυθεντικός καουμπόης εκεί έξω.

”Η πιο σημαντική ερώτηση στο Αμερικάνικο σινεμά, μετά από 40 χρόνια στο χώρο, έχω καταλήξει ότι είναι το ‘Τι ώρα σερβίρεται το φαγητό”. Μια ατάκα του 67χρονου Τεξανού που πολύ μου άρεσε. Ενδεικτικό του σαρδόνιου χιούμορ που κρύβει πίσω από μια ‘μπαρουτοκαπνισμένη’ φάτσα που μοιάζει να μην έχει σκάσει χαμόγελο ποτέ.

Όλα ξεκίνησαν πριν από 21 ακριβώς χρόνια, όταν ο Tommy Lee Jones κέρδισε από το πουθενά το Όσκαρ Β’ Αντρικού Ρόλου για τον Φυγά. Τότε που το Χόλιγουντ, μετά από 20 χρόνια στο χώρο (έκανε το ντεμπούτο του το 1970 με το Love Story), άρχισε να καταλαβαίνει τις δυνατότητες αυτού του ‘άσχημου μπάσταρδου’ (με όλο το σεβασμό) με τα φαινομενικά ‘νεκρά μάτια’ και την ‘σαγρέ’ επιδερμίδα.

Οπότε και έτρεξε να τον τυποποιήσει, βάζοντάς τον σε ένα σωρό ταινίες τύπου Under Siege δίπλα στον Steven Seagal (εντάξει, αυτό ήταν ένα χρόνο πριν αλλά δεν μπορούσα να μην το βάλω), Volcano δίπλα στο ηφαίστειο, το Blown Away, το US Marshals δίπλα στον Wesley Snipes, το Batman Forever και το Space Cowboys δίπλα στους υπόλοιπους μαθουσάλες.

Με άλλα λόγια, έτρεξε να τον τυποποιήσει. Πάντα με λαμπρή εξαίρεση το Heaven & Earth του Oliver Stone και, φυσικά, το Men in Black. Το πρώτο και μοναδικό κινηματογραφικό franchise στο οποίο έχει υπάρξει βασικό μέλος (ναι, το ξέρω ότι έπαιξε και στο πρώτο Captain America αλλά ήταν δεύτερο βιολί).

Ο Tommy, πάλαι ποτέ παίκτης του Αμερικάνικου ποδοσφαίρου και -όσο και αν δεν του φαίνεται- απόφοιτος του Harvard (και μάλιστα με υποτροφία), δεν είχε πρόβλημα με όλα αυτά.

Όπως έχει χαρακτηριστικά δηλώσει ‘Έχω κάνει μερικές πολύ κακές ταινίες. Αλλά πέρασα πολύ καλά γυρίζοντας τις’. Άλλωστε για εκείνον η υποκριτική ήταν πάντοτε μαραθώνιος και όχι σπριντ.

Ένα μαραθώνιο που με τα χρόνια άρχισε να κερδίζει. Ειδικά από το 2005 και μετά όταν είχε επιτέλους την ευκαιρία να σκηνοθετήσει την πρώτη του ταινία (από τις συνολικά 4 που έχει γυρίσει), το The Three Burials of Melquiades Estrada.

Μια κομβική χρονιά για αυτόν καθώς καπάκι ήρθαν εξαιρετικές δουλειές προς το μέρος του, όπως το No Country for Old Men των Cohen σε ένα ρόλο φτιαγμένο ‘κουστούμι’ πάνω του.

Και, σχεδόν διαδοχικά, τα In the Valley of Elah του Haggis, The Company Men, το Emperor και, πάνω από όλα, το Lincoln του Spielberg. Μια ταινία στην οποία απέδειξε πόσο εύκολο του είναι να κλέβει την παράσταση. Άσχετα αν δεν είναι ο χαρακτήρας του αυτός.

Το αξιοσημείωτο είναι ότι, μέχρι τώρα, μιλάμε για μόλις τα τελευταία 20 χρόνια της καριέρας του. Ότι δηλαδή το παλικάρι έχει άλλες δυο δεκαετίες γεμάτες ρόλους-διαμάντια ‘κάβα’ (τον θυμάστε, φαντάζομαι, στο JFK).

Όσον αφορά το καουμποϊλίκι, αυτό είναι κάτι που το έχει μέσα στο αίμα του. Έχει γεννηθεί δίπλα σε ράντσα, έχει δουλέψει σε αυτά και πλέον του ανήκει και ένα στο οποίο εκτρέφει άλογα. Άρα μόνο τυχαίο δεν είναι ότι οι καλύτεροί του ρόλοι έχουν σχέση με την Άγρια Δύση. Του τώρα ή του τότε.

Ίσως γιατί συνολικά και ο ίδιος είναι ένα ‘απομεινάρι’ από εκείνη την εποχή. Ένα ζωντανό ενθύμιο της εποχής που οι άντρες, οι πραγματικοί άντρες, δεν έλεγαν πολλά, δεν χαμογελούσαν ποτέ και σε κοιτούσαν πάντα στα μάτια.

Για το τέλος το μόνο που μένει είναι να του θυμίσουμε μια δήλωσε που είχε κάνει την εποχή του Space Cowboys.

Και να του επιβεβαιώσουμε ότι όντως τα έχει καταφέρει. Ναι, είναι πλέον ίδιοι.