OPINIONS

Όχι μία ακόμα φαντασίωση: Η Σπυροπούλου καθηγήτρια σε λύκειο

Οι μαθητές του 3ου ΓΕΛ Αργυρούπολης δεν πρόκειται να ξανακάνουν κοπάνα.

Θα υπάρξει τίμια και ειλικρινής προσπάθεια να μην υπαχθεί το κείμενο σε υλικό που θα δημιουργήσει κάποιου είδους ακράτεια. Μοιάζει πολύ δύσκολο. Η εξοικείωση με την εικόνα προφανώς προφυλάσσει από αδιακρισίες και μύχιες σκέψεις, οι οποίες στο παρόν λογίζονται ως προσβλητικές -και μάλλον δικαίως, παρά την αίσθηση ότι και στην απόλυτη ισονομία και έμφυλη ισότητα πάλι αναγκαστικά θα υπήρχαν 100 περισσευούμενα γραμμάρια στη ζυγαριά που ουδείς γνωρίζει από πού προκύπτουν.

Η αρχή θα ήταν δέον να γίνει με την εξής απλή φράση: Η Κωνσταντίνα Σπυροπούλου κάνει την πρακτική της στο 3ο ΓΕΛ Αργυρούπολης. Χωρίς να θέλω να προσβάλλω την περιοχή, η οποία και την άπλα της έχει και τις μπυραρίες της και τις πλατείες της και το νάιτ λάιφ, αν ‘3ο ΓΕΛ Αργυρούπολης’ δεν είναι τίτλος ταινίας αισθησιακού περιεχομένου, είναι σίγουρα τίτλος ελληνικής βιντεοταινίας του 1984 -και ας ωρύεται ο Τζορτζ Όργουελ. Αλλά υπάρχει ένα νοητικό πρόβλημα αυτήν τη στιγμή: θα έβγαζε αυτήν την αίσθηση το 3ο ΓΕΛ Αργυρούπολης αν η Κωνσταντίνα Σπυροπούλου δεν δίδασκε εκεί;

Ο σκοπός δεν είναι να ψηλαφιστεί η ιντριγκαδόρικη διάσταση της παρουσίας της, πώς, δηλαδή, από παρουσιάστρια σε πρωινό και ως αφεντικό ενός ολόκληρου καναλιού, τουλάχιστον συμπεριφορισιακά, όπως κελάηδησαν τα πουλάκια άμα τη φυγή της, βρέθηκε σε σχολείο. Και όσο θεαματική κι αν είναι αυτή η ανατροπή, για λογαριασμό της ίδιας της κοπέλας πορφαβόρ, η οποία αποδεικνύει ότι δεν έχει κολλήματα και άλλα τέτοια, το σημαίνον στην περίπτωση είναι η αίσθηση του μαθητή που βλέπει την Κωνσταντίνα Σπυροπούλου να μπαίνει στην τάξη. Αυτό το κορίτσι, ρε φίλε, που σε μία εκπομπή είπαν ότι είναι ωραιότερο από κοντά από αυτό που φαίνεται στην τηλεόραση.

Δεν πρόκειται για κάτι στιγμιαίο. Στον αγορίστικο κόσμο, που όλα γίνονται σε υπερβολικό μυαλό με πρώτιστο το κοκοριλίκι, κάτι απεχθές για πολλούς που έχουν δεχθεί τα πρώτα ψήγματα της βίας, παιδιά που πρόκειται κάποτε να πληκτρολογούν παρόμοιες μαλακίες, γινόμενοι πρώτης τάξεως κομπλεξικοί (για να προσομοιάσω αυτό που είχε πει κάποτε οπαδός του Ολυμπιακού στον τότε προπονητή της ομάδας Όλεγκ Προτάσοφ, “Όλεγκ, έχεις παίξει μπάλα εσύ, αλλά έχουμε παίξει και εμείς, κομπλεξικός ήταν και ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης”), η παρουσία της συγκεκριμένης καθηγήτριας, στα 29 χρόνια της, είναι περίπου κάτι σαν το στρατό. Αποκτάς αυτομάτως σχέση ζωής.

Κοιτάξτε, τώρα: Μπορεί να είσαι αυτοί.

 

Μπορεί να είσαι και αυτός, σε μεγαλύτερη έκδοση. Αν είσαι αυτός μικρός, πιθανότατα μεγαλώνοντας θα είσαι σχεδόν αυτός και δεν πρόκειται να αλλάξεις.

 

Υπάρχουν πιθανότητες να είσαι και κάτι άλλο. Όποιος και να είσαι, όμως, η στιγμή αυτή είναι κάτι ιδιαίτερο στον αγορίστικο κόσμο και μόνο επειδή αφορά σε κάτι υπαρκτό δεν είναι συγκρίσιμη με τη θητεία στο στρατό, παραδείγματος χάρη, που ποτέ δεν γίνεται βαρετό να μοιράζεσαι αναμνήσεις επειδή έχουν ήδη αναχθεί στη χώρα της λαϊκής μυθοπλασίας και δημιουργούν δεδικασμένα λαϊκής σοφίας, τόσο για τις αντιδράσεις όσο και για την αβρότητα των ανθρώπινων συμπεριφορών, που προϋποθέτει συμπίεση ορμονών, νοσταλγία και ταυτοχρόνως ελευθεριότητα, η οποία εξ ορισμού προκύπτει, από το χώρο που βρίσκεσαι.

Δεν χρειάζεται να φανταστώ πώς είναι για τους μαθητές του 3ου ΓΕΛ να μπαίνει στην τάξη η Κωνσταντίνα Σπυροπούλου. Στις απεργίες των αρχών του ’97 είχαμε στο σχολείο μία παρόμοια καθηγήτρια, αναπληρώτρια, η οποία μας έκανε Ιστορία. Η απεργοσπάστρια τύγχανε να είναι 1,75μ., ξανθιά (είτε φυσικό είτε βαμμένο, δεν έχει σημασία), με μακριά πόδια και την πιο αισθησιακή θηλυκή φωνή που έχω ακούσει στη ζωή μου. Ακόμα και τώρα, πάνω από 20 χρόνια μετά από εκείνες τις διδακτέες και διδακτικές ώρες, η ανάσα και το ξεψυχισμένο ημιψεύδισμα αποτελούν την πλατινένια κορωνίδα στη συλλογή των αναμνήσεων.

Παρά το γεγονός της ίδιας της εμπειρίας, διότι περί εμπειρίας επρόκειτο, έστω και με το δίλημμα για το αν συνέβη πραγματικά, δεν είναι απαραίτητο να είσαι εκεί για να καταλάβεις ότι, ακόμα και χωρίς τη ροπή προς την αντικειμενικότητα, το πιθανότερο είναι ότι η υιοθέτηση μίας κινούμενης εικόνας ενέχει σίγουρο ποσοστό παραπλάνησης. Βεβαίως, αυτό ισχύει συνολικά, μια και τα υποβοηθήματα δίνουν στην εικόνα το boost που απαιτείται στο πλαίσιο της κοινωνικής ανάδειξης μέσω της εξωτερικής εμφάνισης. Σε κάθε περίπτωση, όπως ισχύει σε ό,τι αφορά την εξωτερική εμφάνιση, οι καθηγήτριες κρίνονται από τις συναδέλφους τους. Και εκείνη η αναπληρώτρια ήταν η τελευταία επιζούσα. Για να δανειστώ ένα από τα στο δρόμο προς ατέλειωτα ευφυολογήματα του Κώστα Μανιάτη, τώρα είμαι τρία χρόνια μεγαλύτερος από ό,τι ήταν εκείνη τότε. Και όλοι μας τη θεωρούσαμε μεγάλη, όχι υπερβολικά, αλλά μεγάλη. Περιττό να περιγραφεί πώς νιώθαμε ομαδόν τους ενήλικες, κάτι που έρχεται.

Τα χρόνια αυτά που θα διανύσει η Κωνσταντίνα Σπυροπούλου στην έδρα της καθηγήτριας μπορεί η ίδια να μη διακρίνει ό,τι αισθάνονται τα αγόρια. Είναι στενάχωρο, παρ’ όλα αυτά η απλοϊκοποίηση μίας κατάστασης είναι μάλλον απαιτητή μεγαλώνοντας, διότι κάπως πρέπει να εξισορροπηθεί η έλλειψη χρόνου. Αν όχι η έλλειψη, εκείνο το πράγμα που συμβαίνει και οι μέρες μικραίνουν. Το έχει περιγράψει τέλεια ο, όχι φο Ελληνοαμερικανός, Τζέφρυ Ευγενίδης στο ‘Σενάριο Γάμου’: συλλέγοντας μέρες εκείνες χάνουν τη διάρκεια που είχαν παλιότερα –και μάλλον ανοίγουν ξανά με τη δική σου συρρίκνωση.

Αν ψάχνουμε ένα παράδειγμα για το γεγονός ότι η Γη είναι στρόγγυλη (και όχι επίπεδη, πλάκα στην πλάκα έχει ανοίξει ξανά αυτό το θέμα και υπάρχει μέχρι και σχετική σελίδα στο Facebook, για να μας δείξει ότι η ποταπότητα είναι άμετρη) μπορείς να θέσεις τη συστολή και τη διαστολή του δικού σου ταξιδιού. Η Σπυροπούλου μπορεί να διακρίνει λαγνεία, την ίδια που διαπιστώνει ανά καιρούς στους άνδρες κάθε ηλικίας οι οποίοι την κοιτάζουν. Αλλά δεν θα μπορεί να διακρίνει την πολυπλοκότητα των αγορίστικων βλεμμάτων, που την τοποθετούν πάραυτα στη σφαίρα της φαντασίας, στην πιο ιδανικά εφικτή νοητική δομή. Ταυτοχρόνως, η ίδια η παρουσία της κάνει τα όμορφα κορίτσια της τάξης να νιώθουν το τρίξιμο στην πρωτοκαθεδρία τους, να υποχωρούν, καθώς αυτό που χάνουν είναι η αίσθηση της καθολικής αποδοχής, που τώρα μεταφέρεται. Είναι σαν παράδοση στέμματος –και αυτό μόνο μετά από καιρό γίνεται ανεκτό, όταν η ένταση ξεφτίζει.

Όσο περνούν οι τάξεις, η καθηγήτρια θα στέκει σαν τοτέμ απέναντι σε Πυγμαίους, μόνο που θα μιλάει τώρα: δε θα έχει προβλήματα, δεν θα έχει ανάγκες, αντί για έντερα και συκώτι και νεφρούς και εντόσθια θα έχει φως ακτινοβόλο και όταν το φεγγάρι εξαφανίζεται θα πηγαίνει να κοιμάται μέσα από το απαλό δέρμα της, το οποίο θα είναι πάπλωμα. Αυτά πρόκειται να μπερδεύονται με βρώμικες σκέψεις, που μέχρι το πρόστυχο κόλπο της Ωριμότητας, η οποία σου ζητάει να ξεκαθαρίσεις τη σκέψη σου και να κάνεις το μυαλό σου κρυστάλλινο, είναι μία φαντασμαγορική σαλάτα, γεμάτη αγωνία, απορίες και γόνιμους προβληματισμούς, προβληματισμούς αληθινά ζωτικούς, που δεν πρόκειται να αντικατασταθεί η σημασία τους με οτιδήποτε άλλο έπειτα, παρά μόνο με αποφάσεις συνεχόμενες και συναπτές. Δεν έχουμε χρόνο να απολαμβάνουμε έτσι τους προβληματισμούς μας.

Ή ίσως έτσι ήταν για εμάς. Για τους μαθητές της δεκαετίας του ’90, που δεν είχαν πρόσβαση στον κόσμο της απροσμέτρητης πληροφορίας και για αυτό το κεφάλι τους δεν ήταν στη θέση τους. Αν η Σπυροπούλου είναι τυχερή, πρόκειται να νιώσει αυτήν τη συγκίνηση, να μετέχει στο γαλακτικό ρόλερ κόστερ, χωρίς και η ίδια να κατανοεί πλήρως τι ακριβώς συμβαίνει, έχοντας ξεμπερδέψει το σεξ με το συναίσθημα και κατανοήσει ότι η δυναμική του πρώτου αποτελείται από τα κομμάτια ενός εξουσιαστικού παζλ, ενώ το δεύτερο από μόνο του μπορεί να είναι μελό. Ξεμπερδεύοντας το κουβάρι, το ίδιο χάνει την οντότητά του.

Όπως και να έχει, για τα αγόρια του λυκείου που η πρώην τηλεοπτική παρουσιάστρια -η οποία δημιούργησε ποικίλα συναισθήματα κατά τη διάρκεια της θητείας της- κάνει την πρακτική της, αυτό είναι το καλύτερο νέο της χρονιάς. Συν ότι δημιουργεί δεσμούς και κωδικούς επικοινωνίας που δεν θα τους βρουν πουθενά αλλού. Εντυπώνοντας την εικόνα και βιώνοντας την κατάσταση μέσα από την πιο ανόθευτη αθωότητα (η οποία, κιόλας, εμφανίζεται στα πιο ζωώδη ένστικτα και αυτό πιστοποιεί την αγνότητά της), δεν θα βρουν ένα ασφαλές κρησφύγετο, που θα μπορούν να καταφεύγουν όταν ο κλοιός της πραγματικότητας σφίγγει, μόνο για τη μετεφηβεία τους, αλλά και για όλη την υπόλοιπη ζωή τους.

Κι αν, όσο περνούν τα χρόνια, εκεί καταφεύγουν όλο και πιο σπάνια, θα παραμένει απαλό, μαλακό και ασφαλές, όπως πάντα είναι η επιστροφή στην αγορίστικη κοιτίδα.