ΔΙΛΗΜΜΑΤΑ

Τσαλουχίδης ή Τσιαντάκης;

Η δημοσιογραφική ομάδα του Oneman επιλέγει ανάμεσα σε δύο κόκκινους καλτ Θρύλους.

Σε ένα σύμπαν πολύ πολύ μακριά από το δικό μας, όταν ο Ολυμπιακός ακόμα πάλευε με τα φαντάσματα και υπήρχαν αθλητικοί ήρωες με τι μικρό όνομα ‘Γιώτης’, δύο ποδοσφαιριστές έγραψαν τη δική τους ιστορία στην ομάδα του Πειραιά. Τα χρόνια πέρασαν, αλλά έμειναν κι οι δύο ως καλτ θρύλοι. Σήμερα, οι δημοσιογράφοι του ΟΝΕΜΑΝ διαλέγουν ανάμεσα στον Γιώτη Τσαλουχίδη και τον Νίκο Τσιαντάκη.

Διάλεξε κι εσύ και μετά δες τις απαντήσεις μας.

Τσαλουχίδη ο Γρηγόρης Μπάτης

Για έναν 30άρη Ολυμπιακό που τα τρυφερά παιδικά χρόνια περίμενε μάταια επί 10 έτη να δει την ομάδα του πρωταθλήτρια, τα ονόματα Τσαλουχίδης, Τσιαντάκης, Παχατουρίδης, Κωφίδης κτλ, είναι αλάτι στην πληγή. Θυμίζει χρόνια πέτρινα, θυμίζει χρόνια που η ομάδα του Πειραιά είχε γίνει ανέκδοτο από τους αντιπάλους και η καζούρα ήταν μέρος της καθημερινότητας (μας). Για όσους αντέξαμε και υπομείναμε την χλεύη έχοντας ως μοναδικό φάρο την αγάπη μας για τον Ολυμπιακό (οκ το τερμάτισα), ήρθε η απόλυτη δικαίωση που ζούμε ακόμα και τώρα. Ωστόσο η πληγή αυτή δεν θα κλείσει ποτέ, ακόμα και με τα 17 στα 19 πρωταθλήματα. Γιατί κάθε φορά που θα αναφέρονται ονόματα του τότε, πάντα θα έρχονται στο νου αυτές οι δύσκολες εποχές/στιγμές. Θα μου πεις και τι φταίνε τα ονόματα; Και θα συμφωνήσω μαζί σου. Θεωρώ άλλωστε πως τόσο ο Τσιαντάκης, όσο και ο Τσαλουχίδης αδικήθηκαν που δεν πήραν έστω ένα πρωτάθλημα στην καριέρα τους. Αν έπαιζαν λίγα χρόνια αργότερα, η ιστορία τους θα ήταν εντελώς διαφορετική. Και για να καταλήξω στο δίλημμα γιατί το κούρασα, αν και για κάποιον περίεργο λόγο τους δύο τους, τους θεωρούσα αχώριστους, πάντα είχα μια αδυναμία στον αρχηγό. Τον Γιώτη Τσαλουχίδη. Για το αστειάκι “Γιώτης ποιότης”, για την αυταπάρνηση που έδειχνε πολλές φορές, για τις αξέχαστες κεφαλιές του και για τα ματς που κέρδιζε με το πείσμα του.

Τσιαντάκη ο Κωνσταντίνος Αμπατζής

Θα ξεκινήσω ξεκαθαρίζοντας πως όταν οι Γιώτης Τσαλουχίδης και Νίκος Τσιαντάκης φόρεσαν για πρώτη φορά παπούτσια με τάπες, εγώ δεν φορούσα καν τις πρώτες μου πάνες. Οι ποδοσφαιρικές εικόνες μου και για τους δυο είναι ελάχιστες κι αυτές αφορούν κυρίως τα τελευταία τους χρόνια στα γήπεδα. Επομένως, θα ψηφίσω τον Νίκο Τσιαντάκη, όχι επειδή τον θεωρώ καλύτερο ποδοσφαιριστή αλλά για δυο εντελώς διαφορετικούς λόγους.

Πρώτον, έχει το θάρρος, τόσα χρόνια μετά, να διατηρεί ακόμα το μυθικό μουστάκι του, το οποίο στέκει ακόμα εκεί, αγέρωχο, πιστός σύντροφος. Τη δεκαετία του 80 και του 90 ίσως ήταν μόδα, πλέον είναι απλά προσωπική ταυτότητα. Δεύτερον, όταν σταμάτησε το ποδόσφαιρο δεν έγινε ούτε προπονητής, ούτε μάνατζερ, ούτε επίσημος σχολιαστής σε κάποια αθλητική εκπομπή. Όχι. Αντίθετα, αποφάσισε να δώσει το μάθημα που χρωστούσε και πήρε το πτυχίο του από τη Γυμναστική Ακαδημία. Στην ορκωμοσία βρέθηκαν τόσο ο Τσιαντάκης όσο και το μουστάκι του και μας χάρισαν αυτή τη μυθική στιγμή:

 

Τσιαντάκη ο Γιώργος Μυλωνάς

Πέρα από το μυθικό μουστάκι που αναφέρει ο Κωνσταντίνος, ο Γιώργαρος είχε τα “κάκαλα” όταν εμείς κουρευόμασταν “καπελάκι” να κυκλοφορεί με αυτό το μαλλί:

 

Γιώτη Τσαλουχίδη ο Μάνος

Κατανοώ τη meta αξία που έχει αποκτήσει ο Νίκος Τσιαντάκης με το πέρασμα των ετών, κάτι σαν αστέρας από την εποχή με τις βιντεοκασέτες (που θα μπορούσε εύκολα να έχει θέση), αλλά τότε στη δεκαετία του ’80, στα πέτρινα χρόνια, ο Γιώτης Τσαλουχίδης μου φαινόταν κάτι σαν super hero. Δεν ξέρω πως, δεν ξέρω γιατί, δεν θυμάμαι ακριβώς τα ματς (δεν ήμουν και ιδιαίτερα μεγάλος), αλλά σε κάθε στραβό παιχνίδι του Ολυμπιακού (και τότε ήταν πολλά αυτά), είχα την αίσθηση και την πίστη ότι θα έρθει ο Τσαλουχίδης και με μια κεφαλιά θα σώσει την κατάσταση. Στα (μπασκετικά από νωρίς) μάτια μου ο Τσαλουχίδης ήταν αυτός που νικούσε το buzzer και τον θεωρούσα  τον κορυφαίο κεφαλοσφαιριστή της Ευρώπης. Είχα καταλάβει άλλωστε ότι απείχε πάρα πολύ από τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή της Ευρώπης. Όμως αυτό δεν είχε καμία σημασία, γιατί σε εκείνη τη δεκαετία το ποδόσφαιρο είχε μια άλλη μαγεία, μια διαφορετική σκοπιά (και σκοπό). Και ο Τσαλουχίδης μπορώ να πω ότι είναι από τους καλύτερους εκπροσώπους αυτής της νοοτροπίας.

Τσαλουχίδη ο Μάνος Χωριανόπουλος

Πέτρινες κερκίδες, πέτρινα χρόνια. Τσιαντάκης-Τσαλουχίδης. Το δίδυμο από το οποίο περιμέναμε κάθε φορά τη λύτρωση, ό,τι και αν σημαίνει αυτό για τον Ολυμπιακό τότε. Για ένα παιδί, μετράει αυτός που σκοράρει και κανένας άλλος. Μπορεί ο Τσιαντάκης να έκανε τις κούρσες και να έστελνε την μπάλα στην περιοχή, αλλά ο Τσαλουχίδης ήταν αυτός που σε έκανε να πανηγυρίσεις. Χωρίς περίτεχνες ενέργειες.  Έπαιρνε φόρα και είτε έπρεπε να βρει τη μπάλα, είτε να βαρέσει το κεφάλι του σε έναν τοίχο, σου έδινε την αίσθηση ότι θα το έκανε. Το πάλευαν πολύ οι δυο τους σε μια δύσκολη εποχή για τον Ολυμπιακό και ακόμα και αν δεν τα κατάφεραν, παραμένουν στην καρδιά μας. Ένα πόντο παραπάνω στον Τσαλουχίδη για τις κεφαλιές ενάντια σε όλους και όλα.

Γιώτη Τσαλουχίδη ο Χρήστος Χατζηιωάννου

Είχα πολύ μεγαλύτερο σεβασμό για τον ποδοσφαιρικό Ολυμπιακό εκείνα τα χρόνια. Δεν ξέρω γιατί. Και σίγουρα όχι επειδή ο Παναθηναϊκός έπαιρνε και κάνα πρωτάθλημα. Τον σεβόμουν τον Ολυμπιακό μάλλον γιατί οι μεγαλύτεροι μού είχαν μεταδώσει ότι αυτή η ομάδα έχει μερικούς τιτάνες που θα άξιζε να έχω εκεί ψηλά. Κι αν δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάτι για τον Τσιαντάκη, πέρα από τα όσα γλαφυρά ανέφεραν και οι υπόλοιποι για μουστάκια κλπ, από τον Γιώτη Τσαλουχίδη θυμάμαι πολλές σκηνές. Και σε όλες ξεχώριζα τον τσαμπουκά του, το πάθος του για τη φανέλα, την έκρηξη όταν η μπάλα κατέληγε στα δίχτυα κι εκείνος έφευγε με υψωμένη γροθιά. Πανηγύριζε ατσούμπαλα ο Τσαλουχίδης. Σαν να μην είχε σημασία τίποτα μετά το γκολ. Ούτε το πώς θα πανηγυρίσει, ούτε το πώς θα είναι το μαλλί του στην κάμερα, ούτε τι θα δείξει το πρωτοσέλιδο της επόμενης ημέρας. Α ναι. Έπαιζε μπάλα για τη μπάλα ο Τσαλουχίδης. Όχι για τη λεζάντα.

Τσιαντάκη ο Ηλίας Αναστασιάδης

Αλλάζω γνώμη κάθε πέντε λεπτά. Οι προλαλήσαντες αποθέωσαν τον Τσιαντάκη με άχαστα επιχειρήματα που στέλνουν πύραυλο στον Κρόνο και θα ήταν βαρετό να χρησιμοποιήσω κι εγώ. Διαβάζοντας τις υπέρ Τσιαντάκη πραγματείες, αποφάσισα να πάω με τον Τσαλουχίδη, αυτόν τον βιονικό χαφ που σκόραρε και πανηγύριζε κάνοντας διατάσεις με το δεξί του χέρι. Ξεκίνησα λοιπόν να γράφω για τον Γιώτη (που χορτάσαμε και με την εθνική και που βασικά τον λένε ΓΙΩΤΗ), αλλά μόλις σηκώθηκα για νερό και μέτρησα το σκορ που προκύπτει από τις απαντήσεις όλων, εντόπισα τον κίνδυνο να βγάλουμε νικητή του διλήμματος τον Γιώτη και κώλωσα. Δεν ξέρω ποιο θα είναι το τελικό αποτέλεσμα, αλλά δεν μπορώ να αντέξω την ευθύνη του να έχω βοηθήσει στο να χάσει σε ΟΠΟΙΟΔΗΠΟΤΕ match-up με τον Τσιαντάκη. Όχι, έχουμε μια ευθύνη ως site, μας διαβάζουν και μικρά παιδιά. Ποιος θα μιλάει για τον Γιώτη Τσαλουχίδη μετά από σαράντα χρόνια; Ελάχιστοι. Ποιος θα μιλάει για τον Τσιαντάκη; Όλοι όσοι έχουν ψυχή, καρδιά και φιλότιμο.

Νίκο Τσιαντάκη η Φένια Μπινιάρη

Θα ήθελα να διαμαρτυρηθώ για αυτό το δίλημμα που περιλαμβάνει δύο παίχτες που έχουν περάσει από τον Ολυμπιακό. Γιατί δηλαδή να μην είναι ένα δίλημμα Βαμβακούλας ή Σαραβάκος; Και αφού διαμαρτυρήθηκα θα απαντήσω επιστημονικά. Θα ψηφίσω το Νίκο Τσιαντάκη γιατί (φωτό) και επίσης γιατί το 2011 πήρε το πτυχίο από τη Γυμναστική Ακαδημία συμπληρώνοντας 30 χρόνια φοιτητής (όσο να πεις με κέρδισε). Λίγο να περίμενε θα το παίρναμε μαζί.

Τσιαντάκη ο Στέφανος Τριαντάφυλλος

Υπάρχουν κάποιες αξίες διαχρονικές και αναλλοίωτες. Ο Νίκος Τσιαντάκης είναι μια από αυτές. Δεν είναι τυχαίο ότι αποτέλεσε συνώνυμο με τόσες και τόσες έννοιες όπως: “κακό ελληνικό ποδόσφαιρο”, όπως “σέντρα-φαρμάκι”, όπως “μαλλί-λασποτήρας”, όπως “λευκά μπούτια σε κοντά σορτσάκια”. Σε ότι αφορά το τελευταίο παλεύει για τα πνευματικά δικαιώματα με την Βίνα Ασίκη, αλλά και πάλι νομίζω ότι κερδίζει. Ακόμη και σήμερα η σέντρα σημαίνει Τσιαντάκης. Το ίδιο και το μαλλί λασποτήρας. Η απαράμιλλη χαίτη. Κανείς δεν το έκανε καλύτερα από τον Νίκο. Πέρα από όλα αυτά ήταν όντως ένας πολύ καλός παίκτης, που θα έβγαζε εκατομμυρία ή θα έπαιζε στους Μπιτλς αν είχε γεννηθεί στην Αγγλία.

 

Γιώτη Τσαλουχίδη η Δώρα Τσαμπάζη

Ένα ήσυχο βράδυ Πέμπτης, σκάει το δίλημμα και λέω WTF? Πρέπει να γυρίσω στα χρόνια που ήμουν παιδάκι, μην σας πω βρέφος, Ναι,βρέφος, τώρα που το σκέφτομαι και δεν δέχομαι αμφιβολίες. Αρχικά κλαίω να διαλέξω Τσιαντάκη, γιατί μιλάμε για τρομερή φυσιογνωμία με μουστάκι, που μάλιστα πήρε και το πτυχίο του από το πανεπιστήμιο στα 48 του χρόνια. Πόσο τεράστιος! Ωστόσο, ο Τσαλουχίδης έχει το προβάδισμα. Και οι δύο έχουν αγωνιστεί στον Ολυμπιακό, ο Γιώτης Τσαλουχίδης αμέσως μετά στον ΠΑΟΚ και ο Νίκος Τσιαντάκης αμέσως μετά στον Άρη. Εννοείται διαλέγω το Παοκτσάκι τον Τσαλουχίδη. Τι δεν καταλαβαίνεις;

Νίκος Τσιαντάκης ο Θοδωρής Δημητρόπουλος

Δεν έχω την παραμικρή ανάμνησή τους ως ποδοσφαιριστές παρά μόνο ως καλτ είδωλα κάποιας βιντεοταινίας που δεν πρόλαβε να γυρίστεί επειδή η βιντεοκασέτα πέθανε πριν τελειώσουν την καριέρα τους. Βάσει αυτού και μόνο, επιλέγω τον άνθρωπο που μοιάζει να θυμάται κάτι φρικτό ακόμα και στη στιγμή που ποζάρει για τη φωτογραφία του λευκώματος.

 

Τον άνθρωπο που θα μπορούσε να παίζει τον κυνηγημένο ανιψιό του αρχιμαφιόζου που λύγισε και θέλει να τα πει όλα στην αστυνομία.

 

Τον άνθρωπο που θα μπορούσε να είναι ένα κωμικό genre από μόνος του, αν είχε γεννηθεί 10 χρόνια νωρίτερα.

 

Ο Τσαλουχίδης θα μπορούσε να παίζει τον γείτονα σε καναδυό από αυτές.

ΑΙΩΝΙΟ ΔΙΛΗΜΜΑ ΤΕΛΟΣ… ΤΣΙΑΝΤΑΚΗΣ ΜΕ 54,5%

Επειδή στο ΟΝΕΜΑΝ ξέρουμε να τιμούμε αυτούς που δε σταματούν να μαθαίνουν.