OPINIONS

Ο Στέφανος Κορκολής διηγείται τις περιπέτειες της μουσικής του

Ύστερα από πολλά χρόνια περιοδειών στο εξωτερικό, ο Στέφανος Κορκολής επιστρέφει στην Ελλάδα και, σαν παλιός ναυτικός, θυμάται αυτά που έζησε εκεί.

“Όταν έχω να παρουσιάσω κάτι, είναι ένα κομμάτι του εαυτού μου, κι εγώ δεν είμαι ένα πράγμα,” μου λέει ο Στέφανος Κορκολής, καθώς καθόμαστε σε έναν πολύ όμορφο, πολύ ζεστό χώρο στο φουαγιέ της Αθηναϊδας. Αυτό είναι το μόνο που θα γινόταν σαφές στην διάρκεια της κουβέντας μας, η οποία εκείνο το απόγευμα μας ταξίδεψε μέσα από διαδρομές με τρένο στη Σιβηρία και αεροπλάνα από το Τόκιο στο Ρίο, σε υπόγεια στούντιο στο Λονδίνο και σε κρυμμένα ταλέντα στην Κρήτη κι από φολκλορικές αναμνήσεις των ‘90s σε ενθουσιώδεις ιστορίες για τον Τιμ Μπάρτον και τον Γκάλαχερ.

Κι αυτό που έχει να παρουσιάσει, στην Αθηναϊδα, είναι δύο εντελώς διαφορετικού είδους και λογικής πρότζεκτ. “Το ένα είναι συγκροτημένο πρόγραμμα με πολλή σκέψη και δουλειά, ενώ το άλλο τις Κυριακές είναι εντελώς ό,τι προκύψει. Αυτό με ιντριγκάρει 100%. Είμαι απρόβλεπτος,” λέει, πριν ξεκινήσουμε με αφορμή την επιστροφή του να κουβεντιάζουμε για ό,τι προηγήθηκε– και ό,τι πρόκειται να ακολουθήσει.

Ο Στέφανος Κορκολής, το ‘παιδί θαύμα’.

Ι. Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

“Μετά από μεγάλο διάστημα που έκανα ηχογραφήσεις και περιοδείες στο εξωτερικό, αποφάσισα για καθαρά προσωπικούς λόγους να μαζευτώ στην Ελλάδα. Στο σπίτι μου, στον χώρο μου,” λέει δίχως κανένα ίχνος απογοήτευσης στον τόνο του. Ίσα-ίσα, με μια λάμψη ενθουσιασμού απέναντι στις προκλήσεις που θα φέρει αυτό το νέο κεφάλαιο της καριέρας του.

Μοιάζει με άνθρωπος που έτσι κι αλλιώς κυνηγά διαρκώς το κάτι διαφορετικό, όπως φαίνεται κι από την σύνοψη μιας πορείας χρόνων που τον βρίσκει να αλλάζει διαρκώς κατευθύνσεις και να μη μένει προσκολλημένος σε ένα είδος κι ένα πράγμα. Μιλώντας μου ας πούμε για τη Σοφία Μανουσάκη, την νεαρή τραγουδίστρια με την οποία συνεργάζεται στο “Φάσμα Ασμάτων”, εξηγεί πώς παρουσίασε γι’αυτόν την ευκαιρία για κάτι καινούριο. “Δε θα έγραφα ξανά για ανθρώπους που έχω γράψει ήδη,” εξηγεί. “Είχα την πρόκληση να γράψω όχι εύκολα πράγματα, για έναν νέο άνθρωπο. Να δω πού μπορώ να φτάσω. Και έχω καλλιτεχνική ευθύνη απέναντι σε έναν άνθρωπο που πιστεύω πολύ. Θα ήταν πολύ απλό να πέσουμε σε ποπάκια της σειράς, και με μεγάλη επιτυχία μάλιστα.”

Μοιράζεται ένα διασκεδαστικό ανέκδοτο από τη μέρα που ανακάλυψε την Σοφία. Πριν ένα χρόνο έκανε μια εκπομπή στην Κρήτη για το πρόμο μιας φιλανθρωπικής συναυλίας κι ένας δημοσιογράφος τον ρώτησε αν θα ήθελε να ακούσει μια νέα φωνή. Δεν είναι, παραδέχεται, το καλύτερό του, και ήταν και σε άσχημη διάθεση, ωστόσο συμφώνησε να την ακούσει. Όταν ήρθε η Σοφία, της πρότεινε να τραγουδήσει το “Δεν Είσαι Εδώ”. “Της Γαλάνη;”, ρώτησε εκείνη. “Όχι ρε παιδάκι μου, του Καρασούλου και του Κορκολή που το έχει ερμηνεύσει μοναδικα η Γαλάνη!”, απάντησε εκείνος. “Την έπιασα από τα μούτρα κατευθείαν!”, γελάει τώρα απέναντί μου ο συνθέτης, προτού συνεχίσει και μου εξηγήσει πόσο εντυπωσιάστηκε από τη φωνή της- και μαζί όσοι επαγγελματίες του χώρου ζήτησε τη γνώμη τους.

Στην Αθηναϊδα.

Οι παραστάσεις στην Αθηναϊδα με τη Σοφία και τους String Demons (λέει ενθουσιασμένος, “Μου τους υπέδειξαν φίλοι, μπήκα και άκουσα τη δουλειά τους, και ακούω να παίζουν τα Καβουράκια του Τσιτσάνη για τσέλο και βιολί. Έχουν πάθος, τρέλα.”) είναι κομμάτι του νέου αυτού δημιουργικού κεφαλαίου. “Δεν θέλω να κλειστώ στο πιάνο μου. Μου αρέσει να μοιράζομαι αυτά που φτιάχνω.” Μου εξηγεί ας πούμε την ιδέα πίσω από τις σόλο παραστάσεις που κάνει τα απογεύματα της Κυριακής. “Η ιδέα είναι ότι εγώ βαριέμαι τις Κυριακές, μου έχει μείνει κόμπλεξ από το σχολείο μάλλον. Γι’αυτό έκανα κοπάνα τις Δευτέρες. Επειδή βαριόμουν, καθόμουν στο πιάνο και η βαρεμάρα μου γινόταν έμπνευση. Αυτοσχεδίαζα. Πότε βγαίναν καλά, πότε μούφες. Και αποφάσισα αυτό να το μοιραστώ με τον κόσμο.” (Μου περιγράφει μια παράσταση όπου ένας πιτσιρικάς τον έβαλε να παίξει το “Happy Birthday” στο στυλ του Μπετόβεν. Ακούγεται τέλειο.)

Όσο για το “Φάσμα Ασμάτων”, είναι ουσιαστικά μια έμπρακτη εφαρμογή της ιδέας πως δεν νιώθει να τον περιορίζει ένα είδος μουσικής. “Η βαρύτητα ενός συνθέτη δεν έχει να κάνει με το είδος που υπηρετεί,” μου εξηγεί, “αλλά με το αν έχει βγάλει αυτό το δημιούργημα με την ψυχή του.” Θα ακούσεις Τσιτσάνη δίπλα στον Πιατζόλα και το “Ξύπνα Αγάπη Μου” δίπλα στους Iron Maiden.

Είναι κάπως συνεπές ότι συμβαίνει αυτή η μουσική άσκηση ισορροπίας. Ο Στέφανος Κορκολής που θυμάμαι είναι ήταν ένας συνθέτης που μπορούσε να σε κάνει να ακούσεις ποπ κομμάτια και με την ίδια ευκολία θα σε έκανε να παρακολουθήσεις ένα σόλο κλασικής μουσικής. Ο Στέφανος Κορκολής που βλέπω τώρα μπροστά μου είναι ένας δημιουργικά ανήσυχος άνθρωπος που ζει αδιαπραγμάτευτα στο τώρα έχοντας συλλέξει αμέτρητες εικόνες και παραστάσεις από τα -συχνά ακραία διαφορετικά μεταξύ τους- κεφάλαια του χθες.

ΙΙ. ΤΑ ΤΑΞΙΔΙΑ

-Η βάση σου ποια ήταν όλα αυτά τα χρόνια;

-Το αεροπλάνο.

Ο Στέφανος έλειπε καμιά ντουζίνα χρόνια στο εξωτερικό, όπως το θυμάται. Το άλμπουμ “First Touch” είχε (πλατινένια) επιτυχία σε πολλές χώρες από την Ιαπωνία ως την Πορτογαλία, κι αυτό ήταν που του έδωσε το πάτημα. Μαζί με την θέλησή του να ανακαλύψει την αγορά της Ρωσίας, απλώθηκε στο εξωτερικό γράφοντας, περιοδεύοντας και γνωρίζοντας κόσμο. Τον βρήκε ο Χέιντν Μπένταλ κι έγινε παραγωγός του, και τώρα ετοιμάζουν κάτι μαζί. (Ο Μπένταλ είναι σπουδαίος παραγωγός ονομάτων όπως Τίνα Τάρνερ, Κέιτ Μπους, Pet Shop Boys, ενώ ήταν και παραγωγός για το βραβευμένο με Όσκαρ σάουντρακ του “Τελευταίου Αυτοκράτορα”.) “Στα Air Studios στο Λονδίνο, εκεί που ήταν μια παλιά εκκλησία, κάναμε πολύ ωραία πράγματα με τον Χέιντν,” λέει.

Και τώρα, πριν περίπου ένα εξάμηνο, ήρθε πίσω στην Ελλάδα. “Κάνω τώρα κάτι ψιλά μόνο έξω, αλλά ωραία πράγματα. Ό,τι πρέπει. Κάνω τα εύκολα. Το όριό μου είναι το Λονδίνο. Να κάνω ένα gig και να ξαναγυρίσω.” Όμως τα προηγούμενα χρόνια δεν σβήνουν. Αφήνουμε τις αναμνήσεις του να πουν την ιστορία.

Στο στούντιο με τον Χάιντν Μπένταλ και τη βοηθό του, Φιόνα.

“Δε θυμάμαι κάποια περίοδο με ιδιαίτερη αγάπη. Επειδή πήγαινα για δουλειά. Ρωσία ας πούμε έκατσα πάρα πολύ, δεν είδα και δεν κατάλαβα τίποτα. Το Κρεμλίνο το είδα επειδή έπαιξα εκεί, όχι επειδή πήγα να το δω ως αξιοθέατο. Διέσχισα όλη τη Σιβηρία και δεν… Μου λένε φίλοι “πω ρε τυχερός, έχεις δει όλο τον κόσμο”. Δεν έχω δει τίποτα, ένα αεροδρόμιο, την αίθουσα που παίζω.”

Στο Κρεμλίνο.

Στο Παρίσι έπεσα σε μεγάλους δασκάλους, βρέθηκα δίπλα στον Πιατζόλα 2 μήνες κι έμαθα ενορχήστρωση. Συγκλονιστικό. Είχα γνωρίσει και το έτερόν του ήμισυ, τον Οράσιο Φερέ, που απήγγειλε και τα τραγουδούσε τα έργα του. Και μετά εγώ έφτασα το 2005 να παίζω και σχεδόν να κάνω περιοδεία με τον Φερέ, να παίζουμε Πιατζόλα.”

“Το χειρότερο είναι όταν είχα δυο συναυλίες Τόκιο και μετά περιοδεία στη Βραζιλία. Και πέταξα Ιαπωνία Φρανκφούρτη, έκατσα 5 ώρες για να πάρω αεροπλάνο να με πάει στο Ρίο, όπου από εκεί πήρα άλλο αεροπλάνο γιατί η πρώτη μου συναυλία ήταν στο Πόρτο Αλέγκρε. Όταν έφτασα τελικά ήταν Μεγάλο Σάββατο, και το θυμάμαι επειδή όταν έφτασα επιτέλους στο ξενοδοχείο πήρα τηλέφωνο τη μάνα και τον πατέρα μου να τους πω ότι είμαι καλά και τους ρώτησα κατευθείαν “πείτε μου τι μέρα είναι”.”

Στη Δρέσδη.

“Μου έχει μείνει πολύ η Ιαπωνία. Το Τόκιο είναι άλλος πλανήτης, νομίζεις πως ζεις σε μια ταινία επιστημονικής φαντασίας. Μένεις σε ένα ξενοδοχείο στον 25ο όροφο και ξαφνικά περνάει τρένο από μπροστά σου.”

“Σε μια συναυλία στη Βαρσοβία, στην Ακαδημία Σοπέν (και δεν υπάρχει πιο σκληρό κοινό από τους Πολωνούς), σε ρεσιτάλ πιάνου δικό μου έφαγα φλασιά και έβγαλα τη Σοφία στο ξεκάρφωτο, εξηγώντας στον κόσμο ότι έχω ανακαλύψει μια φωνή και θα ήθελα να τη μοιραστώ. Την πέταξα στον ωκεανό, βγήκε, έτρεμε. Της είπα να πει τον Ερωτόκριτο. Ούτε πιάνο, τίποτα. Το λέει, τελειώνει, επικρατεί μια σιγή για ένα δευτερόλεπτο και μετά γίνεται της κακομοίρας. 2 μήνες μετά την ανακάλυψη αυτό.”

“Ο μύθος ότι η Βραζιλία είναι παράδεισος… Δεν ξέρω, για κάποιους είναι, αλλά για νορμάλ ανθρώπους δεν είναι. Όταν βγήκα να πάρω τσιγάρα με έβαλαν να υπογράψω υπεύθυνη δήλωση ότι δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη της σωματικής μου ακεραιότητας. Εκεί στις φαβέλες σε πυροβολάνε για πλάκα. Είναι τρέλα. Δεν εφαρμόζονται νόμοι.”

Στην Πράγα.

“Όταν πήγα Βραζιλία είχε βγει ο δίσκος και δεν ήμουν γνωστός σε επίπεδο ”α, ο Στέφανος” στο δρόμο, με τίποτα. Το κομμάτι είχε κάνει μια επιτυχία και βάσει αυτού στο πρόμο τουρ πήγα να κάνω 6-7 συναυλίες σε διαφορετικές πόλεις. Πάω για συναυλία στο Ρίο, μπαίνω στο καμαρίνι, βλέπω λουλούδια παντού, λέω τι έγινε. Να βρεις μια ανθοδέσμη από τη δισκογραφική ΟΚ αλλά αυτό ήταν γεμάτο, καλάθια, σαμπάνιες. Βγαίνω, παίζω, τρομερό κοινό- όλοι έχουν τη μουσική μέσα τους. Είναι μια παρέα στα 6-7 άτομα με σαμπάνιες που μιλούσαν ελληνικά, “α ο δικός μας, το παιδί μας”, τι έγινε λέω. Κοιτώντας λίγο τις φάτσες τους ήταν ψιλογνωστές λίγο, ήταν κάπως οικείες, ήταν διάφοροι τύποι που την είχαν κάνει με ελαφρά από την Ελλάδα κι είχαν έρθει εκεί. Δεν ξέρω τι έχουν κάνει οι άνθρωποι, ήταν ευγενέστατοι όμως, χάρηκαν που ένας συμπατριώτης τους ήρθε κι έπαιξε, δεν τραβούσαν κανά ζόρι. Αλλά έχει πλάκα γιατί ήταν οικείες οι φάτσες, ήξερα περίπου ποιος παίζει να είναι.”

Με τον Μπένταλ.

To Λονδίνο όσο πάει με κατακτά και περισσότερο. Αρχίζω να έχω ένα περίεργο δέσιμο. Ίσως λόγω της δουλειάς μου. Κάνεις πρότζεκτ σε ένα στούντιο που είναι το μουσείο των Queen κάτω. Ή εκεί που γράφεις να είναι στο διπλανό στούντιο η Φιλαρμονική του Λονδίνου. Ή να σου λέει ο παραγωγός σου πώς ήταν ο Φρέντι Μέρκιουρι. Ιστορίες προσωπικές! Υπάρχει εκεί μια τρομερή συμπάθεια προς κάποιος που τον αποδέχονται οι μουσικοί. Αν σε χώσουν στην παρέα τους νιώθεις περήφανος που πίνεις καφέ ας πούμε τον Γκάλαχερ και μιλάτε επί ίσοις όροις ή που τρως σάντουιτς με τον Τιμ Μπάρτον και κάνουμε πλάκες λες και τον ήξερα τον Τιμ Μπάρτον από τα παιδικά μου χρόνια.”

Όλα αυτά που έχω εγώ ζήσει δε μπορώ να τα κρατάω σε ένα σεντούκι κάτω από το κρεβάτι. Τα μοιράζομαι. Σαν ιστορίες και σαν τρόπο σκέψης για το πώς λειτουργούν έξω τα πράγματα. Πας σε ένα κλαμπάκι που χωράει 40 άτομα και μπορεί να είναι εκεί πέρα η Κέιτ Μπους που πίνει ένα ποτό και σηκώνεται να τραγουδήσει ένα κομμάτι. Συμβαίνει δίπλα σου. Προσπαθώ να το πετύχω εδώ.”

ΙΙΙ. Η ΖΩΗ

“Όσες πιο πολλές στιγμές μαζεύω τόσο πιο χαρούμενος είμαι”

Δε με ενδιέφερε το πού πάει όλο αυτό. Μπορεί να το βλέπεις σα μια νοητή γραμμή αλλά εγώ την τέμνω, την κάνω στιγμή στιγμή. Όσες πιο πολλές στιγμές μαζεύω τόσο πιο χαρούμενος είμαι. Κι ό,τι είναι έρθει, καλώς να έρθει. Δεν υπάρχει καριερισμός.

“Τι θα πει διεθνής καριέρα; Τι είναι η καριέρα; Είναι ματαιοδοξία του κερατά”

Δεν τολμάω να πω ότι κάνω διεθνή καριέρα. Έχει γίνει τσιχλόφουσκα, μακριά από μένα αυτό. Μπορεί να κάνω πράγματα έξω, και τώρα το μαθαίνουν εδώ αυτό γιατί δε βγήκα να το διαλαλήσω, αλλά πράγματικά είναι μεγάλη κουβέντα να πεις πως κάνω διεθνή καριέρα. Αυτό σημαίνει πως βγαίνεις στα σοκάκια στο Λονδίνο και σου λένε “hi Stefanos”. Ούτε η Μούσχουρη είμαι, ούτε ο Ντέμης Ρούσος κι ούτε πρόκειται να γίνω. Είμαι γνωστός σε πολλές χώρες μέσα στον χώρο, μουσικοί κι άνθρωποι του χώρου με ξέρουν. Και ο κόσμος, σε κάποιες χώρες είμαι ψευτοαναγνωρίσιμος, αλλά ως εκεί. Γι’αυτό τσαντίζομαι που ακούω με ευκολία να λέει κάποιος “διεθνή καριέρα”.

Και είναι και άτοπο. Τι θα πει διεθνής καριέρα; Τι είναι η καριέρα; Είναι ματαιοδοξία του κερατά. Τι θα πει “κάνουμε καριέρα;” Κάνεις αυτό που γουστάρεις να κάνεις και απευθύνεσαι σε ψυχές. Τι άλλο είναι η μουσική; Είναι κάτι άλλο; Αν ακουμπήσεις μία ψυχή έχεις ήδη κάνει ένα μεγάλο μέρος αυτού που οφείλεις να κάνεις ως καλλιτέχνης. Αν ακουμπήσεις παραπάνω, ακόμα καλύτερα.

“Η μουσική είναι μία”

Η ταμπελοποίηση στην τέχνη είναι άκυρη. Σε ακραία βάζεις ταμπέλες “μην αγγίζετε”. Αλλά στο είδος της μουσικής δεν βάζω ταμπέλες, η μουσική είναι μία. Το δήλωνα, συνεχίζω να το δηλώνω. Κι όταν μου δίνεται η ευκαιρία το αποδεικνύω εμπράκτως.

Από κλασικός πήγα στο ποπ ροκ και μετά πέρασα και σε άλλα πράγματα. Συμφωνική μουσική, ηλεκτρονική μουσική. Δεν κάθομαι στα αυγά μου, σαν δημιουργός με ενδιαφέρει να πειραματίζομαι και να ακουμπάω τα πάντα. Αν το είδος δε σε θέλει, σε διώχνει. Κι εγώ άμα δω ότι δε με παίρνει, απομακρύνομαι. Αν δω ότι με παίρνει το συνεχίζω, αναδημιουργώ.

“Δε μπορώ την υπερτελειότητα”

Δε μπορώ τη μανία της υπερτελειότητας. Αν ακούσεις τον Ραχμάνινοφ να παίζει τον εαυτό του, θα του φεύγουν λάθη. Λογικό είναι. Ήρθε και το autotune που τα έχει καταστρέψει όλα. Όλα ίδια.

“Άμα το γουστάρεις κάντο”

Η μοντέρνα βιομηχανία παίρνει ερμηνευτές, τους ντύνει περίεργα, με μίνι, με σκισμένα, και παίζουν Ραχμάνινοφ. Δηλαδή άμα το γουστάρεις κάντο, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις αυτό είναι επιβολή των εταιρειών γιατί προσπαθούν να δημιουργήσουν pop idols στην κλασική μουσική για να πουλάνε πιο πολύ. Και τους βλέπω κι εγώ τους λυπάμαι. Είναι έξω από τα νερά τους. Έχω γνωρίσει στη Ρωσία πιανισταρά που κατά κάποιο τρόπο του έχουν επιβάλει αντί να βάλει το σμόκιν που του αρέσει να βάλει σκισμένο τζιν και ένα περίεργο ρούχο από πάνω. Αυτές οι σπασμωδικές κινήσεις με ενοχλούν.

Εγώ δεν είχα νιώσει ποτέ πιέσεις. Έχω φάει δηλαδή αλλά δεν τις έχω αποδεχτεί. Είναι θέμα ισορροπίας, το έχουμε όλοι στις δουλειές μας.

“Ήμουν τυχερός που το έζησα αλλά το βλέπω και λίγο ως φολκλόρ”

Αν σταματήσεις να ακουμπάς ψυχές, και το λέω επειδή τα έχω ζήσει αυτά, και γίνει ένα υστερικό ωστικό κύμα υστεριοκατάστασης, χάνεται ο έλεγχος. Αυτά τα στάδια τα γεμάτα, στα ‘90s που γινόταν πανζουρλισμός, που τράβαγαν ρούχα, σπρώχνονταν, όλα αυτά τα βλέπω λίγο με ένα χαμόγελο κοιτώντας πίσω. Ωραία ήταν, και τυχερός ήμουν που το έζησα αυτό, αλλά από την άλλη το βλέπω και λίγο ως φολκλόρ. Δε μου αρέσει όταν γυρνάω σελίδα σε ένα βιβλίο να γυρνάω πίσω και να λέω “α, τι είχε πει εδώ”. Την κάθε σελίδα τη διαβάζω πολύ σοβαρά, τώρα είμαι στις επόμενες σελίδες. Και ελπίζω να συνεχίσει αυτό.

Προσαρμόζομαι στις συνθήκες όπου είμαι ανά πάσα στιγμή. Τώρα είμαι εδώ.

“Η τέχνη δεν ενοχλεί κανέναν”

Οι κλασικοί μου στράβωναν τη μούρη επειδή έκανα ποπ κι οι άλλοι με σνόμπαραν επειδή έκανα ποπ επιτυχίες. Γιατί γαμώτο μου αυτό; Γιατί στην τέχνη; Η τέχνη δεν ενοχλεί κανέναν.

Και σήμερα υπάρχει ρατσισμός τρελός και πιο έντονος. Όλα έχουν πάει στα άκρα, από τη μία εκείνοι από την άλλη οι άλλοι. Υπάρχει μια πόλωση όπου το Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός μοιάζει παιδικό πάρτι. Αν είναι δυνατόν, τέχνη είναι ρε παιδιά. Δε σου αρέσει κάτι; Το κλείνεις. Δεν ΠΑΩ να ακούσω κάτι, δεν ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ να το κανιβαλίσω, να λέω μεγάλες κουβέντες και να κράζουμε “έτσι ο ένας έτσι ο άλλος”. Δεν πάω! Θα σου πω εγώ μην ακούς αυτό που σου αρέσει; Τα απλά τα κάνουμε πολύπλοκα, στο απλό προσπαθούμε να δώσουμε μια άλλη διάσταση. Δεν καταλαβαίνω. Δεν έχουμε τίποτα άλλο να κάνουμε μάλλον. Βλέπω ίντριγκες και χαμό, είπε ο έτσι για τον έτσι κι ο ένας για τον άλλον, δηλαδή ήμαρτον. Παίξτε τη μουσική σας κι άμα γουστάρουν θα έρθουν να σας δουν αυτοί που σας γουστάρουν. Τι είναι αυτά τα πράγματα, που τρώμε ο ένας τον άλλον;

“Όλες οι ταλεντάρες την κάνουν”

Βλέπω δράση και δε βλέπω αντίδραση. Ή μάλλον βλέπω την αντίδραση να μη γίνεται με σκέψη. Έχουμε να πολεμήσουμε έναν εχθρό όλοι μας, που μας τον φορέσανε. Οι παππούδες και οι γονείς μας ήταν τύπου “ψηφίζουμε για να…” κι όχι να ψηφίσουν για να ψηφίσουν. Αυτό το τρώμε τώρα όλοι στη μάπα. Στεναχωριέμαι φρικτά και πληγώνομαι που βλέπω μεταναστευτικό κύμα, όλες οι ταλεντάρες στις επιστήμες και τις τέχνες την κάνουν, κι όσοι δε μπορούν να την κάνουν μένουν εδώ και μαραζώνουν κολλημένοι σε ένα κομπιούτερ είτε σε ένα φραπέ που δε λέει να τελειώσει.

“Δεν φυλάμε τους θησαυρούς μας”

Όταν δε μπορείς να σβήσεις ένα λαό, όταν δε μπορείς να του κάνεις πόλεμο, του καταστρέφεις και του διαστρεβλώνεις την ιστορία, καταστρέφεις τη γλώσσα και τη γραφή, που οι σημερινοί που βγαίνουν από τα σχολεία δεν ξέρουν πού να τονίσουν. Ό,τι ωραίο είχαμε, κι αυτό στα σκουπίδια. Και με πιάνει το γαμώτο. Κι απορώ οι αντιδράσεις πού είναι. Δε φυλάμε τους θησαυρούς μας.

“Δεν είμαι εύκολο αντιπαλάκι”

Έχω φάει πολλά καρφιά σε συνεντεύξεις τύπου στο εξωτερικό. Και έχω δώσει απαντήσεις από έντεχνες μέχρι κακότεχνες. (γελάει) Μη μου πειράξεις την Ελλάδα, άσε με εμένα να λέω ό,τι θέλω στο σπίτι μου, αλλά μη μου το θίξεις εσύ. Δεν είμαι εύκολο αντιπαλάκι. Ίσως έχω δώσει την εικόνα ότι είμαι πολύ κουλ, αλλά μην μου θίξεις την Ελλάδα, μην πας να μου μειώσεις την ιστορία μου και το από πού προέρχομαι.

“Είμαι σαν ναυτικός”

Είναι ένα λούνα παρκ η ζωή μου. Αλλά έχω σταματήσει τα πολλά ταξίδια στο εξωτερικό, δεν την παλεύω σωματικά.

Έχω φάει ταξίδι με το τρένο για 6 μέρες στη Ρωσία, να βλέπεις απ’έξω το ίδιο άσπρο. Αυτό πια με κουράζει, δεν το αντέχω σωματικά. Αλλά από την άλλη μεριά μου αρέσει που είμαι εδώ γιατί τώρα να, είμαι σαν ένας ναυτικός που έχει περάσει διάφορα, έχει κάνει ταξίδια για χρόνια στη θάλασσα και μαζεύεται μετά και κάθεται ας πούμε και τα διηγείται αυτά που έζησε και πέρασε, στους φίλους του. Για μένα φίλοι μου είναι αυτοί που έρχονται εδώ. Θα λέω τις περιπέτειες της μουσικής μου.

*infο: Οι τελευταίες παραστάσεις του Στέφανου Κορκολή στον Πολυχώρο Πολιτισμού Αθηναϊς γίνονται στις 19 και 20 Δεκεμβρίου (για το Φάσμα Ασμάτων) και το απόγευμα της Κυριακής 21 Δεκεμβρίου για το σόλο πιάνο. Τηλέφωνο 2103480080. Περισσότερες πληροφορίες στις επίσημες σελίδες facebook του Στέφανου Κορκολή, της Σοφίας Μανουσάκη και του Πολυχώρου Αθηναϊς.