ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Στο (καθαρό) μυαλό του Esteban Cambiasso

O σπουδαίος ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού, σε μία συνέντευξη που παίζει μπάλα πέρα από αγωνιστικούς χώρους και συστήματα.

Ο Ολυμπιακός αποτέλεσε από πολύ νωρίς μεγάλο πρόβλημα στη δουλειά μου. Αθλητικογράφος χωρίς αντικειμενική άποψη, δεν είναι αθλητικογράφος. Τελεία, παύλα και όλα τα σχετικά. Επειδή λοιπόν εγώ προτιμούσα να βλέπω τα ματς του Θρύλου από την κερκίδα και όχι από τα δημοσιογραφικά θεωρεία, πήρα από νωρίς την απόφαση να αλλάξω ρότα. Να εστιάσω επαγγελματικά σε κάτι που θα μου άρεσε αλλά δεν θα μπορούσα να αδιαφορώ περισσότερο για το ποιος θα κερδίζει. Και παράλληλα, κάθε δεύτερη Κυριακή να κάθομαι στη Θύρα 17 και να απολαμβάνω την ομάδα μου. Δεν το κρύβω λοιπόν, περνώντας την είσοδο του προπονητηρίου του Ρέντη, ένιωθα σαν μικρό παιδί. Είχα τόση λαχτάρα να δω τι γίνεται εκεί που χτυπάει η καρδιά της ομάδας, που χρειάστηκα γερές δόσεις αυτοσυγκράτησης για να μην αρχίσω να τρέχω προς τα ενδότερα και να γίνω ρεζίλι.

Είχα βρεθεί άλλες δύο φορές εκεί, τη μία καλύπτοντας μία επεισοδιακή συνέντευξη Τύπου του Ντούσαν Μπάγεβιτς προ απομνημονεύτων χρόνων και την άλλη στην παρουσίαση της αγωνιστικής ομάδας του Ολυμπιακού στη Superleague Formula, σχεδόν μία δεκαετία πίσω. Όλα έδειχναν διαφορετικά, μεγαλύτερα, σύγχρονα, μοντέρνα. Η προπόνηση της ομάδας είχε σχεδόν τελειώσει και πλησίαζε η ώρα να συναντήσω τον Esteban Cambiasso. Ειλικρινά, ακόμα εντυπωσιάζομαι όταν σκέφτομαι πως ένας τόσο σπουδαίος ποδοσφαιριστής φοράει τη φανέλα της ομάδας. Επίσημη πρώτη μου και σε ρόλο ανακριτή/ψυχολόγου προσωπικότητας του συγκεκριμένου σπορ.

(Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson)

Διαβάζω για εκείνον κάθε μέρα. Τι έγινε με την προπόνηση, αν είναι στα πλάνα του προπονητή, γιατί αυτό, γιατί εκείνο. Τα καθημερινά αγωνιστικά του, τα ξέρω και τα ξέρετε, τα διαβάζουμε στο Sport24 και το Contra. Αλλού σκοπεύω να πάω την κουβέντα. Έχω στις σημειώσεις μου 40 και βάλε ερωτήσεις ως οδηγό αν και πάντα τις αφήνω στην άκρη. Q & A κάνεις και με email. Σημασία έχει να κοιτάς τον άλλο στα μάτια και οι ερωτήσεις να προκύπτουν από τις απαντήσεις του. Να συζητάτε. Εξαρτάται βέβαια και ποιον έχεις απέναντί σου. Το ύφος του, την όρεξη του, κατά πόσο σέβεται αυτό που κάνεις.

Αναμένω σε έναν πολύ ιδιαίτερο χώρο, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι χώρος αναμονής σε ένα μουσείο μοντέρνας τέχνης. Avant-garde διακόσμηση, κόκκινο και λευκό παντού. Διάολε, Ολυμπιακός είναι, σιγά μην είχαν πράσινους καναπέδες! Δεν περιμένω πολύ και ο Esteban εμφανίζεται χαμογελαστός και καλοδιάθετος.

Πάντα έτσι είναι”, μου λένε από την ομάδα. Είναι ξεκάθαρο πως ο άνθρωπος Cambiasso τους έχει κερδίσει με τη συμπεριφορά του. Πριν αρχίσω να εξαντλώ τη μπαταρία στο recorder μου, λέμε να βγάλουμε μερικές φωτογραφίες, να ξεμπερδεύουμε με αυτά για να αρχίσει η ‘ανάκριση’.

Τον τραβολογάω στο γήπεδο παρά το τσουχτερό κρύο, τον στήνω μπροστά στις εγκαταστάσεις αλλά και δίπλα ένα Renault Clio. Η γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία είναι χορηγός του Ολυμπιακού και ήταν αρωγός σε αυτή τη συνάντηση. Ας ξεκινήσουμε από εκεί λοιπόν, από τους δρόμους. Οδηγεί ένα Clio σε άλλο χρώμα και ένα Twingo που βολεύει και τη σύζυγό του.

Είναι μικρών διαστάσεων αλλά άνετο αυτοκίνητο. Και το κυριότερο, βολικό στο παρκάρισμα! Γιατί αν με δυσκολεύει κάτι εδώ στην Αθήνα, συνήθως είναι το να βρω να παρκάρω”, μου λέει ενώ επιστρέφουμε στο χώρο της συνέντευξης. Τον ρωτάω για την τρέλα του Έλληνα οδηγού. Aν την αντέχει. “Έχω περάσει πολλά χρόνια σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, έχω ζήσει στη Μαδρίτη, στο Μιλάνο, στο Λέστερ αλλά γεννήθηκα στην Αργεντινή. Εκεί έμαθα να οδηγώ και εκεί είναι τουλάχιστον το ίδιο τρελοί στους δρόμους, αν όχι περισσότερο. Δεν μου είναι πολύ δύσκολο λοιπόν”.

Ξέρω πως είναι καλός ποδοσφαιριστής, είναι όμως και καλός οδηγός; Ερώτηση παγίδα αλλά δεν πέφτει μέσα. Κάθε άλλο.

Θα έλεγα πως είμαι φυσιολογικός οδηγός. Δεν μου αρέσει να τρέχω. Προτιμώ να σέβομαι τους κανόνες και τα όρια ταχύτητας”.

Είναι καλύτερο να χάσεις ένα λεπτό από τη ζωή σου, παρά τη ζωή σου μέσα σε ένα λεπτό

“Το αυτοκίνητο είναι εργαλείο. Δεν μου αρέσουν τα supercars, προτιμώ τα άνετα και οικογενειακά αυτοκίνητα. Προφανώς το να κάνεις μία βόλτα με ένα πολύ σπορ αυτοκίνητο είναι ωραίο αλλά η καθημερινή χρήση, δεν κάνει καλό στη μέση σου! Η θέση οδηγού είναι πολύ χαμηλά και οι αναρτήσεις σκληρές. Νιώθεις τις λακκούβες. Εγώ προτιμώ να οδηγώ υπό ευχάριστες συνθήκες, να μπορώ να συνομιλήσω με τη γυναίκα μου, με τα παιδιά στα πίσω καθίσματα. Κι όχι να κάνω αγώνες στο δρόμο“.

Πρώτο θέμα, άσχετο με τη μπάλα, ήδη περνάει μηνύματα, ήδη καταλαβαίνεις πως βλέπει τα πράγματα διαφορετικά. Άλλοι, μικρότερου βεληνεκούς ποδοσφαιριστές, συναγωνίζονται για το ποιος έχει την πιο γρήγορη Ferrari. Του ζητάω μία ιστορία όχι και τόσο καθημερινής τρέλας στο δρόμο. Διαλέγει μία, έχω ζήσει παρόμοια!

Μία φορά θυμάμαι ένα αυτοκίνητο κινούνταν σε λάθος ρεύμα. Δεν εννοώ στα στενά εδώ στην πόλη, αυτό συμβαίνει συχνά. Σε αυτοκινητόδρομο, στην Αργεντινή! Δεν μπορούσα να το πιστέψω, λέω στον εαυτό μου ‘τι κάνει, πάει ανάποδα, είναι τρελός;’. Ίσως να έλεγε αρχικά κι εκείνος το ίδιο για μένα αλλά εγώ δεν ήμουν μόνος μου, ήμασταν δεκάδες αυτοκίνητα…”. Θυμάται το συμβάν, γελάει εκ του ασφαλούς πλέον. “Ήμουν τυχερός γιατί ήμουν στη μεσαία λωρίδα και έστριψα αμέσως το τιμόνι δεξιά και τον απέφυγα. Θα μπορούσε να είναι τρομακτική η εξέλιξη”.

Πατάω φρένο στα του αυτοκινήτου. Αναρωτιέμαι πως πείστηκε να έρθει στην Ελλάδα. Αν ήταν μία υπόσχεση, μία κίνηση, ένας άνθρωπος που τον έπεισε να πει ‘εντάξει, θα πάω στην Ελλάδα’.

Ο άνθρωπος που έπαιξε το σημαντικότερο ρόλο στην απόφασή μου να έρθω στην Ελλάδα ήταν ο Luciano Galletti. Ήμασταν συμπαίκτες στην Εθνική Ομάδα της Αργεντινής, από τις μικρότερες μάλιστα ηλικίες άρα τον γνωρίζω πολύ καλά. Όταν λοιπόν έμαθε πως ήμουν ελεύθερος, μου τηλεφώνησε, μεταφέροντάς μου την πρόθεση του Ολυμπιακού να με εντάξει στο δυναμικό του. Και μου εξήγησε όσα ήθελα και έπρεπε να ξέρω για τον Ολυμπιακό. Φυσικά ήξερα τον σύλλογο αφού έχει σταθερή ευρωπαϊκή πορεία με τόσες συμμετοχές και νίκες στο Champions League, ήξερα πως είναι μία ιστορική ομάδα με ένθερμο κοινό. Ήθελα όμως να μάθω περισσότερα για τον τρόπο λειτουργίας του συλλόγου, τις υποδομές του αλλά και την πόλη. Είχα έρθει δύο φορές στην Αθήνα ως παίκτης, αντιμετωπίζοντας την ΑΕΚ με τη Ρεάλ Μαδρίτης και μετά τον Παναθηναϊκό με την Ίντερ, είχα πάει και διακοπές σε κάποια νησιά, όμως δεν μπορούσα να έχω εικόνα για τη ζωή στην Αθήνα. Μου έδωσε λοιπόν πολλές πληροφορίες και για την πόλη, πράγμα που ήταν σημαντικό για να πάρω μαζί με την οικογένειά μου την απόφαση να έρθουμε στην Ελλάδα. Μία απόφαση που θεωρώ πως ήταν σωστή. Η ζωή μας εδώ είναι πολύ όμορφη. Καλή, πολύ καλή. Είμαστε ευτυχισμένοι, το σχολείο για τα παιδιά είναι καλό, ο καιρός είναι απίστευτος, το φαγητό πολύ νόστιμο, όλα είναι εξαιρετικά. Μας αρέσει πολύ η ζωή στην Αθήνα”.

Μεταξύ μας, δεν έχω ακούσει ποτέ ξένο ποδοσφαιριστή να μην ξετρελαίνεται με τη ζωή στην Αθήνα. Τον ήλιο, κάποιοι άλλοι ίσως και τη νύχτα, σίγουρα όλοι το φαγητό!
Μου αρέσει πολύ η ελληνική κουζίνα γιατί έχει απλές συνταγές, χωρίς πολλές σάλτσες. Μεσογειακές γεύσεις. Κι αυτό είναι θετικό για τη διατροφή ενός επαγγελματία ποδοσφαιριστή. Στην Αγγλία είχα μεγάλο πρόβλημα με το φαγητό, που ήταν γεμάτο σάλτσες. Καθυστέρησα να προσαρμόσω τη διατροφή μου”, παραδέχεται. Τον κοιτάω από πάνω μέχρι κάτω. Σε άριστη προφανώς φυσική κατάσταση. Σκέφτομαι την αφεντιά μου, διπλάσιος γαρ, είναι ξεκάθαρο πως δεν μοιράζομαι τον προβληματισμό του. Μια χαρά μπορώ να προσαρμοστώ σε κάθε κουζίνα.

Αυτό όμως που μου έχει κάνει ήδη εντύπωση είναι πως παρακολουθούσε όσες συζητήσεις γίνονταν στα ελληνικά. Δεν το περίμενα.

Όταν πας να ζήσεις σε ένα νέο τόπο και θέλεις να προσαρμοστείς, o καλύτερος τρόπος είναι να προσπαθήσεις να μάθεις τη γλώσσα. Είναι δύσκολα όμως τα ελληνικά και μόνο το αλφάβητο αρκεί”.

Παίρνει το ύφος που είχα στο γυμνάσιο κάθε φορά που άνοιγα το βιβλίο της Άλγεβρας. “Αυτό είναι κάτι που κάνει τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα για μένα. Αν έχεις το ίδιο αλφάβητο, είναι πιο εύκολο να μάθεις. Προσπαθώ όμως. Ακούω, κάποια πράγματα τα καταλαβαίνω, προσπαθώ να επικοινωνώ. Νομίζω τα πάω καλά. Έχουμε όλη μας τη ζωή για να μαθαίνουμε νέα πράγματα. Αν λοιπόν όσο βρισκόμαστε εδώ μπορέσουμε να μάθουμε σε ένα βαθμό και τη γλώσσα, είναι ακόμα καλύτερα”, τονίζει. Πολίτης του κόσμου είναι, ξέρει καλύτερα. Τον ρωτάω για την πρώτη λέξη που έμαθε. Γελάει. Προφανώς καταλήγουμε στον εθνικό μας χαρακτηρισμό, δεν τον ξεστομίζει αλλά εκφράζει μία ενδιαφέρουσα απορία: “Κανένας όμως δεν μπορεί να μου εξηγήσει γιατί ακριβώς χρησιμοποιείται παντού αυτή η λέξη. Τη λένε όλοι σε όλους αλλά δεν ξέρω πως μπορεί να χρησιμοποιείται και σε φίλους και σε αντιπάλους;”.

Αρκετά με το ζέσταμα, ήρθε η ώρα να μπούμε και λίγο στα αγωνιστικά. Τον ρωτάω ποια ήταν η καλύτερη στιγμή του έως τώρα φορώντας τα ερυθρόλευκα, έχοντας στο μυαλό μου το ίδιο παιχνίδι. “Θα πω το ματς που παίξαμε πέρυσι ενάντια στην Arsenal στο Emirates. Ήταν ένα πολύ όμορφο βράδυ”.

“Κι έπειτα, ήμουν τυχερός γιατί σκόραρα σε δύο μεγάλα ντέρμπι, στο Στάδιο Καραϊσκάκης κόντρα στον Παναθηναϊκό και στην Τούμπα κόντρα στον ΠΑΟΚ. Στιγμές που σίγουρα θα θυμάμαι καιρό…”.

Ίσως επηρεασμένος και από γνώριμες ελληνικές νοοτροπίες, τον ρωτάω ως παίκτη που έχει φάει ντέρμπι με το κουτάλι, αν νιώθει έξτρα πίεση σε τέτοια ματς, αν θέλει να αποδείξει περισσότερα. “Όχι, όχι. Αν πω ότι δίνω κάτι παραπάνω σε αυτά τα παιχνίδια, θα είναι σαν να λέω πως δεν δίνω το 100% των δυνατοτήτων μου στα υπόλοιπα”, λέει σχεδόν παρεξηγημένος αλλά διευκρινίζω την ερώτηση που αφορούσε περισσότερο το αν τον πεισμώνει περισσότερο ένα εχθρικό κοινό. “Σε κάθε παιχνίδι πρέπει να μπαίνεις στο γήπεδο λίγο… θυμωμένος αλλά ταυτόχρονα ήρεμος όταν πρέπει. Να παίζεις με την καρδιά σου και να βρίσκεις ισορροπία ανάμεσα στο πάθος και την ψυχραιμία. Σε κάθε παιχνίδι. Αν δεν μπορείς να το πετύχεις, τότε θα έχεις πρόβλημα. Επίσης μπορεί να λέμε για τα ντέρμπι αλλά μη ξεχνάμε πως μπορεί να υπάρξει ένα παιχνίδι που να είναι θεωρητικά χαλαρό, χωρίς αντιπαλότητα και με μία κόκκινη κάρτα, μία μόνο στιγμή έντασης να λειτουργεί ως φιτίλι, το ματς να πάρει φωτιά! Ή και το αντίθετο, να κατεβαίνεις σε ένα ντέρμπι, να σκοράρεις στα πρώτα λεπτά και μετά το σκορ να πηγαίνει για παράδειγμα στο 3-0 και να παύει να είναι ντέρμπι. Έτσι είναι το ποδόσφαιρο”.

Γελάω πονηρά. Σαν να μου περιγράφει το φετινό ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό. Συγνώμη από τους ‘πράσινους’ αναγνώστες μας, αυτά πάντα είναι ‘δανεικά’ στο ποδόσφαιρο και όλοι έχουμε τη σειρά μας για ‘πειράγματα’ στους φίλους μας που υποστηρίζουν έναν άλλο σύλλογο. Ειδικά φέτος, με αφορμή κι εκείνο το ματς, έχω κάνει πολλά.

Πρέπει να είσαι έτοιμος για κάθε αγώνα. Αυτό είναι το κλειδί της επιτυχίας. Το να ξεχωρίζεις παιχνίδια, είναι μεγάλο λάθος. Οκ, ξέρουμε πως για τους υποστηρικτές μας κάποια παιχνίδια είναι ξεχωριστά αλλά εκεί είναι η διαφορά μας”.

Εμείς δεν είμαστε θεατές. Είμαστε ποδοσφαιριστές. Και αγωνιζόμαστε για τους υποστηρικτές μας. Αν κατέβουμε να παίξουμε σαν ‘οπαδοί’, είναι σίγουρο πως θα χάσουμε την αυτοσυγκέντρωσή μας

“Ξέρουμε καλά τι σημαίνουν παιχνίδια σαν και αυτά για την κερκίδα αλλά παράλληλα, γνωρίζουμε πως αν κερδίσουμε τα έξι ντέρμπι και χάσουμε τα άλλα ματς, δεν θα μπορούμε να πάρουμε το πρωτάθλημα”, λέει ρεαλιστικά.

Τον ρωτάω για την ‘κατάρα’ μίας ομάδας όπως ο Ολυμπιακός, να ‘πρέπει’ να κερδίζει συνέχεια. Ίδια νοοτροπία είχαν και στη Real και στην Inter. Όμως ξέρει και τονίζει πως δεν μπορείς να κερδίζεις πάντα. Πως και οι ήττες είναι μέσα στο παιχνίδι. Άντε πες το όμως στο κοινό αυτό Esteban. Αλήθεια, πόσο σημαντικοί είναι οι θεατές για τους ποδοσφαιριστές;

«Πρώτα απ’ όλα είναι εξαιρετικά σημαντικοί για τον σύλλογο. Καμία ομάδα δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς να έχει κοινό. Και ο Ολυμπιακός παίρνει μεγάλη ώθηση από το κοινό. Εντός κάθε γηπέδου, η ατμόσφαιρα αλλάζει ανάλογα με το αν οι θεατές είναι ευχαριστημένοι ή όχι από αυτό που βλέπουν. Και οι απαιτήσεις πάντα είναι υψηλές. Αυτό που ίσως είναι δύσκολο να κατανοήσει το κοινό, εδώ, στην Αργεντινή, σε πολλές χώρες, είναι πως το ποδόσφαιρο είναι σόου. Προσπαθούμε να παίζουμε καλά, ώστε να απολαμβάνουν οι θεατές το παιχνίδι». Εδώ χρειαζόμαστε λίγη δουλίτσα στο μενταλιτέ. Ο μέσος Έλληνας θεατής θέλει πρώτα νίκη με Μισό-Μηδέν και μετά το θέαμα.

Ήδη μιλάμε περισσότερο απ’ όσο συνήθως στέκονται μπροστά σε ένα μικρόφωνο οι ποδοσφαιριστές. Έως τώρα ο Cambiasso ενισχύει την εικόνα που είχα σχηματίσει για εκείνον. Πως παρότι έχει αγωνιστεί σε σπουδαίους συλλόγους, παραμένει τρομακτικά συγκεντρωμένος. Αφοπλιστικά ταπεινός. Αναρωτιέμαι πως γίνεται να μη συμπεριφέρεται σαν σταρ. Ειδικά αυτός. Αν είναι θέμα ανατροφής, οικογένειας.

Σίγουρα! Η ανατροφή και η γενικότερη κατεύθυνση που σου δίνει η οικογένειά σου είναι καθοριστικά. Θα πρέπει να ευχαριστήσω τη μητέρα, τον πατέρα και τα δύο μεγαλύτερα αδέρφια μου για ότι είμαι σήμερα. Αλλά να σου πω την αλήθεια, δεν ξέρω τι σημαίνει αυτό που είπες. Το να συμπεριφέρομαι ως αστέρας. Για μένα ο διαχωρισμός είναι διαφορετικός. Θέλεις να έχεις ανόητη ή έξυπνη συμπεριφορά; Θέλεις να είσαι βλάκας ή ευφυής;”. 

Ξέρω πολλούς ποδοσφαιριστές που ουσιαστικά δεν είχαν ιδιαίτερο ταλέντο αλλά συμπεριφέρονταν λες και ήταν σπουδαίοι. Η καριέρα τους τελείωσε νωρίς

“Από την αρχή της καριέρας σου ως το τέλος της, πρέπει να συμπεριφέρεσαι απλά ως ποδοσφαιριστής. Μπορεί να γνωρίσεις επιτυχίες, μπορεί όχι. Άσχετα όμως με αυτό, είμαστε και άνθρωποι. Δεν μπορώ να καταλάβω πως μπορεί να είναι κάποιος διαφορετικός πριν κάνει καριέρα, διαφορετικός στα χρόνια δόξας του να το πω έτσι και διαφορετικός όταν αποσυρθεί. Ο ίδιος άνθρωπος είναι. Και αυτό είναι κάτι που πρέπει να έχει στο μυαλό του κάθε ποδοσφαιριστής, κάθε προπονητής, κάθε επιτυχημένος άνθρωπος ακόμα και πέραν του αθλητισμού. Είμαστε απλά άνθρωποι. Και στη ζωή, είναι αδύνατο πάντα να βρίσκεσαι στην κορυφή. Επειδή λοιπόν μπορεί να βρεθείς κάποια στιγμή και χαμηλά, είναι καλό να μη ξεχνάς ποτέ ποιος είσαι και από πού προέρχεσαι”.

Συνέχεια των παραπάνω αφορά η συμπεριφορά του προς τους πιτσιρικάδες του Ολυμπιακού. Φέτος ο προπονητής της ομάδας, Paulo Bento, εμπιστεύεται πολλά νέα παιδιά και παρότι αυτό έχει αντίκτυπο στις συμμετοχές του Cambiasso (σ.σ. θα ήθελα να παίζει πολύ περισσότερο αλλά αφού δεν έχω βγάλει στα 38 μου ούτε σεντ ως προπονητής, μάλλον ο Bento ξέρει καλύτερα), εκείνος πάντα τρέχει πρώτος να τους συγχαρεί, να τους συμβουλέψει. Νιώθει άραγε μία άτυπη ‘υποχρέωση’ να καθοδηγήσει αυτά τα παιδιά;

Όπως σου είπα, η ζωή είναι ένας κύκλος. Υπήρξα κι εγώ νέος σε ηλικία ποδοσφαιριστής και έχω κι εγώ να ευχαριστήσω κάποιους”.

Φτάνοντας στο κομμάτι της καριέρας μου στο οποίο βρίσκομαι τώρα, εφόσον μπορώ να βοηθήσω κάποιους νέους ποδοσφαιριστές, γιατί να μη το κάνω;

“Δεν μπορώ να καταλάβω το γιατί όχι. Δεν είναι υποχρέωσή μου αλλά είναι κάτι που με ευχαριστεί. Ξέρω πως νιώθουν και τι περνάει από το μυαλό τους, τα ίδια ένιωθα κι εγώ στο ξεκίνημα της καριέρας μου. Αν λοιπόν μπορώ να συνεισφέρω έστω και στο ελάχιστο στη δική τους καριέρα, θα το κάνω με χαρά”.

Τον ρωτάω για τους αντίστοιχους, δικούς του Cambiasso…

Είναι πολλοί. Όχι μόνο ποδοσφαιριστές αλλά προπονητές, ακόμα και απλοί άνθρωποι που δούλευαν για την ομάδα. Όχι πρόσωπα που εσείς γνωρίζετε. Ίσως ο σημαντικότερος για εσένα άνθρωπος να είναι ο φυσιοθεραπευτής ή ο γιατρός της ομάδας. Είναι πολλοί λοιπόν αυτοί που με βοήθησαν αλλά δεν είναι γνωστοί στην Ευρώπη. Όταν ήρθα στη Γηραιά Ήπειρο, για τη Real, ήμουν μόλις 15 ετών. Στην ομάδα έπαιζαν ποδοσφαιριστές όπως ο Redondo, o Raul, o Hierro, o Sanchis. Πολλά αστέρια και όλοι τους με βοήθησαν με τον τρόπο τους”, λέει με το κεφάλι σκυφτό και το βλέμμα να ταξιδεύει στο παρελθόν. Σα να μοιράζει νοερά τα ‘ευχαριστώ’ του.

Έχει μία σπουδαία καριέρα: Argentinos Juniors, Independiente, River Plate, Real, Inter, Leicester, τώρα Ολυμπιακός. Έχει πάρει Champions League, έχει παίξει παρέα με την απόλυτη ελίτ της στρογγυλής Θεάς. Κάπου εδώ ξεκινούν οι δύσκολες ερωτήσεις. Ποιος είναι ο καλύτερος συμπαίκτης που είχε ποτέ! Ξεφυσάει, κουνάει το κεφάλι του.

Είναι αδύνατο να πω. Όχι δύσκολο, είναι αδύνατο να καταλήξω σε έναν! Είναι τόσοι πολλοί. Ξέρεις συνήθως είμαστε προκατειλημμένοι, διαλέγουμε πάντα τους πιο δημοφιλείς, τους επιθετικούς! Για να ήμουν σωστός θα έπρεπε να διαλέξω έναν τερματοφύλακα, έναν αμυντικό, έναν μέσο κι έναν επιθετικό. Αλλά είναι τόσοι πολλοί και ανάμεσά τους πολλοί φίλοι μου. Πώς να ξεχωρίσω κάποιον; Δεν είναι λοιπόν δύσκολη η απάντηση στην ερώτησή σου, είναι αδύνατη!”.

Εντάξει λοιπόν, γυρνάω το νόμισμα στην άλλη του πλευρά. Ποιος ήταν ο δυσκολότερος αντίπαλος! Και εδώ πάει άμεσα το μυαλό του κάπου…

“Αυτός που μου άρεσε πολύ ως ποδοσφαιριστής, με τον οποίο είχαμε πολλούς ‘πολέμους’ στον αγωνιστικό χώρο αλλά εκτός αυτού είχαμε εξαιρετική σχέση, ήταν ο Kaka. Και είναι παράξενο γιατί εγώ έπαιξα δέκα χρόνια στην Inter, εκείνος μεγάλο χρονικό διάστημα στη Milan. Εγώ είμαι από την Αργεντινή, εκείνος από τη Βραζιλία. Είχαμε λοιπόν τα πάντα να μας χωρίζουν, κι όμως είχαμε πολύ καλή σχέση. Αν λοιπόν υπήρχε ένας αντίπαλος που μου ήταν δύσκολο να αντιμετωπίσω στον αγωνιστικό χώρο, αυτός ήταν ο Kaka”.

Δεν περίμενα αυτή την απάντηση, περίμενα ίσως να μου πει τον Messi. Τον ρωτάω για τους λόγους, τις ποδοσφαιρικές αρετές βάσει των οποίων ξεχώρισε τον Kaka.

Μπαίνουμε πάλι στην ίδια δύσκολη θέση. Θα μπορούσα να πω τον Ronaldinho, τον Messi, χίλια ονόματα θα μπορούσα να πω! Ίσως η επιλογή του Kaka να μην είναι απαραίτητα του πιο δύσκολου αλλά του αγαπημένου μου αντιπάλου. Γιατί κοντραριστήκαμε σε πολλά ντέρμπι αλλά μετά το τελικό σφύριγμα, ήμασταν φίλοι. Για μένα αυτή είναι η ομορφιά του ποδοσφαίρου. Ξέρω πως κάποιοι άλλοι παίκτες δυσκολεύονται να κατανοήσουν αυτή τη λογική αλλά εγώ έτσι σκέφτομαι. Είμαστε αντίπαλοι στο γήπεδο αλλά μετά τον αγώνα, ο καθένας έχει τη ζωή του. Πάντως σαν παίκτης, είναι απίστευτα ταλαντούχος”.

Τον πάω σε μία σίγουρα μικρότερη λίστα. Αυτή του αγαπημένου προπονητή. Αλλά πάλι κόντρα στα προγνωστικά, δεν ακούω το όνομα του Jose Mourinho!
Ο πρώτος προπονητής που είχα, όταν ήμουν 6 χρονών! Δεν ήθελα να παίξω ποδόσφαιρο. Έπαιζαν τα αδέρφια μου αλλά εγώ δεν ήθελα. Με είχε δει να τρέχω και μου είχε ζητήσει να δοκιμάσω αλλά εγώ αγαπούσα το μπάσκετ! Όμως επέμενε και επέμενε και επέμενε άρα κάποια στιγμή με ανάγκασε να δεχθώ την πρόσκληση. Είπα ‘θα πάω, να κάνω μία δοκιμή για να σταματήσει να επιμένει και να με αφήσει να συνεχίσω να παίζω μπάσκετ’. Είχε όμως δίκιο τελικά”, παραδέχεται ο Cambiasso. Συμφωνούμε Esteban, να είναι καλά όπου βρίσκεται.

Αν όμως δεν υπήρχε αυτός ο άνθρωπος, τι θα έκανε σήμερα ο διάσημος Αργεντινός ποδοσφαιριστής; “Ήθελα αλήθεια να γίνω μπασκετμπολίστας! Αυτό ήταν το όνειρό μου”.

Αγαπημένος μου αθλητής ήταν ο Michael Jordan, όχι κάποιος ποδοσφαιριστής

“Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να κάνω πραγματικά καριέρα στο μπάσκετ αλλά σίγουρα θα έκανα κάτι που να έχει σχέση με τον αθλητισμό. Γιατί λατρεύω τον αθλητισμό, σε κάθε του μορφή. Μου είναι αδύνατο να σκεφτώ τον εαυτό μου να κάνει κάτι διαφορετικό άρα, αν δεν ήμουν ποδοσφαιριστής, θα έκανα κάτι άλλο που να έχει σχέση με τον αθλητισμό. Θα ήμουν γυμναστής ή κάτι ανάλογο”.

Προφανής η συνέχεια στις ερωτήσεις, όσο προφανές είναι πως σύντομα στον πάγκο θα κάθεται για να καθοδηγεί μία ομάδα. Ήδη άλλωστε πολλοί τον χαρακτηρίζουν ‘προπονητή εντός αγωνιστικού χώρου’ όταν παίζει…

Όχι, όχι, δεν είναι ωραίο να με χαρακτηρίζουν προπονητή εντός γηπέδου γιατί αυτό είναι κάτι που ίσως να μην αρέσει στον προπονητή της ομάδας“, λέει και κινείται σα να θέλει να κρυφτεί, να μη χρεωθεί την ευθύνη της ατάκας. “Είμαι παίκτης και προσπαθώ να χρησιμοποιώ την εμπειρία μου για το καλό της ομάδας. Καθώς και για το δικό μου καλό, γιατί αν είσαι έξυπνος, μαθαίνεις από τα λάθη σου. Και τα λάθη αποτελούν εμπειρίες που μπορούν να βοηθήσουν και εσένα και τους άλλους. Προς το παρόν λοιπόν, σήμερα, είμαι ποδοσφαιριστής. Αύριο θα δούμε. Κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί στο μέλλον. Σίγουρα όμως είναι μία προοπτική για μένα”.

Τις ποδοσφαιρικές αρετές του τις ξέρουμε. Ποια είναι όμως τα καλύτερα στοιχεία του ανθρώπου Esteban;

Είμαι απλός άνθρωπος. Και πολύ ήρεμος. Νομίζω αυτά είναι τα καλύτερα στοιχεία της προσωπικότητάς μου. Δεν παρασύρομαι όταν τα πράγματα πάνε καλά αλλά ούτε όταν πάνε στραβά. Ψάχνω πάντα ισορροπία. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για μένα. Επίσης είμαι πολύ οργανωτικός, μ’ αρέσει όλα να είναι σε τάξη, σχεδιασμένα. Δεν μπορώ να ζω σε σύγχυση”.
Και τα χειρότερα;

Νομίζω το ίδιο, πως θέλω τα πάντα σε τάξη. Όταν δεν υπάρχει οργάνωση υποφέρω! Μου είναι δύσκολο να λειτουργήσω. Και ξέρεις, είναι αδύνατο να είναι πάντα, όλα, οργανωμένα στη λεπτομέρεια. Πρέπει κάποια στιγμή να χαλαρώσω λίγο, να βλέπω τα πράγματα πιο απλά”.

Οι σπουδαίοι άνθρωποι, είτε είναι αθλητές είτε όχι, αργά η γρήγορα γίνονται πρωταγωνιστές σε μία βιογραφία, ένα βιβλίο, μία ταινία. Άραγε αν συνέβαινε το τελευταίο, αν μετά από μερικά χρόνια κάποιος έκανε μία ταινία για τη ζωή και την καριέρα του, ποιος θα ήθελε να τον υποδυθεί; Γελάει, νιώθει αμήχανα…

Δύσκολες ερωτήσεις κάνεις πάλι. Και δύσκολο θα είναι και κάποιος να μπει στη διαδικασία να κάνει μία ταινία για εμένα γιατί η ζωή μου είναι πολύ απλή, ο κόσμος θέλει άλλα πράγματα. Ποδοσφαιριστές με πολύχρωμα παπούτσια, με περίεργα χτενίσματα , δεν θέλουν κάποιον με ήσυχη ζωή. Ίσως όταν φτάνουν σε ηλικία 70, 80 ετών, όλοι να αντιλαμβάνονται την αξία των απλών πραγμάτων. Όμως συνήθως, δεν θέλουν ιστορίες σαν τη δική μου. Δεν ξέρω ποιος θα ήταν ιδανικός. Δεν θα είναι και δύσκολο να παίξει κάποιος αυτό το ρόλο, ζω μία απλή ζωή στα χνάρια της οποίας θα μπορούσε να βαδίσει ο οποιοσδήποτε”, λέει αφοπλιστικά. Εννέα στους δέκα θα είχαν συγκεκριμένη απάντηση. Ίσως και οι εννέα να είχαν ήδη κάνει αυτή την ερώτηση στον εαυτό τους.Όχι ο Esteban.

Συνεχίζω τις άκυρες ερωτήσεις, συνεχίζει να τους δίνει νόημα. Τον ρωτάω ποια υπερδύναμη, πια μαγική ικανότητα θα ήθελε να είχε. Κάνει παύση. Εδώ παραδόξως δείχνει πως έχει σκεφτεί αυτό το σενάριο σε ανύποπτο χρόνο. “Κάτι που θα μπορούσε να φέρει ειρήνη στον κόσμο”, λέει κοιτώντας με κατάματα. Δεν είναι politically correct απάντηση, δεν βασίζεται στο manual που μοιράζουν στα καλλιστεία. Πλέον μιλάει από την ψυχή του. Έχει αλλάξει η στάση του, το ύφος του. Ισορροπεί ανάμεσα στο σοβαρό και το θυμωμένο. “Το μυαλό των ανθρώπων, η ψυχή τους, είναι γεμάτη μίσος. Κάποιοι χαίρονται με τη δυστυχία των άλλων”.

Αν είχα κάποια μαγική υπερδύναμη, θα ήθελα να μπορώ να κάνω τους ανθρώπους να σκέφτονται λιγότερο τους εαυτούς τους, να μην προκαλούν τη δυστυχία άλλων ανθρώπων, να είναι όλοι ενωμένοι

Ξεστομίζει την τελευταία λέξη και οι τελίτσες που ακολουθούν μοιάζουν ατελείωτες. Στέρεψαν οι λέξεις αλλά όχι οι σκέψεις. Κοιτάζει πλέον κάπου μακριά, σε εικόνες που προφανώς τον έχουν στιγματίσει. Έχει δύο μικρά παιδιά. Την 8χρονη Victoria και τον 3χρονο Dante. Η δική μου μεγαλοψυχία δεν φτάνει ως εκεί, θα απαντούσα όπως όλοι μας κάτι διαφορετικό σε αυτή την ερώτηση. Όμως απ’ όταν έγινα πατέρας οι εικόνες που μας βομβαρδίζουν από σημεία τούτου του τρομακτικού κόσμου, που η κακία του ανθρώπου έχει οδηγήσει σε εγκλήματα έναντι μικρών, αθώων, ανυπεράσπιστων ψυχών, με έχει στιγματίσει. Ίσως μία τέτοια εικόνα να έχει στο μυαλό του. Ίσως αυτό να είναι το μοναδικό πράγμα που μοιραζόμαστε. Τον σεβόμουν ως ποδοσφαιριστή αλλά όσο μιλάμε, τον σέβομαι όλο και περισσότερο ως άνθρωπο. Πιστεύει άραγε στο Θεό;

Ναι, πιστεύω. Πιστεύω πως αυτός μας δημιούργησε. Από εκεί και πέρα ο καθένας μας βαδίζει στο δικό του μονοπάτι, ακολουθεί τον δικό του τρόπο ζωής. Εγώ προσπαθώ να είμαι καλός άνθρωπος και να βοηθώ όσους μπορώ”.

Αναρωτιέμαι αν έχουμε χρόνο. Αν μπορώ να κάνω κι άλλες ερωτήσεις.

“Κι άλλες ερωτήσεις; Μήπως ετοιμάζεις ήδη αυτή την ταινία που ανέφερες πριν;”, λέει γελώντας. Κοιτώ το voice recorder μου και συνειδητοποιώ πως τον έχω μισή ώρα μονότερμα – κι ας μου φαίνεται πως μόλις αρχίσαμε. Μάλλον είναι η μεγαλύτερη σε διάρκεια συνέντευξη που έχει δώσει εδώ και καιρό.

Εντάξει λοιπόν, τελευταία ερώτηση. “Τελευταίο”  μου λέει καλοπροαίρετα στα ελληνικά. Δεν μπορώ να μη τον ρωτήσω για το φαινόμενο Leicester. Ήρθε στον Ολυμπιακό φεύγοντας από αυτή την ομάδα. Τη γνωρίζει καλά. Πως εξηγεί την ξαφνική περυσινή της επιτυχία αλλά και τη φετινή καθίζηση;

Για να εκφράσω την άποψή μου σχετικά, έχω δύο επιλογές. Είτε να μάθω όλες τις λεπτομέρειες και όλα τα στοιχεία για να έχω αξιόπιστη απάντηση ή να ρισκάρω, όπως κάνουν όλοι γύρω μας, απαντώντας χωρίς να έχουν ιδέα τι μπορεί να συμβαίνει στο κλαμπ. Δεν μου αρέσει να μιλάω απλά για να μιλάω. Δεν ξέρω λοιπόν τι συνέβη στην ομάδα και όλα άλλαξαν φέτος. Αφού δεν είμαι εκεί, μέλος της τώρα, δεν δικαιούμαι να έχω άποψη. Αυτό που μπορώ να σου πω είναι πως ήμουν πολύ χαρούμενος για την επιτυχία της Leicester πέρυσι, γιατί έχω πολλούς καλούς φίλους εκεί. Ελπίζω να βγουν από αυτή τη δύσκολη θέση και είμαι σίγουρος πως θα τα καταφέρουν”.

Κλείνει τον μαραθώνιο με απόλυτο σεβασμό στον συνομιλητή του. Δεν ξεπετάει την ερώτηση με 2-3 λέξεις, λέει ότι πραγματικά έχει στο (αγνό) μυαλό του. Θα μπορούσα να του κάνω εκατό ακόμα ερωτήσεις. Είμαι όμως σίγουρος πως με κάθε μία, θα ανέβαινε ακόμα ψηλότερα στα μάτια μου. Γιατί δεν είναι μόνο παικταράς, ο Esteban Cambiasso είναι και Άνθρωπος με το ‘Α’ κεφαλαίο.

Ευχαριστούμε την ΠΑΕ Ολυμπιακός για τη φιλοξενία και την Teoren Motors για την οργάνωση αυτής της συνέντευξης.